14.3 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΟ Ιωάννης Νοταράς και η πολιορκία του Ακροκορίνθου

Ο Ιωάννης Νοταράς και η πολιορκία του Ακροκορίνθου


Του Bασίλη Δημόπουλου,

Ανάμεσα στις πολλές, γνωστές και άγνωστες, ιστορίες γύρω από τον Επαναστατικό Αγώνα του 1821, η ιστορία της οικογένειας Νοταρά αποτελεί αναμφισβήτητα το δικό της επεξηγηματικό κεφάλαιο. Μέρος τούτης της ιστορίας είναι και ο αλησμόνητος Ιωάννης ή Γιαννάκης Νοταράς, που θριάμβευσε στις μάχες που συμμετείχε, όντας μάλιστα ένας εκ των νεαρότερων αγωνιστών του 1821.

Γεννημένος στα Τρίκαλα Κορινθίας το 1805, η ζωή του Γιαννάκη, όπως τον χαρακτήριζαν, όφειλε να ακολουθήσει παρεμφερή πορεία με εκείνες των προγόνων της οικογενείας του. Το όνομα των Νοταραίων ήταν συνυφασμένο με την αδιάλειπτη τοπικιστική κυριαρχία ανά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Όντες ισόβιοι δημογέροντες στην επαρχία τους και καθοριστικοί παράγοντες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του τόπου, συμμετείχαν ενεργά στις εθνικοπολιτικές επιδιώξεις των συμπατριωτών τους. Η οικογένεια εξέθρεψε στους κόλπους της αγίους της Ορθοδοξίας, όπως τον Άγιο Γεράσιμο και Άγιο Μακάριο, λόγιους, κληρικούς και ιεράρχες, αγωνιστές, φιλικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς που έδρασαν στην ελληνική εξέγερση των Ορλωφικών του 1770, στην προεπαναστατική περίοδο, στον Αγώνα και στα πρώτα χρόνια του ελληνικού βασιλείου.

Ο κύριος εκπρόσωπος του ονόματος της οικογενείας ήταν ο Πανούτσος Νοταράς, θείος του Ιωάννη. Μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία, λίγο μετά την μετεγκατάσταση της οργάνωσης στην Κωνσταντινούπολη, το 1818. Σαφώς, θα αποτελούσε ιδανικό βοήθημα για ένα 15χρονο τότε έφηβο, όπως ο Ιωάννης, η παρουσία ενός τέτοιου βεληνεκούς άνδρα στην οικογένεια, όπως εκείνη του Πανούτσου. Η σχέση των δύο υπήρξε θεματικά καλή, με τον μεγάλο Αγωνιστή των Ορλωφικών να θεωρεί τον Ιωάννη ως δικό του γιο, μαθαίνοντας του από μικρή ηλικία τα μυστικά της πολεμικής αναμέτρησης.

Πανούτσος Νοταράς. Πηγή εικόνας: sansimera.gr

Παρά το γεγονός πως ο Ιωάννης μεγάλωσε σε ένα πλούσιο αρχοντικό σπίτι, που θεωρούταν ίσως και χλιδή για την εποχή εκείνη, εξελίχθηκε σε έναν σκληραγωγημένο άνδρα με περίσσια τόλμη και ανδρεία. Ντυνόταν πάντοτε με χρυσοκέντητα ρούχα και διέθετε στην κατοχή του περίτεχνα άρματα. Οι συντοπίτες του, συχνά, αναφέρονταν σε εκείνον ως το «Αρχοντόπουλο», χαρακτηρισμός που τον συνόδευσε όλη την ζωή του. Παράλληλα, διακρινόταν για το παράστημά του και την φυσική του ομορφιά, καθώς είχε έντονα χαρακτηριστικά στο πρόσωπό του. Μεγαλώνοντας στην Κόρινθο, απέκτησε στοιχειώδη μόρφωση, στον βαθμό που του επέτρεπαν οι συνθήκες της Τουρκοκρατίας.

Άξιο μνείας αποτελεί το γεγονός πως υπήρξε ο νεότερος αρχηγός κάποιου πολεμικού σώματος, όταν σε ηλικία μόλις 16 χρονών, λίγες ημέρες μετά την έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο και έπειτα από σημαντική οικονομική ενίσχυση του θείου του, Πανούτσου, τέθηκε επικεφαλής ενός σώματος, που ο ίδιος είχε φροντίσει να δημιουργήσει.

Από την πρώτη στιγμή, ο Ιωάννης ανέδειξε εξαίσια χαρακτηριστικά πολεμικής ανδρείας, όντας ο επικεφαλής του εν λόγω σώματος ανδρών. Η ικανότητα του να ηγηθεί, παρά το νεαρό της ηλικίας του, μαγνήτισε τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς της Επανάστασης, παίρνοντας μέρος σε πολλαπλές επικίνδυνες μάχες με τον Οθωμανικό στρατό. Καμία δεν ήταν, ωστόσο, τόσο θριαμβευτικά νικηφόρα για τον ίδιο όσο η Τρίτη πολιορκία του Ακροκορίνθου και τελική πάταξη του εχθρού στην ίδια περιοχή.

Η Κόρινθος, στην αρχή των σύσσωμων Επαναστατικών κινήσεων ανά την Ελληνική Επικράτεια και τα νησιά του Αργοσαρωνικού, υπήρξε διστακτική ως προς τη συμμετοχή της στις πολεμικές συγκρούσεις. Η ορμητική και φλογερή διάθεση, όμως, του Παπαφλέσσα, στις αρχές του Απρίλη του ’21, προτρέπει τους Κορίνθιους να τον ακολουθήσουν και να ξεσηκωθούν και εκείνοι με την σειρά τους, αναγκάζοντας τους Τούρκους άρχοντες της περιοχής να βρουν καταφύγιο στα τείχη του κάστρου του Ακροκορίνθου. Ευθύς αμέσως, με ηγέτη τον Παπαφλέσσα, οι Κορίνθιοι προσπαθούν να πολιορκήσουν με ό,τι όπλα έχουν στη κατοχή τους, περιμετρικά το κάστρο, πανηγυρίζοντας για την ελευθερία τους. Ωστόσο, ο Τούρκος σερασκέρης, Κεχαγιά Μπέης, που είχε σταλθεί από τον Κιουταχή, καταφθάνει στο κάστρο με 5.000 Οθωμανούς, αναγκάζοντας τους πολιορκητές σε ολική υποχώρηση. Ήταν η πρώτη προσπάθεια κατάληψης του Ακροκορίνθου, που στάθηκε ανεπιτυχής.

Το κάστρο του Ακροκορίνθου. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Οι Ελληνικές δυνάμεις επιστρέφουν στην Κόρινθο, μόλις λίγες ημέρες αργότερα, στις αρχές του Μαΐου του 1821, με επικεφαλής τούτη τη φορά δύο σπουδαίους άνδρες. Τον Καλαβρυτινό ήρωα, Αναγνώστη Πετμετζά και τον Υδραίο καπετάνιο, Κωστή Μεθενίτη. Οκτώ ολόκληρους μήνες διαρκούν οι συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, ώσπου οι τελευταίοι, ανήμποροι να αντιδράσουν στις συνεχείς πιέσεις των πολιορκητών, αποφασίζουν την παράδοση του Κάστρου στους Κορίνθιους.

Η τελετή παράδοσης πραγματοποιήθηκε στο εσωτερικό του κάστρου και την συνθηκολόγηση επέβλεπε για την Ελληνική πλευρά ο γέρος του Μωριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Μέρος της συμφωνίας, μάλιστα, ήταν η προστασία 600 περίπου ανδρών και γυναικόπαιδων που βρίσκονταν στο εσωτερικό του Κάστρου, ώσπου να φθάσουν στις βάρκες που τους περίμεναν στην ακτή. Όμως, διάφοροι ληστές και άτακτα σώματα, επιτέθηκαν στους άοπλους Οθωμανούς, σκοτώνοντας τους περισσότερους από εκείνους. Ήταν μία πράξη που ταυτιζόταν με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα χρόνιας δυσφορίας απέναντι στις Οθωμανικές δυνάμεις.

Η επικράτηση, ωστόσο, των Ελληνικών δυνάμεων και η κατάκτηση του κάστρου του Ακροκορίνθου δεν κράτησε πολύ, καθώς τα πρώτα σημάδια διχόνοιας και προσωπικών ερίδων μεταξύ των Αγωνιστών έκαναν δειλά την εμφάνιση τους, στις αρχές του 1822. Την εν λόγω κατάσταση φρόντισε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο ο Δράμαλης, ανακαταλαμβάνοντας το κάστρο, αναγκάζοντας, παράλληλα, τους Έλληνες των γύρω περιοχών να αποχωρίσουν. Πλέον, το κάστρο ήταν υπό Οθωμανική κατοχή, με 500 περίπου Οθωμανούς να διαμένουν στο εσωτερικό του.

Ιωάννης Νοταράς (1805-1827). Πηγή εικόνας: hellenicaworld.com

Η Τρίτη και τελευταία προσπάθεια ολικής κατάληψης του κάστρου από τους Έλληνες συνέβη στα τέλη του 1823, με επικεφαλής τον Ιωάννη Νοταρά. Οι Οθωμανοί μέσα στο κάστρο ήταν εντολοδόχοι των διαθέσεων του αρχηγού τους, Αβδουλάχ Μπεή. Ο Ιωάννης, πολιορκούσε με μένος το κάστρο, καθημερινά και αδιάλειπτα. Προς συνδρομή των σωμάτων που διηύθυνε, κατέφθασε λίγους μήνες αργότερα ο αγωνιστής Στάικος Σταϊκόπουλος, ενώ τον Οκτώβριο του 1823, κατέφθασε στην περιοχή ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, με εντολές που είχε λάβει από τον πατέρα του.

Η κατάσταση ήταν εξαιρετικά κρίσιμη για την Οθωμανική πλευρά, καθώς δεν άντεξε τις πολυπληθείς πιέσεις των Ελληνικών στρατευμάτων και αναγκάστηκε να τραπεί σε συνθηκολόγηση μαζί τους. Ο κύριος όρος που συζητήθηκε μεταξύ των Ελλήνων Αγωνιστών και του Τούρκου αξιωματούχου που στάλθηκε από την Οθωμανική πλευρά, ήταν να παραδοθεί το κάστρο, μόνο εάν την αρχηγία και την διαδικασία παράδοσης, διεύθυνε από την πλευρά των Ελλήνων, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, καθώς μόνο εκείνον θεωρούσαν έντιμο και «μπεσαλή», ώστε να μην επιτεθεί σε άοπλους και γυναικόπαιδα. Πράγματι, η ελληνική πλευρά στέλνει τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη μαζί με τον Νικηταρά από το Εκτελεστικό και τους Νίκο Λουμάνη και Σωτηράκη Νοταρά από το Βουλευτικό, για να φροντίσουν τις λεπτομέρειες της παράδοσης. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, ο φρούραρχος Αβδουλάχ Μπέης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατέληξαν σε συμφωνία.

Συνοψίζοντας, ο Ιωάννης Νοταράς κατάφερε να προσυπογράψει με την παρουσία του και την αρχηγία του μία σπουδαία συνθήκη για τα Ελληνικά δεδομένα του Επαναστατικού αγώνα, όπως εκείνη της ανακατάληψης του Ακροκορίνθου. Αν και νεαρός στην ηλικία, μαγνήτισε με τα χαρακτηριστικά του όλους τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, καταφέρνοντας λίγο καιρό αργότερα να γίνει ο νεαρότερος στρατηγός του αγώνα. Έπεσε ηρωικά μαχόμενος στην καταστροφική για τις Ελληνικές Επαναστατικές δυνάμεις μάχη του Ανάλατου, τον Απρίλιο του 1827.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Βασίλειος Κρεμμυδάς (2016), Η Επανάσταση του 1821, Αθήνα: Εκδ. GUTENBERG
  • Συλλογικό Έργο (1976), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΓ΄, Αθήνα: Εκδ. Αθηνών
  • Σπυρίδων Τρικούπης (2010), Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα: Εκδ. Λιβάνη.
  • Roderick Beaton (2019), Ελλάδα, Βιογραφία ενός Σύγχρονου Έθνους, Αθήνα: Εκδ. Πατάκη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασίλης Δημόπουλος
Βασίλης Δημόπουλος
Γεννημένος το 1998, μεγάλωσε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στην πόλη της Καλαμάτας. Από τα σχολικά του χρόνια μέχρι και σήμερα, αφιερώνει σημαντικό κομμάτι του ελεύθερου του χρόνου στην μελέτη της Νεότερης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας και στην συμμετοχή του σε Ιστορικές και Φιλολογικές ημερίδες. Του αρέσει ο αθλητισμός και ιδιαίτερα η καλαθοσφαίριση, η μαγειρική, η παρακολούθηση σειρών και η συναναστροφή με τους κοντινούς του ανθρώπους.