19.7 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο Οχυρό Ρούπελ στη γραμμή Μεταξά

Το Οχυρό Ρούπελ στη γραμμή Μεταξά


Της Αναστασίας Τράκα,

Το οχυρό Ρούπελ στα ελληνοβουγαρικά σύνορα είναι γνωστό λίγο πολύ σε όλους μας, αλλά ένα μικρό ποσοστό το έχει επισκεφτεί. Είναι συνδεδεμένο με τον ηρωισμό, την αυτοθυσία και την αντίσταση στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μάλιστα συνδέεται με το όνομα του Μεταξά και γι’ αυτό ονομάζεται και γραμμή Μεταξά (όπως και τα άλλα παρόμοια οχυρωματικά έργα). Ωστόσο λιγότερο γνωστό είναι το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη περιοχή υπήρξε το Βυζαντινό Ρουπέλιον και ότι το αμυντικό οχυρό ξεκίνησε ήδη από το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων να κατασκευάζεται. Όμως, ποια είναι πραγματικά η ιστορία του εν τέλει;

Μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων και την υπογραφή της συνθήκης του Βουκουρεστίου το 1913 η Μακεδονία πέρασε στην ελληνική κυριαρχία. Όμως λόγω των βουλγαρικών διεκδικήσεων στην περιοχή και την ανατροπή του εδαφικού status que, υπήρξε άμεσα ανάγκη για κατασκευή οχυρωματικών έργων με σκοπό να αυξηθεί η ασφάλεια στην περιοχή και μεγαλύτερη αντίσταση σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης. Ο Ιωάννης Μεταξάς εκείνη την περίοδο υπηρετούσε ως αντισυνταγματάρχης Μηχανικού και ως διευθυντής Επιτελικής Διευθύνσεως. Ύστερα από εισήγησή του, αποφασίστηκε η κατασκευή οχτώ οχυρών κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων. Αυτά ήταν τα εξής: Δόβα Τεπέ στην Καστανούσα, Ρούπελ, Κρουσοβίτικο στη Φαιά Πέτρα, Στάρτσιτσα στο Περιθώρι, Λίσσε στο Οχυρό, Τουλουμπάρ, Μπούκια στο Παρανέστι και Ιντζές στο χωριό Παράδεισος. Ταυτόχρονα, οχυρώθηκε και η Καβάλα ως πλέον ελληνική πόλη. Αυτά τα οχυρά ανασχέσεως ήταν έργα ημιμόνιμης οχύρωσης με πυροβολικό εξοπλισμό και πολυβόλα αποτελούμενα από δυνάμεις πεζικού. Τα οχυρά διέθεταν θέσεις πυροβόλων, παρατηρητήρια πυροβολικού και πεζικού, αποθήκες πυρομαχικών και τροφίμων, υπόγειες διαβάσεις για επικοινωνία κ.α.

Τα οχυρά των Σερρών. Πηγή εικόνας: cognoscoteam.gr

Το οχυρό Ρούπελ, βρίσκεται στις νοτιοδυτικές πλαγιές του όρους Άγκιστρο, δίπλα στο ρου του ποταμού Στρυμόνα. Σκοπός του ήταν να εμποδίσει την είσοδο των βουλγαρικών στρατευμάτων, ώστε να μη μετακινηθούν στη συνέχεια προς τις Σέρρες και τη Θεσσαλονίκη. Σε μέγεθος ήταν ένα μέτριο έργο με περίμετρο 2-3 χλμ. για καλύτερη προστασία. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εθνικού Διχασμού, η Ελλάδα αποφάσισε σε πρώτη φάση να παραμείνει ουδέτερη, όμως κάτω από τις πιέσεις του Βενιζέλου προς το Βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ προσχώρησε στο πλευρό της Αντάντ. Όταν αποφάσισαν οι συμμαχικές δυνάμεις να εξέλθουν από το στρατόπεδο της Θεσσαλονίκης και να καταλείψουν σημαντικά οχυρά στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, στάλθηκε τελεσίγραφο από την τριπλή συμμαχία για επικείμενη εισβολή στην Ελλάδα από γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις. Το γεγονός αυτό δεν έμεινε μόνο στα χαρτιά, αλλά έγινε πράξη στις 13 Μαΐου το 1916, κατά τις 09:45. Διοικητής του οχυρού Ρούπελ ήταν ο Ιωάννης Μαυρούδης όπου μαζί με 25.000 άνδρες κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια να αναχαιτίσει την εχθρική προέλαση. Στις 15:00 ήρθε από την Αθήνα μια διαταγή να μην υπάρξει καμία αντίσταση, αλλά και να παραδοθεί το οχυρό στους εχθρούς. Η απόφαση αυτή προκάλεσε έντονες αντιδράσεις αμβλύνοντας το πρόβλημα του Εθνικού Διχασμού. Το οχυρό τελικά παραδόθηκε και υπογράφτηκε το πρωτόκολλο παράδοσης Μαυρούδη-Τηλ (Γερμανός ίλαρχος).

Η στιγμή της παράδοσης του οχυρού. Πηγή εικόνας: exploringgreece.tv

Οι ελληνικές δυνάμεις μετακινήθηκαν μέχρι το επόμενο πρωί προς το Σιδηρόκαστρο. Στις 5 Αυγούστου του 1916 οι γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις κατέλαβαν όλη την ελληνοβουλγαρική μεθόριο. Αξίζει να επισημανθεί σε αυτό το σημείο ότι, ο Γεώργιος Κονδύλης ως διοικητής στο οχυρό Κρουσοβίτικο, κατάφερε να αντισταθεί και να καταφύγει στην Καβάλα. Μέχρι το τέλος Αυγούστου του ίδιου έτους, οι βουλγαρικές δυνάμεις κατέλαβαν και την πόλη των Σερρών όπου και θα παραμείνει στην κατοχή τους μέχρι το τέλος του πολέμου (1918).

Το σημερινό οχυρό Ρούπελ που είναι προσβάσιμο στους επισκέπτες, είναι κατασκεύασμα της περιόδου 1936-1940 στην ίδια ακριβώς θέση που βρίσκονταν και το 1914-1916, με σκοπό να αντιμετωπίσουν εκ νέου μια βουλγαρική εισβολή. Αναλυτικά κατασκευάστηκαν επτά στεγανά συγκροτήματα ενδεικτικά: Μολών Λαβέ, Προφήτη Ηλεία, Σταθμός Διοικήσεως κ.α., αλλά και εννιά ξεχωριστά πολυβολεία ακόμα και στο όρος Άγκιστρο, έτσι ώστε να μη μπορέσει ο εχθρός να παρακάμψει τα φυσικά εμπόδια. Τα έργα αυτά κατασκευάστηκαν σε στρατηγικά σημεία για καλύτερη φύλαξη. Παράλληλα, αυξήθηκαν οι υπόγειες στοές και τα καταφύγια με συνολικό μήκος 6.100 μ. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η φρουρά διέθετε 44 αξιωματικούς και 1.353 οπλίτες. Ο εξοπλισμός αναβαθμίστηκε και αποτελούνταν από πυροβόλα, αντιαρματικά, αντιαεροπορικά, όλμους, βομβιδοβόλα και ατομικό οπλισμό. Όταν η Βουλγαρία προσχώρησε και επίσημα στο πλευρό του Άξονα, γερμανικά στρατεύματα προωθήθηκαν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα με σκοπό την κατάληψη του Ρούπελ, αλλά και της σιδηροδρομικής γέφυρας του Στρυμόνα μαζί με ένα ενισχυμένο τάγμα και αεροσκάφη. Υπεύθυνο για το ανατολικό μέρος του Στρυμόνα ήταν το συγκρότημα Σιδηροκάστρου, ενώ το Ρούπελ υπαγόταν στο Δυτικό Υποτομέα.

Η επίθεση ξεκίνησε το πρωί της 6ης Απριλίου του 1941 με βομβαρδισμούς του πυροβολικού. Όπως μας περιγράφει στις αυτοβιογραφικές σημειώσεις του ο Κωνσταντίνος Δυναμίδης «…την πρώτη μέρα που επιτεθήκανε οι Γερμανοί από αέρα και ξηρά, μας επιτέθηκαν με αμέτρητες μοτοσυκλέτες, μαύρες τρίτροχες με καλάθι. Αλλά δεν κάνανε καλό λογαριασμό, νομίζοντας πως ο διεθνείς δρόμος Ελλάδας-Βουλγαρίας ήταν άδειος. Αλλά τα ηύρανε μπαστούνια και από εμάς του οχυρού και ιδίως από το άλλο οχυρό πλάι στο Στρυμόνα το 11 οχυρό… Μεταξύ της γέφυρας Στρυμόνος και του φυλακίου Κούλας, στην μέση ακριβώς ήταν ένας λοφίσκος… ανατινάξανε όλα τα φουρνέλα και ο δρόμος έγινε αδιάβατος. Και όλοι οι μοτοσικλετιστές με τέσσερις ή πέντε άνδρες που είχανε μαζί τους τον παρακάμψανε από το πλάι, και για αυτό είχαν και πολλές απώλειες. Οι μοτοσυκλέτες εβγήκανε όλες άχρηστες. Ήτανε και αυτή μία μεγάλη επιτυχία του ελληνικού στρατού στο έτος 1940».

Οι ελληνικές δυνάμεις ύστερα από πολύωρες προσπάθειες δεν κατάφεραν να διατηρήσουν υπό τον έλεγχο τους ένα τμήμα του οχυρού το οποίο πέρασε στις γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις, αλλά προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στον εχθρό, παρά το μικρό αριθμό στρατιωτών που διέθετε το οχυρό Ρούπελ σύμφωνα με τα λεγόμενα του Δυναμίδη «Σας γράφω λοιπόν για να το μάθετε για πρώτη φορά, ότι το οχυρό Ρούπελ είχε 810 στρατιώτες όλο και όλο. Επί το πλείστων ήταν Αθηναίοι, λίγοι Κρητικοί και λίγοι Θεσσαλονικείς. Όταν εζητήσαμε ενίσχυση και αρχίσανε να μας στέλνουνε από το σύνταγμα της Κοζάνης… ο δικός μας στρατός που ερχόταν να μας ενισχύσει τους εξολοθρεύσανε όλους». Ο δύσκολος αγώνας συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες με κάποιες νίκες από την πλευρά των Ελλήνων και μικρότερες απώλειες. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Αντισυνταγματάρχη Γεώργιου Δουράτσου ότι «τα οχυρά δεν παραδίδονται αλλά καταλαμβάνονται» τονίζοντας ακριβώς ότι ο αγώνας συνεχιζόταν με κάθε κόστος. Στις 10 Απριλίου του 1941 έγινε συνθηκολόγηση και παραδόθηκε και επισήμως το οχυρό στους Γερμανούς. Είναι αξιομνημόνευτο το γεγονός ότι ο Γερμανός συνταγματάρχης εξέφρασε το θαυμασμό του και την εκτίμησή του για τον αγώνα και τον ηρωισμό που επέδειξαν οι ελληνικές δυνάμεις, αποδίδοντας μάλιστα και τιμές. Ο ελληνικός στρατός αποχώρησε για το Σιδηρόκαστρο και τις Σέρρες. Οι απώλειες του οχυρού Ρούπελ υπολογίζονται στους 14 νεκρούς και 38 τραυματίες γεγονός αξιοθαύμαστο υπολογίζοντας τις ποιοτικές και ποσοτικές διαφορές των δύο στρατευμάτων.

Σήμερα στο οχυρό έχει δημιουργηθεί ένα επιβλητικό μνημείο με τα ονόματα των ηρώων -νεκρών του 1941, αλλά και υφίσταται μουσείο με διάφορα εκθέματα (π.χ. οπλισμός, στολές κτλ.).

Το μνημείο ηρώων στο Ρούπελ. Πηγή εικόνας: Newsbeast.gr

Είναι επισκέψιμο με ξενάγηση από το στρατιωτικό προσωπικό σε σχεδόν όλους τους χώρους του, όπως οι υπόγειες στοές, τα πυροβολεία, τα αντιαρματικά έργα, το σύγχρονο παρατηρητήριο κ.α. Αποτελεί έναν τόπο μνήμης της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και δεσπόζει στο ίδιο σημείο για να μας υπενθυμίζει τα σημαντικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν μπλοκάροντας τη λειτουργία της λήθης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Κώστας Μπέλσης, Αυτοβιογραφικές σημειώσεις Κωνσταντίνου Δυναμίδη (1937-1950), Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας (ΚΕΝΙ). Πάντειο Παν/μιο, 2016, Διαθέσιμο εδώ
  • Από την ιστοσελίδα Ρούπελ, στο «Ιστορία», Διαθέσιμο εδώ
  • Βασίλειος Νικόλτσιος, Αναστασία Χαδιά, Οχυρό Ρούπελ, Θεσσαλονίκη 2005, Εκδόσεις Λόγος και Εικόνα

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Τράκα
Αναστασία Τράκα
Είναι απόφοιτη του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ. Έχει συμμετάσχει σε διάφορα συνέδρια και ημερίδες, όπως επίσης σε ευρωπαϊκά προγράμματα κινητικότητας. Παρακολουθεί προγράμματα συμπληρωματικής εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών (e-learning) και παράλληλα είναι σπουδάστρια στο Ι.ΙΕΚ Όμηρος στην ειδικότητα «Φύλακας Μουσείων και Αρχαιολογικών Χώρων». Γνωρίζει την αγγλική και διδάσκεται την γερμανική γλώσσα.