26.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Αυγούστου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΗ διπλωματία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821

Η διπλωματία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821


Της Αναστασίας Δάβαρη,

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 υπήρξε όχι μόνο το σημαντικότερο γεγονός της ελληνικής ιστορίας του 19ου αιώνα, αλλά γεγονός κοσμοϊστορικής σημασίας, και για την ευρωπαϊκή διπλωματία της εποχής. Η στρατιωτική διάσταση του Αγώνα είναι ήδη ευρέως γνωστή όμως η πορεία προς την ανεξαρτησία δεν κρίθηκε αποκλειστικά στα πεδία των μαχών. Από την πρώτη στιγμή, η έκβαση εξαρτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των Ελλήνων να κερδίσουν τη στήριξη ή έστω την ανοχή των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης, σε μια περίοδο όπου το μεταναπολεόντειο σύστημα της Ιεράς Συμμαχίας επαγρυπνούσε για την αποτροπή κάθε επαναστατικού κινήματος. Το ελληνικό ζήτημα ήταν εξαρχής ένα διπλωματικό ναρκοπέδιο, μέσα στο οποίο οι Έλληνες έπρεπε να κινηθούν με ευελιξία και υπομονή.


Περισσότερες λεπτομέρειες
Ο Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831). Πηγή Εικόνας: el.wikipedia.org

Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι Μεγάλες Δυνάμεις – Μεγάλη Βρετανία, Ρωσία, Αυστρία, Πρωσία και Γαλλία – είχαν δεσμευθεί να διατηρούν την πολιτική σταθερότητα στην ήπειρο και να καταπνίγουν κάθε εθνικό ή φιλελεύθερο κίνημα που θα απειλούσε την ισορροπία δυνάμεων. Γι’ αυτό, όταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κήρυξε την επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες τον Φεβρουάριο του 1821, ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ έσπευσε να τον αποκηρύξει, προκειμένου να αποφύγει σύγκρουση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Αυστρία του Μέττερνιχ, θεματοφύλακας της αντεπαναστατικής τάξης, καταδίκασε σθεναρά την κίνηση, ενώ η Βρετανία παρέμεινε τυπικά ουδέτερη, αν και υποψιαζόταν τις προθέσεις της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Παρά τις ψυχρές αυτές αντιδράσεις, η γεωπολιτική σημασία του ελλαδικού χώρου και η αυξανόμενη απήχηση του φιλελληνισμού στην κοινή γνώμη της Ευρώπης θα άρχιζαν σύντομα να αλλάζουν τα δεδομένα.

Στο διπλωματικό παρασκήνιο, κεντρικό ρόλο διαδραμάτισε ο Ιωάννης Καποδίστριας, Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας και μετέπειτα πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας. Αν και δεσμευμένος από την πολιτική ουδετερότητας του Τσάρου, ο Καποδίστριας εργάστηκε αθόρυβα για να θέσει το ελληνικό ζήτημα στην ατζέντα των μεγάλων διπλωματικών συνεδρίων. Οι σχέσεις του με Ευρωπαίους αξιωματούχους, η γνώση των ισορροπιών και η ικανότητά του να ερμηνεύει, συνέβαλαν καθοριστικά στη σταδιακή μεταστροφή της διεθνούς στάσης.

Η πρώτη ρωγμή στο τείχος της αδιαφορίας εμφανίστηκε το 1823, όταν ο Τζορτζ Κάνινγκ ανέλαβε το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών. Αντιλαμβανόμενος ότι η μακροχρόνια αστάθεια στην Ελλάδα θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για ρωσική κάθοδο στο Αιγαίο, ο Κάνινγκ υιοθέτησε πιο ενεργή πολιτική. Η Γαλλία, αν και αρχικά διστακτική, παρασύρθηκε από το φιλελληνικό ρεύμα που σάρωνε την κοινωνία και άρχισε να αναζητά ρόλο στη διαμόρφωση της λύσης. Η Ρωσία, ειδικά μετά την άνοδο του Νικολάου Α΄ το 1825, προέβαλε πιο έντονα την ανάγκη προστασίας των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συνδυάζοντας το θρησκευτικό επιχείρημα με τα δικά της γεωπολιτικά συμφέροντα.

Η Συνθήκη της Πετρούπολης τον Απρίλιο του 1826, αποτέλεσε το πρώτο απτό βήμα, με Ρωσία και Βρετανία να συμφωνούν να προτείνουν στην Υψηλή Πύλη την αυτονομία της Ελλάδας υπό τον Σουλτάνο, με την καταβολή φόρου υποτέλειας. Ακολούθησε η Συνθήκη του Λονδίνου τον Ιούλιο του 1827, όπου συμμετείχε και η Γαλλία, προβλέποντας κατάπαυση των εχθροπραξιών και αναγνώριση αυτονομίας. Η απόρριψη αυτής της πρότασης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία οδήγησε απευθείας στη ναυμαχία του Ναυαρίνου τον Οκτώβριο του 1827, μια σύγκρουση που ισοπέδωσε τον οθωμανικό-αιγυπτιακό στόλο και άλλαξε ριζικά την ισορροπία δυνάμεων.

Μετά το Ναυαρίνο, οι εξελίξεις επιταχύνθηκαν. Το 1828, στο Συνέδριο του Πόρου, οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις εξέτασαν την οριοθέτηση των συνόρων του μελλοντικού ελληνικού κράτους. Οι αρχικές προτάσεις περιλάμβαναν μια αρκετά εκτεταμένη γραμμή από τον Αμβρακικό κόλπο έως τον Βόλο, όμως οι διαφωνίες και οι αμοιβαίες υποψίες περιόρισαν τελικά τα όρια. Το πρώτο Πρωτόκολλο του Λονδίνου, τον Μάρτιο του 1829, προέβλεπε ελληνική αυτονομία, ενώ το δεύτερο, στις 3 Φεβρουαρίου 1830, αναγνώριζε για πρώτη φορά την πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδας, αν και με ιδιαίτερα στενά σύνορα, περιορίζοντας το νέο κράτος στην Πελοπόννησο, τη Στερεά και τις Κυκλάδες.

Η Σφαγή της Χίου, έργο του Ευγένιου Ντελακρουά του 19ου αι. Πηγή Εικόνας: el.wikipedia.org

Καθοριστικό ρόλο στη διπλωματική πορεία προς την ανεξαρτησία, έπαιξε το ισχυρό φιλελληνικό κίνημα. Οι εικόνες από τις σφαγές της Χίου το 1822 και την πτώση του Μεσολογγίου το 1826, συγκλόνισαν τη διεθνή κοινή γνώμη και ενίσχυσαν την πίεση προς τις κυβερνήσεις για δράση. Λογοτέχνες, ποιητές και καλλιτέχνες, όπως ο Βίκτωρ Ουγκό, ο Ντελακρουά και φυσικά ο Λόρδος Βύρων, έδωσαν στον ελληνικό αγώνα ηθική διάσταση που ξεπερνούσε τα στενά όρια της πολιτικής σκοπιμότητας. Ο φιλελληνισμός μετατράπηκε σε διπλωματικό εργαλείο, καθιστώντας δύσκολη για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις την πλήρη αδιαφορία.

Η τελική λύση ήρθε με τη Συνθήκη του Λονδίνου το 1832, όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν τη δημιουργία μοναρχικού καθεστώτος υπό τον Όθωνα της Βαυαρίας. Η απόφαση αυτή ελήφθη χωρίς ελληνική συμμετοχή, γεγονός που αντικατοπτρίζει τις περιορισμένες δυνατότητες διαπραγμάτευσης ενός υπό διαμόρφωση κράτους στο διεθνές σύστημα. Ωστόσο, επισφράγισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας και την ενσωμάτωσή της στην ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων.

Η διπλωματία του 1821 απέδειξε ότι η ανεξαρτησία ενός έθνους δεν είναι αποκλειστικά προϊόν νίκης στο πεδίο της μάχης. Είναι αποτέλεσμα μιας σύνθετης διαδικασίας όπου η στρατιωτική αντοχή, η διεθνής συγκυρία, η κοινή γνώμη και οι επιδέξιοι διαπραγματευτικοί χειρισμοί αλληλεπιδρούν. Η ελληνική υπόθεση, από μια περιφερειακή εξέγερση που αρχικά αντιμετωπίστηκε με καχυποψία, εξελίχθηκε σε διεθνές ζήτημα πρώτης γραμμής, μετατρέποντας τον αγώνα για ελευθερία σε υπόθεση ευρωπαϊκής πολιτικής και ηθικής ευθύνης. Η επιτυχία της αποδεικνύει ότι, στην Ιστορία, η μάχη των διπλωματών μπορεί να είναι εξίσου κρίσιμη με εκείνη των στρατιωτών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Α. Μπρεδήμας (2021), Διεθνές δίκαιο και διπλωματία στα χρόνια της επανάστασης του 1821, εκδ. Σάκκουλα
  • Γ. Β. Δερτίλης (2018), Ιστορία της Νεότερης και Σύγχρονης Ελλάδας 1750-2015, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
  • Ε. Βόγλη (2022), Το επαναστατικότερο επίτευγμα του ελληνικού Αγώνα: Η διπλωματία και ο φιλελληνισμός, academia.edu, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Δάβαρη, Β΄ Αρχισυντάκτρια Ιστορίας
Αναστασία Δάβαρη, Β΄ Αρχισυντάκτρια Ιστορίας
Γεννήθηκε το 2004 στην Αθήνα. Είναι φοιτήτρια του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Έχει ιδιαίτερη αγάπη για τη Nεότερη και Σύγχρονη Ιστορία, τόσο της Ελλάδας όσο και του υπόλοιπου κόσμου. Ασχολείται με τον αθλητισμό, ενώ, ακόμα, της αρέσουν οι καλές τέχνες, όπως ο χορός, η μουσική και το θέατρο, με τα οποία έχει, επίσης, ασχοληθεί. Στον ελεύθερό της χρόνο απολαμβάνει να διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία, ποίηση και να περνάει χρόνο με τους φίλους της.