12.7 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Μόνος στο σπίτι…


Της Θεοφιλίας Κουλοπούλου,

Πολλοί από εμάς είμαστε μόνοι στο σπίτι. Οι δικοί μας μακριά, σε άλλη πόλη, ενδεχομένως και σε άλλη χώρα. Μακριά και να μην μπορούμε να τους φτάσουμε, κοντά και να μην μπορούμε να τους αγκαλιάσουμε. Ποιος ξέρει πότε θα ιδωθούμε ξανά;

Πρώτη φορά Χριστούγεννα μακριά από τους δικούς μου. Κάτι τέτοιες μέρες μας κάνουν να αναλογιστούμε ότι οι δικοί μας μεγαλώνουνε. Οι μέρες είναι δύσκολες και ο φόβος μην τους χάσουμε αναδύεται πολύ πιο έντονα λόγω της πανδημίας. Άραγε πόσα Χριστούγεννα θα μπορέσουμε να κάνουμε ακόμα με τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας; Οι άνθρωποι που μας μεγάλωσαν σαν δυο φορές παιδιά τους βρίσκονται τώρα σε ολική απομόνωση καταδικασμένοι μακριά από όλους για να προστατευτούν. Έρμαια μπροστά σε μια άγνωστη μοίρα χωρίς να μπορούν να κάνουν κάτι για να την ελέγξουν ή να την αλλάξουν. Δεν γνωρίζουν πότε θα ξαναδούν τα παιδιά τους, τα εγγόνια τους, τους φίλους τους στο καφενείο, τις φιλενάδες τους στη γειτονιά. Και εκείνες τις ώρες που ακούνε τις ειδήσεις για τα κρούσματα που αυξάνονται και τους θανάτους που δεν έχουν τελειωμό, φοβούνται μήπως το «πότε» γίνει «ποτέ». Γιατί -κακά τα ψέματα- μεγαλώσανε. Οι γονείς μας φοβούνται για τους γονείς τους και εμείς και για τους δυο. Συνειδητοποιούμε πως περνάνε τα χρόνια και, ενώ θέλουμε να τους ζήσουμε όσο περισσότερο γίνεται, χανόμαστε μέσα στη ρουτίνα και τους βιαστικούς ρυθμούς της σημερινής καθημερινότητας. Πότε ήταν η τελευταία φορά που περάσατε πραγματικά χρόνο μαζί τους; Πότε συζητήσατε μαζί τους για τα όνειρά σας, τους στόχους σας, τις ανησυχίες σας, τους φόβους σας; Θυμάστε πότε τους είπατε τελευταία φορά «σ’ αγαπώ»; Να τους το λέτε πιο συχνά, να τους το δείχνετε όσο πιο πολύ γίνεται!

Ξεχνάμε τι έχει πραγματικά ουσία και τα θεωρούμε όλα και όλους δεδομένα. Όμως, δεν είναι. Ο κορωνοϊός μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε πως όλα είναι αναλώσιμα. Μαζί και οι άνθρωποι. Οι άνθρωποί μας και όλοι οι άνθρωποι του κόσμου. Κάποια στιγμή θα καταλάβουμε πως χάσαμε τον τόσο πολύτιμο χρόνο μας σε περιττές και ανώφελες απολαύσεις, αντί να περνάμε ποιοτικό και ουσιαστικό χρόνο με τους αγαπημένους μας…

Και τώρα δεν μπορούμε να περάσουμε χρόνο μαζί τους. Δεν ξέρουμε για πόσο ακόμα θα μπορούμε, ενώ πολλές φορές φοβόμαστε μήπως δεν μπορέσουμε ξανά. Μήπως δεν τους χορτάσουμε. Γι’ αυτό χορτάστε τους όσο μπορείτε. Mη ζητάτε, λοιπόν, εφήμερες χαρές και εφήμερους έρωτες. Mη θυσιάζετε τα αιώνια για τα εφήμερα. Μην αφήνετε τις μέρες να περνούν μηχανικά. Ζήστε τις στιγμές σας, να είστε παρόντες σε καθεμία από αυτές, να είστε αληθινά εκεί στο οικογενειακό τραπέζι και όχι εκεί αλλά με ένα κινητό στο χέρι. Πετάξτε το το ρημάδι. Δεν σας κάνει αυτό ευτυχισμένους, αλλά οι άνθρωποι. Να είστε με τους ανθρώπους λοιπόν. Να τους δίνετε όλη την προσοχή σας. Εξάλλου, δεν θα σκέφτεστε «μακάρι να περνούσα περισσότερο χρόνο με το κινητό μου». Θα σκέφτεστε «μακάρι να είχα περάσει αρκετό χρόνο μαζί τους», «μακάρι να τους είχα χαρεί αρκετά». Γιατί δεν θα μπορείτε να είστε πάντα εκεί. Δεν θα μπορείτε να είστε πάντα μαζί τους στο οικογενειακό δείπνο και πολλές φορές, όπως και τώρα, θα χρειαστεί να βρίσκεστε μακριά από αυτούς. Θα κάνουμε γιορτές με καραντίνα φέτος, αλλά του χρόνου θα κάνουμε μαζί!

Πώς είναι ωστόσο να είσαι μόνος σου σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου;

Άνθρωποι μόνοι τους σε ένα κρύο κρεβάτι ντυμένο στα λευκά. Δεν ξέρω τι είναι πιο λευκό. Το χρώμα των τοίχων, το χρώμα της ποδιάς των γιατρών ή το χρώμα του προσώπου εκείνης της γυναίκας που αγκομαχά να κρατηθεί στη ζωή, γνωρίζοντας πως κανένας δεν μπορεί να βρίσκεται δίπλα της και πως κανένας δεν θα μπορέσει να την κηδεύσει, αν τελικά αποπνεύσει. Τα παιδιά της να θέλουν να την επισκεφτούν και να μην τους επιτρέπεται. Ο άντρας της κλεισμένος σπίτι για να προστατευτεί, αλλά να μην θέλει να προστατευτεί. Να θέλει να βρίσκεται κοντά στον έρωτά του στη δύσκολη αυτή μάχη με κάθε τίμημα, αλλά να του απαγορεύεται. Πόσος πόνος κρύβεται σε αυτές τις απομονωμένες κλίνες της πτέρυγας του κορωνοϊού; Πόσος πόνος μέσα στις καρδιές των νοσούντων αλλά και των αγαπημένων τους. Και οι γιατροί; Οι νοσοκόμοι και οι νοσηλευτές; Κοιτάνε τον θάνατο κατάματα καθημερινά, ρισκάρουν τις ζωές τους για να σώσουν τις δίκες μας. Παλεύουν να σώσουν τους μπαμπάδες και τις μαμάδες μας, ενώ οι περισσότερες προσπάθειές τους καταλήγουν να αποτυγχάνουν ό,τι και να κάνουν. Με τι ψυχολογία και τι καρδιά γυρνούν αυτοί οι άνθρωποι στα σπίτια τους; Τι βάρος κουβαλάνε;

Το άρθρο αυτό ήταν απλά μερικές διάσπαρτες σκέψεις που ενδεχομένως να σας κάνουν να επεξεργαστείτε κάποια πράγματα παραπάνω και να τα εκτιμήσετε. Αυτές τις γιορτινές μέρες, λοιπόν, προσπαθήστε να αναλογιστείτε την ουσία αντί να παραπονιέστε για τα ανούσια. Καλές γιορτές και φροντίστε να μοιράσετε την αγάπη σας ειδικά φέτος περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Μην την τσιγκουνεύεστε!


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεοφιλία Κουλοπούλου
Θεοφιλία Κουλοπούλου
Γεννημένη στη Θεσσαλονίκη το 2000, σπουδάζει στο Τμήμα Μηχανικών Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και εργάζεται ως barista. Αγαπά τα ταξίδια, τις βαθιές συζητήσεις, το εσκεμμένο και ταυτόχρονα εποικοδομητικό χάος στις λέξεις και προσπαθεί να αποτρέψει τη στασιμότητα γύρω της. Έχει συμμετάσχει σε διάφορα προγράμματα και δράσεις και κάθε φορά τσαλακώνεται και δοκιμάζει το άγνωστο. Πολλές φορές ονειροπολεί και βρίσκεται στον κόσμο της, αλλά κάθε φορά κυνηγά τους στόχους της.