20.5 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορία1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΟι φάσεις και η εξέλιξη του Κρητικού Αγώνα την περίοδο 1821 -...

Οι φάσεις και η εξέλιξη του Κρητικού Αγώνα την περίοδο 1821 – 1828


Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,

Στα 1669 το νησί της Κρήτης πέφτει από τα χέρια των Βενετών σε αυτά των Οθωμανών, ύστερα από τον Ε΄ Βενετοθωμανικό Πόλεμο και από αυτή τη στιγμή αρχίζει η οθωμανική κυριαρχία στο τόπο. Έκτοτε θα αρχίσουν οι προσπάθειες για την αποτίναξη του ξένου ζυγού, άλλες με μικρότερη ένταση και άλλες με μεγαλύτερη. Η πρώτη αξιοσημείωτη κίνηση έρχεται το 1770, με τα Σφακιά και το Δασκαλογιάννη να είναι στο προσκήνιο. Όμως, οι προσπάθειές του δεν ευοδώθηκαν και ο ίδιος βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα χέρια των Οθωμανών.

Τα χρόνια κυλούν και βρισκόμαστε στις παραμονές της επανάστασης του 1821. Η Κρήτη, λόγω της μακρινής απόστασης, για τα δεδομένα της εποχής, δεν είχε πάντα άμεση επικοινωνία με τα κηρύγματα της Φιλικής Εταιρίας. Την 1η Σεπτεμβρίου 1816, ο Εμμανουήλ Βερνάρδος γίνεται ο πρώτος μυημένος που θα μετέφερε τα μηνύματα της Εταιρίας στο νησί. Σταδιακά, ο κύκλος των Φιλικών θα εξαπλωθεί στην Κρήτη, με τους Αναγνώστη, Μανουσογιαννάκη, Βαρνάβα Πάγκαλο, Μιχαήλ Κουρμούλη να είναι ορισμένοι από τους μυημένους.

Μόλις εκδηλώθηκε η επανάσταση στην Πελοπόννησο, οι Κρητικοί ετοιμάζονταν για τις δικές τους δράσεις. Για το λόγο αυτό, έλαβαν χώρα στα Σφακιά διάφορες συσκέψεις, μέσα στον Απρίλιο του 1821, για να χαραχθεί το σχέδιο δράσης. Στις 14 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε η πρώτη μάχη στο Λούλο Χανίων, δίνοντας έτσι το σύνθημα για την εκκίνηση του επαναστατικού αγώνα. Τα αντίποινα βέβαια δεν άργησαν να έρθουν και πέντε μέρες αργότερα οι Οθωμανοί σκότωσαν επισκόπους, μοναχούς και μοναχές των Χανίων, ενώ και ο απλός λαός είχε την ίδια μοίρα. Υπολογίζεται πως στην περιοχή αυτή εκείνες τις μέρες έχασαν τη ζωή τους 400 άνθρωποι. Οι βιαιότητες αυτές συνεχίστηκαν στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο. Μάλιστα, όταν έγιναν γνωστά στο λιμάνι του Ηρακλείου τα νέα της εκτέλεσης του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, η κατάσταση εκτραχύνθηκε περεταίρω και η σφαγή που ακολούθησε έμεινε στη συνείδηση του κόσμου χαραγμένη ως «ο μεγάλος αρπέντες». Πολλοί ιερωμένοι και μοναχοί έχασαν τη ζωή τους, ενώ συνολικά οι νεκροί στην περιοχή έφταναν τους 800 και θα ήταν περισσότεροι, εάν δεν παρέμβαιναν οι υποπρόξενοι της Γαλλίας και της Αγγλίας.

Ο Ιωάννης Δασκαλογιάννης. Πηγή εικόνας: hania.news

Ωστόσο, παρόλο το δύσκολο κλίμα που μόλις περιγράψαμε, δεν έλειπαν και οι νίκες των Κρητικών, όπως στην περίπτωση των Λάκκων Κυδωνίας, όπου στις 15 Ιουνίου ο πασάς των Χανίων Λατίφ ηττήθηκε με τους 5.000 άνδρες του να διασκορπίζονται, αφήνοντας πίσω τους πολύτιμα όπλα και πολεμοφόδια. Σύντομα, οι Οθωμανοί κατάλαβαν πως έπρεπε να στραφούν κατά των Σφακιών και έτσι οι πασάδες του νησιού συγκέντρωσαν μια δύναμη 8.000 στρατιωτών, που στο πέρασμά της επέφερε μεγάλες καταστροφές, με τις προσπάθειες αναχαίτισης να είναι μάταιες. Μόνο στα χωριά του Αποκόρωνα σκοτώθηκαν 3.000 άνθρωποι. Οι εκκλήσεις για βοήθεια προς τους υπόλοιπους Έλληνες δεν ευοδώθηκαν και στις 29 Αυγούστου μπήκαν στα Σφακιά λεηλατώντας τά, πιστεύοντας πως έτσι θα σταματούσαν την επανάσταση.

Μέσα στο Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 1821 το αγωνιστικό πνεύμα αναζωπυρώθηκε, πλέον όμως έγινε εμφανές πως χρειαζόταν μια ενιαία στρατιωτική και πολιτική διοίκηση. Απέστειλαν λοιπόν στο Δημήτριο Υψηλάντη το αίτημα για την εξεύρεση ενός προσώπου για τη θέση του Γενικού Διοικητή Κρήτης και ύστερα από πολλές συζητήσεις επελέχθηκε ο Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλης, που έφτασε στην Κρήτη το Νοέμβριο του 1821 και έμεινε εκεί για ένα χρόνο. Η επιλογή αυτή δεν ικανοποίησε τους ντόπιους, που θεωρούσαν πως ένας μη κάτοικος του νησιού δε θα μπορούσε να καταλάβει τα προβλήματα και τις ιδιαιτερότητες του τόπου, ενώ και οι στρατιωτικές του αποτυχίες και οι απόπειρες εξαγοράς του πληθυσμού με αξιώματα δεν ευνόησαν τη θέση του. Κατά την περίοδο του Αφεντούλη, οργανώθηκαν κάποιες συνελεύσεις στο νησί που εξέδωσαν ένα σύνταγμα και διάφορες προκηρύξεις, οι οποίες όμως δεν εφαρμόστηκαν.

Ο Μεχμέτ Αλή, διοικητής της Αιγύπτου. Έργο του Auguste Couder (1841). Λάδι σε καμβά. Εκτίθεται στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Για να περιορίσει τις δράσεις των Κρητικών ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ απευθύνθηκε στο Μωχάμετ Άλη (Μεχμέτ Αλή), βαλή της Αιγύπτου, για βοήθεια. Ο τελευταίος έστειλε το γαμπρό του Χασάν επικεφαλή στρατιωτικού σώματος, καθώς επιθυμούσε την επέκταση της κυριαρχίας του στην Κρήτη. Στις αρχές Ιουνίου 1822 ξεκίνησε τις πρώτες επιθέσεις κατά των επαναστατών σημειώνοντας αρκετές νίκες, αντιλήφθηκε όμως πως θα είχε ένα δύσκολο έργο, για αυτό ζήτησε από τους Κρήτες να παραδοθούν υποσχόμενος καλή μεταχείριση. Η πρότασή του έπεσε στο κενό και οι μάχες συνεχίστηκαν όλο το καλοκαίρι, με απώλειες και νίκες και για τις δυο πλευρές. Το φθινόπωρο το στρατόπεδο των Ελλήνων ήταν αντιμέτωπο με μια εσωτερική αναρχία, με τον Αφεντούλη να είναι σε δεινή θέση. Τελικά φυλακίστηκε και ζητήθηκε από απεσταλμένους στην Πελοπόννησο ο διορισμός του Εμμανουήλ Τομπάζη, πράγμα που έγινε. Όταν έφτασε στο νησί ως «Αρμοστής» πια το Μάιο του 1823, έφερε μαζί του 600 εθελοντές.

Ο θάνατος του Χασάν ανάγκασε τον Αλή να στείλει έναν άλλο γαμπρό του, το Χουσεΐν, και οι επιχειρήσεις φούντωσαν ξανά τον Ιούνιο του 1823. Σε συνέλευση που πραγματοποιήθηκε τον ίδιο μήνα από τους Κρήτες αποφασίστηκε η συγκέντρωση υπερεξουσιών στο πρόσωπο του Τομπάζη, πράγμα που μεγάλωσε τη δυσαρέσκεια των οπλαρχηγών και επέτεινε τη διχόνοια. Ο Χουσεΐν έθεσε ως βάση του το Ηράκλειο μαζί με τους 12.000 άνδρες του, ενώ ο Τομπάζης με τους 3.000 αγωνιστές επιχείρησαν μάταια να νικήσουν τους Οθωμανούς στις 20 Αυγούστου 1823 στη μάχη της Αμουργέλας. Έπειτα ο Χουσεΐν κατευθύνθηκε προς Ρέθυμνο. Τον Οκτώβριο πολιόρκησε το σπήλαιο του χωριού Μελιδόνι, όπου είχαν βρει καταφύγιο 400 Κρητικοί (άνδρες, γυναίκες και παιδιά), εκ των οποίων μόνο οι 30 έφεραν όπλα και ύστερα από 3 μήνες αντίστασης βρήκαν τραγικό θάνατο από ασφυξία, αφού οι Οθωμανοί έριξαν μέσα στο σπήλαιο εύφλεκτα υλικά.

Ο Καπετάνιος Εμμανουήλ Τομπάζης. Λιθογραφία του Boehringer (περ. 1825). Ανήκει στη Συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Η επιδείνωση της θέσης των Κρητικών ανάγκασε τον Αρμοστή να ζητήσει βοήθεια από την ηπειρωτική Ελλάδα, ωστόσο οι εμφύλιες διαμάχες που επικρατούσαν, εμπόδισαν την υλοποίηση του αιτήματος. Το Μάρτιο του 1824 τα Σφακιά θα πέσουν στα χέρια των μουσουλμάνων και πολλοί επέλεξαν να υποταχτούν, ενώ περίπου 12.000 άμαχοι κατάφεραν να φύγουν από τα τριγύρω λιμάνια. Στις 12 Απριλίου αποχώρησε από το νησί και ο Τομπάζης με την επανάσταση να σιγεί, όμως ο Χουσεΐν προς έκπληξη όλων προχώρησε σε γενική αμνηστία. Όσοι αντιστάθηκαν και έγιναν αντάρτες, κυνηγήθηκαν αλύπητα.

Το επαναστατικό πνεύμα δεν έμεινε για πολύ σβηστό, έτσι μια μερίδα Κρητικών που είχαν καταφύγει στη Πελοπόννησο και μάχονταν εκεί αποφάσισαν να οργανωθούν και να επαναφέρουν τη δράση στο νησί τους, με τους Εμμανουήλ Αντωνιάδη και Δημήτριο Καλλέργη να είναι επικεφαλείς. Αρχικά στράφηκαν προς το νησάκι της Γραμβούσας (βορειοδυτικά της Κρήτης) που διέθετε νερό, σιτηρά, αλλά και ένα οχηρό, καθιστώντας το ένα πρώτης τάξεως μέρος για να καταφύγουν. Η μικρή παρουσία Οθωμανών πάνω σε αυτό συνέβαλε στην ευκολότερη κατάληψή του. Οι ισχυροί άνεμοι που επικρατούσαν προς τα τέλη Ιουλίου και αρχές Αυγούστου δεν ευνοούσαν την προσάραξη των πλοίων, έτσι μια ομάδα 6-7 ανδρών, που γνώριζαν καλά τα τούρκικα, προσποιήθηκαν πως είναι Οθωμανοί και αφού εξαπάτησαν το φρούραρχο, εισήλθαν μέσα στο κάστρο καταλαμβάνοντάς το στις αρχές Αυγούστου 1825. Παράλληλα, μια άλλη ομάδα την ίδια μέρα κατέλαβε το φρούριο της Κισάμου.

Πανοραμική άποψη του Φρουρίου της Γραμβούσας. Πηγή εικόνας: kastra.eu

Η διοίκηση της Κρήτης πέρασε από τα χέρια του Χουσεΐν σε αυτά του Μουσταφά. Ο τελευταίος, προκειμένου να λύση την κατάληψη του μικρού αυτού νησιού, κινήθηκε με 2.000 στρατιώτες εναντίον τους, αλλά δεν είχε επιτυχές αποτέλεσμα. Ωστόσο, ούτε οι επαναστάτες μπόρεσαν να εξαπλώσουν την κυριαρχία τους και έμειναν στη Γραμβούσα για 2 έτη, ζώντας από την πειρατεία. Για ν’ αναθερμανθεί ο αγώνας στην Κρήτη εστάλη ένα σώμα 1.100 ανδρών. Αργότερα στις 20 Νοεμβρίου 1827 μια στρατιά με επικεφαλής τον Ιωάννη Χάλη στράφηκε κατά του Αγίου Νικολάου, τρέποντας σε φυγή του Οθωμανούς της περιοχής, που κατευθύνθηκαν προς το Ηράκλειο. Ταυτόχρονα, η αποστολή άλλων 3.000 ανδρών ενίσχυε τη θέση των Ελλήνων, όμως η έλλειψη μια κεντρικής διοίκησης και οργάνωσης αποτέλεσε αρνητικό έρεισμα. Το αποτέλεσμα ήταν η υποχώρηση των δυνάμεων, είτε στη Γραμβούσα είτε στα βουνά στις 9 Δεκεμβρίου, ύστερα από επίθεση των Οθωμανών.

Η παρουσία του Καποδίστρια στον ελλαδικό χώρα σήμαινε και το τέλος της πειρατείας, γι’ αυτό στράφηκε στο νησάκι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος με τον αγγλικό και γαλλικό στόλο, με σκοπό να καταστρέψει τα πειρατικά πλοία. Το κάστρο παραδόθηκε τελικά στον Άγγλο Στρατηγό Ουρκουάρτ.

Καθ’ όλη την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1828, οι αγώνες ήταν σε εξέλιξη, με μάχες στη Μεσαρά, τη μονή της Οδηγήτριας κ.α. Τον Αύγουστο ο θάνατος του γενίτσαρου Αγριολίδη προκάλεσε την οργή των μουσουλμάνων του Ηρακλείου, που προχώρησαν σε απηνείς διώξεις με συνέπια το θάνατο 800 χριστιανών. Η τροπή που είχε πάρει ο αγώνας της Κρήτης με τις ωμές αυτές ενέργειες θορύβησαν τις Μεγάλες Δυνάμεις, που έφτασαν τον Οκτώβριο στο λιμάνι της Σούδας για να επιβάλουν την τάξη. Αυτό το γεγονός έδωσε στον Καποδίστρια την ευκαιρία τον επόμενο μήνα να οδηγήσει στη Σητεία τον Εμμανουήλ Τομπάζη για να την καταλάβουν, πράγμα που έγινε. Όμως, οι επαναστάτες επαναπαυθήκαν και μόλις οι Οθωμανοί αντεπιτέθηκαν με 4.000 άνδρες, επανάκτησαν τη Σητεία. Οι πρώτοι μήνες του 1829 συνεχίστηκαν με την ύπαρξη κάποιων μικρών επαναστατικών εστιών, αλλά και αυτές έτειναν να σβήσουν.

Προσωπογραφία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Έργο αγνώστου Ευρωπαίου ζωγράφου. Ελαιογραφία. Ανήκει στη Συλλογή του Μουσείου Μπενάκη των Αθηνών. Πηγή εικόνας: benaki.org

Το κράτος που δημιουργήθηκε το 1830 δεν περιλάμβανε, ως γνωστόν, την πολύπαθη Κρήτη. Η μοίρα των κατοίκων του νησιού πέρασε στα χέρια του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, που προσπάθησε να επιφέρει την ηρεμία για να μην αναζωπυρωθούν πάλι οι επαναστατικές εστίες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Συλλογικό έργο (1975), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Η Ελληνική Επανάσταση και η Ίδρυση του Ελληνικού Κράτους 1821-1832 Τόμος ΙΒ΄. Αθήνα:Εκδοτική Αθηνών.
  • Α. Ε. Βακαλόπουλος (1982), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση 1821-1829, Τόμος ΣΤ΄ Η Εσωτερική Κρίση 1822-1825. Αθήνα:Εκδοτ. Οίκος Αναστάσιου Σταμούλη
  • Α. Ε. Βακαλόπουλος (1982), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση 1821-1829, Τόμος Ζ΄ Ο Αφρικάνικος Σιμούν στην Ελλάδα ή Η Επιδρομή του Ιμπραήμ. Αθήνα:Εκδοτ. Οίκος Αναστάσιου Σταμούλη.
  • Ε. Γ. Χαλκιαδάκης, ‘Η Επανάσταση του Δασκαλόγιαννη και οι Κρητικές Επαναστάσεις του 19ου αιώνα’ σε Συλλογ. Έργο (2013) Κρητολογικά Γράμματα  
  • Γ. Τ. Τσερεβελάκης (s. d.), Ιστορία των Κρητικών Επαναστάσεων, Βενετοκρατία-Τουρκοκρατία

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Σαλπιγγίδης, Σύμβουλος Διοίκησης
Γιώργος Σαλπιγγίδης, Σύμβουλος Διοίκησης
Γεννημένος στην Αθήνα το 1999. Φοιτητής του Τμήματος Ιστορία, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών, της Καλαμάτας. Λάτρης της Βυζαντινής και Νεότερης Ιστορίας, του αρχαίου θεάτρου, του βιβλίου και της μαγειρικής.