15.9 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΜαυροβούνιο: «Ο κλέψας, του κλέψαντος»

Μαυροβούνιο: «Ο κλέψας, του κλέψαντος»


Του Νίκου Διονυσάτου,

Το Μαυροβούνιο είναι μια μικρή χώρα των δυτικών Βαλκανίων, με έντονα ορεινά τοπία, σκουρόχρωμα δάση, αιτίες για τις οποίες έλαβε και το όνομά του, αλλά και ειδυλλιακές παραλίες στην Αδριατική, περιστοιχισμένες από Μεσογειακά φιόρδ, που εδώ και δεκαετίες γνωρίζουν τουριστική ανάπτυξη. Το Μαυροβούνιο είναι, επίσης, και ένα από τα νεότερα κράτη στον κόσμο, καθώς έγινε ανεξάρτητο μόλις το 2006. Εκ πρώτης όψεως, λοιπόν, η χώρα μοιάζει μάλλον ενδιαφέρουσα και με σημαντικές προοπτικές για το μέλλον. Είναι, όμως, έτσι; Η αλήθεια είναι κάπως πιο σύνθετη και συνδέεται άρρηκτα με έναν άντρα, ονόματι Milo Đukanović.

Ο Đukanović, σημερινός Πρόεδρος της χώρας και παλαιότερα Πρωθυπουργός, έχει διοικήσει το Μαυροβούνιο με το ένα ή το άλλο αξίωμα, από το 1991 μέχρι σήμερα, με ελάχιστες σύντομες διακοπές. Ο πανύψηλος πολιτικός, με ανάστημα 1,96, λίγο κοντύτερος από τον Σέρβο ομόλογό του, Vučić, έχει αποκληθεί από πολλούς ως ο τελευταίος «βασιλιάς του Μαυροβουνίου», καθώς το κόμμα του, το Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, έχει κερδίσει κάθε εκλογική αναμέτρηση από το 1990, μέχρι και το 2020. Προκειμένου, όμως, να κατανοήσουμε πως η προσωπικότητα του Đukanović αποτελεί το κλειδί τόσο για την ανεξαρτησία του Μαυροβουνίου όσο και τη διαφθορά που το χαρακτηρίζει, θα πρέπει πρώτα να εξετάσουμε την ιστορία του μικρού αυτού κράτους.

Ο Milo Đukanović. Πηγή εικόνας: euractiv.com

Το Μαυροβούνιο καταρχάς, όπως προαναφέρθηκε, χαρακτηρίζεται τόσο από την ορεινή του μορφολογία όσο και από τη θάλασσα που το βρέχει. Οι Σέρβοι κάτοικοι στο εσωτερικό και οι Βενετικές επιρροές στα παράλια αποτέλεσαν τα δύο υλικά που έπλασαν, μέσα στους αιώνες, την ταυτότητα των κατοίκων. Έτσι, το Μαυροβούνιο ήταν λογικό να αποτελέσει, κυρίως μετά τον 19ο αιώνα, πεδίο συγκρούσεων ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, Καθολικισμό και Ορθοδοξία, Ιταλούς εθνικιστές και Πανσλαβιστές. Η περιοχή που αποτέλεσε τον κεντρικό πυρήνα του σημερινού Μαυροβουνιακού κράτους έλαβε την ανεξαρτησία της επίσημα το 1878 από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, υπό την τοπική δυναστεία των Petrović-Njegoš. Το 1912, με τους Βαλκανικούς πόλεμους, το βασίλειο του Μαυροβουνίου, λοιπόν, αύξησε σημαντικά την έκτασή του, και το κυριότερο, απέκτησε νέα σύνορα με τη Σερβία, δηλαδή το αδερφό έθνος-κράτος που έμελλε να καθορίσει το μέλλον του. Η σερβική ηγεσία μιας τόσο βαθιά εθνικιστικής εποχής, όσο τα χρόνια πριν τον Α’ Παγκόσμιο, θεωρούσε την περιοχή ως σίγουρη προσθήκη σε μια Μεγάλη Σερβία, ωστόσο, ήδη από τότε, το έντονο τοπικιστικό αίσθημα των Μαυροβούνιων και οι διαφορετικές επιρροές τους σε σχέση με τους Σέρβους, σε συνδυασμό με την ύπαρξη μιας ισχυρότατης τοπικής ελίτ, εμπόδιζε την ένωση, τουλάχιστον μέχρι το 1916, όταν η χώρα κατελήφθη από την Αυστροουγγαρία.

Με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1918, το Μαυροβούνιο ενώθηκε με το βασίλειο της Σερβίας και τις νεοαποκτηθείσες περιοχές του από την Αυστροουγγαρία, σχηματίζοντας το κράτος που, περίπου 10 χρόνια αργότερα, θα ονομαζόταν Γιουγκοσλαβία. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι δυνάμεις του Άξονα μοίρασαν τα εδάφη της Γιουγκοσλαβίας, το Μαυροβούνιο έγινε προτεκτοράτο της φασιστικής Ιταλίας και απελευθερώθηκε αργότερα από τους παρτιζάνους του Τίτο. Έτσι, η περιοχή εξελίχθηκε σε μια σοσιαλιστική ομοσπονδιακή δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, με την τοπική κομμουνιστική της λίγκα. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την κοινή ορθόδοξη πίστη Σέρβων και Μαυροβούνιων, τόσο πριν, όσο και κατά τη διάρκεια της κομμουνιστικής περιόδου, οδήγησαν τα δύο έθνη ολοένα και εγγύτερα, καταστέλλοντας τις λίγες αυτονομιστικές φωνές που εξακολουθούσαν να υπάρχουν. Τα χρόνια και οι δεκαετίες, όμως, άρχισαν να περνούν, ο Τίτο πέθανε και η χώρα που πάλεψε να χτίσει, μέσα σε 10 σύντομα χρόνια από τον θάνατό του, κατέρρευσε. Ακόμα και τότε, ωστόσο, το Μαυροβούνιο έμεινε πιστό στη Σερβία και την εθνικιστική κυβέρνηση του Slobodan Milošević. Το 1992, μάλιστα, το Μαυροβούνιο και η Σερβία ήταν τα δύο τελευταία μέλη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και, πλάι στον τοπικό Πρόεδρο Momir Bulatović, το πολιτικό άστρο του 30χρονου τότε Πρωθυπουργού, Milo Đukanović, άρχισε να ανατέλλει.

O ίδιος ο Slobodan Milosevic, Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και συνυπεύθυνος για τα εγκλήματα πολέμου στους πολέμους της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του ’90, ήταν Σέρβος του Μαυροβουνίου. Πηγή: bbc.com

Σε αντίθεση με παλαιότερα, τώρα υπήρχε στο τιμόνι του Μαυροβουνίου ένας ισχυρός άντρας που μπορούσε να ελιχθεί κατάλληλα στα αβέβαια πολιτικά νερά των Βαλκανίων και τελικώς να επαναφέρει τον χάρτη σχεδόν όπως τον άφησαν οι προηγούμενοι δυνάστες του Μαυροβουνίου, περίπου 80 χρόνια νωρίτερα. Ο Πρόεδρος Bulatović, στενός συνεργάτης του Milošević, κυβέρνησε μέχρι την ανατροπή του τελευταίου, το 2000, πρώτα ως Πρόεδρος του Μαυροβουνίου, αλλά και ως Πρωθυπουργός ολόκληρης της Γιουγκοσλαβίας από το 1998. Ωστόσο, μετά την αλλαγή καθεστώτος, δεν υπήρχε πια χώρος για απόψεις υπέρ μιας ένωσης με τη Σερβία, φορέας των οποίων ήταν άνθρωποι, όπως ο Bulatović. Αυτό το γεγονός δημιούργησε σχίσμα στο Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, που διοικούσαν μαζί με τον Đukanović, ο οποίος, εν τω μεταξύ, από στενός συνεργάτης της κυβέρνησης του Βελιγραδίου, από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, είχε μετατραπεί ξαφνικά σε παθιασμένο υπέρμαχο ενός ανεξάρτητου Μαυροβουνίου.

Μετά τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας το 1999 από το ΝΑΤΟ και την οφθαλμοφανή αδυναμία της Γιουγκοσλαβίας να παρέχει κάποια οικονομική προοπτική στο Μαυροβούνιο, πολλοί στη χώρα άρχισαν να αγκαλιάζουν μια νέα αναδυόμενη πολιτική ελίτ, υπό τον Đukanović, η οποία ζητούσε την απόσχιση από τη Σερβία. Ήδη, μάλιστα, από τη δεκαετία του ’90, στο Μαυροβούνιο, αντί του Γιουγκοσλαβικού δηναρίου, είχε γίνει ευρεία η χρήση του Γερμανικού μάρκου, προκειμένου οι κάτοικοι να αποφύγουν τον ακραίο πληθωρισμό, που μάστιζε τη χώρα. Και κάπως έτσι, όταν το μάρκο αντικαταστάθηκε από το ευρώ, το Μαυροβούνιο υιοθέτησε κι εκείνο, παράνομα, ως περιοχή της Γιουγκοσλαβίας ακόμα, το ευρώ ως επίσημο νόμισμα, κάτι που παρέμεινε σε ισχύ και μετά την ανεξαρτησία, προκαλώντας σήμερα σημαντικές δυσκολίες στην προσπάθειά του να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καταδεικνύοντας τον οπορτουνιστικό χαρακτήρα του σύγχρονου Μαυροβουνίου.

Με τούτα και με εκείνα λοιπόν, τον Μάιο του 2006, με ένα δημοψήφισμα, στο οποίο περίπου το 56% των ψηφοφόρων στήριξε τη διακοπή της ένωσης με τη Σερβία, η χώρα ανέκτησε την ανεξαρτησία της, αποκόπτοντας από τη θάλασσα το κράτος στο οποίο μέχρι πρότινος ανήκε. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η στόχευση πολλών Δυτικών κυβερνήσεων, ειδικά της Γερμανίας και της Ιταλίας, που υποστήριζαν με σθένος την προοπτική ενός ακόμα ανεξάρτητου κράτους στα Βαλκάνια, το οποίο θα περιόριζε γεωπολιτικά και οικονομικά τις φιλορωσικές σερβικές κυβερνήσεις, αλλά και θα αποτελούσε μια ακόμα φιλόξενη αγορά για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους. Ο Đukanović, με κάποια τυπικά διαλείμματα, και το κόμμα του μόνιμα στην κυβέρνηση, εξακολούθησε να κυβερνάει έμμεσα ή άμεσα το Μαυροβούνιο, κυρίως ως Πρωθυπουργός, προτού αναλάβει εκ νέου τον προεδρικό θώκο, το 2018.

O προοδευτικός Dritan Abazovic, Πρωθυπουργός του Μαυροβουνίου από τον Απρίλιο του 2022, μόλις 35 ετών, επικεφαλής του τοπικού κόμματος των πρασίνων και ένθερμος υποστηρικτής της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας του. Πηγή: euractiv.com

Μέσα στα χρόνια της διακυβέρνησής του, από υποστηρικτής της Μεγάλης Σερβίας, ο γνωστός πια επιχειρηματίας και κροίσος, Đukanović, του οποίου το όνομα σε ουκ ολίγα οικονομικά σκάνδαλα είναι μπλεγμένο, μετατράπηκε σε κεντρικό παίκτη στην προσπάθεια ανεξαρτησίας του Μαυροβουνίου και ένταξης του στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έγινε ο Πρωθυπουργός που υπέγραψε την επίσημη ένταξη του Μαυροβουνίου ως το 29ο μέλος του ΝΑΤΟ το 2017, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις Ρωσίας και Σερβίας, αλλά και ο Πρόεδρος που το 2020 προσπάθησε να διαχωρίσει την τοπική ορθόδοξη εκκλησία από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Σερβίας. Εθνικός ήρωας της Μαυροβουνιακής ανεξαρτησίας ή ένας κυνικός μαφιόζος-ολιγάρχης, που, αντί να πηγαίνει κόντρα στο κράτος, αποφάσισε να κηρύξει το δικό του κράτος για να διοικεί;

Μάλλον οι πολίτες της χώρας του τείνουν προς τη δεύτερη επιλογή, αφού στις βουλευτικές εκλογές του 2020, για την ανάδειξη Πρωθυπουργού, το Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα έχασε, για πρώτη φορά από το 1990, και με προεδρικές εκλογές να έρχονται το 2023, η θέση του Đukanović μοιάζει δύσκολη, καθώς προσπαθεί να ισορροπήσει, αφενός ανάμεσα στις πιέσεις του τεράστιου πληθυσμού Σέρβων του Μαυροβουνίου, οι οποίοι δεν στήριξαν την ανεξαρτησία το 2006 και δεν βλέπουν με καθόλου καλό μάτι τις κινήσεις του, και αφετέρου στις εκκλήσεις της Δύσης για περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα, πάταξη της ασυδοσίας και λιγότερο οικονομικό παρασιτισμό. Επομένως, συνοψίζοντας, το Μαυροβούνιο είναι ένας παράδεισος φυσικής ομορφιάς, μια διεφθαρμένη ευρωπαϊκή κλεπτοκρατία, αλλά και μήλον της έριδος ανάμεσα σε Γερμανούς, Ιταλούς, Αμερικάνους, Ρώσους και Σέρβους, με φόντο τον νέο Ψυχρό Πόλεμο που ανατέλλει, για άλλη μια φορά, πάνω από την Ευρώπη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • “Djukanovic: Wenn der Westbalkan nicht stabil ist, ist es Europa auch nicht”, dw.com, διαθέσιμο εδώ
  • “Montenegro’s Milo Djukanovic: The eternal president”, dw.com, διαθέσιμο εδώ
  • “Đukanović and his son featured in Pandora Papers”, euractiv.com, διαθέσιμο εδώ
  • “Dukanovic’s departure would significantly facilitate relations between parties”, euractiv.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Διονυσάτος
Νίκος Διονυσάτος
Γεννήθηκε στη Ρόδο το 2003 και είναι φοιτητής στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Είναι απόφοιτος του Μουσικού Σχολείου Ρόδου, έχει λάβει μέρος σε διάφορες εθελοντικές δράσεις, σε προσομοιώσεις διεθνών οργανισμών, στη Βουλή των Εφήβων και έχει συμμετάσχει σαν ομιλητής στο TEDxYouth@Rhodes. Το 2020 έβγαλε το πρώτο του προσωπικό βιβλίο, μια νουβέλα με τίτλο «Ο Ιστός», ενώ το 2022 έβγαλε και το δεύτερο βιβλίο του, ένα μυθιστόρημα με τίτλο «Χαμένες ημέρες μιας μαύρης ηπείρου». Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά, αλλά, επίσης, μαθαίνει Νορβηγικά και Ισπανικά. Τα κεντρικά ενδιαφέροντά του είναι η ιστορία, η λογοτεχνία, ο κινηματογράφος και η πολιτική.