18.2 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΡαντάρ Αναπτυσσόμενων ΧωρώνΕλ Σαλβαδόρ: Όταν η ανάπτυξη αποτελεί άπιαστο όνειρο

Ελ Σαλβαδόρ: Όταν η ανάπτυξη αποτελεί άπιαστο όνειρο


Της Χριστίνας Πάτερου,

Καθώς εξετάζουμε την ιστορία των κρατών της Λατινικής Αμερικής, παρατηρούμε κοινά μοτίβα ως προς τις αιτίες που τα καθηλώνουν σε οικονομική και κοινωνική στασιμότητα και που δυσχεραίνουν την αναπτυξιακή τους διαδικασία. Το αποικιοκρατικό παρελθόν, η διαφθορά, η πολιτική αστάθεια και οι εξωτερικές παρεμβάσεις, αποτελούν τις βασικές αιτίες που έχουν οδηγήσει τα κράτη της περιοχής σε καθίζηση. Το Ελ Σαλβαδόρ δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς η ιστορία του βρίθει από τέτοια παραδείγματα. Αν προσθέσουμε και τις γεωγραφικές του ιδιαιτερότητες, γίνεται ευκόλως αντιληπτό πως ο δρόμος για την ανάπτυξη δεν θα είναι ποτέ στρωμένος με ροδοπέταλα.

Το Ελ Σαλβαδόρ, είναι το μικρότερο σε έκταση κράτος της Κεντρικής Αμερικής, ενώ παράλληλα είναι και το πιο πυκνοκατοικημένο, με τον πληθυσμό του να φτάνει τα 6,7 εκατομμύρια. Συνορεύει με την Ονδούρα στα βορειοανατολικά και τη Γουατεμάλα στα βορειοδυτικά. Αν και παραδοσιακά το Ελ Σαλβαδόρ ήταν αγροτική χώρα, η πλειοψηφία του πληθυσμού (60,2%) ζει στα αστικά κέντρα.

Η γεωγραφική θέση του Ελ Σαλβαδόρ. Πηγή: Encyclopedia Britannica.

Η πλειοψηφούσα εθνοτική ομάδα είναι οι Mestizo (μείξη λευκών και ιθαγενών), ενώ το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών ασπάζεται τον Χριστιανισμό (86%). Η πρωτεύουσα του κράτους είναι το Σαν Σαλβαδόρ και η επίσημη γλώσσα του τα ισπανικά. Το Ελ Σαλβαδόρ είναι μέρος διάφορων διεθνών οργανισμών, με σημαντικότερους τον OAS της CABEI (Central American Bank for Economic Integration) και της IDB (Inter-American Development Bank).

Ιστορία

Πριν από την κατάκτησή του από την Ισπανία τον 16ο αιώνα, το Ελ Σαλβαδόρ κατοικείτο από τους ιθαγενείς πληθυσμούς των Pocomam, Chortí, Lenca και των πολυπληθέστερων Pipil. Η κατάκτηση της περιοχής ξεκίνησε το 1524, με επικεφαλή τον Pedro de Alvarado, ο οποίος ίδρυσε και την πρώτη πόλη της αποικιοκρατίας San Salvador τo 1525, παρά τη σθεναρή αντίσταση των ιθαγενών. Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν, το Ελ Σαλβαδόρ αναπτύχθηκε υπό ισπανική κυριαρχία. Οι Ισπανοί αποικιοκράτες βασίστηκαν κυρίως στην ανάπτυξη του αγροτικού τομέα και στις εξαγωγές κακάο και indigo, καλλιέργειες που ενθάρρυναν τη δημιουργία μεγάλων ιδιοκτησιών γης, που ήταν συγκεντρωμένες στα χέρια λίγων ισχυρών οικογενειών.

Αυτή η συνθήκη αποτέλεσε τελικά τον καταλύτη της Σαλβαδοριανής κοινωνίας, καθώς από τη μία πλευρά, οι οικογένειες αυτές προσπαθούσαν να εδραιώσουν την εξουσία τους και στην πολιτική ζωή, και από την άλλη πλευρά, οξύνθηκε το κοινωνικό αίτημα για αλλαγή και ανεξαρτησία. Το 1811, μετά από τη σύλληψη ενός καλλιεργητή indigo, ο Σαλβαδοριανός ιερέας Χοσέ Ματίας Ντελγάδο κάλεσε σε εξέγερση, ενώ μετά από πολλές εσωτερικές μάχες υπεγράφη στη Γουατεμάλα, στις 15 Σεπτεμβρίου 1821, η «Acta de Independecia» (Πράξη Ανεξαρτησίας) της Κεντρικής Αμερικής. To 1823, μετά από μια μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων, δημιουργήθηκε τελικά η Federal Republic of Central America, η οποία περιλάμβανε τα 5 Κεντροαμερικανικά σημερινά κράτη του Ελ Σαλβαδόρ, της Γουατεμάλα, της Νικαράγουα, της Ονδούρας και της Κόστα Ρίκα, υπό την κυβέρνηση του Manuel José Arce.

Τα επόμενα χρόνια, το Ελ Σαλβαδόρ διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της Ομοσπονδίας. Η τοποθέτησή του στο πλευρό των νικητών στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των Φιλελευθέρων και των Συντηρητικών, το 1829, οδήγησε στην απόδοση σχετικής αυτονομίας το 1834, με τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Ομοσπονδίας στο Σαν Σαλβαδόρ. Η πραγματική αυτονομία ήρθε εντούτοις τον 19ο αιώνα, κυρίως από το 1871 και μετά, όταν το Ελ Σαλβαδόρ πέρασε στην περίοδο της «Επανάστασης του καφέ». Η Φιλελεύθερη κυβέρνηση προώθησε το εμπόριο καφέ, το οποίο εξελίχθηκε σε πυλώνα της οικονομίας της χώρας, με την πώληση εδαφών που ανήκαν στους ιθαγενείς και τη μετατροπή τους σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, οι οποίες προστατεύονταν από ειδικά σώματα της αστυνομίας (Guardia Nacional). Η οικονομική ελίτ που δημιουργήθηκε ως απότοκο της παραπάνω συνθήκης, κατάφερε να διεισδύσει στην πολιτική και να κυβερνά τη χώρα στο πρόσωπο δύο οικογενειών, των Meléndez και Quiñónez, από το 1913 ως το 1927.

Μετά τη μεγάλη παγκόσμια οικονομική ύφεση του 1920, η πολιτική εξουσία πέρασε στα χέρια δικτατόρων, που κυβέρνησαν τη χώρα από το 1931 έως το 1979. Από τις δικτατορίες που πέρασαν από τη χώρα, αδιαμφισβήτητα η πιο διαβόητη ήταν αυτή του στρατηγού Maximiliano Hernández Martínez, ο οποίος κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα, το 1931. Ο ίδιος, ως Πρόεδρος πια, ανέλαβε την καταστολή της Επανάστασης του 1932 από αγρότες και ιθαγενείς στο δυτικό κομμάτι της χώρας, η οποία καθοδηγήθηκε από το νεοσχηματισθέν Κομμουνιστικό Κόμμα, με αρχηγό τον Augustín Farabundo Martí. Η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης, που έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «La matanza» και που κόστισε τη ζωή σε 20.000 ανθρώπους, αποτέλεσε εγγύηση για την οικονομική ελίτ της χώρας, απέναντι στην ενδυνάμωση του κομμουνιστικού κινήματος, και μετατράπηκε στην «ταφόπλακα» της παρουσίας των ιθαγενών στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας.

La Mantanza (Η σφαγή) του 1932. Πηγή: Zinn Education Project

Παρόλα αυτά, η φοιτητική εξέγερση του Απριλίου 1944 ανάγκασε τον Martínez σε παραίτηση και οδήγησε στην εξουσία τον Oscar Osorio. Η πολιτική του παρακαταθήκη διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τη σαλβαδοριανή κοινωνία των επόμενων δεκαετιών, καθώς επί κυβερνήσεώς του προωθήθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις, που αναβάθμισαν τη θέση της μεσαίας τάξης. Μετά την ανατροπή του διαδόχου του, Martínez, José María Lemus, από μια χούντα συνταγματαρχών, η χώρα μπήκε σε τροχιά πολιτικής αστάθειας και συνεχούς βίας. Η εμπλοκή της στον «πόλεμο του ποδοσφαίρου» με τη γειτονική Ονδούρα λόγω συνοριακών διαφορών, το 1969, καθώς και η αυξανόμενη δυσφορία των πολιτών, οδήγησαν την κοινωνία του Ελ Σαλβαδόρ σε πόλωση και σε ριζοσπαστικοποίηση, η οποία εκδηλώθηκε το 1979 μέσω του εμφυλίου πολέμου, που ταλάνισε τη χώρα για τα επόμενα 12 χρόνια, μεταξύ του Εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου FMLN, που αποτελούνταν από διάφορες αριστερές οργανώσεις και των Σαλβαδοριανών Ενόπλων Δυνάμεων (ESAF) και ακροδεξιών επιτροπών γνωστών ως «ομάδες θανάτου».

Μαχητές στο Perquín 1990. Πηγή: Wikipedia.

Ο εμφύλιος πόλεμος είχε δύο άμεσα αποτελέσματα στην πολιτική ιστορία του Ελ Σαλβαδόρ. Το πρώτο ήταν η παύση την ηγεμονίας του Στρατού στην πολιτική ζωή της χώρας, και το δεύτερο αφορά στην εμπλοκή για πρώτη φορά των Η.Π.Α. στα εσωτερικά της χώρας, με την οικονομική και υλικοτεχνική υποστήριξη που παρείχε στην ESAF, η οποία έφτασε τα 4 δις.$. Ο πόλεμος τερματίστηκε το 1992, όταν οι επαναστάτες του FMLN και η κυβέρνηση του Προέδρου Αλφρέδο Κριστιάνι, της Εθνικιστικής Ρεπουμπλικανικής Συμμαχίας (ARENA), υπέγραψαν Συμφωνία Ειρήνης (Chapultepec Peace Accords) στο Μεξικό, μετά από διαμεσολάβηση του Ο.Η.Ε.

Το Ελ Σαλβαδόρ σήμερα

Μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, το FMLN μετατράπηκε σε κόμμα και κυβέρνησε τη χώρα εναλλάξ με το κόμμα ΑRENA μέχρι σήμερα. Οι Πρόεδροι της χώρας, και κυρίως ο Πρόεδρος Flores, που εκλέχθηκε με το κόμμα ARENA, προσπάθησαν να αναβαθμίσουν την εικόνα της χώρας, μέσω εμπορικών συμφωνιών με τις Η.Π.Α. και μέσω της προσπάθειας για αγροτική μεταρρύθμιση, η οποία όμως τελικά δεν ολοκληρώθηκε, λόγω της άρνησης των μεγαλοϊδιοκτητών γης. Παρόλα αυτά, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Ελ Σαλβαδόρ σήμερα, είναι η βία των συμμοριών, η οποία έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις στη χώρα και έχει οδηγήσει το Ελ Σαλβαδόρ στην πρώτη θέση αναφορικά με τις δολοφονίες παγκοσμίως και χιλιάδες ανθρώπους στη μετανάστευση προς τις Η.Π.Α. Οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών έχουν θέσει την αντιμετώπιση της βίας των συμμοριών ως προτεραιότητα, καταφέρνοντας το 2018 να μειώσουν τον δείκτη ανθρωποκτονιών, σημειώνοντας έτσι μια μικρή πρώτη επιτυχία.

Οικονομία

Λόγω των επιπτώσεων του εμφυλίου πολέμου, η οικονομία του Ελ Σαλβαδόρ ξεκίνησε να αναπτύσσεται μετά τη δεκαετία του 1990. Παραδοσιακά, η οικονομία της χώρας βασιζόταν στον αγροτικό τομέα και την καλλιέργεια καφέ, καλαμποκιού και ζαχαροκάλαμου. Μετά τις αρχές του 21ου αιώνα άρχισε να δίνεται ώθηση και στον τομέα των υπηρεσιών και κυρίως στον τομέα του τουρισμού. Οι σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι του Ελ Σαλβαδόρ είναι οι Η.Π.Α. (47,9%) και τα γειτονικά κράτη της Ονδούρας (14,1%) και της Γουατεμάλας (13,5%). Το Α.Ε.Π. της χώρας είχε διαμορφωθεί στα 27 δις δολάρια για το 2019, ενώ το κατά Κεφαλήν Α.Ε.Π. διαμορφώθηκε στα 4.031$, παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση σε σχέση με αυτό του 2015 που διαμορφωνόταν στα 3.628$.

Οι εμπορικοί εταίροι του Ελ Σαλβαδόρ. Πηγή: Encyclopedia Britannica.

Ανάλογη βελτίωση παρουσιάζει και στον τομέα της ισότητας, καθώς, σύμφωνα με τον Δείκτη Gini, η ανισότητα έφτασε στο 0,38 το 2018 από το 0,51 που βρισκόταν το 2001 (το 1 αντιπροσωπεύει την πλήρη ανισότητα και το 0 την πλήρη ισότητα). Τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η σαλβαδοριανή οικονομία, σχετίζονται με την αστάθεια της οικονομίας της, λόγω των έντονων φυσικών φαινομένων και καταστροφών, καθώς και με την εξάρτηση των εξαγωγών της από τις Η.Π.Α. Επιπρόσθετα, η διαφθορά, καθώς και τα μεγάλα ποσοστά της εγκληματικότητας δυσχεραίνουν κατά πολύ τις επενδύσεις.

Το κατά Κεφαλήν ΑΕΠ του Ελ Σαλβαδόρ. Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα.

Εκπαίδευση

Όσον αφορά το εκπαιδευτικό σύστημα, το Ελ Σαλβαδόρ δεν έχει καταφέρει να επιλύσει ακανθώδη ζητήματα που παρεμποδίζουν την είσοδο των παιδιών στο σχολείο. Πιο συγκεκριμένα, αν και η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι δωρεάν, η φτώχεια που μαστίζει μεγάλο μέρος του πληθυσμού, αναγκάζει μεγάλο αριθμό παιδιών σε σχολική εγκατάλειψη. Ενδεικτικά, υπολογίζεται ότι σήμερα 1,8 εκατομμύρια παιδιά αναγκάζονται να εργάζονται, με σκοπό να συνδράμουν οικονομικά τις οικογένειές τους. Επιπλέον, κοινωνικοί παράγοντες, όπως ο θεσμός του παιδικού γάμου, αποτελούν τροχοπέδη για την ένταξη των παιδιών και ιδιαιτέρα των κοριτσιών στην εκπαίδευση. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί πως το ποσοστό του Α.Ε.Π. που δαπανάται για την εκπαίδευση είναι αρκετά χαμηλό (5,3%), με αποτέλεσμα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να στερούνται υποδομών και η ποιότητα εκπαίδευσης να παραμένει αρκετά χαμηλή.

To ποσοστό του ΑΕΠ για την εκπαίδευση. Πηγή: tradingeconomics.net

Υγεία

Ανάλογη είναι και η επίδοση του Ελ Σαλβαδόρ στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στην ανισότητα ως προς την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και την ποιότητα αυτής μεταξύ των αστικών κέντρων και της περιφέρειας. Σοβαρό, επίσης, παραμένει το πρόβλημα της παιδικής θνησιμότητας, το ποσοστό της οποίας, αν και έχει μειωθεί, δεν έχει καταφέρει να φτάσει τους στόχους του Millennium (MDG), οι οποίοι διαμορφώνονται στους 38 θανάτους ανά 100.000 γεννήσεις (η χώρα συγκεντρώνει 48 θανάτους ανά 100.000 γεννήσεις). Το ποσοστό του Α.Ε.Π. που δαπανάται για την υγεία δεν είναι χαμηλό (7,2%), ωστόσο παρουσιάζει μείωση σχετικά με τα προηγούμενα χρόνια που κυμαινόταν γύρω στο 8%. Η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια έχει καταβάλει προσπάθειες με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης περίθαλψης, καθώς και του καλύτερου ελέγχου των υγειονομικών ιδρυμάτων, με τη ψήφιση της Εθνικής Στρατηγικής για την Υγεία.

Το ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανάται για την Υγεία. Πηγή: tradingeconomics.net

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως το Ελ Σαλβαδόρ παραμένει μια χώρα με αναπτυξιακά προβλήματα. Η εμβρυακή ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας, λόγω των επιπτώσεων της χρόνιας πολιτικής αστάθειας, φαίνεται πως έχει επηρεάσει ανεπανόρθωτα όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Όλα δείχνουν πως η βελτίωση των δεικτών της οικονομίας και η κατάταξή της ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες παραμένει ακόμη ένα απραγματοποίητο όνειρο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • El Salvador, Encyclopedia Britannica, Retrieved from here
  • El Salvador, Index of Economic Freedom, Retrieved from here
  • Renovating the Public Health care system in El Salvador, The World Bank, Retrieved from here
  • El Salvador, Human Development Reports, Retrieved from here

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χριστίνα Πάτερου
Χριστίνα Πάτερου
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου και μεγάλωσε. Τα τελευταία χρόνια ζει στην Αθήνα. Είναι φοιτήτρια στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ παράλληλα ασχολείται ενεργά με τον ακτιβισμό ως μέλος της φοιτητικής ομάδας της Διεθνούς Αμνηστίας.