17.7 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΓεώργιος Καραϊσκάκης: Ο λεοντόκαρδος γιος της καλόγριας

Γεώργιος Καραϊσκάκης: Ο λεοντόκαρδος γιος της καλόγριας


Της Αντωνέτας Γαρίτση,

Στις αρχές της δεκαετίας του 1780 γεννιέται μέσα σε μία σπηλιά, κοντά στο Μαυρομάτι Καρδίτσας, ο νόθος γιος του αρματολού Δημητρίου Καραΐσκου και της μοναχής Ζωής Διμισκή, Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ήδη από τα παιδικά του χρόνια, ο ανερχόμενος σπουδαίος ήρωας του ελληνικού έθνους, αντιμετωπίζει αρκετές δυσκολίες. Σημαδεμένος από την κοινωνική κατακραυγή που τον ακολουθούσε, με το υποτιμητικό παρατσούκλι «γιός της καλόγριας», κυκλοφορούσε ξυπόλητος και έκανε βαριά θελήματα για να επιβιώσει. Το επαναστατικό του πνεύμα φαίνεται μόλις από τα εφηβικά του χρόνια, όταν σχηματίζει την πρώτη κλέφτικη ομάδα, η δράση της οποίας προκαλεί τον Αλή Πασά και οδηγεί στη σύλληψή του. Φυλακισμένος στην Αυλή του Αλή Πασά υπέστη πολλά βασανιστήρια, όμως ξεφεύγει από το θάνατο χάρη σε μια παλαιότερη γνωριμία ανάμεσα στη μητέρα του και το Λιοντάρι της Ηπείρου (Αλή Πασά).

Η παραμονή του στην Αυλή, θα μπορούσε να θεωρηθεί ίσως η πιο «σκοτεινή» στιγμή της ζωής του, καθώς εκείνο το διάστημα, όχι μόνο υπηρετούσε τον Αλή Πασά, αλλά και συμμετείχε μαζί του στην εκστρατεία κατά του πασά Πασβάνογλου στο Βιδίνιο της Βουλγαρίας. Έπειτα όμως, κατάφερε να δραπετεύσει και να ενταχθεί στο κλέφτικο σώμα του Κατσαντώνη, δίπλα στον οποίο απέκτησε τη στρατηγική του σκέψη. Όμως, η ελευθερία του δεν κρατά πολύ. Μετά από λίγο καιρό ξαναπέφτει στα χέρια του Αλή Πασά και για δεύτερη φορά γίνεται αιχμάλωτος της Αυλής. Ξεφεύγει όμως το 1820 και κατευθύνεται στη Λευκάδα με τα παιδιά και τη σύζυγο του Γκόλφω, την οποία γνώρισε και παντρεύτηκε όσο διέμενε στην Αυλή.

Κατά τους πρώτους μήνες του 1821 πραγματοποιείται στη Λευκάδα μία σύσκεψη οπλαρχηγών και αποφασίζεται ο Καραϊσκάκης να αναλάβει την περιοχή της Βόνιτσας. Κατευθύνεται εκεί μάταια, καθώς οι προύχοντες της περιοχής δε θεωρούσαν πως ήταν ακόμα κατάλληλος ο καιρός για επανάσταση. Έτσι, αποφασίζει να κινηθεί προς τα Τζουμέρκα και να αρχίσει από εκεί τον αγώνα. Μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης, ο Καραϊσκάκης πραγματοποιεί το όνειρο που είχε από έφηβος και γίνεται κάτοχος του αρματολικίου των Αγράφων, της περιοχής όπου μεγάλωσε. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του, αποφασίζει να ακολουθήσει μια πιο διπλωματική τακτική απέναντι στους Τούρκους υποκρινόμενος υποταγή στο Σουλτάνο, προκειμένου να αποτρέψει τυχόν επιδρομές στην περιοχή του. Το 1822 έρχεται σε ρήξη με το Γιαννάκη Ράγκο, ο οποίος επίσης διεκδικούσε την κυριαρχία των Αγράφων.

Προσωπογραφία του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Έργο του Karl Krazeisen. Επιζωγραφισμένη Λιθογραφία. Πηγή εικόνας: phmus.org

Αργότερα, κατά τον Ιανουάριο του 1823 χρονολογείται η μεγαλύτερη αντιπαράθεση του Καραϊσκάκη με τους Τούρκους. Αμέσως μετά τη λήξη της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου, ένα τμήμα υπό την αρχηγία του Ισμαήλ Πασά Πλιάσα, παρά τις εντολές του Καραϊσκάκη αποφασίζει να περάσει μέσα από τα Άγραφα. Όταν το πληροφορήθηκε αυτό ο Καραϊσκάκης, κατευθύνθηκε αμέσως εκεί και ήρθε σε μονομαχία με τον αρχηγό των Τούρκων, τον οποίο και σκότωσε. Με αυτόν τον τρόπο, κατάφερε να κάμψει το ηθικό του τουρκικού στρατού, όμως αναγκάστηκε να φύγει από τα Άγραφα και να μεταβεί στην Ιθάκη για να λάβει ιατρική περίθαλψη, για την αντιμετώπιση της φυματίωσης από την οποία έπασχε.

Όταν ο Καραϊσκάκης επέστρεψε από την Ιθάκη επιθυμούσε να γίνει ξανά κυρίαρχος των Αγράφων. Όμως, ο Μαυροκορδάτος που προόριζε το Γιαννάκη Ράγκο για αυτή τη θέση δε δέχθηκε το αίτημά του. Αντίθετα, τον κατηγόρησε με βάση την ομολογία του Κωνσταντίνου Βουλπιώτη ότι σύναψε «καπάκια» με τους Πασάδες για να πάρει το Αρματολίκι των Αγράφων με αντάλλαγμα την παράδοση του Μεσολογγίου. Έτσι, ο Καραϊσκάκης καταδικάστηκε με την ποινή της «εσχάτης προδοσίας». Μετά τη δίκη του αφαιρέθηκαν όλα τα αξιώματα και δόθηκε εντολή στους πολίτες να αποφεύγουν κάθε επαφή με τον «εχθρό της πατρίδας». Μετά από αυτές τις εξελίξεις, το Μάιο του 1824, ο Καραϊσκάκης κατευθύνθηκε προς τα Άγραφα με σκοπό να τα καταλάβει. Η προσπάθειά του κρίθηκε ανεπιτυχής και ο Καραϊσκάκης ζήτησε εγγράφως συγγνώμη από τον Α. Μαυροκορδάτο, χωρίς ανταπόκριση. Τελικά, τον Ιούνιο του ίδιου έτους, η Κυβέρνηση του αναγνωρίζει όλους τους βαθμούς και το Αρματολίκι των Αγράφων διαιρέθηκε σε Ανατολικό, υπό την κατοχή του Καραϊσκάκη, και σε Δυτικό, υπό το Γιαννάκη Ράγκο.

Το 1825, μετά το τέλος του δεύτερου εμφυλίου, στον οποίο έλαβε μέρος και ο ίδιος με το σώμα του, έρχεται η μεγάλη ήττα των Ελλήνων στο Κρεμμύδι κατά την επέλαση του Ιμπραήμ Πασά της Αιγύπτου. Τώρα η επανάσταση βρίσκεται σε κίνδυνο και ο Καραϊσκάκης κατευθύνεται στη Στερεά Ελλάδα για να βοηθήσει την επανάσταση από εκεί. Τον επόμενο χρόνο, το 1826, θα του ανατεθεί η αρχιστρατηγία της Ρούμελης, ενώ μέχρι και το Νοέμβριο του ίδιου έτους θα απελευθερώσει πολλές περιοχές μέχρι να βρεθεί στην Αράχοβα. Μέσα από τις δυσκολίες αυτής της μάχης, αναδεικνύονται και οι στρατιωτικές ικανότητες που είχε αναπτύξει ο Καραϊσκάκης. Προκειμένου να μπορέσει να αντιμετωπισθεί η ισχυρή δύναμη του τουρκικού στρατού υπό τον Κιουταχή, ο Καραϊσκάκης καταστρώνει σχέδιο με βάση το οποίο προβλεπόταν οι Έλληνες να πάνε πιο νωρίς στην περιοχή και να κρυφθούν στα σπίτια των ντόπιων Ελλήνων. Μετά την είσοδο των Τούρκων, οι Έλληνες θα έκλειναν την είσοδο της περιοχής. Το σχέδιο του Καραϊσκάκη πέτυχε και η ελληνική δύναμη υπερίσχυσε. Από τους 2.000 Τούρκους που συμμετείχαν στη μάχη επέζησαν μόνο οι 300.

Άγαλμα του Γεωργίου Καραϊσκάκη έφιππου, στο Ζάππειο Μέγαρο. Έργο του Μιχαήλ Τόμπρου. Πηγή εικόνας: zappeion.gr

Μετά τη διασφάλιση της Στερεάς Ελλάδας, ο Καραϊσκάκης κατευθύνεται στην Αττική, όπου ο Κιουταχής συνέχιζε με την εκστρατεία της Ακρόπολης. Ήδη από τις 21 Απριλίου οι ελληνικές δυνάμεις είχαν στρατοπεδεύσει στο Φάληρο και την επομένη μερικοί Έλληνες στρατιώτες, χωρίς επίσημη διαταγή, επιτέθηκαν κατά του στρατοπέδου του Κιουταχή. Για να αποτρέψει μία γενικευμένη σύγκρουση, ο Καραϊσκάκης πήγε στο σημείο εμπλοκής όμως μία σφαίρα τον βρήκε στο υπογάστριο και τον τραυμάτισε σοβαρά. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών, ο Καραϊσκάκης δεν άντεξε και πέθανε τα ξημερώματα της 23ης Απριλίου, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής. Έτσι το ελληνικό έθνος έχασε άδοξα έναν ηγέτη, ο οποίος παρά την οξυθυμία και την τάση του για βωμολοχία, χαρακτηριζόταν από άριστη κριτική σκέψη, ικανότητα για ταχύτατη λήψη αποφάσεων και από έναν άνθρωπο του οποίου ο χαρακτήρας «άλλοτε τον έκανε να είναι άγγελος και άλλοτε διάβολος», όπως ο ίδιος συνήθιζε να λέει για τον εαυτό του.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Δ. Αινιάν (1903), Η βιογραφία του στρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη. (2η Έκδ.) (Επιμ. Ι. Βλαχογιάννη) Αθήνα: Τυπογρ. Γ. Σ. Βλαστού.
  • Συλλογικό Έργο (1929) Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια Τόμος Τέταρτος. Αθήνα: Εκδ. Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας
  • Χρ. Α. Στασινόπουλος (1979), Λεξικό της ελληνικής επανταστάσεως του 1821 Τόμος Β΄. Αθήνα: Εκδ. Δεδεμάδη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αντωνέτα Γαρίτση
Αντωνέτα Γαρίτση
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Από το 2019 φοιτά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας και έχει ειδίκευση στην Αρχαιολογία και την Ιστορία Τέχνης. Γνωρίζει άριστα αγγλικά, ενώ αυτό το διάστημα μελετά την ιταλική γλώσσα. Έχει συμμετάσχει σε ποικίλα προγράμματα που σχετίζονται με την ιστορία τέχνης. Στον ελεύθερο χρόνο της, της αρέσει να διαβάζει βιβλία, κυρίως ιστορικού περιεχομένου, και να ασχολείται με τον εθελοντισμό.