Του Παναγιώτη Μαχαίρα,
Ορισμένα τρόφιμα μας ξυπνούν συχνά αναμνήσεις από την παιδική μας ηλικία ή τις οικογενειακές παραδόσεις. Αυτή η εμπειρία, γνωστή ως νοσταλγία, επηρεάζει σημαντικά τις διατροφικές επιλογές των ανθρώπων. Οι νοσταλγικές γεύσεις πυροδοτούν αναμνήσεις και συναισθήματα που επηρεάζουν τις προτιμήσεις των καταναλωτών σε όλες τις γενιές.
Η νοσταλγία συχνά περιγράφεται ως μια γλυκόπικρη επιθυμία για το παρελθόν. Οι ψυχολόγοι την ορίζουν ως μια σύνθετη συναισθηματική εμπειρία που περιλαμβάνει αναμνήσεις, αυτοκριτική και μια λαχτάρα για την άνεση του «πως ήταν τα πράγματα». Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι το φαγητό, βαθιά συνδεδεμένο με τον πολιτισμό και την προσωπικότητα του καθενός, συχνά λειτουργεί ως ισχυρό έναυσμα για νοσταλγικά βιώματα. Έρευνες δείχνουν ότι οι νοσταλγικές εμπειρίες μπορούν να προκαλέσουν θετικά συναισθήματα, να μειώσουν το άγχος, ακόμη και να αυξήσουν τα συναισθήματα κοινωνικής σύνδεσης.
Η γεύση ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα αισθητηριακά ερεθίσματα επειδή συνδέεται τόσο στενά με τη μνήμη και το συναίσθημα. Επίσης, ο οσφρητικός βολβός του εγκεφάλου συνδέεται άμεσα με το μεταιχμιακό σύστημα, την περιοχή που ευθύνεται για τα συναισθήματα και τη μνήμη. Επομένως, η γεύση και η όσφρηση καθίστανται ισχυρά ερεθίσματα νοσταλγίας. Όταν καταναλώνουμε νοσταλγικές γεύσεις, ο εγκέφαλός μας απελευθερώνει ντοπαμίνη, ενισχύοντας τα θετικά συναισθήματα και συχνά κάνοντάς μας να αναζητήσουμε ξανά αυτές τις τροφές. Αυτή η σύνδεση εξηγεί γιατί η μυρωδιά του φρεσκοψημένου ψωμιού ή η γεύση ενός συγκεκριμένου γλυκού μπορούν να ξυπνήσουν αμέσως έντονες αναμνήσεις από την παιδική ηλικία.
Ωστόσο, η νοσταλγία δεν είναι ένα συναίσθημα που βιώνεται από όλους με τον ίδιο τρόπο. Διαφορετικές γενιές έχουν διαφορετικές αγαπημένες γεύσεις, οι οποίες διαμορφώνονται από το πολιτιστικό και κοινωνικοοικονομικό κλίμα της νεότητάς τους. Οι σημερινοί «ηλικιωμένοι», για παράδειγμα, μπορεί να βρίσκουν άνεση στα σπιτικά γεύματα και σε γλυκά όπως το λουκούμι. Νεότεροι άνθρωποι που μεγάλωσαν τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 μπορεί αντίστοιχα να βιώνουν συναισθήματα νοσταλγίας σε συσκευασμένα σνακ και αναψυκτικά. Το ίδιο ισχύει και για τους millennials και την Gen Z με τα προϊόντα της εποχής τους. Αυτές οι διαφορές μεταξύ των γενεών είναι κρίσιμες για τους επαγγελματίες του μάρκετινγκ και τους παραγωγούς τροφίμων που προσπαθούν να αποτυπώσουν στη στρατηγική τους τη συναισθηματική σύνδεση της νοσταλγίας.
Από ψυχολογικής άποψης, η νοσταλγία λειτουργεί και ως μηχανισμός αντιμετώπισης σε δύσκολες καταστάσεις. Σε αβέβαιες εποχές, όπως μια οικονομική ύφεση, κοινωνικές αναταραχές ή την πανδημία COVID-19, τα άτομα συχνά στρέφονται σε νοσταλγικά τρόφιμα για παρηγοριά και σταθερότητα. Μελέτες έχουν δείξει ότι η νοσταλγική κατανάλωση μπορεί να βελτιώσει τη διάθεση, να μειώσει τα συναισθήματα μοναξιάς και να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση, παρέχοντας μια αίσθηση συνέχειας σε έναν κόσμο που αλλάζει.

Οι νοσταλγικές προτιμήσεις στο φαγητό μπορούν, επίσης, να ενισχύσουν τους κοινωνικούς δεσμούς. Η από κοινού κατανάλωση νοσταλγικών γευμάτων ή σνακ βοηθά τους ανθρώπους να αισθάνονται συνδεδεμένοι με την πολιτιστική ή οικογενειακή τους κληρονομιά, ενισχύοντας την συλλογική τους ταυτότητα. Η κατανάλωση παραδοσιακών πιάτων σε οικογενειακές συγκεντρώσεις, θρησκευτικά φεστιβάλ ή κοινωνικές εκδηλώσεις ενισχύει τους δεσμούς και το αίσθημα του ανήκειν, τα οποία αποτελούν ισχυρά ψυχολογικά κίνητρα.
Ωστόσο, ενώ η νοσταλγία είναι σε μεγάλο βαθμό θετική, διαθέτει και αρνητικά χαρακτηριστικά. Τα νοσταλγικά τρόφιμα είναι συχνά ανθυγιεινά ή πλούσια σε θερμίδες. Η εξάρτηση από αυτά ως συναισθηματικά δεκανίκια μπορεί να συμβάλει σε κακές διατροφικές συνήθειες, ιδιαίτερα όταν το comfort feeding γίνεται χρόνιο. Επιπλέον, η νοσταλγία μπορεί μερικές φορές να δημιουργήσει μη ρεαλιστικές προσδοκίες. Η «γεύση της παιδικής ηλικίας» είναι μια υποκειμενική εμπειρία, που διαμορφώνεται από το συναίσθημα και τη μνήμη και όχι από την αντικειμενική πραγματικότητα. Ως αποτέλεσμα, τα αναδημιουργημένα νοσταλγικά τρόφιμα μπορεί να απογοητεύσουν όταν δεν ταιριάζουν με την ιδανική γεύση που είναι αποθηκευμένη στο μυαλό μας, οδηγώντας ενδεχομένως σε δυσαρέσκεια.
Η βιομηχανία τροφίμων έχει αξιοποιήσει έξυπνα τη νοσταλγία στην ανάπτυξη προϊόντων και το μάρκετινγκ. Σνακ περιορισμένης έκδοσης, ρετρό συσκευασίες και αναβιώσεις παλιών συνταγών είναι συνηθισμένες τακτικές που χρησιμοποιούνται για την πρόκληση συναισθηματικών συνδέσεων και την ενίσχυση των πωλήσεων. Για παράδειγμα, η Coca—Cola λανσάρει τακτικά καμπάνιες με νοσταλγικές εικόνες από παλιότερες συσκευασίες και διαφημίσεις αξιοποιώντας την οικειότητα του παρελθόντος. Ταυτόχρονα, παραγωγοί χειροποίητων τροφίμων και εξειδικευμένες μάρκες αναβιώνουν παλιές συνταγές με μια σύγχρονη πινελιά, προσφέροντας νέες εκδοχές παραδοσιακών τροφίμων και γλυκών που απευθύνονται τόσο στους λάτρεις της παράδοσης όσο και στους νεότερους καταναλωτές που ενδιαφέρονται.
Οι νοσταλγικές γεύσεις είναι κάτι περισσότερο από μια απλή συναισθηματική απόλαυση. Αντιπροσωπεύουν ένα σύνθετο ψυχολογικό φαινόμενο βαθιά ενσωματωμένο στις διατροφικές μας προτιμήσεις και στην καταναλωτική συμπεριφορά. Γεφυρώνοντας το παρελθόν με το παρόν, αυτές οι γεύσεις προσφέρουν συναισθηματική άνεση, ενισχύουν την ταυτότητα και επηρεάζουν τις αγοραστικές αποφάσεις όλων των γενιών. Είτε πρόκειται για μια συνταγή της γιαγιάς είτε για ένα παλιό σνακ, τα νοσταλγικά φαγητά μας υπενθυμίζουν ότι μερικές φορές, οι πιο νόστιμες τροφές είναι αυτές που σερβίρονται με μια δόση ανάμνησης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Marketing 24, Nostalgia Marketing: Τι είναι και πώς να το χρησιμοποιήσετε, διαθέσιμο εδώ