Της Αλεξίας Κυριαζοπούλου,
Το κάστρο της Οσάκα, χτισμένο από τον Τογιοτόμι Χιντεγιόσι, βρισκόταν σε στρατηγική θέση ανάμεσα στη δυτική Ιαπωνία (όπου κυριαρχούσαν φιλοτογιοτομικοί φεουδάρχες) και την ανατολική Ιαπωνία (που ελεγχόταν από τους Τοκουγκάβα). Το κάστρο ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα οχυρωμένα συγκροτήματα της εποχής, με τεράστια εξωτερικά τείχη, πολλαπλά ορύγματα και φυσική προστασία από ποταμούς. Η Πολιορκία της Οσάκα (1614–1615) αποτελεί ένα από τα πιο καθοριστικά γεγονότα στην ιαπωνική ιστορία, σηματοδοτώντας το τέλος του οίκου Τογιοτόμι και την εδραίωση της εξουσίας του Σογκουνάτου Τοκουγκάβα. Η πολιορκία χωρίστηκε σε δύο φάσεις: τη χειμερινή εκστρατεία (Fuyu no Jin) και τη θερινή εκστρατεία (Natsu no Jin).
Το 1600, ο Τοκουγκάβα Ιεγιάσου (Tokugawa Ieyasu) νίκησε τον συνασπισμό των υποστηρικτών του «Μεγάλου Ενοποιητή» της Ιαπωνίας Τογιοτόμι Χιντεγιόσι, στη μάχη της Σεκιγκαχάρα και ίδρυσε το Σογκουνάτο του (στρατιωτική κυβέρνηση) το 1603. Ωστόσο, οι Τογιοτόμι δεν είχαν πλήρως εξολοθρευθεί. Ο νόμιμος διάδοχος του Χιντεγιόσι, ο νεαρός Τογιοτόμι Χιντεγιόρι, διατήρησε τον έλεγχο του κάστρου της Οσάκα και καλλιέργησε φιλοδοξίες για αποκατάσταση της εξουσίας. Η Γιοντό-ντόνο, μητέρα του Χιντεγιόρι και χήρα του Χιντεγιόσι, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην αντίσταση κατά των Τοκουγκάβα. Ως de facto ηγέτιδα του οίκου Τογιοτόμι, ανέλαβε την πολιτική καθοδήγηση κατά τη διάρκεια της πολιορκίας.

Το 1614, ο Ιεγιάσου εξαπέλυσε την χειμερινή πολιορκία της Οσάκα (Fuyu no Jin), με στόχο να εξουδετερώσει οριστικά την απειλή των Τογιοτόμι. Παρά την αρχική επιθετικότητα, η πολιορκία δεν επέφερε οριστική νίκη. Υπεγράφη ειρήνη, με τους όρους να περιλαμβάνουν την καταστροφή των οχυρώσεων του κάστρου της Οσάκα. Ωστόσο, οι Τογιοτόμι άρχισαν αμέσως την ανακατασκευή και την ενίσχυση των τειχών, προκαλώντας νέα αντίδραση από τους Τοκουγκάβα. Την άνοιξη του 1615, ο Τοκουγκάβα Χινεντάντα (γιος του Ιεγιάσου) συγκέντρωσε στρατό περίπου 150.000 πολεμιστών. Από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις του Χιντεγιόρι αριθμούσαν περίπου 60.000–90.000 άνδρες, κυρίως σαμουράι πιστοί στους Τογιοτόμι και πρώην ανεξάρτητους πολέμαρχους. Κατά την χειμερινή εκστρατεία, η Γιοντό-ντόνο αρνήθηκε τις προτάσεις ειρήνης του Ιεγιάσου, θεωρώντας τις παγίδα. Μετά από βομβαρδισμό που κατέστρεψε το δωμάτιό της και σκότωσε δύο από τις υπηρέτριές της, εμφανίστηκε οπλισμένη με άλλες γυναίκες, δείχνοντας την αποφασιστικότητά της να υπερασπιστεί το κάστρο.

Τον Μάιο του 1615, οι Τοκουγκάβα ξεκίνησαν νέα επίθεση. Η πολιορκία ξεκίνησε με συγκρούσεις εκτός του κάστρου, ο στρατός του Τοκουγκάβα μετρούσε πάνω από 150.000 στρατιώτες στην αντίπερα όχθη, ενώ οι δυνάμεις του Τογιοτόμι μειονεκτούσαν σημαντικά. Η καθοριστική σύγκρουση σημειώθηκε στην πεδιάδα Τεννοτζι, στις 3 Ιουνίου, έξω από την Οσάκα. Ο Σαναδά Γιουκίμουρα ηγήθηκε της αντεπίθεσης με αποφασιστικότητα, καταφέρνοντας αρχικά να διεισδύσει στις γραμμές του στρατού των Τοκουγκάβα και σχεδόν να φτάσει στον Ιεγιάσου. Όμως, η αριθμητική υπεροχή και η συντονισμένη αντίσταση των Τοκουγκάβα γύρισαν την πλάστιγγα. Ο Γιουκίμουρα πολέμησε μέχρι θανάτου· σύμφωνα με μαρτυρίες, είπε: «Η ζωή μου φτάνει στο τέλος, ας την αφιερώσω στον αφέντη μου». Η απώλεια του Σαναδά αποτέλεσε ψυχολογικό πλήγμα για τους Τογιοτόμι.
Το τέλος του κάστρου της Οσάκα
Μετά τη συντριβή των δυνάμεων του Τογιοτόμι στο πεδίο της μάχης, το κάστρο της Οσάκα περικυκλώθηκε. Στις 5 Ιουνίου 1615, ξέσπασε πυρκαγιά στο κάστρο, ενώ την επόμενη μέρα, στις 6 Ιουνίου, ο Τογιοτόμι Χιντεγιόρι και η μητέρα του αυτοκτόνησαν με σεπούκου (χαρακίρι), καθώς οι δυνάμεις του Σογκουνάτου εισέβαλλαν στα ερείπια του φρουρίου. Η πτώση του κάστρου της Οσάκα σήμανε το οριστικό τέλος του Οίκου Τογιοτόμι και κάθε αντίσταση στη κυριαρχία των Τοκουγκάβα.

Η εξολόθρευση του Χιντεγιόρι και των υποστηρικτών του επέτρεψε στον Ιεγιάσου να εξαλείψει κάθε εν δυνάμει αντίπαλο. Όσοι ευγενείς ή σαμουράι επέζησαν, είτε υποτάχθηκαν είτε εξορίστηκαν ή εκτελέστηκαν. Η πολιορκία της Οσάκα αποτέλεσε την τελευταία μεγάλη στρατιωτική αναμέτρηση στην Ιαπωνία για τα επόμενα 250 χρόνια. Το Σογκουνάτο Τοκουγκάβα κυβέρνησε αυστηρά, επιβάλλοντας πολιτική σταθερότητα, αυστηρή ιεραρχία και απομόνωση (σακούκου). Το κάστρο της Οσάκα καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς και τα επόμενα χρόνια ξαναχτίστηκε από τους Τοκουγκάβα αλλά όχι ως φρούριο ανεξάρτητης δύναμης, αλλά ως διοικητικό σύμβολο της κυριαρχίας τους.
Η θερινή πολιορκία της Οσάκα έχει μείνει στην ιαπωνική παράδοση και λογοτεχνία ως το δραματικό φινάλε της εποχής των πολέμαρχων. Η ηρωική αντίσταση του Σαναδά Γιουκίμουρα εξυμνείται ως σύμβολο τιμής, ενώ ο Ιεγιάσου μνημονεύεται ως ο ιδρυτής της πιο μακροχρόνιας και σταθερής πολιτικής περιόδου στην ιαπωνική ιστορία. Η πολιορκία της Οσάκα δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική σύγκρουση, ήταν μια καμπή στην πορεία της ιαπωνικής ιστορίας. Με τον αφανισμό των Τογιοτόμι, η Ιαπωνία εισήλθε σε έναν αιώνα απομόνωσης, σταθερότητας, αλλά και αυστηρής καταστολής. Ήταν το οριστικό τέλος των πολέμαρχων και η αρχή της «ειρηνικής τυραννίας» των Τοκουγκάβα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- George Sansom (1961), History of Japan, 1334-1615, εκδ. Stanford University Press
- William de Lange (2022), The siege of Osaka castle, the winter and summer campaigns, εκδ. Toyo Press
- Stephen Turnbull (2006), Osaka 1615: the last battle of the samurai, εκδ. Osprey
- The Siege of Osaka (1614–1615): The Fall of the Toyotomi Clan and the Rise of Tokugawa Power, supeinnihonto.com, διαθέσιμο εδώ