17.7 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟ όρκος του Προέδρου της Δημοκρατίας

Ο όρκος του Προέδρου της Δημοκρατίας


Της Παρής Στεφανή,

Ένα ζήτημα το οποίο έχει αποτελέσει πολλάκις αντικείμενο ανάπτυξης επιχειρημάτων και ανταλλαγής απόψεων δεν είναι παρά ο όρκος του Προέδρου της Δημοκρατίας. Πρόκειται για θέμα, το οποίο μπορεί να εξεταστεί με γνώμονα την πολιτική πρακτική, αλλά κυρίως βάσει του ίδιου του Συντάγματος.

Η διάταξη 33 παρ. 2 του Συντάγματος αναφέρει ρητώς τον όρκο που οφείλει να δώσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προτού αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του. Συγκεκριμένα, ο όρκος έχει ως εξής: «Oρκίζομαι στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να φυλάττω το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Xώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Eλλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Eλληνικού Λαού». Τίθεται, λοιπόν, το ζήτημα: Από τη στιγμή που δεν προβλέπεται ρητώς στο Σύνταγμα κάποιος εναλλακτικός τύπος όρκου σε περίπτωση που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ετερόδοξος, αλλόθρησκος ή άθεος, τότε τι ισχύει εν προκειμένω;

Σε αυτό το σημείο, θα ήταν εύλογο να αναφερθούμε στη διάταξη 31 του Συντάγματος, στην οποία προβλέπονται τα θετικά προσόντα εκλογιμότητας που οφείλει να πληροί κάθε υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας: «Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να εκλεγεί όποιος είναι Έλληνας πολίτης πριν από πέντε τουλάχιστον έτη, έχει από πατέρα ή μητέρα ελληνική καταγωγή, έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του και έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν». Παρατηρείται πως δεν αναφέρεται κάποιο προσόν με χαρακτήρα θρησκευτικού προσανατολισμού. Επομένως, υπάρχει ο προβληματισμός εάν η διάταξη 33 παρ. 2 του Συντάγματος θέτει συμπληρωματικά και εμμέσως ένα πρόσθετο κριτήριο εκλογιμότητας ή όχι.

Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, τα θετικά προσόντα εκλογιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 31 του Συντάγματος είναι ρητά και περιοριστικά, χωρίς να τίθεται κάποιο ζήτημα περί εισαγωγής  εκ του πλαγίου της πίστεως στο ορθόδοξο δόγμα ή έστω στη χριστιανική θρησκεία ως θετικό προσόν εκλογιμότητας στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η άποψη αυτή διαθέτει ως έρεισμα την ερμηνευτική εναρμόνιση του άρθρου 33 παρ. 2 του Συντάγματος με τις διατάξεις 13 και 31 του Συντάγματος. Συγκεκριμένα, όσον αφορά το άρθρο 13, στο δεύτερο εδάφιο της πρώτης παραγράφου αναφέρεται ρητώς πως «η απόλαυση των […] πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κανενός».

Αξιοσημείωτη είναι σαφώς και μια λιγότερο δημοφιλής άποψη, σύμφωνα με την οποία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετέχει της θρησκευτικότητας της Ελληνικής Δημοκρατίας εκ της εκλογής ενόψει του προοιμίου του ίδιου του Συντάγματος, «Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος» και της σχέσης του ελληνικού κράτους με το ορθόδοξο δόγμα. Ο ρόλος λοιπόν και η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας προάγουν την ελληνική δημοκρατία, άρα και την επικρατούσα θρησκεία εξ ορισμού. Είναι αδιάφορη η προσωπική και ενδόμυχη πεποίθηση του προσώπου. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η εικόνα που προβάλλεται προς τα έξω, η «δημόσια περσόνα» του Προέδρου της Δημοκρατίας. Επομένως, κατά την άποψη αυτή, μπορεί να δοθεί εγκύρως ο ίδιος όρκος και από κάποιον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος.

Ο αντίλογος, όμως, έχει ως εξής: Άραγε, ποια θα ήταν η σημασία του όρκου του Προέδρου της Δημοκρατίας, εάν αυτός δινόταν δίχως να μετέχει το ίδιο το πρόσωπο του Προέδρου πνευματικά; Δε θα είχε κανένα νόημα να υποχρεωθεί ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας να δώσει το συγκεκριμένο όρκο, από τη στιγμή που αυτός αντιβαίνει στη συνείδησή του. Και δε θα είχε νόημα, καθώς με τον προαναφερθέντα τρόπο ο Πρόεδρος δε θα δεσμευόταν ηθικά ως προς την ευσυνείδητη εκπλήρωση των καθηκόντων του, αφού ο σκοπός του όρκου αυτός είναι.

Κατά την κρατούσα άποψη λοιπόν το άρθρο 33 παρ. 2 Σ περιλαμβάνει ένα μη γραπτό συνταγματικό κανόνα, κατά τον οποίο επιτρέπεται ο όρκος των ετερόδοξων ή των αλλόθρησκων σύμφωνα με τον τύπο του δόγματός τους ή της θρησκείας τους, αλλά και ο λαϊκός όρκος (διαβεβαίωση) των αθέων, χωρίς θρησκευτικό περιεχόμενο.


Πηγές

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παρή Στεφανή
Παρή Στεφανή
Έχει γεννηθεί το 2000 και ζει στον Πειραιά. Από το 2018 είναι φοιτήτρια στη Νομική Σχολή Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά, Γαλλικά και Τουρκικά. Έχει παρακολουθήσει μεγάλο αριθμό συνεδρίων και εκδηλώσεων σε σχέση με το αντικείμενο των σπουδών της. Επιπλέον φέρει συμμετοχές σε ρητορικούς αγώνες ως διαγωνιζόμενη, αλλά και ως κριτής. Αγαπάει τη λογοτεχνία, τη μουσική και τον χορό. Η αγαπημένη της φράση είναι «Φτάσε όπου δεν μπορείς!» του Νίκου Καζαντζάκη.