Του Διογένη Ζωνίδη,
O Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος επέδρασε καταλυτικά στην ιστορική εξέλιξη της Ανατολικής Ευρώπης. Η διαδοχική κατάρρευση των 3 αυτοκρατοριών της περιοχής (Ρωσία, Αυστροουγγαρία και Γερμανία) δημιούργησε ένα τεράστιο κενό εξουσίας, το οποίο έσπευσαν να καλύψουν νέες αναδυόμενες δυνάμεις. Συγκεκριμένα, έθνη που μέχρι πρότινος βρίσκονταν υπό το ζυγό των προαναφερθείσων αυτοκρατοριών (κυρίως της Ρωσικής) βρήκαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν τις εθνικές τους επιδιώξεις για ανεξαρτησία.
Κυριότερη μάλλον μεταξύ τους η Πολωνία, η οποία είχε στο παρελθόν κυριαρχήσει στην ανατολική Ευρώπη, με τη μορφή της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, πριν τα εδάφη της διαμελιστούν μεταξύ της Ρωσίας, Αυστρίας, και Πρωσίας κατά τον 18ο αιώνα. Με την ήττα της Γερμανίας, η Πολωνία ανασυστάθηκε το Νοέμβριο του 1918, αλλά ο καθορισμός των συνόρων της κάθε άλλο παρά απλή υπόθεση ήταν. Αν και προς δυσμάς, τα σύνορα με τη Γερμανία καθορίστηκαν εν τέλει από τη συνθήκη των Βερσαλλιών, προς ανατολάς η κατάσταση παρέμενε απολύτως ασαφής, ιδίως με τον Ρωσικό Εμφύλιο να συνεχίζει να μαίνεται.
Χαρακτηριστικά, ο Πιλσούδσκι θεωρούσε πως η μακροπρόθεσμη ασφάλεια της Πολωνίας χρειαζόταν την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποδυνάμωση της Ρωσίας, που μπορούσε να επιτευχθεί με την απόσπαση εδαφών από αυτήν, στηρίζοντας την ανεξαρτησία εθνικιστικών κινημάτων, ένα αρκετά μεγαλεπήβολο πολιτικό σχέδιο που έμεινε γνωστό ως Προμηθεϊσμός. Κάτι που όμως περιέπλεκε το σχέδιο αυτό ήταν πως οι εθνικές βλέψεις της Πολωνίας συγκρούονταν με αυτές των άλλων εθνών (κυρίως με την Ουκρανία, για τον έλεγχο της πόλης του Λβοβ, και της Γαλικίας γενικότερα).

Παράλληλα, αν και οι Μπολσεβίκοι του Λένιν είχαν αρχικά πιο σημαντικές μάχες να δώσουν για την επιβίωση του καθεστώτος τους, ενάντια στους Λευκούς του Ντενικίν και του Κόλτσακ στα Νότια και Δυτικά της Ρωσίας αντίστοιχα, η ήττα της αυτοκρατορικής Γερμανίας σήμαινε και την πρακτική ακύρωση της επαχθούς συνθήκης του Μπρεστ Λιτόφσκ, με την οποία είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν την Ουκρανία και τα εδάφη της Βαλτικής. Τώρα, είχαν την ευκαιρία να προχωρήσουν δυτικά, να πάρουν στα χέρια τους τον ορυκτό και αγροτικό πλούτο της Ουκρανίας, καθώς και σε ιδεατό επίπεδο να σπάσουν τον διεθνή αποκλεισμό της χώρας τους. Στα μάτια του Λένιν, η Πολωνία ήταν το μόνο εμπόδιο μεταξύ της Σοβιετικής Ρωσίας και την Γερμανία, πατρίδα των Μαρξ και Ένγκελς, όπου ναι μεν η τοπική κομμουνιστική επανάσταση είχε αποτύχει, αλλά θα μπορούσε να αναζωπυρωθεί, εφόσον ο κόκκινος στρατός έφτανε νικητής στα σύνορά της.
Από τις αρχές του 1919 λοιπόν, αμφότερες πλευρές είχαν αρχίσει να στέλνουν στρατεύματα στα σύνορα και να προωθούνται όπου αυτό ήταν δυνατό. Υπό τις διαταγές του Λένιν οργανώθηκε η Στρατιά της Δύσης, που στις 5 Ιανουαρίου κατέλαβε το Βίλνιους, ενώ το Φεβρουάριο ιδρύθηκε υπό Ρωσική προστασία η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λιθουανίας-Λευκορωσίας, με πρωτεύουσα το Μινσκ. Οι Πολωνοί αντέδρασαν προωθούμενοι στη Λιθουανία και στη δυτική Λευκορωσία, και τον Απρίλιο κατέλαβαν το Βίλνιους (Βίλνο στα Πολωνικά), καθώς και το Μινσκ, ενώ παράλληλα στο νότο εξασφάλισαν τον έλεγχο του Λβοβ και της ανατολικής Γαλικίας.
Η αντίδραση των Μπολσεβίκων ήταν περιορισμένη, καθώς είχε ακόμα προτεραιότητα η μάχη απέναντι στους Λευκούς, και συγκεκριμένα στον Ντενικίν, ο οποίος είχε ξεκινήσει την προέλασή του προς τη Μόσχα. Αυτή η ανάπαυλα ήταν καλοδεχούμενη και για τον Πιλσούδσκι, που ήθελε να σταθεροποιήσει την κατάσταση του νεαρού του κράτους, και δεν ήταν διατεθειμένος να συνεχίσει να πιέζει τους κόκκινους προς όφελος των λευκών, οι οποίοι δεν είχαν δει ουδέποτε με καλό μάτι την ανεξαρτητοποίηση πρώην ρωσικών επαρχιών. Επομένως, το καλοκαίρι πέρασε εν μέσω μιας de fato ανακωχής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Zamoyski A. (2008), Warsaw 1920: Lenin’s Failed Conquest of Europe, εκδ. HarperCollins
- Whitewood P. (2023), The Soviet-Polish War and its Legacy, εκδ. Bloomsbury Publishing