24.7 C
Athens
Τετάρτη, 8 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΠολιτική ιδεολογία της Βενετίας μέσα από τον ψηφιδωτό διάκοσμο του παρεκκλησίου του...

Πολιτική ιδεολογία της Βενετίας μέσα από τον ψηφιδωτό διάκοσμο του παρεκκλησίου του Αγίου Ισιδώρου στον ναό του Αγίου Μάρκου


Του Θανάση Κουκόπουλου,

Η Βενετία, μία πρώην βυζαντινή επαρχία, η οποία σταδιακά ανεξαρτητοποιήθηκε από την αυτοκρατορία, άρχισε να αυξάνει βαθμιαία το γόητρο και τη δύναμή της από τις αρχές του 8ου αι., όταν, συγκεκριμένα, το 726 ο dux (μετέπειτα γνωστός ως δόγης) εκλέχτηκε από ντόπιους.

Πολύ σημαντικό γεγονός ήταν και η μεταφορά του σκηνώματος του Αγίου Μάρκου του Ευαγγελιστή από την Αλεξάνδρεια το 829. Αρχικά τοποθετημένο σε έναν πύργο ή παρεκκλήσι σε μία γωνία του δουκικού παλατιού, το λείψανο κατατέθηκε στον πρώτο μεγάλο ναό, που χτίστηκε προς τιμήν του Ευαγγελιστή το 836. Ο ναός αυτός κάηκε το 976, αλλά, από ό,τι φαίνεται όχι ολοσχερώς. Στο β΄ μισό του 11ου αι., αποφασίστηκε η κατασκευή ενός νέου μεγαλόπρεπου οικοδομήματος, το οποίο θα παρουσίαζε κοινά χαρακτηριστικά με τον ναό των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρισκόταν και το αυτοκρατορικό μαυσωλείο. Tο κατεξοχήν παρεκκλήσιο των δόγηδων ήταν, ταυτόχρονα και αναμφισβήτητα, ένα σύμβολο του μεγαλείου και της εξουσίας της ανερχόμενης ναυτικής δύναμης.

Ένας τέτοιος χώρος δεν θα μπορούσε να μην διακοσμηθεί με ένα πολυτελέστατο καλλιτεχνικό μέσο, όπως είναι τα ψηφιδωτά. Ο διάκοσμος ανήκει σε διαφορετικές χρονολογικές περιόδους. Σε ένα ιδιόμορφο πλαίσιο εντάσσεται η διαμόρφωση και ψηφιδωτή διακόσμηση ενός παρεκκλησίου στην απόληξη του βόρειου πτερυγίου του εγκάρσιου κλίτους του ναού, αφιερωμένου στον Άγιο Ισίδωρο της Χίου, ενός στρατιωτικού μάρτυρα του 3ου αι., από τον δόγη Andrea Dandolo (θητεία: 1343-1354).

Κάτοψη του ναού του Αγίου Μάρκου. Με το γράμμα Α σημειώνεται η θέση του παρεκκλησίου του Αγίου Ισιδώρου. Πηγή εικόνας: researchgate.net

Ο 14ος αι. είναι μία περίοδος, κατά την οποία η Βενετία συγκλονίζεται τόσο από συγκρούσεις στο εσωτερικό της όσο και από διαμάχες με άλλα κράτη. Το 1297 προωθήθηκε μία μεταρρύθμιση του πολιτειακού καθεστώτος της Γαληνοτάτης (Serrata del Maggior Consiglio). Αυτή περιόριζε τη συμμετοχή παλαιών αριστοκρατικών οικογενειών στο Μεγάλο Συμβούλιο, ενώ, ταυτόχρονα, προέβλεπε και την αύξηση των μελών του, τα οποία διατηρούσαν πλέον κληρονομικό δικαίωμα. Επιπλέον, συστάθηκε και ένα γραφειοκρατικό σώμα-παράρτημα του Μεγάλου Συμβουλίου, στο οποίο συμμετείχαν μέλη της αστικής τάξης. Έτσι, η τελευταία απολάμβανε πολιτικά δικαιώματα και συμμετείχε αποφασιστικά στη διοίκηση της πόλης του Αγίου Μάρκου. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση έντονων ανταγωνισμών. Μάλιστα, ο διάδοχος του Dandolo, Marino Falier (1354-1355), επιχείρησε να ανατρέψει την εξουσία αυτής της «ολιγαρχίας» αξιωματούχων, με αποτέλεσμα να γίνει ο πρώτος και τελευταίος δόγης που εκτελέστηκε δημόσια. Είναι, επίσης, σημαντικό να τονιστεί πως οι δόγηδες της Βενετίας εκλέγονταν, επομένως, δεν διέθεταν το πραγματικό κύρος ενός μεσαιωνικού βασιλιά, παρόλο που διατηρούσαν το αξίωμά τους ισόβια.

Την ίδια εποχή, οι επεκτατικές βλέψεις της Βενετίας την οδήγησαν σε διαδοχικές συγκρούσεις με μία άλλη ναυτική δύναμη, τη Γένοβα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στις 12 Σεπτεμβρίου 1346 η τελευταία κατέλαβε τη Χίο, την οποία είχε προσπαθήσει αποτυχημένα να αγοράσει από τους Βυζαντινούς η Γαληνοτάτη τον Μάιο του 1344. Έτσι, κατάφερε να ελέγξει το σημαντικό μονοπώλιο της παραγωγής μαστίχας. Μάλιστα, το 1354 ο Βενετός διοικητής Niccolò Pisani προσπάθησε να προκαλέσει σε ναυμαχία τον στόλο της Γένοβας ανοιχτά της Χίου, αν και, τελικά, οι τελευταίοι κατάφεραν να νικήσουν στα ανοιχτά της νότιας Πελοποννήσου. Έναν χρόνο αργότερα, οι δύο αντίπαλοι συνθηκολόγησαν, εξαντλημένοι από τις συγκρούσεις.

Το 1339 καταλήφθηκε η πρώτη περιοχή στην ηπειρωτική Ιταλία, το Treviso και, όπως είναι φυσικό, μέσα στο επόμενο διάστημα η εδαφική βουλιμία της Γαληνοτάτης αυξήθηκε. Παράλληλα, η Ευρώπη άρχισε να βλέπει με ανησυχία την εξάπλωση μίας ανερχόμενης δύναμης, των Οθωμανών Τούρκων, οι οποίοι απειλούσαν άμεσα και τα συμφέροντα της πόλης του Αγίου Μάρκου. Μάλιστα, συστάθηκε και μία αντι-οθωμανική συμμαχία, επικεφαλής της οποίας ορίστηκε από τον Πάπα η Βενετία.

Το νότιο τμήμα της θολωτής οροφής και το ανώτερο τμήμα του νότιου τοίχου του παρεκκλησίου του Αγίου Ισιδώρου. Πηγή εικόνας: researchgate.net

Ο λόγιος δόγης Andrea Dandolo γεννήθηκε το 1306 και ήταν γόνος της επιφανούς οικογένειας των Dandolo. Συνέγραψε δύο χρονικά-εγκώμια για τα κατορθώματα της πόλης του. Το δεύτερο παρουσιάστηκε, μάλιστα, ενώπιον του Μεγάλου Συμβουλίου, αποτελώντας με αυτόν τον τρόπο ένα πολιτικό μανιφέστο, που εξυπηρετούσε την κρατική προπαγάνδα και ιδεολογία. Είναι προφανές ότι ο Dandolo ήθελε να αφήσει το ιδιαίτερο στίγμα του στο μνημείο. Πέρα από το παρεκκλήσιο, διακόσμησε με ψηφιδωτά το βαπτιστήριο στη νοτιοδυτική πλευρά του ναού, όπου απεικονίστηκε και ενταφιάστηκε, ενώ είναι χορηγός και διαφόρων άλλων έργων εξωραϊσμού του ναού.

Σύμφωνα με την παράδοση, τα λείψανα του Αγίου Ισιδώρου μεταφέρθηκαν στη Γαληνοτάτη το 1125 από τον δόγη Domenico Michiel, κατόπιν πρωτοβουλίας ενός Βενετού κληρικού, του Cerbano Cerbani. Έκτοτε θεωρείται ότι έπεσαν σε λήθη μέχρι την εποχή του Andrea Dandolo.

Η αφήγηση ξεκινά από το ανατολικό άκρο του νότιου θόλου. Ο Άγιος Ισίδωρος σαλπάρει από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου μαζί με έναν σύντροφό του, τον Αμένιο, ενώ πάνω στο πλοίο εικονίζονται και άλλοι τρεις άνδρες. Ακολουθούν η συνάντηση των δύο πρωταγωνιστών με τρεις γυναίκες έξω από έναν πύργο, ο οποίος αποδίδει συνοπτικά την πόλη της Χίου, η προσευχή του Ισιδώρου και του Αμενίου, η εμφάνιση ενός δαίμονα, ο αποτροπιασμός των γυναικών μπροστά σε αυτό το θέαμα, καθώς και η βάπτιση μίας γυναίκας. Στο ανώτερο τμήμα του νότιου τοίχου εικονίζονται η ανάκριση του Ισιδώρου από τον διοικητή Νουμεριανό, ως αποτέλεσμα της ιεραποστολικής του δράσης, η προσπάθεια καύσης του Αγίου μέσα σε κάμινο, η πρόσδεσή του σε ένα άλογο και η διαπόμπευσή του ενώπιον των στρατιωτών και, τέλος, ο αποκεφαλισμός του.

Η αφήγηση συνεχίζεται στο δυτικό άκρο του ανώτερου τμήματος της βόρειας τοιχοποιίας του παρεκκλησίου με τον ενταφιασμό της σορού του Αγίου Ισιδώρου. Κατόπιν, ο θεατής πρέπει να κατευθύνει το βλέμμα του στο δυτικό άκρο του βόρειου τμήματος της θολωτής οροφής, όπου απεικονίζεται η άφιξη των Βενετών στη Χίο. Ακολουθούν η ανακάλυψη και κλοπή του ιερού σκηνώματος, η επίπληξη του Cerbani από τον δόγη Michiel και η τελική έγκριση για τη μεταφορά του λειψάνου στην πατρίδα. Η αφήγηση τελειώνει με την άφιξη του σκηνώματος στον ναό του Αγίου Μάρκου στο ανατολικό άκρο του ανώτερου τμήματος του βόρειου τοίχου. Μεταξύ των δύο παραθύρων του ίδιου τοίχου, εικονίζεται ο Άγιος Γεώργιος, ενώ στο εσωρράχιο του τόξου, που πλαισιώνει το βορειοανατολικό παράθυρο, ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης και ο Προφήτης Δανιήλ.

Γενική άποψη του παρεκκλησίου προς τα ανατολικά. Πηγή εικόνας: researchgate.net

Στο δυτικό τύμπανο απεικονίζεται μία δέηση, με τους Αγίους Ιωάννη Βαπτιστή και Νικόλαο να ικετεύουν την ένθρονη βρεφοκρατούσα Θεοτόκο, ενώ στο ανατολικό μία άλλη δέηση, αυτή τη φορά με τους Αγίους Μάρκο και Ισίδωρο να παρακαλούν τον ένθρονο Χριστό. Ακριβώς από κάτω, σε λευκό φόντο αναγράφεται μία μεγαλογράμματη γοτθικού τύπου αφιερωματική επιγραφή. Ακολουθεί η σαρκοφάγος που περικλείει το σκήνωμα του Αγίου Ισιδώρου με ένα γλυπτό, που παριστάνει τον κεκοιμημένο Άγιο Ισίδωρο.

Αξίζει να δοθεί έμφαση σε δύο συνεπιβάτες του Αγίου Ισιδώρου, οι οποίοι βρίσκονται κρυμμένοι στην πρύμνη. Οι σκούφοι που φέρουν είναι παρόμοιοι με αυτούς Βενετών ευγενών. Έτσι, δύο «Βενετοί συνταξιδιώτες» ενσαρκώνουν «διακριτικά» τις αξιώσεις της Βενετίας επί του υπό γενουατική κατοχή νησιού της Χίου, προς το οποίο κατευθύνεται το πλοίο.

Αξιοπρόσεχτη είναι και η σημαία που υψώνεται πάνω από το στέγαστρο της πρύμνης και εικονίζει ημισέληνο μαζί με τετράκτινο αστέρι-σταυρό. Ημισέληνος με άστρο εικονίζεται και σε περιπτώσεις μνημείων και θυρεών Ιωαννιτών ιπποτών. Αυτά τα δύο στοιχεία ήταν τα σύμβολα του αρχαίου Βυζαντίου. Η οικειοποίηση αυτού του συμβόλου από δυτικούς αποτυπώνει τις επεκτατικές τους βλέψεις στην Ανατολή.

Το σημαντικότερο στοιχείο από αυτή την πλευρά του παρεκκλησίου είναι η κτητορική επιγραφή. Παρατηρείται πως, αφενός, δεν αναφέρεται το όνομα του «προδότη» δόγη Marino Falier (damnatio memoriae) και, αφετέρου, γίνεται μνεία των τριών δόγηδων, που εμπλέκονται στην ιστορία της ανακομιδής του λειψάνου και του παρεκκλησίου ονομαστικά. Αυτό δεν θα πρέπει να συνδεθεί μόνο με τον αναδυόμενο ανθρωποκεντρισμό της «Πρωτο-Αναγέννησης» του 14ου αι., αλλά και με την προαναφερθείσα επισήμανση σχετικά με το κύρος της εξουσίας του δόγη, ο οποίος πλέον διεκδικεί έναν πιο εμφανή και ενεργό ρόλο στα πράγματα. Είναι χαρακτηριστικό πως σε προγενέστερα χρονολογικά ψηφιδωτά του ναού του Αγίου Μάρκου οι ανώτατοι άρχοντες της Γαληνοτάτης αναφέρονται μόνο με τον τίτλο “dux” ή ακόμα και χωρίς αυτόν.

Βαπτιστήριο Αγίου Μάρκου, η Σταύρωση με τον δόγη Andrea Dandolo (φέρει corno/berretta στην κεφαλή) γονυπετή ενώπιον του Εσταυρωμένου και δύο αξιωματούχους (μέγας καγκελάριος Benintendi de’Ravegnani ή Ravagnani στην αριστερή άκρη και νεαρό μέλος της αριστοκρατίας στη δεξιά;), τον Άγιο Μάρκο, την Παναγία, τον Άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή και τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Πηγή εικόνας: Gerevini, Stefania (2019), «Inscribing History, (Over) Writing Politics: Word and Image in the Chapel of Sant’Isidoro at San Marco, Venice», στο: Frese T. (επιμ.), Sacred Scripture/Sacred Space, Βερολίνο

Στην άλλη πλευρά, ο στρατός της Βενετίας καταφτάνει πάνοπλος στη Χίο, με λεπτομερώς αποδοσμένους δρόμωνες (μακρά κωπήλατα πολεμικά πλοία) και με τα λάβαρα της Γαληνοτάτης να ανεμίζουν. Με αυτόν τον τρόπο, αποτυπώνονται εικαστικά οι πολιτικές και επεκτατικές επιδιώξεις της πόλης του Αγίου Μάρκου και, συγκεκριμένα, η επιθυμία της να αποκτήσει διακαώς τον έλεγχο του νησιού.

Με τη μεταφορά του σκηνώματος του Αγίου Ισιδώρου εντός του ναού του Αγίου Μάρκου, ολοκληρώνεται μία αφήγηση που έχει ως στόχο να πείσει τον θεατή για τη νομιμότητα της κατοχής και τη γνησιότητα τόσο του λειψάνου όσο και των εδαφικών διεκδικήσεων της Βενετίας, η οποία βρίσκεται υπό την προστασία δύο Αγίων της Αλεξάνδρειας.

Στο παρεκκλήσιο, ωστόσο, ο επισκέπτης αντικρύζει και παραστάσεις τριών μεμονωμένων μετωπικών Αγίων. Ο ένας εξ αυτών, ο Άγιος Γεώργιος, απεικονίζεται με χλαμύδα, όπως και στη Μονή της Χώρας. Η επιλογή δικαιολογείται όχι μόνο επειδή πρόκειται για έναν στρατιωτικό μάρτυρα (άρα και συμπαραστάτη της Βενετίας στις στρατιωτικές της συγκρούσεις), αλλά και επειδή το δουκικό παρεκκλήσιο κατείχε και ένα λείψανο ενός χεριού του Αγίου.

Η περίπτωση του Φραγκίσκου της Ασίζης στο βορειοανατολικό παράθυρο είναι ακόμα πιο ξεκάθαρη. Ένας από τους procuratores του Αγίου Μάρκου τον καιρό που ολοκληρώθηκε ο διάκοσμος και εγκαινιάστηκε το παρεκκλήσιο, ο Nicolò Lion, ευλαβούνταν ιδιαιτέρως τον Άγιο αυτό. Πρόκειται, αναμφισβήτητα, για ένα ακόμα στοιχείο που καταδεικνύει τα όρια της εξουσίας του δόγη και τη δυνατότητα των υπόλοιπων αξιωματούχων να διαδραματίσουν έναν ενεργό ρόλο και σε επίπεδο χορηγίας.

Η ερμηνεία της απεικόνισης του προφήτη Δανιήλ κρύβεται πίσω από τη ζωή του. Συγκεκριμένα, ο Δανιήλ ανήλθε σε ηγετικό αξίωμα και, έπειτα από τις μηχανορραφίες των αντιπάλων του, ρίχτηκε σε λάκκο με λέοντες, από τον οποίο, όμως, βγήκε σώος και αβλαβής χάρη στη βοήθεια του Θεού. Δεν αποκλείεται η μορφή αυτή να προστέθηκε σε εκείνο το σημείο κατόπιν εντολής του δόγη Giovanni Gradenigo και να εκπέμπει ένα πολιτικό μήνυμα με αποδέκτη την αριστοκρατία και την αστική τάξη, οι οποίες «επιβουλεύονται» την εξουσία του ανώτατου άρχοντα της Γαληνοτάτης.

Γίνεται κατανοητό ότι ο διάκοσμος του παρεκκλησίου του Αγίου Ισιδώρου δεν συνδέεται με κάποια θεολογική-εσχατολογική-σωτηριολογική ερμηνεία, αλλά έχει έναν πολιτικό-δοξαστικό χαρακτήρα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • De Franceschi, Enzo (2003), «I mosaici della cappella di Sant’Isidoro nella basilica di San Marco a Venezia», Arte Veneta 60, 7-29
  • Demus, Otto (1988), The Mosaic Decoration of San Marco in Venice, Chicago & London: The University of Chicago Press
  • Gerevini, Stefania (2019), «Inscribing History, (Over)Writing Politics: Word and Image in the Chapel of Sant’Isidoro at San Marco, Venice», στο: Frese T. (επιμ.), Sacred Scripture/Sacred Space, Βερολίνο, 323-349
  • Gerevini, Stefania (2020), «Art as Politics in the Baptistery and Chapel of Sant’Isidoro at San Marco, Venice», Dumbarton Oaks Papers 74, 243-268
  • Κάσδαγλη, Άννα-Μαρία (1994-1995), «Κατάλογος των θυρεών της Ρόδου», Αρχαιολογικόν Δελτίον 48-49, 211-246
  • Rösch, Gerhard (2000), «The Serrata of the Great Council and Venetian Society (1286-1323)», στο: Martin J., Romano D. (επιμ.), Venice Reconsidered: The History and Civilization of an Italian City State (1297-1797), Baltimore & London, 67-88

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Κουκόπουλος
Θανάσης Κουκόπουλος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ με ειδίκευση στην αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης. Γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά και μαθαίνει γερμανικά και ρωσικά. Αγαπάει πολύ την αρχαιολογία, την ιστορία της τέχνης και την ιστορία γενικότερα και ιδιαίτερα τον βυζαντινό πολιτισμό, αλλά και την μπαρόκ τέχνη. Όνειρό του είναι να γίνει θεράπων της βυζαντινολογίας.