Tης Μυρτούς Ιωάννου,
Η εποχή μας αποτελεί εποχή βομβαρδισμού. Βομβαρδισμού ειδήσεων, παντός προελεύσεως, πηγής, περιεχομένου και αξιοπιστίας. Διαδέχονται η μία την άλλη, στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η διαδοχή είναι τόσο γρήγορη που δεν υπολείπεται ιδιαίτερος χρόνος στον εγκέφαλό μας για να τις επεξεργαστεί. Αρκείται σε ένα απλό «σκανάρισμα», σε ένα «κλικ» στον πιο καυστικό τίτλο, σε ένα γρήγορο πέρασμα, το οποίο δεν αρκεί για τη διαμόρφωση μιας άποψης καίριας και αιτιολογημένης. Πώς διαμορφώνεται, λοιπόν, η γνώμη των πολλών στον ψηφιακό μας κόσμο και γιατί αυτό, εν τέλει, μας ενδιαφέρει;
Όσο αστείο και αν φαντάζει, μπορούμε να παραδεχτούμε ότι ζούμε στην εποχή διαμόρφωσης της κοινής γνώμης –ειδικότερα των νεότερων (διόλου αμελητέων) ηλικιών– από τους βασιλιάδες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπως είναι το Ιnstagram ή το Τwitter. Όσους περισσότερους followers έχεις τόσοι περισσότεροι σε ακούν, τόσο περισσότερο επηρεάζεις. Και, ίσως, είναι ανώδυνο, όταν η επιρροή αφορά σε μάρκες ρούχων, εταιρείες, προορισμούς και τρόπους ψυχαγωγίας. Τι συμβαίνει, όμως, όταν μπαίνουν στο παιχνίδι άνθρωποι και όχι νούμερα κέρδους και κόστους, εγκλήματα και καταδίκες χωρίς δικαστήρια;
Η σκέψη δεν είναι εύκολη και το «πόρισμα» δεν είναι απαραίτητα κατά αυτού του τρόπου επηρεασμού. Αυτό που δημιουργεί μια δυσφορία είναι το μέτρο που δεν τηρείται και ο όχλος που ορθώς ξεσηκώνεται, αλλά για τον λάθος λόγο. Υπάρχει μια τεράστια διάσταση στο να αποδέχεσαι και να υποστηρίζεις μια άποψη, επειδή ένα αγαπημένο σου πρόσωπο την ασπάζεται και στο να υποστηρίζεις μια άποψη, επειδή συνειδητά γνωρίζεις τις αιτίες που οδηγούν σε αυτήν, γνωρίζεις τι διακυβεύεται και ποια ιδανικά προστατεύεις. Διασχίζοντας την αντίπερα όχθη, θα δει κανείς τη διαφάνεια που παρέχει η δυνατότητα, στον καθένα από εμάς, να προβάλλει γεγονότα που χρήζουν προβολής, τα οποία σε άλλη περίπτωση θα θάβονταν για λόγους συμφέροντος.
Αυτό που με απασχολεί περισσότερο όλων, και το διαχωρίζω ως προς την επικινδυνότητά του, είναι η επιδερμική αντιμετώπιση ανθρώπων που κατηγορούνται για ποινικά εγκλήματα και η σύγχυση της μη προστασίας του θύματος, στην περίπτωση που διαφωνούμε με τη διαπόμπευση του θύτη. Τάσσομαι, ασυζητητί, υπέρ του θύματος, πάντα, χωρίς περαιτέρω διατυπώσεις. Θεωρώ, όμως, ιδιαιτέρως δύσβατο έναν δρόμο καταδίκης του θύτη πριν την απόφανση της δικαιοσύνης, καθώς οδηγεί σε μονοπάτια καταπάτησης κεκτημένων, όπως το τεκμήριο αθωότητας. Το τελευταίο δεν προβλέφθηκε, προκειμένου να «ξεφύγει» ο κατηγορούμενος. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι καθιερώθηκε για πρώτη φορά, έπειτα από πολυάριθμες προσπάθειες μετά τη γαλλική επανάσταση, στο άρθρο 9 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη το 1789, στο οποίο προβλεπόταν ότι «κάθε άνθρωπος τεκμαίρεται αθώος μέχρις ότου κηρυχθεί ένοχος». Στοιχεία δικογραφιών, ονόματα κατηγορουμένων, προφανώς παρανόμως δημοσιευμένα, «κρεμιούνται στα μανταλάκια». Η αμερόληπτη δίκη δεν πρέπει να αποτελεί κενό γράμμα, ακόμη και αν οδηγηθήκαμε στην προσβολή της, επειδή πιστεύουμε ότι έχει ήδη θιγεί και νοθευτεί. Η λύση δεν είναι η δημιουργία ενός φαύλου κύκλου.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι απλώς μια μόδα της εποχής μας. Είναι ο νέος τρόπος διάδοσης ειδήσεων, ενημέρωσης και προβληματισμού. Είναι μια δίοδος προς έναν κόσμο όπου όλα μαθαίνονται, όπου ο φόβος διάδοσης μιας είδησης μπορεί να αποτελέσει ανατρεπτικό παράγοντα στην, εξ αρχής, δημιουργία της. Δεν υπάρχει δυνατότητα επιστροφής σε μια προγενέστερη εποχή. Η πολυφωνία ποτέ δεν έβλαψε, ίσα ίσα, πολλές φορές προστάτευσε. Φτάνει μόνο να υποστηρίζεται από τις κατάλληλες δομές, ώστε να προτρέπει πράγματι την ελεύθερη σκέψη και όχι να στοχεύει σε ακόμη ένα είδος κατευθυνόμενης διαμόρφωσης σκέψης. Άλλωστε, από αυτό το τελευταίο είδος, έχουμε, πλέον, χορτάσει.
Υ.Γ.: «Σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τανκς, από τη στιγμή που υπάρχει η τηλεόραση». – Ουμπέρτο Έκο.