17.6 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΘέατροΚι αν σε κατάπινε το πάτωμα;

Κι αν σε κατάπινε το πάτωμα;


Της Σοφίας Πεχλιβανίδου,

Όταν παρακολουθείς μια παράσταση σε εντυπωσιάζουν πολλά πράγματα. Τα σκηνικά, ο φωτισμός, η μουσική, η σκηνοθεσία, η υποκριτική ικανότητα των ηθοποιών είναι στοιχεία μιας θεατρικής παραγωγής που παρατηρούμε ως θεατές και αποτελούν αφορμές συζήτησης για το πόσο καλή ή κακή ήταν μια παράσταση. Κάτι ανάλογο συμβαίνει τον τελευταίο χρόνο και διαδικτυακά, δεδομένου ότι μπορούμε να παρακολουθήσουμε θεατρικές παραστάσεις μέσω livestreaming. Όταν όμως μια θεατρική παράσταση διατίθεται ραδιοφωνικά στο κοινό, τι συμβαίνει; Ακούς μόνο τις φωνές των ηθοποιών, επεξεργάζεσαι την εκφορά ενός κειμένου χωρίς σκηνικά, χωρίς φώτα, χωρίς μουσική, χωρίς καν να μπορείς να δεις τους ηθοποιούς στους ρόλους που υποδύονται. Κάπως έτσι ξεκινά ένα ταξίδι φαντασίας.

Ένα «ταξίδι» είναι άλλωστε και το θέατρο σε όλες του τις μορφές. Ταξιδεύεις σε μέρη που ποτέ σου δεν πήγες, σε μέρη που δεν ήθελες ποτέ σου να δεις, γνωρίζεις ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι φίλοι σου -ή ακόμη και εχθροί σου-, έρωτές σου ή απογοητεύσεις των προσδοκιών σου, χαρακτήρες που θυμίζουν κάτι από εσένα και κουμπώνουν κάπου, σε ένα κομμάτι του πιο εσωτερικού εαυτού σου. Όταν αυτό, λοιπόν, έχεις την ευκαιρία μόνο να το ακούς και όχι να το βλέπεις καλείσαι να επιστρατεύσεις όλη σου τη φαντασία, να δημιουργήσεις δικές σου μοναδικές εικόνες, να δώσεις σάρκα και οστά σε πρόσωπα, να φτιάξεις τη δική σου σκηνή, τα δικά σου φώτα, να επενδύσεις τα λόγια που ακούς με τις πιο μαγευτικές μουσικές που θα σε πηγαίνουν εκεί ακριβώς που συντελείται η θεατρική πράξη. Θα βρίσκεσαι ανάμεσα στους ηθοποιούς σαν τον αόρατο θεατή που βλέπει παντού, ακόμη και στα πιο σκοτεινά σημεία του κάθε χαρακτήρα – συναρπαστικό, δε βρίσκεις;

Πηγή φωτογραφίας: monopoly.gr

Σε ένα τέτοιο «ταξίδι» με οδήγησε η παράσταση «Το πάτωμα» της Ζέτης Φίτσιου, σε σκηνοθεσία του Ανδρέα Φλουράκη, όπου μεταξύ των πρωταγωνιστών, Πέτρου Λαγούτη και Πάνου Βλάχου, διαμείβεται ένας διάλογος χαρακτήρων που εναλλάσσονται με μοναδικό χώρισμα ανάμεσά τους το πάτωμα. Σε τριάντα λεπτά η Ζέτη Φίτσιου καταφέρνει μέσω του κειμένου της να θίξει ζητήματα ζωής, αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπο, πόνου και ψυχικής κατάπτωσης, αλλά και αλαζονείας, σκληρότητας, κοινωνικής απομόνωσης, ρατσισμού, ωχαδερφισμού και άρνησης συνειδητοποίησης του πόσο εύκολα αλλάζουν οι ρόλοι και ο θύτης γίνεται θύμα, ο χρήσιμος άχρηστος, ο δυνατός αδύναμος, ο καλός κακός και αντίστροφα. Και όλα αυτά συντελούνται σε έναν χώρο που κανείς δεν βλέπει: το πάτωμα.

Τα ερωτήματα που τίθενται, ακούγοντας τη συγκεκριμένη παράσταση, είναι: «Τι θα γινόταν αν σε κατάπινε το πάτωμα; Υπάρχει όντως πάτωμα; Και τι σημαίνει «πάτωμα» για τον καθένα από εμάς; Πόσο εύκολα ή δύσκολα πέφτει κάποιος στο πάτωμα, για ποιον λόγο και με ποιον τρόπο μπορείς να βρεθείς κάτω από αυτό; Φταις εσύ; Φταίει η κοινωνία, ο διπλανός σου, τα λάθη σου, τα λάθη του, τα λάθη σας ή μήπως τα σωστά και των δύο;». Δύσκολα ερωτήματα για να απαντηθούν, πράγματι, εύκολα όμως στο να προβληματίσουν κάθε ακροατή.

Πηγή φωτογραφίας: ogdoo.gr

Η παράσταση κλείνει με τον έναν από τους δύο πρωταγωνιστές να αναρωτιέται: «Είσαι ακόμη εδώ; Είσαι ακόμη εδώ; Με ακούς;» και να συνεχίζει, μονολογώντας πια, λέγοντας: «[…] Νιώθω τόσο εξαντλημένος, καλύτερα να ξαπλώσω λίγο να ξεκουραστώ. Ναι, να ξεκουραστώ. Κι όταν ξεκουραστώ ίσως καταφέρω να σκαρφαλώσω, να ξεκουραστώ όμως λίγο πρώτα, μόνο για μια στιγμή, κι ύστερα θα τα καταφέρω! […] Πώς φοβάμαι να μείνω μόνος; Αλλά γιατί να φοβάμαι; Αυτό το μέρος είναι ήσυχο, ίσως εδώ μέσα καταφέρω να με αναγνωρίσω, να με γνωρίσω κι ίσως τότε βοηθήσω μόνος μου τον εαυτό μου. Ίσως πείσω το πάτωμα να ανοίξει χωρίς τη βοήθεια κάποιου άλλου […]». Σε αυτόν τον μονόλογο ο πρωταγωνιστής διατρανώνει σε ένα μόλις λεπτό την απόγνωση, τη μοναξιά, την κόπωση που νιώθει κάποιος όταν κάποια στιγμή στη ζωή του βρίσκεται στο δικό του «πάτωμα», όποιο κι αν είναι αυτό, ενώ ταυτόχρονα γίνεται σαφής η ανάγκη να πιστέψει ότι κάποια στιγμή, με κάποιον τρόπο που ακόμη δεν έχει σκεφτεί, για κάποιον λόγο θα ξεκολλήσει τα πόδια του, θα αποκτήσει αρκετή δύναμη ώστε να αναγκάσει το πάτωμα να ανοίξει για εκείνον και να ξαναφτάσει στο φως. Κι αν αυτό το καταφέρει μόνος του, θα είναι μια νίκη, αν, ωστόσο, το καταφέρει με τη βοήθεια κάποιου άλλου που θα τον πείσει να τον βοηθήσει να ανέβει από το πάτωμα, τότε μάλλον η νίκη θα είναι ακόμη μεγαλύτερη, γιατί τελικά το να σε σηκώνει κάποιος από το πάτωμα, προσφέροντάς σου τη βοήθειά του, ενδέχεται να μην τον καθιστά δυνατότερο, αλλά πιο ισότιμο από ποτέ. Άλλωστε, δεν υπάρχει κανείς να διαβεβαιώσει τον εκάστοτε δυνατό ότι στο επόμενο βήμα δεν θα καταπιεί εκείνον το πάτωμα.

Πηγή φωτογραφίας: Aρκαδικά Νέα

Η παράσταση συνεχίζει να διατίθεται στο κοινό δωρεάν και διαδικτυακά μέσω του ιστότοπου: https://iroes.art/


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Πεχλιβανίδου
Σοφία Πεχλιβανίδου
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτη του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με εξειδίκευση στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, απόφοιτη της Σχολής Ζαχαροπλαστικής La Chef στη Θεσσαλονίκη και φοιτήτρια του Εργαστηρίου Γλυπτικής του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά και Γερμανικά. Ασχολείται με την καλλιτεχνική ζαχαροπλαστική και ερασιτεχνικά με το θέατρο ως ηθοποιός και ως σκηνογράφος. Αγαπάει τα ταξίδια, τη μουσική, τη λογοτεχνία, ενώ στον ελεύθερο χρόνο της επισκέπτεται μουσεία και χώρους τέχνης και ασχολείται με τη συγγραφή, γεγονός που την ώθησε στην αρθρογραφία.