Του Φάνη Γραμμένου,
Την περασμένη Κυριακή, 6 Οκτωβρίου 2019, διεξήχθησαν οι βουλευτικές εκλογές στην Πορτογαλία, που εκ του αποτελέσματος θα λέγαμε ότι ελάχιστη απόκλιση παρουσίασαν από τα στοιχήματα και τις προσδοκίες όλων. Νικητής των κοινοβουλευτικών εκλογών υπήρξε το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS). Το πιθανότερο σενάριο έλεγε ότι δε θα εξασφάλιζε την πολυπόθητη απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και θα οδηγούσε τον αρχηγό του, Αντόνιο Κόστα, σε αναζήτηση εταίρων για ακόμη μια φορά.
Πράγματι, ενισχυμένο, αλλά όχι αυτοδύναμο, εξήλθε το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Αντόνιο Κόστα από τη δοκιμασία των βουλευτικών εκλογών αποσπώντας το 36.7% των εδρών, αντί του 27.9% του κεντροδεξιού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD), ενώ μικρές απώλειες υπέστησαν τα δύο αριστερά κόμματα, που στήριζαν την κυβέρνηση Κόστα την τελευταία τετραετία. Από τα αποτελέσματα προκύπτει πως το Σοσιαλιστικό Κόμμα νίκησε θεaματικά τις εκλογές, παρόλο που απέχει δέκα έδρες από την απόλυτη πλειοψηφία. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση, η αύξηση της εκλογικής δύναμής του και τα ποσοστά του, του δίνουν επαρκές περιθώριο, ώστε να αναζητήσει την προσήκουσα συνεργασία και τους πιθανούς συνδυασμούς για να σχηματίσει κυβέρνηση, κάτι που ξεκίνησε ήδη από χθες όταν ο Κόστα έλαβε την διερευνητική εντολή συγκρότησης της νέας κυβέρνησης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το τροσκιστικό Μπλοκ της Αριστεράς (BE) δεν είδε να σημειώνεται κάποια σημαντική αλλαγή στα ποσοστά του σε σχέση με το 2015.
Εντούτοις, είναι γεγονός ότι πλέον παγιώνεται ως τρίτη δύναμη στην πολιτική σκηνή της χώρας, αντέχοντας στην πίεση των Σοσιαλιστών και εμμένοντας στην τακτική της «ωφέλιμης ψήφου». Παρά τη σύγκρουση, η οποία πολλές φορές ήταν σκληρή στην προεκλογική περίοδο για τα ίδια στρώματα των ψηφοφόρων, η διαβεβαίωση του Κόστα για τη συνέχιση της συνεργασίας, αλλά και η δήλωση της επικεφαλής του αριστερού κόμματος Καταρίνα Μάρτινς, ότι θα στηρίξει τον πρωθυπουργό, καθιστά το Μπλόκο (ΒΕ) έναν ακόμη σημαντικότερο παίκτη στο παιχνίδι της εξουσίας.
Το Μπλοκ της Αριστεράς, που εξασφάλισε -όπως και το 2015- 19 έδρες, δήλωσε ήδη ότι είναι έτοιμο να διαπραγματευτεί με τους Σοσιαλιστές μία συμφωνία που θα διασφαλίζει τη σταθερότητα της χώρας, έχοντας θέσει βέβαια ως προϋπόθεση την ανατροπή της εργασιακής μεταρρύθμισης, με την αναπλήρωση των αργιών και των υπερωριών και την καταβολή αποζημίωσης για απόλυση. Υπό όρους, πρόθυμοι για συνεργασία δήλωσε και η συμμαχία Κομμουνιστών-Πράσινων, που αποδυναμώθηκε, ωστόσο, πέφτοντας από τις 17 στις 12 έδρες. Μεγάλοι ηττημένοι των εκλογών ήταν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSD), που έπεσε από τις 89 στις 77 έδρες, και το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (CDS-PP), το οποίο εξέλεξε μόλις πέντε βουλευτές έναντι 18 που διέθετε. Ως τρωτά σημεία της αναμέτρησης υπήρξαν αναμφιβόλως τα ποσοστά της αποχής, που άγγιξαν το απαγορευτικό 47%, αλλά και η είσοδος στην πορτογαλική Βουλή, με μία έδρα, του ακροδεξιού κόμματος «Αρκετά» (Chega).
Ο σοσιαλιστής ηγέτης που κατόρθωσε το 2015 να συγκροτήσει την λεγόμενη «κυβέρνηση μειοψηφίας», παρά την ήττα του από τη δεξιά, χάρη στην υποστήριξη τόσο του Μπλοκ της Αριστεράς, όσο της συμμαχίας Κομμουνιστών-Πράσινων, έφερε σημαντικά αποτελέσματα στην ανάπτυξη της πορτογαλικής οικονομίας και έφτασε στο σημείο της εύκολης, αν και μη αυτοδύναμης, επικράτησής του έναντι της κεντροδεξιάς. Παρότι ακόμη και σήμερα δεν έχει επισήμως σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση, θεωρείται πως ο Αντόνιο Κόστα δεν θα δυσκολευτεί να παραμείνει στην θέση, αφού ακόμη και στην περίπτωση που δεν συμφωνήσει με κάποιο εκ των δύο κομμάτων, η εκλογική άνοδος του Οικολογικού Κόμματος (RAN) με την παρακαταθήκη των τεσσάρων εδρών, θα είναι αρκετές για την συνέχιση της διακυβέρνησης του PS.
Σε κάθε περίπτωση, η νίκη του Σοσιαλιστικού Κόμματος κόντρα στο «ρεύμα ήττας» που διαπερνά τα περισσότερα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα, είναι μία ξεκάθαρα προσωπική υπόθεση του ίδιου του Αντόνιο Κόστα, ο οποίος σε όλο το διάστημα της τετραετίας υπήρξε ρεαλιστικής με την εφαρμογή των προγραμμάτων λιτότητας, εγγυητής των δημοσιονομικών μέτρων και πολιτικά υπεύθυνος για την οικονομική άνοδο της Πορτογαλίας, αφού επί των ημερών του η οικονομία εισήλθε σε τροχιά ανάπτυξης με 2% και έφτασε στο 6.7% από το 12.4% της ανεργίας, που είχε παραλάβει.
Η επιτυχής έκβαση του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης θα δώσει, όπως φαίνεται, μία ακόμη περίοδο σταθερότητας στην χώρα της Ιβηρικής.
Γεννημένος στην Αθήνα το 1999 και κάτοικος Παλαιού Φαλήρου, έλκει την καταγωγή του από την Λακωνία την οποία αγαπά ιδιαίτερα. Φοιτεί στο 3ο έτος του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου και έχει ιδιαίτερη έφεση στο Διεθνές Δίκαιο και τα σύγχρονα πολιτικά ζητήματα. Έχει επίσης συμμετάσχει σε προσομοιώσεις δικών (MICC Poland, Greece 2019), καθώς και σε άλλα προσομοιωτικά μοντέλα οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Europa.S). Στην ομάδα του OffLine Post, έχει αναλάβει την συγγραφή άρθρων διεθνούς ενδιαφέροντος, για τα οποία πιστεύει πως οι νέοι πρέπει να έχουν ενεργό δράση.