Της Μαρίας Κόλλια,
Η στρατιωτική οργάνωση Hezbollah, που δραστηριοποιείται στον Λίβανο και έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην υποστήριξη του καθεστώτος του Σύριου Προέδρου Bashar al-Assad, φέρει σημαντικό μερίδιο ευθύνης στην οικονομική κατάρρευση της χώρας. Ωστόσο, παρατηρείται πως η ύφεση αυτή έχει προκαλέσει δυσμενείς επιπτώσεις τόσο στο λιβανέζικο όσο και στο λαό της Συρίας.
Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί πως η λιβανέζικη οικονομία δε λειτουργούσε αποτελεσματικά ούτε πριν το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Ανέκαθεν, οι εισαγωγές της ξεπερνούσαν κατά πολύ τις εξαγωγές, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός υψηλότατου χρέους, στην κάλυψη του οποίου απέβλεπαν και εξακολουθούν να αποβλέπουν σχεδόν όλες οι κυβερνητικές δαπάνες. Επίσης, η υποτίμηση του λιβανέζικου νομίσματος έχει οδηγήσει κι αυτή με τη σειρά της σε πληθωρισμό άνευ προηγουμένου.
Βέβαια, αφ’ ης ξεκίνησε η εμφύλια σύρραξη στη Συρία μεταξύ κυβερνήσεως και αντικαθεστωτικών το 2011, η οικονομική κατάσταση του Λιβάνου έχει επιδεινωθεί, δεδομένου ότι επιδοτεί περισσότερα καύσιμα και σιτάρι από ό,τι χρειάζεται πραγματικά, ούτως ώστε να διακινήσει το πλεόνασμα λαθραία στην όμορη χώρα. Είναι ακόμα ευρέως γνωστό ότι μέρος του εγχώριου νομίσματος προσφέρεται για να καλύψει ανάγκες της Συρίας. H εσωτερική πολιτική διαίρεση σημαντικών πολιτικών φιγούρων αλλά και παραγόντων γενικότερα στον Λίβανο υπονομεύει εξίσου την επίλυση του οικονομικού προβλήματος.
Παρά το γεγονός ότι ο λιβανέζικος λαός έχει διαμαρτυρηθεί πολλάκις, θεωρώντας πως υφίσταται τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις εξαιτίας της αρωγής προς την Συρία, πρακτικά είναι εξαιρετικά δύσκολο να εμποδισθεί το λαθρεμπόριο λόγω της γειτνίασης. Εκτός αυτού όμως, οι περίπλοκοι πολιτικοί και ιστορικοί δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών, κάνουν τη συνεργασία αυτή αγαστή, θεωρώντας τη Συρία ως το μοναδικό σύμμαχο στη περιοχή, καθώς το Ισραήλ, η δεύτερη χώρα που συνορεύει δηλαδή με τον Λίβανο, αποτελεί εδώ και χρόνια στρατηγικό αντίπαλο. Επομένως, εκτιμάται πως αυτού του είδους η «ενίσχυση» πρόκειται να σταματήσει μόνον όταν τα πράγματα φτάσουν σε ένα -ακόμη περισσότερο- οριακό σημείο στη λιβανέζικη οικονομία.
Πόσο ακόμη να στενέψουν, όμως, τα περιθώρια στη λιβανέζικη οικονομία;
Η κυβέρνηση έχει αναγκασθεί να ζητά περαιτέρω δάνεια, δίχως να μπορεί να καλύψει τα ήδη υπάρχοντα, από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την ίδρυση ενός ταμείου επισιτιστικής ασφάλειας προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα μαζικού λιμού. Ταυτόχρονα, στις πιο φτωχές περιοχές της χώρας, φιλανθρωπικές οργανώσεις έχουν αναλάβει τη διανομή λίγων φετών ψωμιού σε κάθε σπίτι, καθώς οι άνθρωποι αδυνατούν να βρουν κάποια εργασία και αδυνατούν να εξασφαλίσουν τον επισιτισμό και κατ’ επέκταση την επιβίωσή τους. Επιπρόσθετα, οι υποδομές δεν λειτουργούν ορθά, με πολλές οικογένειες να έχουν συχνές διακοπές ρεύματος, ως αποτέλεσμα ενός απαρχαιωμένου συστήματος ηλεκτροδότησης.
Μέσα σε όλη αυτήν την κατάσταση, δεν προκαλεί καμία έκπληξη η εμφάνιση ενός νέου κύματος μετανάστευσης των Λιβανέζων, πρακτική ιδιαίτερα προσφιλής σε περιόδους κρίσεων. Μάλιστα, η επιλογή της εγκατάλειψης των πατρογονικών εστιών γίνεται σε αρκετές περιπτώσεις τελείως συνειδητά, γεγονός που αποδεικνύεται από την απόκτηση διπλής υπηκοότητας ή τις καταθέσεις σε ξένες τράπεζες από τους Λιβανέζους. Ωστόσο, οι διασυνοριακές μετακινήσεις είναι πλέον αρκετά ριψοκίνδυνες, πολλώ δε μάλλον στην εποχή του κορωνοϊού. Οι κάτοικοι του Λιβάνου κατευθύνονται προς την Κύπρο μέσω της Μεσογείου θάλασσας, πραγματοποιώντας ένα ταξίδι εξαιρετικά επίφοβο με τον κίνδυνο της απέλασης να ελλοχεύει. Κι όλα αυτά γιατί πιστεύουν πως η οικονομική κατάσταση στη χώρα τους θα χειροτερεύσει.
Οι Σύριοι πρόσφυγες στον Λίβανο ανήκουν στους πρώτους που έχουν επιβαρυνθεί από τη λιβανέζικη οικονομική κρίση, διότι αποτελούν ευάλωτη ομάδα. Αν και η Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες (United Nations High Commissioner for Refugees-UNHCR) προσφέρει ένα συμβολικό ποσό σε καθέναν σε μηνιαία βάση για να καλύψουν τα έξοδά τους, πλέον με την αύξηση των τιμών στα αγαθά και την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος αδυνατούν να εξασφαλίσουν μέχρι και τα βασικά. Ακόμη, το γεγονός πως δεν έχουν άδεια εργασίας και αναγκάζονται να δουλεύουν χωρίς επίσημες συμβάσεις, καθιστά αβέβαιο το μέλλον τους σε εταιρείες που ουσιαστικά παλεύουν για την λειτουργία τους. Τέλος, όλο και περισσότεροι πρόσφυγες αναγκάζονται να μεταναστεύσουν για δεύτερη φορά στη ζωή τους, με κατεύθυνση την Κύπρο ή την πατρίδα τους, τη Συρία, όπου όχι μόνο δεν έχουν εξασφαλισμένη κατοικία αλλά θέτουν και τη σωματική ακεραιότητά τους σε κίνδυνο, μεσούσης της εμπόλεμης κατάστασης.
Συμπερασματικά, η λιβανέζικη οικονομική ύφεση έχει οδηγήσει το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού στο όριο της φτώχειας, αδυνατώντας να ευημερήσει, πόσο μάλλον να μακροημερεύσει. Παρατηρείται επίσης, πως ενώ η κρίση δε φαίνεται να σταματά την ενίσχυση προς τη γειτονική Συρία, οι ίδιοι οι Σύριοι επιβαρύνονται σε τεράστιο βαθμό από αυτήν. Επομένως, είναι αδήριτη ανάγκη να γίνουν όλες οι δυνατές προσπάθειες τόσο από πλευρά κυβερνήσεως όσο και από την πλευρά της διεθνούς κοινότητας με την μορφή έμπρακτης βοήθειας, ώστε ο αντίκτυπός της να μειωθεί στο βαθμό του εφικτού, αφού η εξάλειψη της κρίσης καθίσταται πρακτικώς αδύνατη, τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Lebanon’s financial crisis hits Syrian refugees hard, The New Humanitarian, διαθέσιμο εδώ
-
Explainer: Why is Lebanon in an economic and political mess?, Reuters, διαθέσιμο εδώ
-
Lebanon’s fate appears to be irreversibly tied to Syria, Atlantic Council, διαθέσιμο εδώ
-
‘Stop Smuggling to Syria,’ Demand the Lebanese People, Inside Arabia, διαθέσιμο εδώ