22.7 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΒιβλιοΔιαβάσαμε και προτείνουμε: «Η ανθρωπιστική επέμβαση κατά τον δέκατο ένατο αιώνα», των...

Διαβάσαμε και προτείνουμε: «Η ανθρωπιστική επέμβαση κατά τον δέκατο ένατο αιώνα», των Αλέξη Ηρακλείδη και Άντα Διάλλα


Του Νικόλαου Τσελέντη,

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου αποτέλεσε εφαλτήριο για την αναδιάρθρωση του διεθνούς συστήματος, καθώς ένας εκ των ισχυρών δρώντων (η Ε.Σ.Σ.Δ.) του κραταιού δίπολου είχε καταρρεύσει, αναδεικνύοντας τις Η.Π.Α. ως την πλέον ηγέτιδα δύναμη. Το κενό που προέκυψε καλύφθηκε από νεοσύστατα κράτη, τα οποία, είτε εύκολα είτε κατόπιν αιμοσταγούς αγώνα, απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, εγείροντας, παράλληλα, το ζήτημα της ανθρωπιστικής επέμβασης. Ωστόσο, το ζήτημα αυτό, που απασχόλησε την επιστημονική κοινότητα και την κοινή γνώμη όσο τίποτα κατά τη δεκαετία του ’90 και απασχολεί αναρίθμητους μελετητές μέχρι σήμερα, φαίνεται πως δεν είναι κεκτημένο της μεταψυχροπολεμικής εποχής, αλλά έχει τις ρίζες του στο παρελθόν.

Το παρόν βιβλίο, λοιπόν, με τίτλο «Η ανθρωπιστική επέμβαση κατά τον δέκατο ένατο αιώνα» του Αλέξη Ηρακλείδη και της Άντας Διάλλα, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Επίκεντρο, έρχεται να τοποθετήσει χρονικά την ιδέα περί ανθρωπιστικής επέμβασης με έναν περίτεχνο τρόπο. Κινείται μεταξύ θεωρίας και πράξης, μακρινού και σύγχρονου παρελθόντος, διαλευκαίνοντας το πότε και υπό ποιες συνθήκες τα κράτη κινήθηκαν στο πλαίσιο του ανθρωπισμού και το εάν πληρούσαν ορισμένα κριτήρια, όπως αυτά είχαν καθιερωθεί από τους δημοσιολόγους και πολιτικούς φιλοσόφους της περιόδου. Ας πιάσουμε, όμως, το νήμα από την αρχή.

Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ανάλυσης-Επίλυσης Συγκρούσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, Αλέξης Ηρακλείδης. Πηγή εικόνας: Άρδην – Ρήξη

Στο πρώτο κεφάλαιο, παρουσιάζεται το φαινόμενο της ανθρωπιστικής επέμβασης σήμερα, που έχει τροφοδοτήσει οξείες αντιπαραθέσεις, λόγω της διχογνωμίας ανάμεσα στην υπεράσπιση της ανθρώπινης ύπαρξης και του σεβασμού της κρατικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας. Σημειώνεται δε, ότι οι επεμβάσεις ανθρωπιστικού χαρακτήρα αυξήθηκαν κατακόρυφα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, χωρίς τα αποτελέσματα να είναι άκρως επιθυμητά, προβάλλοντας, κατά συνέπεια, ερωτήματα για το αν η βία μπορεί να εξυπηρετήσει ανιδιοτελείς σκοπούς, όπως η προστασία της ζωής.

Εν συνεχεία, ξεκινά το πρώτο μέρος του έργου, το αμιγώς θεωρητικό, με το δεύτερο κεφάλαιο να επικεντρώνεται στην προέλευση της ανθρωπιστικής επέμβασης, επ’ αφορμή του δόγματος του δίκαιου πολέμου, που αποτέλεσε αναπόσπαστο τμήμα της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής σκέψης, αλλά και των θεωρήσεων των ιδρυτών του διεθνούς δικαίου κατά την Αναγέννηση. Συνοπτικά και συγχρόνως μεστά, παρατίθενται επιχειρήματα από ρεύματα της εποχής που προσπαθούν να νομιμοποιήσουν τη διεξαγωγή πολέμου για την προστασία ενός ξένου πληθυσμού, με κυριότερο εξ αυτών τη σωτηρία των αθώων από την ειδεχθή καταπίεση των τυράννων.

Διανύοντας ένα διάστημα περίπου 200 χρόνων και μετά την εδραίωση του Βεστφαλιανού συστήματος, το τρίτο κεφάλαιο υπεισέρχεται στον διαχωρισμό των λαών σε «πολιτισμένους» και «βάρβαρους», σύμφωνα με την αυτοοριζόμενη ευρωκεντρική διεθνή κοινωνία του 19ου αιώνα, η οποία ουσιαστικά θέτει ως κριτήριο για την ανθρωπιστική επέμβαση το επίπεδο του πολιτισμού. Εδώ, πέραν του διχασμού των στοχαστών της εποχής, ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η οριενταλιστική ματιά του κειμένου, όσον αφορά τον «Μεγάλο Ασθενή» της ιστορίας, την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Άντα Διάλλα. Τα επιστημονικά της ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στην Ιστορία της Ευρώπης και της Ρωσίας κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, καθώς επίσης και στην Ιστορία των Ανθρωπιστικών Επεμβάσεων. Πηγή εικόνας: Anexartitos.gr

Τα επόμενα δύο κεφάλαια, το τέταρτο και το πέμπτο, επικεντρώνονται στο μείζον θέμα της ανθρωπιστικής επέμβασης υπό δύο φύσει διαφορετικά πρίσματα: του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς πολιτικής θεωρίας. Το διεθνές δίκαιο, ως μια αυτόνομη ακαδημαϊκή κατεύθυνση από τη δεκαετία του 1860 και μετά, επεδίωξε, διαμέσου των δημοσιολόγων, να βρει κάποιες σταθερές που να δικαιολογούν την ανθρωπιστική επέμβαση – με την παράλληλη πρωτοβουλία του Ερρίκου Ντυνάν για εξανθρωπισμό του πολέμου βάσει κανόνων. Αντιθέτως, η διεθνής πολιτική θεωρία απορρίπτει κάθε υπόνοια ηθικής στο ακανθώδες αυτό ζήτημα και εστιάζει στο δίλλημα επέμβασης/μη επέμβασης, προτάσσοντας την πολιτική ως κατάλληλο κλάδο για τη λήψη τέτοιου είδους αποφάσεων.

Λαμβάνοντας υπόψη τις θεωρητικές αντιλήψεις εκείνης της χρονικής περιόδου, όπως αναλύθηκαν στα κεφάλαια δύο έως πέντε, το δεύτερο μέρος μετατοπίζει το θέμα της ανθρωπιστικής επέμβασης επί του πρακτέου. Στο έκτο κεφάλαιο, γίνεται λόγος για την πρώτη ένοπλη ανθρωπιστική επέμβαση της παγκόσμιας ιστορίας, που δεν είναι άλλη από την Ελληνική Επανάσταση. Κάνοντας μια εκτενή ανάλυση στη διπλωματία και τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν σαν «ντόμινο», υπερτονίζεται η πρωτοφανής κίνηση των Μεγάλων Δυνάμεων να ταχθούν στο πλευρό των εξεγερμένων Ελλήνων, ειδικά κατόπιν της Ναυμαχίας του Ναβαρίνου, προσδίδοντάς της έναν ξεκάθαρο ανθρωπιστικό τόνο, παρά τα όποια οφέλη αποκόμισαν την επαύριον του πολέμου.

Το έβδομο κεφάλαιο μάς ταξιδεύει στη Μέση Ανατολή στις αρχές της δεκαετίας του 1860 και, συγκεκριμένα, στην περιοχή της Ευρύτερης Συρίας, η οποία συμπεριλαμβανόταν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στα σημερινά κράτη της Συρίας και του Λιβάνου έλαβαν χώρα σφαγές μεταξύ των δύο κυρίαρχων αραβικών κοινοτήτων, των Μαρωνιτών και των Δρούζων, που συντάραξαν την κοινή γνώμη. Σε ευνοϊκότερη θέση, ελέω θρησκεύματος, οι Μαρωνίτες έχαιραν υποστήριξης της «πολιτισμένης» Ευρώπης, η οποία, με πρωτεργάτρια τη Γαλλία, επενέβη ανθρωπιστικά, προστατεύοντας τον εν λόγω πληθυσμό. Και σε αυτήν την περίπτωση, ο αναγνώστης πληροφορείται για το ιστορικό πλαίσιο και τις διενέργειες της εποχής, ενώ αρχίζει και παρατηρεί τις νόρμες που γεννιούνται στον τομέα της ανθρωπιστικής επέμβασης.

Ο Αμπντελκαντέρ Ελ Τζεζαϊρί σώζει τους Χριστιανούς κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης του 1860 στον Λίβανο. Έργο του Ζαν Μπαπτίστ Χουισμάνς. Πηγή εικόνας: Wikipedia

Στο όγδοο και ένατο κεφάλαιο, μεταφερόμαστε στα όμορα Βαλκάνια, κατά την τριετία 1875-1878, οπότε πυροδοτήθηκε η Μεγάλη Ανατολική Κρίση, με τις θηριωδίες των Οθωμανών έναντι των Βουλγάρων. Αναλυτικότερα, στο όγδοο κεφάλαιο γινόμαστε μάρτυρες του ευρύτερου ιστορικοπολιτικού πλαισίου, με έμφαση στη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων και, πρωτίστως, της Μεγάλης Βρετανίας, μέχρι και την αποφασιστική επέμβαση της Ρωσίας, στο όνομα των αδελφών Χριστιανών. Μάλιστα, για την περαιτέρω κατανόηση της βούλησης της Ρωσίας να επέμβει στρατιωτικά, το ένατο κεφάλαιο αναλύει ενδελεχώς το κίνημα του Πανσλαβισμού και τις εσωτερικές συνιστώσες που ώθησαν την Τσαρική Αυτοκρατορία να «θυσιαστεί» ανθρωπιστικά, εξασφαλίζοντας την ευμενή ουδετερότητα των υπολοίπων Μεγάλων Δυνάμεων.

Τέλος, το δέκατο κεφάλαιο ξεφεύγει από τη Γηραιά Ήπειρο και κατευθύνεται στη μεριά του Ατλαντικού, όπου συντελέστηκε η πιο αμφιλεγόμενη ανθρωπιστική επέμβαση του υπό ανάλυση αιώνα∙ των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κούβα. Για ακόμη μία φορά, η ιστορική αναδρομή συμβάλλει στη γενικότερη γνώση των εξελίξεων κατά τα έτη 1895-1898, δίνοντας έμφαση στις εσωτερικές υποθέσεις των Η.Π.Α. και της Ισπανίας – των δύο αντιμαχόμενων πλευρών για το καθεστώς στο νησί της Καραϊβικής. Ωστόσο, ο βασικότερος προβληματισμός για τον χαρακτηρισμό της επέμβασης ως ανθρωπιστικής έγκειται στην αποικιοκρατική «όρεξη» της Ουάσινγκτον και στην προσχώρηση της Κούβας υπό αμερικανική κηδεμονία, διαστρεβλώνοντας τον ορισμό του ανθρωπισμού.

Πέραν πάσης αμφιβολίας, «Η ανθρωπιστική επέμβαση κατά τον δέκατο ένατο αιώνα» συνιστά ένα πόνημα που αξίζει να διαβαστεί τόσο από φοιτητές ενός ευρέος ακαδημαϊκού φάσματος (διεθνών σχέσεων, νομικών και πολιτικών επιστημών, ιστορίας) όσο και από άτομα που διαπνέονται από ανθρώπινα ιδεώδη και ενδιαφέρονται για τη σημερινή μορφή των επεμβάσεων ανά τον κόσμο. Η γλώσσα είναι λιτή και κατανοητή, καθιστώντας το βιβλίο εύκολο προς ανάγνωση για ανθρώπους που δεν είναι του συναφούς αντικειμένου. Κατά την προσωπική μου άποψη, το βιβλίο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, αφού η διάσταση των απόψεων για την επέμβαση καθαυτή, αλλά και τους όρους διεξαγωγής της εξακολουθεί να υφίσταται, αν όχι και να διογκώνεται.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Τσελέντης
Νίκος Τσελέντης
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι φοιτητής του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει παρακολουθήσει αρκετές ομιλίες και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο των σπουδών του. Ιδιαίτερη είναι η συμμετοχή του σε συνέδριο προσομοίωσης του ΟΗΕ (RhodesMRC). Είναι γνώστης της Αγγλικής και αυτήν την περίοδο διδάσκεται τη Γαλλική γλώσσα.