30.3 C
Athens
Τρίτη, 26 Αυγούστου, 2025
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΠώς προκύπτει το κενό;

Πώς προκύπτει το κενό;


Του Γιώργου Κοσματόπουλου,

Ο Αλέξης Τσίπρας πυκνώνει τις δημόσιες παρεμβάσεις του, στο πλαίσιο της απόπειρας αναβάπτισής του στη συνείδηση του εκλογικού σώματος, με απώτερο σκοπό να ηγηθεί ενός νέου φορέα της λεγομένης Κεντροαριστεράς. Εν ολίγοις, επιχειρεί να αναπληρώσει ένα κενό που όντως υφίσταται με ευθύνη όσων φιλοδοξούν να εκφράσουν τον συγκεκριμένο χώρο.

Ο πρώην Πρωθυπουργός αποχώρησε από την αρχηγία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α, κατόπιν απανωτών αρνητικών αποτελεσμάτων, επί σειρά ετών. Ήδη από το 2016, έναν περίπου χρόνο μετά την πρώτη εκλογική νίκη του σε βουλευτικές εκλογές, το κόμμα του εμφανιζόταν να υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η τάση αυτή επιβεβαιώθηκε το 2019. Τότε, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α θα συντριβεί στις ευρωπαϊκές, δημοτικές και περιφερειακές κάλπες ταυτοχρόνως και ο Τσίπρας θα αναγκαστεί να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές. Εκεί, θα κατορθώσει, παρόλα αυτά, να συγκρατήσει ένα ποσοστό της τάξεως του 30% και ταυτοχρόνως τη δεύτερη θέση. Ήταν σαφές ότι εξακολουθούσε να διατηρεί τον πρώτο λόγο σχετικά με τις εξελίξεις στον χώρο αριστερότερα της ΝΔ. Αυτή του όμως η επίδοση δεν θα καταστεί δυνατή να το θέσει σε τροχιά επαναφοράς στην κυβερνητική εξουσία. Τέσσερα χρόνια αργότερα, θα συντριβεί εκ νέου, χάνοντας σχεδόν το μισό της εκλογικής του δύναμης. Ήταν ολοφάνερο ότι ο κύκλος του στην ηγεσία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α είχε λήξει και η εκκίνηση της διαδικασίας διαδοχής του αποτελούσε μονόδρομο.

Ο ίδιος ο Τσίπρας ενστερνιζόταν την αναγκαιότητα απόσυρσής του από το προσκήνιο, αλλά όχι και αυτήν της πρόωρης πολιτικής «συνταξιοδότησης». Η στήριξη στο πρόσωπο του Στέφανου Κασσελάκη για τη διαδοχή του το καθιστούσε σαφές. Ο Κασσελάκης επεβλήθη από τον μηχανισμό Τσίπρα, καίτοι παντελώς άγνωστος εντός κι εκτός κόμματος, ως ο άνθρωπος που θα μπορούσε να διατηρήσει τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α σε ένα αξιοπρεπές ποσοστό και στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Παράλληλα, ο προκάτοχός του θα ετοιμαζόταν για την ολική του επαναφορά, με στόχο να ηγηθεί ενός ενιαίου φορέα της λεγομένης Κεντροαριστεράς. Οι σχεδιασμοί του βρίσκονταν σε απόλυτη εναρμόνιση με αυτούς ισχυρών ξένων παραγόντων, πρωτίστως των Αμερικανών, που επιθυμούσαν κι επιθυμούν την ανασύσταση του ισχυρού δικομματικού συστήματος στην Ελλάδα. Ενός συστήματος που θα αποτελείται από έναν μεγάλο Κεντροδεξιό κι έναν μεγάλο Κεντροαριστερό πόλο — τη ΝΔ και το νέο σχήμα υπό τον Τσίπρα — που θα εναλλάσσονται στην εξουσία και δεν θα έχουν σημαντικές διαφορές στα βασικά ζητήματα (εξωτερική πολιτική, οικονομία, μεταναστευτικό, μείζονα κοινωνικά θέματα). Έτσι, θα προκύψει συστημική ευστάθεια στην Ελλάδα, θα προωθηθούν «λύσεις» υψηλού εκλογικού κόστους (ελληνοτουρκικά κ.α.) και θα διασαλπιστεί η προαγωγή των αμερικανικών κι ευρωπαϊκών (γερμανικών) συμφερόντων.

Ο σχεδιασμός αυτός δεν βγήκε στους εμπνευστές του. Ο Κασσελάκης ουδέποτε έγινε αποδεκτός από τον βαθύ ΣΥ.ΡΙΖ.Α και το μόνο που κατάφερε ήταν να διατηρήσει τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές του 2024, κυρίως ένεκα των λαθών του ΠΑ.ΣΟ.Κ και του Νίκου Ανδρουλάκη. Η ρήξη με τον Τσίπρα αποτέλεσε το κύκνειο άσμα του στην αρχηγία της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης και η καθαίρεσή του πρόσθεσε ακόμη μία διάσπαση στην ιστορία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α, ο οποίος έχει απολέσει, κοινοβουλευτικά, τον ρόλο του βασικού αντιπάλου της κυβέρνησης… Αν κάτι επιβεβαιώθηκε από όλο αυτό ήταν το γεγονός ότι ΣΥ.ΡΙΖ.Α ίσον Τσίπρας. Όσο ανέτειλε κι εν συνεχεία μεσουρανούσε το προσωπικό άστρο του τότε αρχηγού του τόσο το κόμμα βρισκόταν σε ακμή. Όταν το άστρο αυτό έσβησε κατάπιε το κόμμα που πλέον δεν μπορεί να υπολογίζει σε κάτι καλύτερο πλην του ρόλου μιας συνιστώσας υπό διάλυση σε έναν ενιαίο φορέα από κοινού με ορισμένες εκ των διασπάσεών του.

Πηγή Εικόνας: cnn.gr/ Φωτογράφος και Δικαιώματα Χρήσης: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI

Ο δεύτερος παράγων που συντελεί στην ύπαρξη ενός κενού εξ αριστερών της ΝΔ είναι η πορεία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Το νυν κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δείχνει, προς ώρας τουλάχιστον να αδυνατεί να κάνει το μεγάλο άλμα που θα το καταστήσει πραγματικό διεκδικητή της νίκης στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Κι όμως οι οιωνοί όταν αναλάμβανε την προεδρία του Κινήματος, ο Νίκος Ανδρουλάκης ήταν εξόχως ενθαρρυντικοί. Ο Τσίπρας, που μέχρι τότε λεηλατούσε τη χώρα του, ήταν πολιτικά απαξιωμένος κι εκλογικά πολλάκις ηττημένος.

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α είχε επιστρέψει, εν πολλοίς, στις «εργοστασιακές του ρυθμίσεις» και βυθιζόταν ολοένα και περισσότερο στον παραλογισμό. Αντιθέτως, το ΠΑ.ΣΟ.Κ είχε μια νέα ηγεσία, που προέκυψε κατόπιν μιας άκρως επιτυχημένης μαζικότατης, εσωκομματικής διαδικασίας. Μιας ηγεσίας η οποία, επικοινωνιακά τουλάχιστον, σηματοδοτούσε την αλλαγή γενιάς. Παρόλα αυτά, δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία. Ο τρόπος διοίκησης και λειτουργίας του κόμματος ήταν εμπνευσμένες από τις χειρότερες παραδόσεις του φοιτητικού συνδικαλισμού. Μόνο που έτσι ουδείς μπορεί να παράξει ουσιαστική πολιτική για τα μεγάλα ζητήματα μιας χώρας. Σε τρεις περιπτώσεις: υιοθεσία παιδιών από ζευγάρια ομοφυλοφίλων, επιστολική ψήφο και ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων το ΠΑ.ΣΟ.Κ, αφού αμφιταλαντεύτηκε, εξέπεμψε εικόνα χάβρας ιουδαίων εντός κι εκτός Βουλής και τελικά «κατάφερε» να υιοθετήσει θέσεις που βρίσκονταν σε πλήρη αναντιστοιχία με τις πεποιθήσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας της βάσης του και του ελληνικού λαού εν γένει. Είχε προηγηθεί η αποτυχημένη επικοινωνιακή επένδυση στο ζήτημα των υποκλοπών που, αν και όντως μείζονος σημασίας, αντιμετωπίστηκε περισσότερο σαν προσωπική υπόθεση του Προέδρου του.

Κάπως έτσι το ΠΑ.ΣΟ.Κ, επίσης, «κατάφερε» να χάσει τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές, από τον παραπαίοντα ΣΥ.ΡΙΖ.Α, του Κασσελάκη ακόμα τότε, να μπει σε κύκλο εσωστρέφειας και νέες κάλπες ανάδειξης ηγεσίας. Εκεί, μπορεί να δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία στον Ανδρουλάκη, ένεκα του ισχυρού προσωπικού του μηχανισμού αλλά και της γενικότερης αποστροφής που προκάλεσαν σε μεγάλο τμήμα της κομματικής βάσης, οι συμπεριφορές των ανθυποψηφιών του, πλην όμως δεν άλλαξε κάτι ουσιαστικό στον τρόπο με τον οποίο πορευόταν ως αρχηγός μέχρι τότε. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ αδυνατεί να δημιουργήσει την αίσθηση ότι η επόμενη εκλογική μάχη θα είναι αμφίρροπη. Έφτασε, μια περίοδο, να παλεύει για τη δεύτερη θέση με την Πλεύση Ελευθερίας, που κάποια στιγμή το είχε ξεπεράσει δημοσκοπικά. Οι όποιες επιτυχίες του μοιάζουν περισσότερο με αποτελέσματα των αποτυχιών των ανταγωνιστών του παρά ως δικές του νίκες. Βρίσκεται στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης λόγω της διάσπασης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α και υπό την αίρεση μιας ενδεχόμενης συμμαχία Φάμμελου — Χαρίτση. Δείχνει να λειτουργεί περισσότερο συγκυριακά παρά βάσει σχεδιασμού, δεχόμενο «αυτογκόλ» (όπως αυτό περί των μετεκλογικών συνεργασιών του), που αδικούν σοβαρές πρωτοβουλίες όπως αυτή για τις τραπεζικές χρεώσεις ενώ η όποια διεύρυνση γίνεται στη λογική «μάζευε κι ας ειν’ και ρώγες, με διαφόρους πρώην ΣΥΡΙΖΑίους να εισρέουν άνευ κριτηρίων, στο κόμμα. Έτσι, εξαιτίας της αδυναμίας του να παρουσιάσει προοπτική τόσο στο εσωτερικό του όσο και στην κοινωνία, που αναζητεί αντίβαρο στον Μητσοτάκη, δεν μπορεί να καλύψει το κενό στον χώρο της αντιπολίτευσης, δίνοντας στον Τσίπρα τη δυνατότητα να ελπίζει ότι θα εμφανιστεί σαν ο μόνος που «μπορεί».

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας αδίστακτος τυχοδιώκτης της πολιτικής. Όπου βρει την ευκαιρία θα ορμήσει να την αρπάξει με περίσσιο θράσος και απόλυτο κυνισμό. Βλέπει, σήμερα, ένα κενό και προσπαθεί να το εκμεταλλευτεί, βάσει της δικής του πολιτικής και ιστορικής ανάγνωσης. Ακόμη βέβαια κι αν δεν προλάβουν να αναπληρώσουν το κενό οι ανταγωνιστές του, είναι πολύ πιθανόν η ίδια η κοινωνία να τον ρίξει σε αυτό, φέρνοντάς τον ενώπιον δυσάρεστων εκπλήξεων…


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Ο ΣΥΡΙΖΑ και η επιστροφή του Τσίπρα, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Κοσματόπουλος
Γιώργος Κοσματόπουλος
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 του χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.