20.4 C
Athens
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΠώς φτάσαμε στην απόφαση του BVerfG για το PSSP

Πώς φτάσαμε στην απόφαση του BVerfG για το PSSP


Της Ιωάννας Χριστακοπούλου,

Η αναπάντεχη έλευση και μετέπειτα η έξαρση της πανδημίας πυροδότησε πληθώρα οικονομικών προβλημάτων σε όλα τα κράτη. Σε γενικές γραμμές, έχει διαπιστωθεί ότι τα κράτη κλήθηκαν να λάβουν νέα μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ολέθριες συνέπειες που επέφερε η πανδημία. Σε πρώτο στάδιο, θα έπρεπε να προστατευθεί η δημόσια υγεία και να περιοριστεί η διασπορά της πανδημίας. Ως εκ τούτου, τα κράτη προέβησαν στην επιβολή περιοριστικών μέτρων, με χαρακτηριστικό το λεγόμενο “lockdown”. Αυτό με τη σειρά του είχε ως απότοκο να κλυδωνιστεί η παγκόσμια οικονομία δοθέντος του ότι οι αγορές επιτελούσαν μόνο τις βασικές λειτουργίες, ενώ κλάδοι, όπως η εστίαση, δοκιμάστηκαν στον μέγιστο βαθμό, καθώς δεν ήταν λίγες οι επιχειρήσεις που αναγκάστηκαν να διακόψουν οριστικά τη λειτουργία τους.

Ήταν επόμενο, ενόψει των ανωτέρω, να χρειαστεί άμεση κρατική παρέμβαση. Τούτο, ωστόσο, δεν ήταν εύκολο να συμβεί ιδίως στην περίπτωση της Ε.Ε., στην οποία διαχρονικά υπήρχε διαμάχη μεταξύ των κρατών του «βορρά» και του «νότου». Τα μεν πρώτα έχουν χαμηλό επίπεδο δημοσίου ελλείμματος σε αντίθεση με τα δεύτερα, που κλήθηκαν να λάβουν σειρά δημοσιονομικών μέτρων, ιδιαίτερα από το 2008 και μετά. Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι μιλούμε για μια νομισματική αλλά και οικονομική Ένωση (όπως ορίζει η συνθήκη του Μάαστριχτ), θα έπρεπε ο κίνδυνος να αντιμετωπιστεί από κοινού.

Πηγή εικόνας: Adobe Stock

Κάπως έτσι καταλήγουμε στα περίφημα «κορωνοομόλογα». Με ποια κριτήρια, όμως, τα ευρωπαϊκά κράτη κινήθηκαν προς αυτήν την κατεύθυνση; Η απάντηση έγκειται στο γεγονός ότι η αμέσως επόμενη λύση θα ήταν να προσφύγουν στον ESM, ο οποίος αφενός μεν είχε περιορισμένους πόρους στη διάθεσή του (ήτοι 410 δισ. ευρώ) και αφετέρου δε η χρηματοδότηση από τον ESM κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας κρίνεται ιδιαίτερα επισφαλής.

Αυτό επιρρωνύεται από το γεγονός ότι η χρηματοδότηση από τον ESM είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με επαχθείς και διφορούμενους όρους, δηλαδή πραγματοποιείται με δανεισμό και τα γνωστά σε όλους μας μνημόνια. Είναι πασιφανές ότι ιδίως τα κράτη του «νότου», έχοντας υιοθετήσει σκληρά δημοσιονομικά μέτρα εύλογα, δεν θα ήθελαν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα να ακολουθήσουν την ίδια τακτική. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως έχουν επισημάνει οι Συνταγματολόγοι, οι συνταγματικοί μηχανισμοί, παρά την αρχική τους αδράνεια στα νέα μέτρα, ήταν επαρκείς για την αντιμετώπιση πάσης φύσης κρίσεων, συμπεριλαμβανομένης και της υγειονομικής, καθώς τα εθνικά συντάγματα μπόρεσαν να επιτελέσουν τις θεμελιώδεις λειτουργίες τους, κοινώς να διατηρήσουν τον πυρήνα των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.

Έτσι, θέλοντας να αποφευχθούν νέες κρίσεις από κάθε άποψη, τα Ευρωπαϊκά Κράτη αποφάσισαν να μετατοπίσουν το βάρος στην ΕΚΤ, η οποία προέβη στη θέσπιση ενός νέου προγράμματος αγοράς τίτλων ύψους 750+ δισ. Εν ολίγοις, το πρόγραμμα αυτό προβλέπει ότι η άντληση των πόρων θα έπρεπε να γίνει μέσω ενός κοινού ομολόγου.

Πηγή εικόνας: infomigrants.net

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, φτάνουμε και στην πολύκροτη απόφαση της της 5ης Μαΐου 2020 του BVerfG για το PSPP. Ουσιαστικά, κρίθηκε ότι με τον τρόπο που τέθηκε σε εφαρμογή από την ΕΚΤ, το πρόγραμμα PSPP (αγορά τίτλων για αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης) παραβιαζόταν το γερμανικό Σύνταγμα, καθώς η αρχή της αναλογικότητας είτε δεν εφαρμόστηκε με ορθό τρόπο είτε δεν τηρήθηκε, και με απότοκο να υφίσταται καθ’ ύλην αναρμοδιότητα από πλευράς της ΕΚΤ. Με την απόφαση αυτήν, έγινε κάτι πρωτοφανές. Για πρώτη φορά στα χρονικά, έχουμε κρίση από εθνικό δικαστήριο περί εσφαλμένης ερμηνείας του ενωσιακού δικαίου από το ΔΕΕ, πράγμα που σημαίνει ότι αμφισβητείται η υπερίσχυση του ενωσιακού δικαίου, όχι μόνο επί των εθνικών, αλλά και της αποκλειστικής αρμοδιότητας του ΔΕΕ να επιλύει τα σχετικά ζητήματα (Άρθρα 19 της Συνθήκης Ε.Ε. και 344 της Συνθήκης για τη Λειτουργία Ε.Ε.).

Είναι πασίδηλο ότι τέτοιου είδους διαμάχες δεν συνάδουν με την ενωσιακή πολιτική και δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να λαμβάνουν χώρα, πόσω μάλλον σε ιδιάζουσες συνθήκες, καθώς το ζήτημα δεν είναι η επίδειξη ισχύος, αλλά η ενότητα για την αντιμετώπιση του εκάστοτε ζητήματος. Συμπερασματικά, η ανάγκη για μία πλήρη δημοσιονομική ένωση στην Ευρωζώνη είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Πλην όμως, όχι μέσω της κατανομής ευθυνών, αλλά με τις σωστές πρακτικές. Αυτό συνεπάγεται την αποφυγή της χρήσης μεθόδων, όπως των μνημονίων, που δίχασαν τις εθνικές τάξεις και υιοθέτησης τακτικών μεθόδων, όπως η φορολογική ενοποίηση και οι κοινές τακτικές για την απασχόληση και την ανάπτυξη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

  • Ε. Βόγκλης, Μεθοδολογική εξέταση των θεμελίων της απόφασης του BVerfG για το PSPP, 2021, εκδόσεις Σάκκουλα.

  • Ξ. Κοντιάδης και Α. Φωτιάδου, Η ανθεκτικότητα του Συντάγματος. Πως αντέδρασαν τα Συντάγματα στην κρίση;, ΕφημΔΔ, 4/2015.
  • Α. Μανιτάκης, The impressive resilience of the Greek Constitution in the current financial crisis in Europe, Legitimacy Issues of the European Union in the Face of Crisis – Dimitris Tsatsos in memoriam, Hart Publishing, Nomos, 2017.
  • Κ. Μποτόπουλος, Ένα ιδιαίτερο διάβημα σε μια εντελώς ιδιαίτερη υπόθεση: Το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Syntagma Watch. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Χριστακοπούλου
Ιωάννα Χριστακοπούλου
Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Αυτή την περίοδο πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο τμήμα, στην κατεύθυνση «Δίκαιο, Τεχνολογία και Οικονομία». Παράλληλα, σπουδάζει χρηματοοικονομικά με υποτροφία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος. Αντικείμενα του ενδιαφέροντός της είναι το χρηματοπιστωτικό δίκαιο και η αλληλεπίδρασή του με τις νέες τάσεις των χρηματοοικονομικών, ενώ συμμετέχει σε αντίστοιχα συνέδρια. Μιλάει Αγγλικά, Γερμανικά και Ισπανικά και στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με τον αθλητισμό και τη λογοτεχνία.