23.5 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορία1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςH Επτάνησος Πολιτεία: Μια σύντομη λάμψη ανεξαρτησίας

H Επτάνησος Πολιτεία: Μια σύντομη λάμψη ανεξαρτησίας


Του Νίκου Μελιτσιώτη,

1797. Με τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, η οποία υπογράφεται στις 17 Οκτωβρίου, ένα νέο εδαφικό καθεστώς διαμορφώνεται στη γηραιά Ήπειρο. Η σαθρή Βενετική Δημοκρατία καταλύεται, με τα εδάφη της να κατακερματίζονται και να διαμοιράζονται. Η Βενετία και οι γύρω περιοχές αποδίδονται στην Αυστρία, τα υπόλοιπα εδάφη στην Ιταλική χερσόνησο δίδονται στην Ενδοαλπική Δημοκρατία, ενώ η Γαλλία λαμβάνει τις βενετικές κτήσεις στην Ανατολή, τις οποίες εξάλλου είχε καταλάβει. Οι περιοχές που περιήλθαν στην κατοχή των Γάλλων επικυρώνονται με το άρθρο 5 της Συνθήκης, το οποίο αναφέρει τα Ιόνια νησιά και τις περιοχές στις απέναντι ακτές, κάτω από τον κόλπο του Δρίνου. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης, Αυτοκράτωρ της Γαλλίας, θεώρησε την ειρήνη αυτή ως την επικερδέστερη όλων.

Οι κάτοικοι των νησιών του Ιονίου Πελάγους, των Επτανήσων, αισθάνθηκαν μεγάλη ικανοποίηση με αυτή την εξέλιξη. Τα δημοκρατικά στοιχεία των νησιών επιθυμούσαν πάραυτα την ένωση των νησιών με τη Γαλλική Δημοκρατία και την πορεία αυτών κάτω από τους ίδιους νόμους και την δική της σκέπη. Την 1η Νοεμβρίου 1797 αφίχθη στην Κέρκυρα ο υπασπιστής του Ναπολέοντα Ευγένιος Beauharnais, ο οποίος ανακοίνωσε την προσάρτηση των νήσων στην Γαλλική Δημοκρατία. Πληθώρα εκδηλώσεων σημειώθηκαν σε όλα τα νησιά με την ανακοίνωση της είδησης αυτής την επομένη, ενώ λίγες μέρες αργότερα ξεκίνησε η διοικητική οργάνωση των νησιών και των απέναντι ακτών.

Η διοικητική διαίρεση και η οργάνωση της διοίκησης και του στρατού πραγματοποιήθηκαν με μεγάλη σχολαστικότητα, ακόμη και στο επίπεδο της ονοματοδοσίας. Μεγάλη βαρύτητα προσέδωσαν και στην οργάνωση της παιδείας και την ορθή λειτουργία των σχολείων, ενώ δεν παρέλειψαν να βελτιώσουν και την προστασία της δημόσιας υγείας. Βέβαια, προκειμένου να επιτευχθεί ανόρθωση της καταπονημένης οικονομίας, εφαρμόστηκαν αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα και επιβλήθηκε βαρύτατη φορολογία. Τα γεγονότα αυτά, σε συνδυασμό με την περιφρόνηση που επέδειξαν οι Γάλλοι στη θρησκεία και τα έθιμα των κατοίκων και την ληστρική συμπεριφορά των Γάλλων στρατιωτών απέναντι σε αυτούς, δημιούργησαν ένα έντονο κύμα δυσαρέσκειας. Το κύμα αυτό ήρθε να αντικαταστήσει τον πρότερο ενθουσιασμό, φέρνοντας ένα κύμα εξεγέρσεων. Οι εξεγέρσεις, αυτές, υποδαυλίζονταν από τα αντιδημοκρατικά στοιχεία και τους αριστοκράτες των νησιών, οι οποίοι είχαν χάσει, μετά την πτώση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας, την κατάργηση της Αριστοκρατίας από τους Γάλλους και της καύσης του Libro D’ Oro, όλα τους τα προνόμια από τους δημοκρατικούς κατακτητές.

Η σημαία της Επτανήσου Πολιτείας. Πηγή/Της Πατρίδας μου η σημαία (2020)

Την περίοδο εκείνη η Ρωσία, αισθανόμενη απειλή από την επέκταση των Γάλλων και πιστεύοντας πως η κατάληψη των Ιονίων νήσων από τους Γάλλους είναι το πρώτο στάδιο στα σχέδια του Βοναπάρτη για εισβολή στη Ρωσία από τα νώτα της. Οι σκέψεις αυτές, σε συνδυασμό με την εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, οδηγούν τη Ρωσία του Τσάρου Νικόλαου Α΄ και την Οθωμανική Αυτοκρατορία του Σελίμ Γ΄ σε μια παράδοξη Συμμαχία. Αν και η υπογραφή της πραγματοποιήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 1799, η δράση των συμμάχων ξεκίνησε από τον Ιούνιο του 1798, με την κάθοδο το ενωμένου στόλου στο Αιγαίο και την κατεύθυνση τους προς τις κτήσεις των Γάλλων στο Ιόνιο. Μετά την κατάληψη των Κυθήρων στις 7 Οκτωβρίου, ο ρωσοτουρκικός στόλος κατευθύνθηκε προς τα Ιόνια νησιά, η κατάληψη των οποίων ξεκίνησε στις 23 Οκτωβρίου 1798 και ολοκληρώθηκε στις 29 Φεβρουαρίου 1799, με την κατάληψη της Κέρκυρας και την υπογραφή συνθηκολόγησης από τους Γάλλους, της «Καπιτουλατζιόν της Χώρας των Κορυφών».

Σε αυτό το σημείο, αξίζει να τονιστεί ο μείζων ρόλος που έπαιξε η προπαγάνδα των συμμάχων κατά των Γάλλων, η οποία συντήρησε την αντιγαλλική φλόγα των αριστοκρατών και αντιδημοκρατικών, καθιστώντας την κατάληψη των νησιών ευκολότερη, λόγω των εκτεταμένων εξεγέρσεων των κατοίκων σε όλα τα νησιά, άμα τη αφίξει του στόλου. Άξονα της προπαγάνδας αυτής αποτέλεσε η περιφρόνηση που έδειξαν οι Γάλλοι στον κλήρο και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των νησιωτών. Με εγκύκλιο που εξέδωσε στο Πατριαρχείο ο Γρηγόριος Ε΄ καταχωρούσε στους Γάλλους τα αμαρτήματα της αθεΐας και της ασέβειας, δικαιολογώντας τη ρωσοτουρκική συμμαχία και την κήρυξη του πολέμου και παρουσιάζοντάς τους ως ελευθερωτές, οι οποίοι θα βοηθήσουν τους κατοίκους να απαλλαγούν από τα βάσανα τους και να ανακτήσουν όσα έχασαν. Στη σημαντική επιρροή που ασκούσαν τα λεγόμενα του Πατριαρχείου στο ποίμνιο, ήρθε να προστεθεί η προκήρυξη του Ρώσου Υποναυάρχου, Θεόδωρου Ουσακώφ, επικεφαλής του ρωσικού στόλου, στην οποία παρουσιαζόταν η επέμβαση των συμμάχων ως θεία εντολή, με τη διασφάλιση των προνομίων τους και της θρησκείας τους να είναι δεδομένη, ενώ τονιζόταν πως οι κάτοικοι θα είχαν την ελευθερία επιλογής του τρόπου διακυβέρνησής τους.

Μετά την κατάληψη των νησιών του Ιονίου Πελάγους από τα ρωσοτουρκικά στρατεύματα, έγινε η αρχή της πολιτικής ανεξαρτησίας της περιοχής. Ο ανταγωνισμός των ισχυρών της εποχής οδήγησε στην δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Με την υπογραφή της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης, στις 21 Μαρτίου 1800, από Ρωσία, Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και Μεγάλη Βρετανία, συνομολογήθηκε η δημιουργία ενιαίου κράτους, σύμφωνα με το πρότυπο της Ραγούζας. Έτσι, θα ήταν κάτω από την επικυριαρχία της Υψηλής Πύλης, καταβάλλοντας στο Σουλτάνο κάθε 3 χρόνια το ποσό των 75.000 πιάστρων.

Άποψη της Ζακύνθου. Πηγή/I.E.E. (1975)

Η Πολιτεία των Επτά Ηνωμένων Νήσων, όπως ονομάστηκε, περιλάμβανε τα νησιά της Κέρκυρας, των Παξών, της Λευκάδας, της Ιθάκης, της Κεφαλονιάς, της Ζακύνθου, των Κυθήρων, καθώς και τα μικρότερα νησιά γύρω τους. Η σημαία του κράτους, η μορφή της οποίας αποφασίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, αποτελείτο από σκούρο μπλε βάθος, ενώ στο κέντρο δέσποζε ο φτερωτός λέοντας του Αγίου Μάρκου, ο οποίος κρατούσε ένα κλειστό Ευαγγέλιο με έναν σταυρό και την επιγραφή 1800, έτος ίδρυσης της Πολιτείας. Το Ευαγγέλιο επιστέφετο από επτά βέλη, των οποίων είναι ορατές οι αιχμές και συμβολίζουν τις επτά νήσους. Όσον αφορά το σύνταγμα της Επτανήσου Πολιτείας, το οποίο ονομάστηκε «Βυζαντινό», πιθανότατα λόγω του γεγονότος ότι δημιουργήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, συντάχθηκε από τους αντιπροσώπους της Ιονίου Γερουσίας, Αντώνιο – Μαρία Καποδίστρια και Νικόλαο Σιγούρο, και εγκρίθηκε από την Υψηλή Πύλη. Αποτελείτο από 37 άρθρα και καθόριζε το σύστημα της ομοσπονδίας.

Τόσο μέσα από τη σημαία όσο και μέσα από τον τρόπο διακυβέρνησης είναι εμφανής η επιστροφή της εξουσίας στην αριστοκρατία. Κάθε νησί θα είχε την δική του, τοπική κυβέρνηση, η οποία θα αποτελείτο από 3 «Σύνδικους», οι οποίοι εκλέγονταν από το συμβούλιο των ευγενών του εκάστοτε νησιού. Οι 3 αυτοί Σύνδικοι θα εξέλεγαν έναν «Πρύτανη», τετράμηνης θητείας, ο οποίος θα ασκούσε την εκτελεστική εξουσία στο νησί. Η ανώτατη αρχή ήταν η Γερουσία, η οποία έδρευε στην Κέρκυρα, αποτελείτο από τους εκπροσώπους των νησιών, με πρόεδρο τον κόμη Σπυρίδωνα Γεώργιο Θεοτόκη, και εξέλεγε τον κυβερνήτη της πολιτείας, ο οποίος ονομαζόταν «Άρχων». Η φροντίδα για την επιβολή του συντάγματος έπεσε στους ώμους του γιού του Αντωνίου – Μαρία Καποδίστρια, Ιωάννη, και στον Νικόλαο Σιγούρο, οι οποίοι προσπάθησαν να επιβάλουν την τάξη και να κατευνάσουν τα ανήσυχα πνεύματα.

Φυσικά, αυτή η μεγάλη συγκέντρωση εξουσίας και δύναμης στα χέρια των ευγενών θύμισε παλαιότερες εποχές, με τους ίδιους τους ευγενείς να αισθάνονται δικαιωμένοι. Εν αντιθέσει με την ανώτερη τάξη, η μεσαία και η κατώτερη τάξη αισθάνονταν αδικημένοι, βλέποντας με τρόμο τα δικαιώματα που είχαν αποκτήσει στη διάρκεια της Γαλλικής κατοχής να εξαλείφονται. Σύντομα, η απογοήτευση έδωσε τη θέση της στην οργή και τη λαϊκή κατακραυγή. Εξεγέρσεις σημειώθηκαν σε Ζάκυνθο, Κεφαλονιά, Κέρκυρα και άλλες περιοχές, συχνά ένοπλες και με καταστροφική δράση. Στην καταστολή των κινημάτων συνέβαλαν τόσο ρωσικά όσο και σουλτανικά στρατεύματα, ενώ στα πράγματα αναμίχθηκε και η Μεγάλη Βρετανία. Η προσπάθεια σύνταξης ενός δημοκρατικότερου συντάγματος στην Κέρκυρα, στα τέλη του 1801, το οποίο διαμοίραζε την εξουσία, που ως τότε κρατούσαν οι λίγοι ευγενείς, απέτυχε μπροστά στις αντιδράσεις που εξέφρασαν οι συμμαχικές δυνάμεις. Παρά το γεγονός ότι αναγνώριζαν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις και αναδιάρθρωση του Συντάγματος, δεν δέχονταν τίποτα το οποίο δεν θα είχε περάσει πρωτίστως από την έγκρισή τους.

Ο κόμης Σπυρίδων Γεώργιος Θεοτόκης. Πηγή/Ι.Ε.Ε. (1975)

Με κοινή απόφαση, εστάλη στην Πολιτεία, ως επίτροπος του Τσάρου και με τη συνοδεία ρωσικών στρατευμάτων, τα οποία είχαν αποχωρήσει από τα νησιά, ο Γεώργιος Μοτσενίγκο, με αποστολή τη διευθέτηση των ζητημάτων και την επιβολή της έννομης τάξης. Φτάνοντας στην Κέρκυρα την 1η Σεπτεμβρίου, ανάμεσα στις ενέργειες που πραγματοποίησε για την εξομάλυνση της κατάστασης, μέχρι τη μεταρρύθμιση του συντάγματος, ήταν η δημιουργία νέων προσωρινών κυβερνήσεων στα νησιά, την κατάργηση της Γερουσίας και τον σχηματισμό προσωρινής, και ο σχηματισμός εκλογικών συλλόγων, οι οποίοι ονομάζονταν «σύγκλητοι», που αποτελούνταν από αριστοκράτες και εξέλεγε το νομοθετικό σώμα. Η προσωρινή Γερουσία ανέθεσε στον Ιωάννη Καποδίστρια καθήκοντα Γραμματέα της Επικράτειας, ενώ στις 24 Νοεμβρίου 1803, ο μετέπειτα Κυβερνήτης, ανέλαβε ένα ακόμη καθήκον, θλιβερό αυτή τη φορά, την εκφώνηση του επικήδειου λόγου στην κηδεία του κόμη Σπυρίδωνος Θεοτόκη.

Στις 5 Δεκεμβρίου 1803 ψηφίστηκε, από την Συντακτική Συνέλευση του νομοθετικού σώματος της Πολιτείας, το νέο Σύνταγμα. Χωριζόταν σε 7 τίτλους, με 212 άρθρα και εξαιρετικά φιλελεύθερο για την εποχή του περιεχόμενο. Καταργούσε την κληρονομική αριστοκρατία, φέρνοντας την νέα αστική αριστοκρατία, στην οποία υπάγονταν τόσο παλαιοί ευγενείς όσο και αστοί, με κριτήρια το εισόδημα και τον Πανεπιστημιακό τίτλο. Από τα μέλη της αριστοκρατίας σχηματίζονταν οι Σύγκλητοι, οι οποίες εξέλεγαν τα μέλη ου νομοθετικού και την Γερουσία. Γινόταν διάκριση των εξουσιών, ενώ εισήχθη και ο θεσμός των ορκωτών δικαστηρίων. Παρά τις φιλελεύθερες διατάξεις τους, υπήρχαν και σημεία που καθιστούσαν το Σύνταγμα ολιγαρχικό.

Βέβαια, παρά την ψήφιση του Συντάγματος, ο Ρώσος πληρεξούσιος Μοτσενίγκο παρενέβαινε διαρκώς στον τρόπο άσκησης της εξουσίας, καλώντας τη Ρωσία να μην επικυρώσει το Σύνταγμα, ενώ προσπάθησε με κάθε τρόπο να επηρεάσει την αναθεώρηση του Συντάγματος, η οποία είχε ορισθεί το 1806. Σύμφωνα με το αναθεωρημένο Σύνταγμα, το οποίο πήρε σάρκα και οστά στις 27 Δεκεμβρίου 1806, κυρίαρχη κοινωνική τάξη ήταν η ενεργητική ευγένεια, η οποία από άτομα ορισμένου εισοδήματος ή Πανεπιστημιακού τίτλου. Η νομοθετική εξουσία ασκείτο από την Νομοθετική Γερουσία, η οποία συντίθετο από 17 αντιπροσώπους, προερχόμενους αναλογικά από όλα τα νησιά, ενώ η εκτελεστική από πενταμελής επιτροπή, η οποία είχε το όνομα “Principato”. Από το “Principato”, κάθε χρόνο ένας αναλάμβανε την προεδρία της πενταμελούς επιτροπής. Μέσα από αυτές τις διατάξεις, καθώς και μέσα από την αναγνώριση του δικαιώματος παρέμβασης στην εξωτερική πολιτικής της πολιτείας στη Ρωσία, ξεκίνησε η απώλεια της ανεξαρτησίας της Πολιτείας.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας. Πηγή/kathimerini.gr

Παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές στο εσωτερικό της Ιονίου Πολιτείας, δυσμενή ήταν για το νεαρό κράτος τα τεκταινόμενα στην Ευρώπη. Οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταβλήθηκαν από συμμαχικές σε εχθρικές, με την Ιόνιο Πολιτεία να βρίσκεται, μέσα από τις ενέργειες και τις κινήσεις του Μοτσενίγκο, σε πόλεμο στο πλευρό της Ρωσίας, έχοντας ως αντιπάλους τη Γαλλία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η πρώτη, παρά το γεγονός ότι είχε αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Πολιτείας μαζί με άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις, μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Αμιένης στις 23 Μαΐου 1802, διέκοψε τις διπλωματικές τις σχέσεις με την Πολιτεία, βοηθώντας τις προσπάθειες του Αλή Πασά για την κατάληψη της Λευκάδας.

Η άμυνα της Λευκάδας, η οποία θεωρείτο ως κομβικό σημείο για την άμυνα όλης της Επτανήσου Πολιτείας, οργανώθηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος ορίστηκε ως «Έκτακτος Επίτροπος» – “Commissario Estraordinario”, από τη Γερουσία. Έγιναν οχυρωματικά έργα, ενώ ιδρύθηκε το «Ιονικό Στρατόπεδο», στο οποίο συγκεντρώθηκε ο στρατός της Πολιτείας και η Πολιτοφυλακή. Στην άμυνα συμμετείχαν, επίσης, Επτανήσιοι εθελοντές και Σουλιώτες, ενώ συμμετείχαν και κλέφτες και αρματολοί από την Ηπειρωτική Ελλάδα, όπως ο Δημήτριος Καραΐσκος, ο Κίτσος Μπότσαρης, ο Κατσαντώνης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Παρά τη γενναία άμυνα που αντέταξαν οι συμμετέχοντες, η τύχη της Πολιτείας κρίθηκε από την Συνθήκη του Τιλσίτ. Με την υπογραφή της, την 1η Σεπτεμβρίου 1807, η Επτάνησος Πολιτεία παραχωρήθηκε στη Γαλλία, από την οποία και καταλύθηκε.


Βιβλιογραφία
  • Μαυρογιάννη Γ. Ε. (1889) Ιστορία των Ιονίων νήσων αρχομένη τω 1797 και λήγουσα τω 1815. Αθήνα: Τυπόγρ. Παλιγγενεσία
  • Μοσχονάς Ν ‘Τα Ιονια Νησιά κατά την περίοδο 1797 – 1821’. Σε Συλλογικό Έργο (1975), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος ΙΑ΄ Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία Τουρκοκρατία – Λατινοκρατία. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Νικηφόρου Α. (2001) Επτάνησος Πολιτεία: Τα μείζονα ιστορικά ζητήματα Κέρκυρα: ΓΑΚ Ν. Κέρκυρας. Διαθέσιμο εδώ.
  • Αγιαννίδης Π. (2020) Της Πατρίδας μου η σημαία από την Αρχαιότητα έως σήμερα Αθήνα: Εκδ. Αλτερ Έγκο

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε το 1997 στην Καλαμάτα και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Συμμετείχε σε αρχαιολογικά και ιστορικά συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητής και εθελοντής. Είναι ένθερμος μελετητής της Βυζαντινής Ιστορίας. Ασχολείται με τον παραδοσιακό χορό και τη συλλογή και μελέτη νομισμάτων.