17.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορία1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΗ Ε’ Εθνοσυνέλευση και η ρήξη των κυβερνητικών με τους αντιπολιτευόμενους

Η Ε’ Εθνοσυνέλευση και η ρήξη των κυβερνητικών με τους αντιπολιτευόμενους


Της Θεοδώρας Κρέπη,

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 (σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο), έλαβε χώρα στο Ναύπλιο ένα γεγονός που άλλαξε την πορεία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Η δολοφονία του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια από τον Γεώργιο και τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη προκάλεσε αναταραχή στην πλειονότητα των Ελλήνων (αλλά και εκδηλώσεις ενθουσιασμού από κάποιους) και εγκαινίασε μία περίοδο χάους και αναρχίας, που εξασθένισε τη χώρα.

Το κενό, που προκάλεσε η δολοφονία του κυβερνήτη, στη διακυβέρνηση επεδίωξε να καλύψει η Γερουσία την ίδια κιόλας μέρα. Μετά από συνεδρίασή της, ανέδειξε τριμελή Διοικητική Επιτροπή, η οποία θα αναλάμβανε προσωρινά τη διακυβέρνηση της χώρας. Μέλη αυτής της επιτροπής ήταν ο αδελφός του κυβερνήτη, Αυγουστίνος Καποδίστριας, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Ιωάννης Κωλέττης, μετριοπαθές ως τότε μέλος της αντιπολίτευσης.

Η σύσταση αυτής της τριμελούς επιτροπής προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις. Σύμφωνα με ψήφισμα της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης, σε περίπτωση θανάτου του κυβερνήτη, έπρεπε να συσταθεί επιτροπή, που θα αναλάμβανε τα καθήκοντά του, τα μέλη της οποίας θα είχαν οριστεί από τον ίδιο τον κυβερνήτη με ιδιόχειρη διαθήκη. Καθώς όμως τέτοιο έγγραφο δεν είχε στα χέρια της η Γερουσία, πήρε την πρωτοβουλία να επιλέξει η ίδια τα μέλη της επιτροπής, πράγμα που αρκετοί θεώρησαν παράνομο. Άλλο ένα σημείο τριβής ήταν η πεποίθηση αρκετών πως η Δ’ Εθνοσυνέλευση δεν είχε ολοκληρωθεί, έτσι ήταν δικό της το καθήκον της εκλογής των μελών της επιτροπής. Μέσα σε αυτό το κλίμα, άρχισαν να οξύνονται οι αντιθέσεις μεταξύ των κυβερνητικών και των συνταγματικών, όπως ονομάζονταν οι αντιπολιτευόμενοι.

Την τέταρτη μέρα μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, έφθασε στο Ναύπλιο μια αντιπροσωπεία των Υδραίων (το νησί είχε αποτελέσει κέντρο της αντι-καποδιστριακής δράσης), με μέλη τους Ζαΐμη, Τρικούπη και Μιαούλη. Ζήτησαν από τη Γερουσία να συγκαλέσει Εθνοσυνέλευση, η οποία θα αναλάμβανε να ορίσει τα μέλη μιας νέας επιτροπής, η Γερουσία όμως απέρριψε το αίτημά τους. Οι Υδραίοι, ωστόσο, επέστρεψαν λίγο αργότερα, ζητώντας από τη Διοικητική Επιτροπή αυτή τη φορά, μεταξύ άλλων, την προκήρυξη ελεύθερων εκλογών, τη χορήγηση αμνηστίας και την αύξηση των μελών της επιτροπής σε πέντε, με την προσθήκη δύο μελών προερχόμενων από την αντιπολίτευση. Οι επιθυμίες τους όμως και πάλι δεν πραγματοποιήθηκαν. Ως αποτέλεσμα, το χάσμα ανάμεσα σε κυβερνητικούς και αντιπολίτευση έγινε μεγαλύτερο, ενώ ορατή ήταν κι η όλο και μεγαλύτερη διάσταση του Κωλέττη από τους συναδέλφους του στην Επιτροπή.

Άγαλμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Πηγή εικόνας: iellada.gr

Η Διοικητική Επιτροπή προκήρυξε τη σύγκληση Εθνοσυνέλευσης και ξεκίνησαν οι διαδικασίες προετοιμασίας της. Η διαδικασία, όμως, επικύρωσης των παλαιών πληρεξουσίων και της εκλογής νέων εξελίχθηκε σε χάος. Από τη μία, οι δύο αντίπαλες παρατάξεις, οι κυβερνητικοί και οι συνταγματικοί, προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν περισσότερες έδρες για τα μέλη τους. Από την άλλη, μια μεγάλη μερίδα Ρουμελιωτών, θεωρώντας παράνομες τις εκλογές για τη Δ΄ Εθνοσυνέλευση και διαφωνώντας με την πολιτική του Αυγουστίνου, αποφάσισαν να συμμετέχουν αυτοβούλως ως πληρεξούσιοι. Τον Νοέμβριο του 1831, οι πληρεξούσιοι που έφθασαν στο Άργος ήταν τόσο δυσανάλογα πολλοί, ώστε η Γερουσία αναγκάστηκε να συστήσει επιτροπή που θα έλεγχε τα έγγραφά τους και θα διέκρινε τους νόμιμους από τους μη. Τελικά, εγκρίθηκαν 236 πληρεξούσιοι, εκ των οποίων 90 αντιπροσώπευαν την αντιπολίτευση.

Μέσα σε κλίμα διχασμού και αναταραχής, με την ατμόσφαιρα να «μυρίζει» εμφύλιο και κυβερνητικά στρατεύματα να κάνουν την εμφάνισή τους στο Άργος, δήθεν για την τήρηση της τάξης, στις 5 Δεκεμβρίου 1831, η Ε΄ Εθνοσυνέλευση ξεκίνησε τις εργασίες της στον ναό της Παναγίας της πόλης. Ήδη πριν από αυτό όμως, κυκλοφορούσε ευρύτατα η φήμη, ότι ο Κολοκοτρώνης και άλλοι υποστήριζαν πως ο Αυγουστίνος έπρεπε να ανακηρυχθεί μόνος κυβερνήτης της χώρας. Αυτό τάραξε πολύ τους αντιπολιτευόμενους (ανάμεσα σε αυτούς και τον Κωλέττη), οι οποίοι τελικά αποφάσισαν να αποσχιστούν από το σώμα της Εθνοσυνέλευσης και να συγκαλέσουν μόνοι τους, με πρόεδρο τον Πανούτσο Νοταρά, την «κατ’ επανάληψιν Δ’ των Ελλήνων Εθνική Συνέλευσις», επίσης στο Άργος.

Στις 7 Δεκεμβρίου, έλαβε χώρα η πρώτη τακτική συνέλευση της επίσημης Ε΄ Εθνοσυνέλευσης, με πρόεδρο τον Δημήτριο Τσαμαδό και αντιπρόεδρο τον Λάμπρο Νάκο. Στις 8 Δεκεμβρίου, η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να παύσει από τα καθήκοντά τους τον Κολοκοτρώνη και τον Κωλέττη και να αναθέσει τη διακυβέρνηση του κράτους αποκλειστικά στον Αυγουστίνο Καποδίστρια, ο οποίος ανακηρύχθηκε «Πρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως». Οι συνταγματικοί ξεσηκώθηκαν, το κλίμα οξύνθηκε κι έτσι πολύ σύντομα ξεκίνησαν σφοδρές συγκρούσεις ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις στους δρόμους του Άργους. Στις 12 Δεκεμβρίου, οι αντιπολιτευόμενοι ζήτησαν από τον Καποδίστρια να τους επιτρέψει να αποχωρήσουν ασφαλείς από το Άργος, πράγμα που έγινε. Οι κυβερνητικοί πίστεψαν επιτέλους πως είχαν τελειώσει οι εντάσεις και πως θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης. Στην πραγματικότητα, όμως, οι συνταγματικοί κατέφυγαν στην Περαχώρα, όπου ίδρυσαν έναν δεύτερο πόλο εξουσίας υπό τον Κωλέττη. Διακήρυσσαν το παράνομο της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης και εγκαθίδρυσαν τη δική τους κυβέρνηση, ενώ παράλληλα συνέχισαν τις εργασίες της «κατ’ επανάληψιν Δ΄ Εθνικής Συνέλεύσεως».

Το βαρύ κλίμα συνεχίστηκε για κάποιο διάστημα. Οι συνταγματικοί προσπαθούσαν να ενδυναμώσουν τη νεοσύστατη κυβέρνησή τους, ενώ απέρριπταν κάθε προσπάθεια συμφιλίωσης από τη μεριά των κυβερνητικών, διακηρύττοντας ότι δεν επρόκειτο να συμβιβαστούν όσο ο Καποδίστριας βρισκόταν στην εξουσία. Παράλληλα, οι προσπάθειες και των δύο παρατάξεων για επέκταση της επιρροής τους και στην υπόλοιπη Ελλάδα προκάλεσαν συγκρούσεις, με αποτέλεσμα σε πολλές περιοχές της χώρας να επικρατεί πλήρης αναρχία. Οι αντιπρέσβεις στην Ελλάδα των μεγάλων δυνάμεων φαίνεται ότι ενεπλάκησαν στην επακόλουθη σύρραξη, με τους Ρώσους να στηρίζουν τους κυβερνητικούς και τους Γάλλους να παίρνουν το μέρος των συνταγματικών.

Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Άργος, όπου ξεκίνησε τις εργασίες της η Ε’ Εθνοσυνέλευση. Πηγή εικόνας:
argolikivivliothiki.gr

Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα, η Ε΄ Εθνοσυνέλευση συνέχισε τις εργασίες της, αφού πρώτα μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο. Ανάμεσα στα επιτεύγματά της ήταν η ψήφιση ενός μακροσκελέστατου Συντάγματος (αποτελούμενου από 294 άρθρα), του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος», συχνά αποκαλούμενου και Ηγεμονικού ή Βασιλικού. Το Σύνταγμα αυτό, το οποίο όμως δεν εφαρμόστηκε ποτέ (λόγω της άφιξης του Όθωνα), όριζε ως πολίτευμα της Ελλάδας τη συνταγματική κοινοβουλευτική μοναρχία. Είχε ορισμένες ατέλειες όσον αφορά στην παροχή του εκλογικού δικαιώματος, καθώς οριζόταν η περιουσία ως κριτήριο για τη δυνατότητα του εκλέγειν (αλλά και του εκλέγεσθαι), ενώ αποκλείονταν τελείως οι ετερόχθονες, άρα και οι Έλληνες των αλύτρωτων ακόμα περιοχών, που κατέφευγαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα.

Οι εργασίες της Εθνοσυνέλευσης έλαβαν τέλος στις 15 Μαρτίου 1832, με την ανακήρυξη του Αυγουστίνου Καποδίστρια σε μόνου και προσωρινού Κυβερνήτη της Ελλάδος. Αυτό, όμως, δεν έμελλε να κρατήσει για πολύ, καθώς λίγο αργότερα, μετά από την εισβολή των συνταγματικών στην Πελοπόννησο και την παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων υπέρ της σύστασης Επιτροπής, που θα περιλάμβανε μέλη και από τις δύο παρατάξεις, ο Αυγουστίνος Καποδίστριας παραιτήθηκε και απομακρύνθηκε. Τη διακυβέρνηση ανέλαβε μία νέα επιτροπή, με μέλη από όλες τις παρατάξεις, αυτό όμως δεν σήμανε απαραίτητα και τη λήξη των συγκρούσεων.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Α. Βακαλόπουλος (2020) Νέα Ελληνική Ιστορία, Από το 1204 έως τις αρχές του 21ου αιώνα, 5η έκδοση, Αθήνα: Ηρόδοτος, σ. 207-8.
  • Κ. Βακαλόπουλος (2000) “Τα πολιτικά γεγονότα από τις 27 Σεπτεμβρίου ως το τέλος Δεκεμβρίου [1831]” & “Το ελληνικό κράτος κατά το 1832”, στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ.12, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 2000, σ. 563-75.
  • G. Herring (2004) Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, τ. 1, μετ. Θ. Παρασκευόπουλου, Αθήνα: ΜΙΕΤ,  σ. 183-7.
  • Κ. Μέντελσον-Μπάρτολντι (2011), Επίτομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, απόδοση: Ε. Γαρίδη, εκδ. Τεγόπουλος για την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, σ. 220-3.
  • Α. Μπουτζουβή-Μπανιά (1982), “Το Καποδιστριακό κόμμα 1832-1833”, περιοδικό “Μνήμων”, τ. 8. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεοδώρα Κρέπη
Θεοδώρα Κρέπη
Γεννήθηκε το 2000 και ζει στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών στην Καλαμάτα. Την ενδιαφέρουν η βυζαντινή και η σύγχρονη ιστορία. Επίσης, της αρέσουν τα ταξίδια, το διάβασμα και η μαγειρική.