17.6 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ Άγιος Δομίνικος και η γέννηση του Τάγματος των Ιεροκηρύκων

Ο Άγιος Δομίνικος και η γέννηση του Τάγματος των Ιεροκηρύκων


Του Βασίλειου Βούδη,

Για τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ο 12ος αιώνας αποτέλεσε μία περίοδο ισχυρών προκλήσεων τόσο στην «εξωτερική πολιτική της» όσο και στο εσωτερικό της. Αρχικά, ο τρυφηλός βίος του κλήρου και η αδιαφορία του για την ηθική οικοδόμηση των πιστών θεωρήθηκαν τα πρώτα εναύσματα αμφισβήτησης του ποιμνίου για το κύρος της Αγίας Έδρας. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την εκκόλαψη ετερόδοξων δογμάτων που κατείχαν ισχυρή δύναμη, προκάλεσε ιδιαίτερους κλυδωνισμούς στους κόλπους της.

Όμως, η ανάδυση μοναστικών δογμάτων, όπως το Τάγμα των Ελασσόνων με ιδρυτή τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης και των Ιεροκηρύκων με πνευματικό πατέρα τον Άγιο Δομίνικο πέτυχαν σε σημαντικό βαθμό να αναγεννήσουν την Εκκλησία εκ των έσω και να στρέψουν τους αιρετικούς και τους αλλόθρησκους στο ορθόδοξο δόγμα. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, οφείλουμε να εξετάσουμε τη δράση του Άγιου Δομίνικου και του Μοναστικού Τάγματός του. Προτού, όμως, προβούμε στην ανάλυση αυτή, κρίνεται ωφέλιμο να παραθέσουμε ορισμένες βιογραφικές πληροφορίες, οι οποίες θα συντείνουν στην κατανόηση της παρακάτω έρευνας.

Ο Άγιος Δομίνικος ή προ της Αγιοποιήσεως του Dominic De Guzmán, γεννήθηκε στη σύγχρονη πόλη Caleruega της Καστίλης μεταξύ του 1170 με 1175.  Πατέρας του ήταν ο Félix de Guzmán και μητέρα του η Joan d’ Aza, την οποία τιμά ως μακάρια η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Τα αδέλφια του ονομάζονταν Μαμής και Αντώνιος, οι οποίοι ακολούθησαν, όπως και ο μικρότερος αδερφός τους, την εκκλησιαστική σταδιοδρομία.

Σχετικά με τη θρησκευτική και πνευματική πορεία του ίδιου θεωρείται σίγουρο πως καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε η έμφυτη αγάπη του για τον Θεό, όπως και η φιλομάθειά του για τα γράμματα και τις Γραφές. Όμως, αρωγός σε όλη αυτήν την πορεία ήταν και ένας θείος του με την ιδιότητα του ιερομονάχου, ο οποίος τον έστειλε στις περίφημες σχολές της Βαλένθια, για να σπουδάσει Ελεύθερες Τέχνες και τέσσερα χρόνια Θεολογία, αποκτώντας, έτσι, ένα ευρύ φάσμα γνώσεων.

Ο Άγιος Δομίνικος αντιμετωπίζει αιρετικούς. Έργο του Daniel van den Dyck. Πηγή εικόνας: wikiwand.com

Αποπερατώνοντας, λοιπόν, τις εγκύκλιες σπουδές του, το 1201 εντάχθηκε στο ενοριακό Συμβούλιο του Καθεδρικού Ναού της Όσμα ως κανονικός εφημέριος, δηλαδή ως κληρικός, ενώ, παράλληλα, συνόδευε τον Επίσκοπο της Όσμα, Diego d’ Acebes, σε διπλωματικά ταξίδια στη Δανία. Όμως, η θέση του κληρικού δεν του επέτρεπε να εκπληρώσει την άσβεστη επιθυμία του, δηλαδή να αναγνωριστεί το Τάγμα του από την ηγεσία του Πάπα, προκειμένου να είναι σε θέση να κηρύττει τον λόγο του Θεού με τη μορφή ιεραποστολής σε πολλές τοποθεσίες.

Βέβαια, η διαδικασία της αναγνώρισης συνάντησε πολλαπλά προσκόμματα, των οποίων την ευθύνη δεν έφερε σε καμία των περιπτώσεων ο Άγιος Δομίνικος. Ειδικότερα, την εποχή εκείνη, την εμφάνισή τους πραγματοποίησαν κινήματα θρησκευτικού χαρακτήρα, που πρέσβευαν την επιστροφή στις Ευαγγελικές Αρχές της πίστης «τη μετάνοια, τη φτώχεια και την απλότητα» μέσα σε μία παρακμάζουσα ηθικά κοινωνία. Ουσιαστικά, αυτά τα κινήματα αμφισβήτησαν κατά κάποιον τρόπο την Εκκλησία για δύο λόγους. Πρώτον, η κήρυξη των θρησκευτικών διδασκαλιών αποτελούσε πρώτιστη αρχή της Επισκοπής και δευτερευόντως των κληρικών, πόσο μάλλον απλών ανθρώπων. Δεύτερον, η τάση τους να μην αποδέχονται τη διδασκαλική αυθεντία και τα θεμελιώδη δόγματα της πίστης προκαλούσε, σε συνάρτηση με τον πρώτο παράγοντα, μια ευθεία απειλή για τη Ρωμαιοκαθολική Έδρα.

Δυστυχώς, ο Άγιος Δομίνικος και το Τάγμα του, ενώ αποδέχονταν τις αρχές της Εκκλησίας, αντιμετωπίστηκαν καχύποπτα, λόγω του μοναστικού Κανόνα που δημιούργησε ο ίδιος. Ο μοναστικός Κανόνας αποτελούσε το ρυθμιστικό πλαίσιο εντός του οποίου όφειλε να κινείται μια μοναστική κοινότητα και του οποίου η επικύρωση από τις εκκλησιαστικές αρχές εξασφάλιζε την επίσημη αναγνώρισή της. Ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄, φοβούμενος μήπως ο νεοϊδρυθείς κανόνας ενείχε ψήγματα αιρετικού και κατ’ επέκτασιν «επαναστατικού» χαρακτήρα, -ενώ ήταν γνωστό το πνεύμα θρησκευτικής ομοδοξίας του-, τον απέρριψε σε μία προσπάθεια να αναχαιτίσει κάθε ενδεχόμενη απειλή κατά της Ρώμης. Έτσι, ο Άγιος αποφάσισε να υιοθετήσει τον κανόνα του Αγίου Αυγουστίνου, προσαρμόζοντάς τον με μικρές αλλαγές στις δικές του μοναστικές αρχές.

Ο Άγιος Δομίνικος σε στάση δέησης. Έργο του El Greco. Πηγή εικόνας: wikiwand.com

Ωστόσο, η ύστερη χορήγηση του προνομίου “Religiosa Vita” στις 22 Δεκεμβρίου 1216, που αναγνώριζε τον τρόπο ζωής των δομινικανών μοναχών, και η βούλα “Gratiarum Omnium” στις 21 Ιανουαρίου 1217, που επιβεβαίωνε τον ιεραποστολικό χαρακτήρα του Τάγματος, προσέδωσαν στον ίδιο την πολυπόθητη αναγνώρισή του. Σαφώς, η παρουσία του Πάπα Ονώριου Γ΄ ήταν καθοριστικής σημασίας, καθώς χάρη στην άδεια του ίδιου επιτεύχθηκαν οι παραπάνω αποφάσεις.

Μετά από αυτό, ο Άγιος Δομίνικος και το Τάγμα του αφοσιώθηκαν στην κήρυξη των Αγίων Ευαγγελίων και των Γραφών, πορευμένοι πάντα με τις χριστιανικές αρχές. Ιδιαίτερη θέση στη θρησκευτική ζωή του Αγίου κατείχαν η πνευματική αφοσίωση στον Ιησού Χριστό σε συνδυασμό με την πτωχεία, η ασκητικότητα, η αγάπη για τον συνάνθρωπο και η αδιάκοπη προσευχή μετά δακρύων.

Σαφώς, οι συνεχιστές του ευαγγελικού έργου είχαν ένα πλήθος ζητημάτων να αντιμετωπίσουν, από την οργάνωση του Τάγματος έως και τη χειραφέτησή τους από την Επισκοπή της Τουλούζης, προκειμένου να είναι σε θέση να επιτελέσουν την αποστολή τους. Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, οργανώθηκαν σε οίκους και μονές σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, ώστε να γίνουν διαχειρίσιμες οι αρμοδιότητες που θα αφορούσαν τα καθήκοντα των μελών. Ωστόσο, η «πλήρης ανεξαρτησία» τους δεν εξαρτούνταν αποκλειστικά από την αναγνώριση του ίδιου του Πάπα, αλλά και από ορισμένες εκκλησιαστικές παραμέτρους. Ειδικότερα, η Επισκοπή της Τουλούζης θα έπρεπε να αποδεσμεύσει τους κληρικούς της, για να συνεχίσουν το έργο τους. Σαφώς, το παρόν ζήτημα επιλύθηκε κατόπιν συνεννοήσεων του Πάπα με το Τάγμα, με πολύ θετική έκβαση. Έτσι, λοιπόν, όταν εκοιμήθη ο Άγιος Δομίνικος, το 1221, το όραμά του είχε ήδη εκπληρωθεί με μεγάλη επιτυχία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Υφαντής, Αρ. Παναγιώτης (2017), Ιορδάνης Σαξονίας Η γέννηση του Τάγματος των Αδελφών Ιεροκηρύκων: Η μεταμόρφωση ενός προσωπικού οράματος σε συλλογικό τρόπο ζωής, Αθήνα: Εκδόσεις Αρμός

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασίλης Βούδης
Βασίλης Βούδης
Σπουδάζει στο Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), όντας τριτοετής Φοιτητής. Τα ενδιαφέροντα του επικεντρώνονται γύρω από τις Κλασσικές Σπουδές, τις Μεσαιωνικές και Νεοελληνικές Σπουδές, ενώ η Φιλοσοφία αποτελεί πεδίο, στο οποίο εντρυφεί καθημερινώς. Θεωρεί πως η Φιλοσοφία παρέχει τη δυνατότητα να αναθεωρήσουμε λανθασμένες πεποιθήσεις, τις οποίες, όμως, ο κόσμος θεωρεί δεδομένες.