12 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΜεταναστευτικό: η ανάγκη για έναν πολύπλευρο σχεδιασμό διαχείρισης

Μεταναστευτικό: η ανάγκη για έναν πολύπλευρο σχεδιασμό διαχείρισης


Της Δέσποινας Κάντα, 

Μετά τα πρόσφατα επεισόδια στην πορεία προσφύγων/μεταναστών, που έλαβε χώρα στη Λέσβο, φαίνεται να γίνεται για πρώτη φορά μια γενικευμένη προσπάθεια προσέγγισης σχετικά με τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος. Πιο συγκεκριμένα, ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Ν. Μηταράκης, προχώρησε σε δηλώσεις προ ημερών, οι οποίες αφορούσαν τα επόμενα βήματα της Κυβέρνησης ως προς την αποσυμφόρηση των νησιών και την επιτακτική ανάγκη υιοθέτησης ενός -ικανού να ανταποκριθεί στις περιστάσεις- συστήματος διαχείρισης των αιτήσεων ασύλου. Και αυτή, όπως και προηγούμενες κινήσεις της Κυβέρνησης, έχει προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων. Εξετάζοντας το θέμα με πιο ψύχραιμη ματιά, θα διαπιστώσουμε ότι πρόκειται για έναν πολύπλευρο σχεδιασμό, που μπορεί να αποδώσει θετικά αποτελέσματα μεσοπρόθεσμα. Ας δούμε τους λόγους.  

Το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου 

Θυμόμαστε ότι “προκάτοχος” του σημερινού Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου ήταν το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, η ίδρυση του οποίου πραγματοποιήθηκε επί Κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, το 2016. Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με βαρύτατες αιχμές σχετικά με το έργο που παρήγαγε ο τότε Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γ. Μουζάλας, και ο διάδοχός του, Δ. Βίτσας, κατήργησε το εν λόγω Υπουργείο, στα τέλη του 2019, και προχώρησε στην επανίδρυσή του, έξι μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 2020. Συγκρίνοντας τόσο την νοοτροπία, βάσει της οποίας συστάθηκαν τα δύο Υπουργεία, όσο και το κέντρο βάρους που δόθηκε ως κατεύθυνση από τις δύο Κυβερνήσεις για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης, μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κανείς ότι υπάρχει έντονο χάσμα αντιλήψεων. Αυτό γιατί συμβαίνει; Γιατί ουσιαστικά δεν υπήρχε ξεκάθαρη τοποθέτηση (και κατά πάσα πιθανότητα ούτε πρόθεση), ώστε να δοθεί λύση από την τότε Κυβέρνηση σε ένα ζήτημα που περιοριζόταν στα νησιά. Δεν υπήρχε πρόθεση μετακίνησης στην ηπειρωτική Ελλάδα και σίγουρα δεν εξετάστηκε ουσιαστικά το ενδεχόμενο επιστροφών στις χώρες προέλευσης των προσφύγων/μεταναστών. Ειρωνικό είναι το γεγονός πως η μεταφορά προσφύγων /μεταναστών στην ενδοχώρα είναι μια από τις τωρινές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πραγματικότητα δεν μπορεί κανείς να μας εγγυηθεί εκ των υστέρων ότι υπήρξε ποτέ σχέδιο αποσυμφόρησης των νησιών από τη σημερινή αντιπολίτευση. Αντίθετα, το τότε Υπουργείο κινήθηκε στη λογική της “προσωρινής” στέγασης και περίθαλψης προσφύγων και μεταναστών. Ωστόσο, όπως επιβεβαιώθηκε για ακόμα μια φορά “ουδέν μονιμότερο του προσωρινού”. 

Από το 2016, η συζήτηση για το προσφυγικό/μεταναστευτικό περιστρεφόταν γύρω από τα ευρωπαϊκά κονδύλια και το πώς αυτά θα έφταναν στις ΜΚΟ. Χαρακτηριστικό στοιχείο της κακοδιαχείρισης των κονδυλίων είναι η απουσία εθνικού μητρώου ΜΚΟ, το οποίο θα εμπεριείχε τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Αποτέλεσμα ήταν το “πάρτυ” των φαντασμάτων-ΜΚΟ που υποτίθεται ότι δραστηριοποιούνταν στις δομές φιλοξενίας. Στην πραγματικότητα κανείς δεν γνώριζε ποιος έχει αναλάβει τι, ποιός απλώνει το χέρι του στο “βάζο με το μέλι” και πόσα χρήματα παίρνει από αυτό, ούτε πώς τα διαχειρίζεται. Καμία διαφάνεια. Το εθνικό μητρώο ΜΚΟ ξεκίνησε με την πλειοψηφία των ΜΚΟ να μην προσκομίζουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Τώρα, ανακινήθηκε πάλι μετά από δύο αποτυχημένες προσπάθειες (2016 και 2018).  

Μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε διαχείριση με γνώμονα την οριστική επίλυση του προσφυγικού/μεταναστευτικού; Σε καμία περίπτωση. Αυτό που μπορούμε να αποδώσουμε ως “συν” είναι η ίδρυση ξεχωριστού Υπουργείου, επιφορτισμένο αποκλειστικά με τη διαχείριση των ζητημάτων που αφορούσαν την προσφυγική κρίση και έναν υποτυπώδη σχεδιασμό δομών -προσωρινής- φιλοξενίας. Η απουσία σχεδιασμού για ουσιαστική διαχείριση είναι το κενό που καλείται να γεφυρώσει το νέο Υπουργείο. Από το 2016 μέχρι και το 2019, όποτε και έπαψε να υφίσταται το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, οι δομές φιλοξενίας και ο γενικότερος σχεδιασμός μιας πολιτικής διαχείρισης είχαν τα “5 λεπτά δημοσιότητάς”, τα οποία διαδέχθηκε -όπως θυμόμαστε- η επιβολή της απαγόρευσης εισόδου δημοσιογράφων στο κέντρο φιλοξενίας στη Μόρια. Όπως ήταν αναμενόμενο, το τότε Υπουργείο διέψευσε όσα ειπώθηκαν σχετικά με το εν λόγω ζήτημα και ακολούθησε παραδοχή περί “ευθύνης” για την κακή κατάσταση που επικρατούσε στο εσωτερικό των κέντρων. Θυμόμαστε, δε, πως το συγκεκριμένο κέντρο φιλοξενίας στη Μόρια, είχε μείνει στις μνήμες ως “σύγχρονο Νταχάου”, κάτι που δυστυχώς δεν στάθηκε αρκετό ώστε να κλείσει και να γίνει μετεγκατάσταση προσφύγων και μεταναστών σε άλλες δομές. Σήμερα, στόχος είναι το οριστικό κλείσιμο αυτού του κέντρου στο οποίο συνεχίζουν να στοιβάζονται άντρες, γυναίκες και παιδιά όλων των ηλικιών, με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το σοβαρό ενδεχόμενο μιας πιθανής πανδημίας.

Οι καταστάσεις δεν αφήνουν άλλα περιθώρια για σενάρια προσωρινών λύσεων. Το νέο Υπουργείο κινείται στη λογική της ουσιαστικής διαχείρισης. Τι σημαίνει “ουσιαστική διαχείριση” για το προσφυγικό/μεταναστευτικό; Σημαίνει αποσυμφόρηση των νησιών, εύρυθμη λειτουργία των διαδικασιών ασύλου, σαφής και ξεκάθαρος διαχωρισμός μεταξύ προσφύγων και μεταναστών και υιοθέτηση πολιτικής επιστροφών για όσους δεν δικαιούνται άσυλο. Δυστυχώς, τίποτα από αυτά δεν θα μπορέσει να υλοποιηθεί στις ήδη υπάρχουσες δομές φιλοξενίας, τόσο λόγω της κακής οργάνωσης, όσο και λόγω του αριθμού των ανθρώπων που έχουν συσσωρευτεί σε αυτές.   

Οι κλειστές δομές

Για να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω, ξεκινάμε από τη βάση που υπάρχει σε όλες τις ποιοτικές διαδικασίες υλοποίησης σχεδίου: τον έλεγχο. Στην περίπτωση του προσφυγικού/μεταναστευτικού, είναι ένας παράγοντας που μεταβάλλεται λόγω των ανοικτών δομών φιλοξενίας. Αξίζει να θυμόμαστε, ότι πρόσφυγες και μετανάστες έχουν δικαίωμα εξόδου από τα κέντρα φιλοξενίας και αυτό είναι κάτι που σε συνδυασμό με την αδυναμία ταυτοποίησης στοιχείων, αλλά και το χρονικό διάστημα που αναγκαστικά διαμένουν πρόσφυγες και μετανάστες στα κέντρα αυτά έχει προκαλέσει πολλάκις αναταραχές και αντιδράσεις από την πλευρά των κατοίκων. Μετά την ανακοίνωση του Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Σ. Πέτσα, για την επίταξη ακινήτων και εκτάσεων στα νησιά με σκοπό τη δημιουργία κλειστών κέντρων φιλοξενίας, αυτό το θέμα φαίνεται να μπαίνει σε μια σειρά. Θα διαπιστώσουμε τους λόγους αν αναρωτηθούμε τα εξής:

  1. Μπορούν τα ήδη υπάρχοντα, ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας να λειτουργήσουν έτσι ώστε να εξυπηρετήσουν τους στόχους του νέου Υπουργείου; 
  2. Μπορούμε να διαχειριστούμε την μεταναστευτική/προσφυγική κρίση, όσο δεν υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος; 
  3. Πόσους ακόμα πρόσφυγες και μετανάστες είναι σε θέση να δεχτούν τα κέντρα που βρίσκονται σε λειτουργία, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η ασφάλεια και η υγεία των πολιτών;

Σκοπός των νέων, κλειστών δομών είναι να δοθούν λύσεις σε όλα αυτά που αναφέραμε νωρίτερα, καθώς επίσης, και η επιτάχυνση των διαδικασιών για την απόδοση ασύλου και την πολιτική επιστροφών στις χώρες προέλευσης. Ας μην ξεχνάμε ότι η μετεγκατάσταση και η απομάκρυνση είναι πάγιο αίτημα και των ίδιων των προσφύγων/μεταναστών.  

Χώροι θα δεσμευτούν για τρία χρόνια σε Λέσβο, Χίο, Κω και Σάμο, με την ελπίδα ότι τα νέα κέντρα φιλοξενίας δεν θα θυμίζουν σε τίποτα τις άναρχες δομές που υπάρχουν μέχρι σήμερα. Όπως επεσήμανε ο αρμόδιος Υπουργός, η επίταξη χώρων αποτελεί μια κίνηση “έκτακτης ανάγκης”. Επί της ουσίας, οι προσπάθειες για την διαχείριση του προσφυγικού /μεταναστευτικού ξεκίνησαν πριν καιρό με την μετακίνηση τους στην ηπειρωτική Ελλάδα, ωστόσο, μετά τα τελευταία επεισόδια που σημειώθηκαν στη Λέσβο, αλλά και τις διαμαρτυρίες των κατοίκων των περιοχών, όπου μετεγκαταστάθηκαν πρόσφυγες και μετανάστες, η Κυβέρνηση προχώρησε -ως όφειλε- στη λήψη μιας απόφασης που θα ενισχύσει πολυεπίπεδα την ασφάλεια των πολιτών, θα περιορίσει τις παραβατικές συμπεριφορές εντός και εκτός των δομών φιλοξενίας και θα στοχεύσει στην αυστηροποίηση της απόδοσης ασύλου. 

Σύμφωνα, μάλιστα, με δηλώσεις του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Μ. Χρυσοχοΐδη, η λύση στο προσφυγικό/μεταναστευτικό θα συμπεριλαμβάνει την ενίσχυση της φύλαξης των συνόρων, στρατηγική που θα στηρίξει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, FRONTEX, μέσω της πρόσληψης συνοριοφυλάκων και τη χρήση drones και θερμικών καμερών. Πριν ασκήσουμε κριτική ας αναρωτηθούμε ποιός άλλος τρόπος διαχείρισης θα μπορούσε να ανταποκριθεί στην κρισιμότητα της κατάστασης και γιατί δεν εφαρμόστηκε  από το 2015. 

Φαίνεται πως γίνεται μια πολυδιάστατη προσπάθεια διαχείρισης από την ελληνική πλευρά που ξεκινάει από την προστασία των συνόρων, προχωράει στην καλύτερη εσωτερική οργάνωση και την αποσυμφόρηση των νησιών και τέλος στοχεύει στην επιτάχυνση των διαδικασιών για την απόδοση ασύλου και των διαδικασιών επιστροφής όσων έχουν εισέλθει παράνομα στη χώρα. Στόχος είναι όχι μόνο η εσωτερική καλύτερη διαχείριση, αλλά και η αντιμετώπιση της κρίσης στη ρίζα της. Μένει να δούμε πώς όλα αυτά θα εφαρμοστούν, δεδομένων των συνθηκών.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δέσποινα Κάντα
Δέσποινα Κάντα
Είναι πολιτικός επιστήμονας, απόφοιτη του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει ολοκληρώσει τις μεταπτυχιακές σπουδές της στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και Ολικής Ποιότητας με Διεθνή Προσανατολισμό (MBA TQM Int.), του Πανεπιστημίου Πειραιά και το πρόγραμμα MA in Governance, του European Public Law Organization (EPLO), ως υπότροφη του Ελληνικού Οργανισμού Πολιτικών Επιστημόνων ΕΟΠΕ-HAPSc. Εργάζεται σε διοικητικές θέσεις και ως εξωτερικός συνεργάτης σε γραφεία συναφούς αντικειμένου των σπουδών της, με κύρια αντικείμενα το project management και το digital marketing. Στα άμεσα σχέδια της είναι η εκπόνηση ενός διδακτορικού και η ανάπτυξη του δικτύου συνεργατών της.