30.8 C
Athens
Παρασκευή, 22 Αυγούστου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος της Ελλάδας

Η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος της Ελλάδας


Της Ραφαηλίας Γρόσιου,

Η αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές εκφάνσεις της δημοκρατικής αυτονομιότητας ενός κράτους: μετριάζει την ακαμψία του θεσμικού πλαισίου, επιτρέπει την προσαρμογή σε νέες κοινωνικές και πολιτικές ανάγκες, αλλά ταυτόχρονα απαιτεί ειδικές εγγυήσεις, ώστε να προστατεύεται η σταθερότητα και η συνέχεια του πολιτεύματος. Στην ελληνική έννομη τάξη η διαδικασία αυτή ρυθμίζεται ρητά και αναλυτικά από το άρθρο 110 του Συντάγματος, το οποίο καθορίζει τόσο τα όρια της αναθεώρησης όσο και τα θεσμικά βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν. (βλ. Άρθρο 110 Σ.).

Σύμφωνα με το άρθρο 110 παράγραφος 1, ορισμένες διατάξεις δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση: εκείνες που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος ως Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, καθώς και συγκεκριμένες διατάξεις (για παράδειγμα το άρθρο 2 παρ. 1, το άρθρο 4 παρ. 1, 4 και 7, το άρθρο 5 παρ. 1 και 3, το άρθρο 13 παρ. 1 και το άρθρο 26). Η ρητή εξαίρεση ορισμένων βασικών κανόνων αντανακλά την ανάγκη για ένα πυρήνα συνταγματικής ταυτότητας αδιαπραγμάτευτο από βραχυπρόθεσμες πολιτικές σκοπιμότητες.

Η ανάγκη για αναθεώρηση διαπιστώνεται με απόφαση της Βουλής, ύστερα από πρόταση τουλάχιστον πενήντα βουλευτών. Η απόφαση αυτή πρέπει να ληφθεί με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των μελών της και προϋποθέτει δύο ψηφοφορικές διαδικασίες μεταξύ των οποίων μεσολαβεί τουλάχιστον ένα μήνας. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η έναρξη της αναθεωρητικής διαδικασίας απαιτεί ευρύ κοινοβουλευτικό συναίνεση και χρόνο για δημόσιο διάλογο και επεξεργασία των προτεινόμενων παρεμβάσεων στο Σύνταγμα.

Αφού η πρώτη Βουλή αποφασίσει την ανάγκη αναθεώρησης και καθορίσει τις προς αναθεώρηση διατάξεις, η διαδικασία ολοκληρώνεται από τη νέα Βουλή που προκύπτει μετά τις επόμενες εκλογές. Η επόμενη Βουλή, κατά την πρώτη σύνοδό της, αποφασίζει σχετικά με τις αναθεωρητέες διατάξεις με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών της. Ωστόσο, εάν η αρχική πρόταση είχε συγκεντρώσει πλειοψηφία του όλου αριθμού αλλά όχι την απαιτούμενη πλειοψηφία των τριών πέμπτων, η επόμενη Βουλή μπορεί να αποφασίσει με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται ένας μηχανισμός δύο επιπέδων, ο οποίος συνδυάζει απαίτηση αρχικής ευρείας συναίνεσης με την τελική επικύρωση από νέο εκλογικό σώμα, ενισχύοντας τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αλλαγών.

Κάθε τελική αναθεώρηση πρέπει να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εντός δέκα ημερών και τίθεται σε ισχύ με ειδικό ψήφισμα της Βουλής. Επιπλέον, το Σύνταγμα απαγορεύει την εκ νέου αναθεώρηση μέσα σε πενταετία από την ολοκλήρωση της προηγούμενης, γεγονός που αποσκοπεί στην αποφυγή διαδοχικών και ανεξέλεγκτων παρεμβάσεων στο θεμελιώδες νομικό πλαίσιο.

Πέρα από το άρθρο 110, οι μεταβατικές διατάξεις του Συντάγματος (π.χ. άρθρο 111) ρυθμίζουν την παλαιότερη ισχύ συντακτικών πράξεων και θεσπίζουν κανόνες για τη μετάβαση ανάμεσα σε διαφορετικές νομικές καταστάσεις, διασφαλίζοντας έτσι νομική συνέχεια και σαφήνεια όταν εφαρμόζονται αλλαγές στο κορμό του δικαίου. Η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών —με σημαντικές αναθεωρήσεις το 1986, το 2001, το 2008 και πρόσφατες παρεμβάσεις— δείχνει ότι η διαδικασία λειτουργεί ως εργαλείο ισορροπίας μεταξύ αναγκαίας μεταρρύθμισης και προφύλαξης της θεσμικής σταθερότητας. Σημειωτέον ότι στην αναθεώρηση του 2001 αναθεωρήθηκαν συνολικά δεκάδες άρθρα (πολλές δημοσιεύσεις αναφέρουν 79 άρθρα που τροποποιήθηκαν), γεγονός που επιβεβαιώνει τον δυναμικό χαρακτήρα του θεσμού όταν υπάρχει ευρεία πολιτική και κοινωνική συναίνεση.

Σε θεσμικό και πολιτικό επίπεδο, ο συνδυασμός πρότασης από σχετικά μικρή ομάδα βουλευτών και η απαίτηση δύο διαδοχικών ψηφοφοριών με αυξημένη πλειοψηφία λειτουργεί ως διπλό φρένο: επιτρέπει την έναρξη του διαλόγου ακόμη και από μειοψηφίες, αλλά εμποδίζει την αλλαγή του Συντάγματος με απλές πλειοψηφίες βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Για την ενίσχυση της νομιμοποίησης των αναθεωρήσεων κρίνεται επιθυμητή η συμμετοχή ανεξάρτητων νομικών επιτροπών, δημόσιων διαβουλεύσεων και σαφούς αιτιολόγησης των προτεινόμενων αλλαγών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι παρεμβάσεις υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και τα θεμελιώδη δικαιώματα.

Τελικά, η αναθεώρηση του Συντάγματος στην Ελλάδα συνδυάζει νομικές απαιτήσεις αυξημένης πλειοψηφίας, διαδοχικών κοινοβουλευτικών αποφάσεων και χρονικών φραγμών, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η σοβαρότητα των παρεμβάσεων και η ευρεία πολιτική συναίνεση. Η ορθή εφαρμογή των διαδικασιών αυτών προϋποθέτει υπεύθυνο κοινοβουλευτικό διάλογο, σεβασμό προς τα συνταγματικά θεμέλια και διαφάνεια προς την κοινωνία — στοιχεία αναγκαία για μια ισχυρή και ζωντανή δημοκρατία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κ. Χρυσόγονος, Εισηγήσεις Συνταγματικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2022
  • Σύνταγμα της Ελλάδας, Έκδοση της Βουλής των Ελλήνων

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ραφαηλία Γρόσιου
Ραφαηλία Γρόσιου
Γεννήθηκε στην Καστοριά το 2004 και είναι φοιτήτρια της νομικής σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Αγαπάει τα ταξίδια και την επαφή με άλλους πολιτισμούς, καθώς τις προσφέρουν νέες εμπειρίες και διευρύνουν την σκέψη της. Έχει ιδιαίτερο πάθος για την νομική επιστήμη και επιδιώκει συνεχώς την εμβάθυνση στις γνώσεις της. Τέλος γνωρίζει την αγγλική γλώσσα σε επίπεδο C1.