Της Μαρίας Πολίτου,
Διανύοντας τον 20ο αιώνα, οι ευρωπαϊκές αυτοκρατορικές δυνάμεις είχαν διαπράξει διάφορα εγκλήματα κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας τους. Η γνωστή σφαγή του Amritsar, ή αλλιώς η σφαγή Jallianwala Bagh, θεωρήθηκε η πιο απροσδόκητη και τερατώδης. Η Amritsar είναι μία πόλη στο βορειοδυτικό μέρος της Ινδίας, στην πολιτεία της Punjab. Η συγκεκριμένη πόλη βρίσκεται στα σύνορα με το Πακιστάν και το όνομά της σημαίνει ιερή πισίνα από νέκταρ. Το Amritsar ιδρύθηκε τον 16ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1574.
Για περισσότερα από εξήντα χρόνια, ο ινδικός λαός βρισκόταν υπό την κατοχή των Βρετανών αξιωματούχων και τους έδειχνε τυφλή εμπιστοσύνη. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι το γεγονός ότι σε διάφορες διαμάχες της Βρετανίας με άλλες χώρες, όπως Αυστρία ή Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Ινδοί είχαν ταχθεί απόλυτα και ξεκάθαρα με το μέρος των Βρετανών. Αυτός ήταν και ένας λόγος που οι Βρετανοί είχαν εκμεταλλευτεί πάνω από 1,3 εκατομμύρια Ινδούς στρατιώτες για να τους βοηθήσουν στον πόλεμο. Επαναπαυμένοι στο γεγονός αυτό, οι Βρετανοί αγνοούσαν την άλλη όψη του νομίσματος. Γνώριζαν πολύ καλά ότι υπήρχε ένα μεγάλο μέρος των Ινδών που δεν τους αντιμετώπιζε ευνοϊκά και συνεχώς αντιτάσσονταν στη βρετανική κυβέρνηση, ωστόσο τους παραγκώνιζαν και τους περιθωριοποιούσαν.
Η μικρή μερίδα των Ινδών επαναστατών δεν άργησε να εκδηλώσει τη δυσαρέσκειά της. Το 1915, κάποιοι από τους πιο ριζοσπαστικούς Εθνικιστές Ινδούς, συμμετείχαν σε ένα σχέδιο που ονομαζόταν “Ghadar Mutiny”, το οποίο ήταν ένα σχέδιο που καλούσε τους στρατιώτες του Βρετανικού Ινδικού Στρατού να εξεγερθούν εν μέσω πολέμου. Αυτή η εξέγερση δεν ολοκληρώθηκε ποτέ με επιτυχία και συνελήφθησαν κάποιοι αρχηγοί της κάθε ομάδας. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί η εχθρότητα και η δυσπιστία μεταξύ των Βρετανών αξιωματικών και του ινδικού λαού.
Το 1919, οι Βρετανοί ψήφισαν τον νόμο Rowlatt, ο οποίος προκάλεσε δριμείες αντιδράσεις στους Ινδούς. Ο νόμος αυτός προέβλεπε ότι μπορεί να φυλακιστεί οποιοσδήποτε θεωρείται ύποπτος επαναστάτης από τους Βρετανούς και να φυλακιστεί έως και δύο χρόνια χωρίς να γίνει δίκη. Οι «ύποπτοι» θα μπορούσαν να συλληφθούν αμέσως, χωρίς κανένα ένταλμα, χωρίς να έχουν δικαίωμα για αντίλογο και χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Ένα άλλο παράπτωμα του τότε αρχηγού του αγγλικού στρατού ήταν ότι έθεσε επιπρόσθετους όρους και απαγόρευσε την ελευθερία λόγου στον Τύπο.
Με όλους αυτούς τους περιορισμούς, άρχισαν να ξεσπούν διάφορες συγκρούσεις στην πόλη, προκειμένου ο λαός να ανακτήσει την ελευθερία του. Οι αντιμαχίες δεν άργησαν να εκδηλωθούν. Ήδη μέσα στον επόμενο μήνα παρατηρήθηκε μία σύγκρουση μεταξύ Ευρωπαίων και Ινδών στους δρόμους του Amritsar. Με αφορμή αυτό το γεγονός, ο τότε στρατιωτικός διοικητής Reginald Dyer εξέδωσε ανακοίνωση ότι, όσοι συλλαμβάνονται, θα πρέπει να προσβάλλονται δημοσίως και να σέρνονται από τα πόδια και από τα χέρια από Βρετανούς αξιωματικούς για παραδειγματισμό. Συνάμα, στις 13 Απριλίου το πρωί, εξέδωσε και εντολή ότι απαγορεύεται η συνάθροιση παραπάνω από 4 άτομα.
Στις 13 Απριλίου του 1919 το απόγευμα, κάποιοι Ινδοί διαδηλωτές αγνόησαν την κυβερνητική εντολή και αποφάσισαν να διαδηλώσουν ειρηνικά κοντά στον «Χρυσό Ναό». Κάποιες πηγές δηλώνουν ότι συγκεντρώθηκαν κοντά στα 15.000 με 20.000 άτομα. Ο Dyer, βλέποντας αυτήν την τροπή, έδωσε εντολή να παρευρεθούν εκεί δύο τεθωρακισμένα με πολυβόλα και να περιορίσουν εντελώς την οχλαγωγία. Τότε ο Dyer, ο οποίος ήταν υπεύθυνος να δίνει εντολές, διέταξε τους στρατιώτες του να ανοίξουν πυρ εναντίον των διαδηλωτών. Οι στρατιώτες μπλόκαραν όλους τους δρόμους και, χωρίς καμία προειδοποίηση, άνοιξαν πυρ, υπακούοντας τον αξιωματικό τους. Οι στρατιώτες πυροβολούσαν αλλεπάλληλα μέχρι να τους τελειώσουν τα πυρομαχικά. Οι διαδηλωτές, από τον φόβο τους, έτρεχαν και ποδοπάτησαν ο ένας τον άλλον, άλλοι έτρεξαν μέσα σε ένα πηγάδι για να ξεφύγουν από τη φωτιά που ξέσπασε και κάποιοι πνίγηκαν. Τότε, οι βρετανικές αρχές επέβαλαν απαγόρευση κυκλοφορίας σε όλη την πόλη του Amritsar, με αποτέλεσμα πολλές οικογένειες να μην μπορούν να βοηθήσουν τους τραυματίες και αυτοί να πεθαίνουν από αιμορραγία.
Μετά από αυτή την αιματηρή σύγκρουση, οι άνθρωποι του Amritsar πολιτικοποιήθηκαν και οι εθνικιστές αποτελούσαν τη μειονότητα. Στη Βρετανία, η Βουλή επέπληξε σε ακραίο βαθμό το περιστατικό της σφαγής και κάλεσε τον Dyer να δώσει εξηγήσεις. Οι Βρετανοί ανακοίνωσαν επίσημα ότι πέθαναν 379 άτομα, ωστόσο ο αληθινός απολογισμός υπολογίζεται γύρω στα 1.000. Η ημέρα εκείνη έχει χαραχθεί στην ιστορία ως μια από τις πιο τερατώδεις ημέρες στην ιστορία των Ινδών. Ωστόσο, παρά την ωμότητα αυτής της ημέρας, κανένας ποτέ δεν απολογήθηκε.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Pletcher, K. Britannica, στο λήμμα “Jallianwala Bagh Massacre”. Διαθέσιμο εδώ
- Szczepanski, K. Elerrit, στο «Η σφαγή του Αμιτσάρ του 1919». Διαθέσιμο εδώ