20.4 C
Athens
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΗ αμφιλεγόμενη στάση του Σάββα Φωκιανού

Η αμφιλεγόμενη στάση του Σάββα Φωκιανού


Του Νίκου Μελιτσιώτη,

Με την έκρηξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε συγκεντρώσει γύρω του ένα σύνολο αξιόλογων ανδρών, οι οποίοι μαζί με τα αδέρφια του Νικόλαο και Γεώργιο, αποτέλεσαν τους αρχηγούς των στρατιωτικών σωμάτων, από τα οποία αποτελείτο ο επαναστατικός στρατός. Στο επιτελείο αυτό ξεχωρίζουν τα ονόματα του Γιωργάκη Ολύμπιου, του Ιωάννη Φαρμάκη, του Γεωργίου Καντακουζηνού, διοικητή του Ιερού Λόχου, καθώς επίσης και του Μιχαήλ Σούτσου, ηγεμόνα της Βλαχίας, ο οποίος αφιερώθηκε ολόψυχα στις προσπάθειες για τελεσφόρηση της Επανάστασης. Δύο ακόμη ονόματα, τα οποία δυστυχώς ξεχώρισαν δια της αμφιλεγόμενης στάσης που κράτησαν, ήταν ο Τούντορ Βλαντιμιρέσκου και ο Σάββας Καμινάρης – Φωκιανός.

Ο Σάββας Φωκιανός γεννήθηκε στην Πάτμο το 1785 και σπούδασε στη φημισμένη Πατμιάδα Σχολή. Στα τέλη του 19ου αιώνα, φτάνει στη Μολδοβλαχία. Εκεί, αναπτύσσει σχέσεις με το Μέγα Δραγουμάνο της Υψηλής Πύλης Σκαρλάτο Καλλιμάχη, ενώ σύντομα αναρριχάται στα στρατιωτικά αξιώματα της Υψηλής Πύλης. Μάλιστα το προσωνύμιο Καμινάρης το έλαβε από το αξίωμα του καμινάρη, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τους φόρους του κρασιού, του καπνού και των οινοπνευματωδών ποτών. Σύντομα ανέλαβε καίριες θέσεις, πολεμώντας ενάντια στους Τούρκους αυτονομιστές και στον πασά του Βιδινίου Πασβάνογλου. Ξεχώρισε για τη μαχητικότητα και την ανδρεία του, για την οποία προήχθη στο βαθμό του Χιλίαρχου αρχικά, του Συνταγματάρχη στη συνέχεια.

Η μύησή του στη Φιλική Εταιρεία συνοδεύτηκε από επιφυλακτικότητα, καθώς ο ίδιος ήθελε να είναι απόλυτα σίγουρος για την οργανωτική αρτιότητα, πριν συμμετάσχει σε εξεγέρσεις. Προσωρινά πείστηκε από τις διαβεβαιώσεις των Φιλικών για τη σύμπραξη και τη συμμετοχή της Ρωσίας στην Επανάσταση. Η διάβαση του Προύθου από τον Υψηλάντη, στις 22 Φεβρουαρίου 1821, βρίσκει το Σάββα επικεφαλή 1000 Αρναούτων ιππέων. Στις πρώτες φάσεις στάθηκε στο πλευρό του Υψηλάντη, διαβεβαιώνοντάς τον για την αφοσίωσή του.

Τα προβλήματα στις σχέσεις των δύο ανδρών ξεκινούν μετά την κατάληψη του Βουκουρεστίου από τις δυνάμεις των Ελλήνων και την προσωρινή, όπως φάνηκε, συνύπαρξη με το Βλαντιμιρέσκου. Αν και αρχικά ο Ρουμάνος επαναστάτης είχε συμφωνήσει στη σύμπραξη με τον Υψηλάντη, η ελλιπής οργάνωση του στρατού, η απειθαρχία, καθώς και ο διαφορετικός χαρακτήρας του κινήματος του Βλαντιμιρέσκου, οδήγησε στη δημιουργία ψυχρού κλίματος μεταξύ τους, γεγονός που επηρέασε και το Φωκιανό. Χαρακτηριστικό της ψυχρότητας αυτής αποτελεί το γεγονός, πως σε μια από τις τελευταίες συναντήσεις τους, ο Βλαντιμιρέσκου δέχτηκε να μιλήσει με τον Υψηλάντη, μόνο αν έπαιρνε ως όμηρο το Φωκιανό, προκειμένου να διασφαλίσει την ακεραιότητά του.

Ένα ακόμη γεγονός, το οποίο έκοψε τα φτερά των επαναστατών, ήταν η αποκήρυξη του επαναστατικού κινήματος του Υψηλάντη από τον Τσάρο της Ρωσίας, Αλέξανδρο Α΄, ο οποίος απέλυσε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη από το ρωσικό στρατό, δήλωσε, μέσω του πρέσβη της στην Οθωμανική Αυτοκρατορία βαρόνου Στρογγάνωφ, πως ουδεμία σχέση έχει με την επανάσταση και διέταξε τον αρχηγό των ρωσικών δυνάμεων στη Βεσσαραβία Βιτγκενστάιν να τηρήσει αυστηρή ουδετερότητα.

Ο Υψηλάντης έλαβε την επιστολή, γραμμένη από τον ίδιο τον Ιωάννη Καποδίστρια, με τα δυσάρεστα γεγονότα στις 14/26 Μαρτίου 1821. Στη σύσκεψη που ακολούθησε στην Κολεντίνα, η απογοήτευση είναι διάχυτη, με τους αξιωματούχους και τους οπλαρχηγούς που είχαν προστρέξει στο επαναστατικό στρατόπεδο να ζητούν εξηγήσεις, ρωτώντας πως είναι δυνατόν η Ρωσία να βρίσκεται στο πλευρό τους. Ο Σάββας με τη σειρά του ζήτησε εξηγήσεις από τον Υψηλάντη. Ο ηγέτης της Επανάστασης απάντησε πως οι δυνάμεις μας είναι αυτές, στις οποίες θα πρέπει να στηριχτούμε πρώτα για να ξεκινήσουμε, και η βοήθεια θα έρθει μόλις την κερδίσουμε, μέσα από του αγώνες μας. Λόγια σοφά, τα οποία όμως δεν ικανοποίησαν το Φωκιανό. Ούτε οι εξηγήσεις βασισμένες σε αριθμούς και σχέδια, τις οποίες του παράθεσε ο γιατρός Στέφανος Κανέλλος κατάφεραν να διώξουν τις δεύτερες σκέψεις από το νου του.

O Σκαρλάτος Καλλιμάχης. Πηγή/Φωτιάδης (1977)

Τις επόμενες μέρες μετά την είδηση αυτή επικρατεί χάος στο στρατόπεδο των επαναστατών. Οι άντρες, τόσο του Βλαντιμιρέσκου όσο και του Υψηλάντη, απείθαρχοι και ανοργάνωτοι, επιδίδονται σε λεηλασίες και καταστροφές, με τον αρχηγό της Πολιτοφυλακής Φωκιανό να μην κάνει καμία ενέργεια προς καταστολή των ταραχών. Αφού όλα τα μέτρα που έλαβαν οι δύο ηγέτες δεν απέδωσαν καρπούς και υπό την απειλή πλέον μιας Τουρκικής επίθεσης, ο Υψηλάντης αναχωρεί, στις 12 Απριλίου από την Κολεντίνα και στρατοπεδεύει, με 3000 άνδρες, στο Τιργοβίτσι και στο Κιμπολούγγι, στις 13 Απριλίου.

Ο Σάββας Φωκιανός δεν ακολούθησε τον κύριο όγκο του στρατού, παρά έμεινε, όπως και ο Βλαντιμιρέσκου, στο Βουκουρέστι, με την πρόφαση πως θα λειτουργούσε ως εμπροσθοφυλακή. Να σημειωθεί εδώ, πως παρά το γεγονός ότι οι κινήσεις των δύο προαναφερθέντων ανδρών παρουσιάζουν κοινή κατεύθυνση, μεταξύ τους κυριαρχούν εχθρικά αισθήματα. Μάλιστα, ο Φωκιανός θα φτάσει στο σημείο να συκοφαντήσει το Βλαντιμιρέσκου στον Υψηλάντη. Εντούτοις, παρακολουθεί τις συνεννοήσεις του Βλαντιμιρέσκου με τους Τούρκους, καθώς ο Ρουμάνος επαναστάτης προσπαθούσε να βρει μια πολιτική λύση, και ξεκινά και αυτός τις επαφές. Βέβαια για τις κινήσεις αυτές ήταν ενήμερη η ηγεσία των επαναστατών, με την ανησυχία τους να μεγαλώνει. Να σημειωθεί πως ήδη από τις αρχές Απριλίου, οι επαφές των 2 ανδρών με το Τιργοβίτσι έχουν αραιώσει σε μεγάλο βαθμό, παρά τις αμφίβολες διαβεβαιώσεις τους πως είναι πιστοί σε αυτούς. Στην πραγματικότητα ο Βλαντιμιρέσκου κρατούσε ίσες αποστάσεις, διαχωρίζοντας τη θέση του από τον Υψηλάντη, αλλά αρνούμενος να παραδώσει τα όπλα. Όπως και ο Φωκιανός, καιροσκοπούσε περιμένοντας την έκβαση των γεγονότων, θέλοντας να πάρουν το μέρος των νικητών.

Με την είσοδο των Οθωμανικών στρατευμάτων στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, οι δύο άνδρες, πανικόβλητοι και θέλοντας να διαχωρίσουν τη θέση τους από τον Υψηλάντη, σηκώνουν ο καθένας δικό τους μπαϊράκι. Την 1η Μαΐου, την ίδια ώρα που διεξαγόταν η μάχη του Γαλατσίου, οι Τούρκοι εισέρχονται στη Βλαχία και κατευθύνονται προς το Βουκουρέστι. Οι δύο υπερασπιστές του βλέπουν τη φυγή ως τη μόνη λύση, με το Βλαντιμιρέσκου να κατευθύνεται προς το Γκολέστι, όπου βρισκόταν ο Γιωργάκης Ολύμπιος, και ο Σάββας πήγε στο Τιργοβίτσι, όπου και συνέχισε να κατηγορεί το Βλαντιμιρέσκου, επιθυμώντας πιθανόν να δημιουργήσει έριδες μεταξύ των δύο ανδρών.

Μετά την κατάληψη του Βουκουρεστίου, οι Τούρκοι στράφηκαν προς το μοναστήρι του Νοτσέτου, το οποίο υπερασπιζόταν ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης, γνωστός και με το προσωνύμιο Ντασκούλας. Αφού απέκρουσε την πρώτη επίθεση και προβλέποντας την επάνοδο του εχθρού, ζητά ενισχύσεις από το Τιργοβίτσι. Ανταποκρινόμενος, ο Υψηλάντης στέλνει τον Ορφανό, το Σέρβο αρχιμανδρίτη και το Δούκα, με αρκετές δυνάμεις να συντρέξουν στην υπεράσπιση της θέσης. Οι δύο πρώτοι έκαναν το χρέος τους και κατάφεραν, μαζί με τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους, να αποκρούσουν επιτυχώς τους εχθρούς. Όμως ο Δούκας, προτιμώντας την οδό της ατιμίας, δεν έτρεξε προς τη μάχη αλλά πίσω στο στρατόπεδο, διαμηνύοντας έντρομος πως ήταν ο μόνος από τους υπερασπιστές που επέζησε της επέλασης των Τούρκων.

Στον πανικό και στη φυγή που ακολούθησε, μιας και το μοναστήρι, που φαινομενικά κατέλαβαν οι Τούρκοι, ήταν τρεις ώρες μακριά από το στρατόπεδο και, συνεπώς, η άμυνα είχε διασπαστεί, ο Σάββας Φωκιανός πήρε την απόφασή του. Όσο οι σύντροφοι του έτρεχαν αλλόφρονες, παρατώντας εφόδια και υποζύγια, προς το Λουτσένι, ο ίδιος με τη δύναμή του, αυτομόλησε στο ασκέρι του Κεχαγιά Μπέη και, παίρνοντας μαζί του 2000 ακόμη ιππείς υπό τον Ταχήρ Αγά, έσπευσε να προλάβει τους υποχωρούντες επαναστάτες. Προλαβαίνοντας την οπισθοφυλακή τους, η οποία διάβαινε το ποτάμι Δουμποβίστα, αιχμαλώτισε και αποκεφάλισε 20, ενώ άλλοι 60 πνίγηκαν στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν.

Η σφαγή του Σάββα Φωκιανού και της Σωματοφυλακής του. Εκτίθεται στο Εθν. Ιστορ. Μουσείο Πηγή/Φωτιάδης (1977)

Από τότε ο οπλαρχηγός εξελίχθηκε σε πολέμιο των Ελλήνων φανατικότερο των Τούρκων. Όπου έβρισκε Έλληνα επαναστάτη, έδειχνε το χειρότερο πρόσωπό του, πιστεύοντας πως έτσι θα εξασφαλίσει την εύνοια των Τούρκων. Μετά από ένα ακόμη ανελέητο κυνηγητό, λεία του οποίου ήταν ο Σέρβος Αρχιμανδρίτης, το όνομα του οποίου δεν διασώζει η ιστορία, οι Τούρκοι τον κάλεσαν πίσω, προκειμένου να λάβει τα συγχαρητήρια και την πληρωμή του από τον Κεχαγιά Μπέη. Όμως, αν και την προδοσία πολλοί αγάπησαν, τον προδότη δεν αγάπησε κανείς. Στις 7 Μαΐου, σε ενέδρα που του είχαν στήσει στο αρχοντικό που διέμενε ο Μπέης και στο οποίο εισερχόταν για να απολαύσει τις τιμές των παλαιών του συντρόφων, αφήνει την τελευταία του πνοή από βόλια…φιλικά. Η σωματοφυλακή του πέφτει μετά από σύντομη μάχη στο προαύλιο του σπιτιού, ενώ οι υπόλοιποι άνδρες του, αν και ξεφεύγουν από την ενέδρα που τους είχε στηθεί από το Οθωμανικό ιππικό, καταδιώκονται ανηλεώς.

Έτσι έσβησε μια από τις μελανότερες κηλίδες της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Πιθανότατα οδηγήθηκε στις πράξεις αυτές από ανασφάλεια για τη ζωή του και την πορεία του. Μετά την αποκήρυξη του Τσάρου και τη ψευδή είδηση της ήττας στο μοναστήρι, μάλλον πίστεψε πως η πλάστιγγα είχε γείρει οριστικά προς την άλλη πλευρά, την οποία έσπευσε να προσεταιριστεί. Δεν έλαβε όμως, υπ’ όψη του τα σοφά λόγια του Υψηλάντη, ούτε διέθετε αρκετή πίστη και αφοσίωση στις δυνάμεις του και στον ιερό σκοπό της ελευθερίας. Ένα παράδειγμα προς αποφυγή, εντούτοις όμως, διδακτικό για τις επόμενες γενιές επαναστατών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Δ Κόκκινος (1974) Η Ελληνική Επανάστασις Τόμος Α΄ Αθήνα: Εκδ. Μέλισσα
  • Δ. Φωτιάδης (1977) Η Επανάσταση του Εικοσιένα Τόμος 1ος (2η Έκδ) Αθήνα: Εκδ. Οίκος Ν. Βότση
  • Α. Ε. Βακαλόπουλος (1980) Ιστορία του Νέου Ελληνισμού – Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση Τόμος Ε΄. Θεσσαλονίκη
  • Υ.Π.Π.Θ. (2015) Rene Puaux – Ελληνική Έκδοση. Αθήνα: Τ. Α. Π.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε το 1997 στην Καλαμάτα και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Συμμετείχε σε αρχαιολογικά και ιστορικά συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητής και εθελοντής. Είναι ένθερμος μελετητής της Βυζαντινής Ιστορίας. Ασχολείται με τον παραδοσιακό χορό και τη συλλογή και μελέτη νομισμάτων.