Της Αγγελικής Τσιούντσιουρα,
Η θεμελίωση της αστικής ευθύνης του Δημοσίου συνιστά έναν από τους θεμελιώδεις μηχανισμούς προστασίας του πολίτη έναντι της διοίκησης. Στο πλαίσιο αυτό, όταν συντρέχουν ζημίες λόγω φυσικών καταστροφών ή ακραίων καιρικών φαινομένων, εγείρεται το κρίσιμο ερώτημα αν και κατά πόσον το κράτος, δια των αρμοδίων οργάνων του, μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο και υπόχρεο σε αποζημίωση, όταν έχει επιδείξει αμέλεια στην πρόληψη ή διαχείριση τέτοιων φαινομένων.
Το νομικό πλαίσιο για την αστική ευθύνη του Δημοσίου θεμελιώνεται κυρίως στα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, τα οποία καθιερώνουν την ευθύνη του για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας. Η ευθύνη αυτή είναι αντικειμενική και προϋποθέτει την ύπαρξη παρανομίας, ζημίας και αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των δύο. Η δε παρανομία μπορεί να συνίσταται τόσο σε πράξη όσο και σε παράλειψη, δηλαδή σε αποχή από ενέργεια, που το Δημόσιο είχε νομική υποχρέωση να πράξει για την προστασία της ζωής, της υγείας ή της περιουσίας των πολιτών. Ιδιαίτερη σημασία αποκτά η έννοια της παράλειψης λήψης μέτρων, κυρίως προληπτικών, από τα αρμόδια κρατικά όργανα. Σε περιπτώσεις έντονων φυσικών φαινομένων, το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι η φύση του ίδιου του φαινομένου, αλλά η (μη) ανταπόκριση της κρατικής διοίκησης σε γνωστούς ή προβλέψιμους κινδύνους. Το στοιχείο της προβλεψιμότητας είναι καθοριστικό: Όταν μία καταστροφή, αν και σφοδρή, μπορούσε με εύλογη προνοητικότητα να αντιμετωπιστεί ή να περιοριστούν οι συνέπειές της, τότε η παράλειψη συνιστά παράνομη συμπεριφορά και ενεργοποιείται η αποζημιωτική ευθύνη του κράτους.

Από νομολογιακής πλευράς, τα ελληνικά διοικητικά δικαστήρια έχουν αναπτύξει συνεπή γραμμή σκέψης αναγνωρίζοντας ότι το κράτος δεν απαλλάσσεται της ευθύνης, επικαλούμενο τη φυσικότητα του φαινομένου, όταν έχει παραλείψει να προετοιμαστεί ή να δράσει κατάλληλα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πλημμύρα που σημειώθηκε στη Μάνδρα Αττικής τον Νοέμβριο του 2017. Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, σε απόφασή του, έκρινε ότι παρά την ασυνήθιστη ένταση του καιρικού φαινομένου, η έκταση της καταστροφής και η απώλεια ανθρώπινων ζωών δεν ήταν αποτέλεσμα ανωτέρας βίας, αλλά συνδυασμός παραλείψεων των κρατικών και τοπικών αρχών, οι οποίες δεν είχαν φροντίσει για την ύπαρξη αντιπλημμυρικών έργων, για την απομάκρυνση εμποδίων από κοίτες ρεμάτων και την έγκαιρη ενημέρωση των πολιτών. Ανάλογη νομική συλλογιστική απαντά και στην περίπτωση της τραγωδίας στο Μάτι το 2018, όπου οι αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων εστίασαν στην έλλειψη συντονισμού μεταξύ της Πυροσβεστικής, της Αστυνομίας και της Πολιτικής Προστασίας. Κρίθηκε ότι, τα όργανα παρέλειψαν να ενεργήσουν σύμφωνα με τις νομικές τους υποχρεώσεις και τις θεσμοθετημένες διαδικασίες πολιτικής προστασίας, με αποτέλεσμα την αποτυχία στην εκκένωση της περιοχής, την πρόκληση κυκλοφοριακής συμφόρησης και, εν τέλει, την απώλεια δεκάδων ζωών. Η αποζημιωτική ευθύνη θεμελιώθηκε στην υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας των κρατικών οργάνων, η οποία, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως άλλοθι για την αδράνεια σε περιπτώσεις κρίσης. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, με την πρόσφατη απόφαση 16129/2023, έκρινε ότι η παράλειψη του συντονισμού των εμπλεκομένων υπηρεσιών στην πυρκαγιά στο Μάτι, και η αποτυχία έγκαιρης προειδοποίησης των πολιτών για τον επερχόμενο κίνδυνο, συνιστούν αιτιώδη σύνδεσμο με την τελική ζημία. Επιδικάστηκαν αποζημιώσεις για ψυχική οδύνη των συγγενών των θυμάτων, επιβεβαιώνοντας την τάση της νομολογίας να ερμηνεύει αυστηρά τις υποχρεώσεις του κράτους σε περιπτώσεις φυσικών κινδύνων.
Αυτό που καθίσταται πλέον σαφές είναι ότι η ευθύνη του κράτους δεν μπορεί να εξαντλείται σε μια τυπική ή αμυντική στάση έναντι των πολιτών του. Το Δημόσιο φέρει το βάρος της πρόληψης, της ετοιμότητας και της ορθής διαχείρισης φυσικών κινδύνων. Οι πολίτες δικαιούνται αποζημίωση όχι μόνο για τη θετική ή αποθετική ζημία που υφίστανται, αλλά και για την ψυχική οδύνη που προκαλείται από απώλειες προσώπων ή την πλήρη ανατροπή της ζωής τους, όπως αναγνωρίζεται με την εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ. Καθίσταται σαφές ότι η θεωρητική απόδοση της ευθύνης του Δημοσίου δεν είναι ανεξάρτητη από τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και του κράτους δικαίου. Όπως εύστοχα αναφέρει η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 2527/2019), το Σύνταγμα δεν ανέχεται να παραμένουν αναποζημίωτες οι ζημίες που υφίστανται οι πολίτες από ενέργειες ή παραλείψεις του κράτους. Η ευθύνη του Δημοσίου σε τέτοιες περιπτώσεις είναι τόσο νομική όσο και θεσμική. Αν το κράτος επιθυμεί να διατηρεί την εμπιστοσύνη των πολιτών του, οφείλει όχι μόνο να αναλαμβάνει τη διαχείριση κινδύνων αλλά και να λογοδοτεί για την αποτυχία αυτής.

Η αναγνώριση της αποζημιωτικής ευθύνης αποτελεί, εν τέλει, μορφή κοινωνικής δικαιοσύνης και ηθικής αποκατάστασης. Σε ένα κράτος δικαίου, το οποίο θεμελιώνεται στον σεβασμό των δικαιωμάτων, η ανοχή στην ατιμωρησία ή στην ανευθυνότητα της διοίκησης αποτελεί απειλή για το ίδιο το θεμέλιο της έννομης τάξης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αντώνης Αργυρός, Αστική Ευθύνη του Δημοσίου, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2023
- Αστική ευθύνη Δημοσίου για την πλημμύρα στην Μάνδρα Αττικής (ΔΠΑ 15427/2023), lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ
- Αστική ευθύνη του Δημοσίου για την πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής (ΔΠΑ 16129/2023), lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ