19.6 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο Δικονομικό Δεδικασμένο

Το Δικονομικό Δεδικασμένο


Του Παναγιώτη Γεραμάνη,

Με τον όρο «δεδικασμένο» περιγράφεται η δέσμευση που απορρέει από μια τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η δέσμευση εμποδίζει την εκ νέου διάγνωση της κριθείσας υπόθεσης και εκτείνεται είτε στο ουσιαστικό ζήτημα που κρίθηκε, δηλαδή στο περιεχόμενο της υπόθεσης, τα πραγματικά περιστατικά και τη νομική αιτία (το νομικό χαρακτηρισμό) που το δικαστήριο έδωσε σε αυτά, την έννομη σχέση που διαγνώσθηκε, ή τον τυχόν ποινικό κολασμό του δράστη, είτε στο δικονομικό-διαδικαστικό ζήτημα που κρίθηκε οριστικά.

Το περιεχόμενο της δίκης αφορά, στις πολιτικές δίκες, την έννομη σχέση που προβάλλεται με αγωγή, ανταγωγή, κύρια παρέμβαση ή ένσταση συμψηφισμού και τις αξιώσεις των μερών και στις ποινικές δίκες το ζήτημα της αθωότητας ή ενοχής του κατηγορουμένου.

Το δεδικασμένο ισχύει μόνο έναντι των διαδίκων και των κατηγορούμενων, όπως ακριβώς προσδιορίζονται στα δικόγραφα και μόνο για την κριθείσα υπόθεση, κατά το σκέλος των πραγματικών γεγονότων και του νομικού χαρακτηρισμού που δόθηκε. Το δεδικασμένο από την πολιτική δίκη  δεσμεύει και τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρ. 325 ΚΠολΔ έως άρ. 329 ΚΠολΔ. Η επέκταση του δεδικασμένου σε τρίτα πρόσωπα, απλώς και μόνο επειδή η διαφορά τους είναι όμοια κατά την ιστορική και νομική αιτία της με το αντικείμενο δίκης στην οποία δεν μετείχαν, αποκλείεται.

Πηγή Εικόνας: lawtakpap.blogspot.com

Προϋποθέσεις για την ύπαρξη του είναι ο δικαστής να αποφαίνεται οριστικά επί του θέματος και η απόφαση να είναι τελεσίδικη, δηλαδή να μην ασκηθούν, ή να μην μπορούν να ασκηθεί, έφεση και ανακοπή ερημοδικίας. Στην ποινική δίκη απαιτείται επιπλέον το αμετάκλητο της απόφασης, δηλαδή να μην ασκηθεί, ή να μην μπορεί πλέον να ασκηθεί, αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου, εκτός αν πρόκειται για αθωωτική απόφαση.

Το δεδικασμένο λαμβάνεται υπόψιν από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης. Ειδικά στην ποινική δίκη, κωλύει την εκ νέου δίωξη κατά του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη, όταν δηλαδή η νέα κατηγορία συγκροτείται εξ αντικειμένου από την ίδια υλική-φυσική πράξη ή παράλειψη κατά τον ίδιο τόπο, χρόνο και τρόπο.

Αν το πολιτικό δικαστήριο αποφασίζει περί του αν τελέσθηκε το αστικό, και συγχρόνως ποινικό, αδίκημα, το πολιτικό δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αθωωτική ή καταδικαστική. Και αυτό λόγω της αυτοτέλειας των αρμοδιοτήτων των δύο δικαιοδοσιών (ποινικής και πολιτικής). Αν ο διάδικος έχει αθωωθεί αμετάκλητα από το ποινικό δικαστήριο για συγκεκριμένο ποινικό αδίκημα, και υποχρεωθεί από το πολιτικό δικαστήριο σε αστική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, η οποία στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά με αυτά που συγκροτούν το ποινικό αδίκημα για το οποίο αθωώθηκε, δεν παραβιάζεται το κατ’ άρ. 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ τεκμήριο αθωότητας. Το πολιτικό δικαστήριο έχει υποχρέωση συνεκτίμησης των αθωωτικών αποφάσεων, χάριν σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας, όμως η υποχρέωση συνεκτίμησης δεν ισοδυναμεί σε καμία περίπτωση με δέσμευση του πολιτικού δικαστή από την αθωωτική ποινική απόφαση.

Πηγή Εικόνας: legalnews24.gr

Αν εκδόθηκαν δύο ή περισσότερες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες παράγουν δεδικασμένο, αφορούν την ίδια έννομη σχέση και τους ίδιους διαδίκους και αντιφάσκουν μεταξύ τους, οι αποφάσεις αυτές δεν καθίστανται ανενεργείς αυτοδικαίως. Στην περίπτωση αυτή, ισχύει κατ’ αρχήν, το δεδικασμένο που προέρχεται από τη νεότερη απόφαση. Από την ανωτέρω αρχή, κατά την οποία υπερισχύει το δεδικασμένο που πηγάζει από την νεότερη απόφαση, δικαιολογείται παρέκκλιση, αν από τη διαμόρφωση της διαδικασίας, η προγενέστερη απόφαση παρουσιάζει περισσότερα εχέγγυα ορθότητας, για παράδειγμα να εκδόθηκε από ανώτερο δικαστήριο ή η νεότερη απόφαση να κρίνει το θέμα ως παρεμπίπτων, ενώ στην παλαιότερη κρίθηκε ως κύριο, οπότε αυτή πρέπει να υπερισχύει.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι το δεδικασμένο εξυπηρετεί την ασφάλεια δικαίου, την προστασία του ατόμου, την παγίωση της κοινωνικής ειρήνης, της αποφυγής εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων, της δεσμευτικότητας των δικαστικών πράξεων και της εδραίωσης της εμπιστοσύνης των πολιτών στη δικαιοδοτική λειτουργία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ν. Κλαμαρής/Σ. Κουσούλης/Σ. Πανταζόπουλος, Πολιτική Δικονομία, εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 3η έκδ., 2016
  • Νικόλαος Κ. Ανδρουλάκης, ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΗΣ, 5η έκδ., Π.Ν ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ, Αθήνα, 2020
  • «Το δεδικασμένο στην Ποινική Δίκη», διαθέσιμο εδώ
  • Δεδικασμένο από απόφαση, διαθέσιμο εδώ
  • Greek Law, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Γεραμάνης
Παναγιώτης Γεραμάνης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το Μάρτιο του 1998 και έκτοτε είναι μόνιμος κάτοικος Μαραθώνα. Αποφοίτησε το 2021 από την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάζεται ως ασκούμενος δικηγόρος. Μιλάει άπταιστα Αγγλικά και Γερμανικά. Στον ελεύθερο του χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση μυθιστορημάτων, τη θέαση ποδοσφαίρου και μπάσκετ και τη ζωγραφική.