Του Νίκου Κηρύκου,
Όταν το καλοκαίρι δεν λυτρώνει: Αθανασιάδης και Βακαλόπουλος
Το καλοκαίρι εκτός από όμορφες και ξέγνοιαστες στιγμές μπορεί να εγείρει και τον προβληματισμό. Ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, οι οποίοι, βιώνοντας αυτές τις στιγμές ανεμελιάς που περιγράφηκαν παραπάνω, έχουν χρόνο να σκεφθούν για τον εαυτό τους, να διαβούν επιτέλους την προσωπική τους πύλη και να εισέλθουν στη δική τους Αίθουσα του Θρόνου. Αυτά είναι τα βασικά θέματα που θέτει ο Τάσος Αθανασιάδης στο ομώνυμο μυθιστόρημα του, με πρωταγωνιστές μια ομάδα νέων ατόμων κατά τη διάρκεια ενός καλοκαιριού σε κάποιο ελληνικό νησί. Μέσα στο καλοκαίρι και τις εσωτερικές ζυμώσεις, οι χαρακτήρες θα κληθούν να πάρουν αποφάσεις για την πορεία της ζωής τους. Αυτό δείχνει το δίπολο μεταξύ των δύο εποχών, το καλοκαίρι ως περίοδο ανάπαυλας και εσωτερικού προβληματισμού, σχεδιασμού των κινήσεων του μέλλοντος που εκφράζονται μέσω του επερχόμενου χειμώνα, που οι αποφάσεις θα κλιθούν να γίνουν πράξεις. Αλήθεια πόσες φορές μέσα στο καλοκαίρι δεν έχουμε αφουγκρασθεί και προβληματιστεί για τα μελλοντικά .μας σχέδια, προσωπικά, επαγγελματικά η άλλα. Ο Αθανασιάδης αποσκοπεί στην ανάδειξη της εσωτερικής θύελλας, της θεώρησης του καλοκαιριού ως χρόνου αποκάλυψης, ιδίως του εαυτού.
Αντίθετα με την Αίθουσα του Θρόνου, ο Χρήστος Βακαλόπουλος στο έργο του οι Πτυχιούχοι, δίνει μια διαφορετική εικόνα του καλοκαιριού για τη νέα γενιά της δεκαετίας του ’80. Σ’αυτή δεν έχουμε τόσο ειδυλλιακά τοπία αλλά μια κατατονική εποχή έντονου εσωτερισμού, προβληματισμού και σκέψης για το μέλλον όπου το καλοκαιρινό τοπίο είναι αστικό, κλεισμένο σε φοιτητικές γκαρσονιέρες της Κυψέλης και μπαλκόνια, αποπνέει κενό. Στη σύγχρονη εποχή, το καλοκαίρι των νέων μπορεί να συνδεθεί με την στασιμότητα, το αίσθημα του ανεκπλήρωτου και της αναζήτησης του νοήματος της ζωής, που εκφράζεται με το χειμώνα, με την καθημερινότητα, το σχεδιασμό και την εργασία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο λόγος του Βακαλόπουλου εδώ είναι προφητικός, αλλά και ρεαλιστικός καθώς αναδεικνύει την νέα μεταπολιτευτική εποχή με τα καλοκαίρια των νέων να μην είναι τόσο εξιδανικευμένα και ανέμελα, μια εποχή που προσομοιάζει πολύ με την σημερινή.

Το ελληνικό καλοκαίρι μέσα από την τέχνη
Εμμένοντας σε στοιχεία όπως ο ήλιος και τα φυσικά τοπία όπως αυτά απεικονίζονται σε πίνακες νεοελλήνων καλλιτεχνών δε μπορούμε να μην συμπεριλάβουμε τον έλληνα ζωγράφο Παναγιώτη Τέτση. Η πληθώρα που εικαστικού του έργου απαντάται σε πολλά μουσεία, ιδρύματα, πινακοθήκες, ακόμα και δημόσιους φορείς στην Ελλάδα σήμερα, αφού ο ίδιος δώριζε πολλά από τα έργα του. Στην έκθεση του που αυτό το διάστημα φιλοξενείται στην Εθνική Πινακοθήκη, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τους πίνακες του για την «Ύδρα» το νησί της καταγωγής και της νιότης του, το νησί που τόσο αγάπησε. Το καλοκαιρινό μεσημεριανό φώς, που πάλλεται σαν το καύμα, ραπίζοντας τα κατάλευκα σπίτια των αιγαιοπελαγίτικών νησιών, οι απλοϊκές βεράντες των σπιτιών και ο τρόπος που ερωτοτροπεί το φυσικό τοπίο με το φως και τη θάλασσα γεμίζουν το θεατή με άφθονη καλοκαιρινή αύρα ακόμα και στην καρδιά του χειμώνα. Παρουσιάζουν ένα καλοκαίρι ιδεατό, απλό που δύσκολα βρίσκουμε στις μέρες μας πια.
Ο Αλέκος Φασιανός ήταν ένας από τους πιο αναγνωρισμένους νεοέλληνες ζωγράφους που μέσω των πινάκων του ύμνησε την απλοϊκότητα των μορφών, την ανεμελιά και την ξεγνοιασιά απεικονίζοντας πληθωρικές μορφές και πρόσωπα σε παραλίες. Στα έργα του απαντάται έντονα το μπλε χρώμα. Η σημασία του είναι μεγάλη μιας και το έργο του Φασιανού ήταν έντονα συνδεδεμένο με την εξωτερική διακόσμηση συσκευασιών ελληνικού καφέ, τουριστικών σουβενίρ και κάθε είδους αντικειμένων της καθημερινότητας. Η απλότητα αυτή αποτυπώθηκε στο νεοελληνικό φαντασιακό και ακόμα και σήμερα απαντάται σε πολλά ελληνικά σπίτια.

Επίλογος
Στις μέρες μας, την εποχή του υπερ-τουρισμού, της εκμετάλλευσης κάθε σπιθαμής ζωτικού χώρου και φυσικού τοπίου στα ελληνικά νησιά, οι εικόνες που περιγράφηκαν πάρα πάνω δεν είναι εύκολο να ειδωθούν. Η αγνότητα των νησιών, το υπέροχο τοπίο έχει καπηλευθεί με σκοπό το εύκολο και γρήγορο κέρδος. Πιο είναι όμως το τίμημα; Οι νησιώτες, οι τελευταίοι παραδοσιακοί δε χαίρονται πλέον τον τόπο τους. Όσοι μένουν στις μεγαλουπόλεις, το καλοκαίρι επιστρέφουν με δυσφορία στα μέρη τους, αφού και οι ίδιοι δεν αρέσκονται στις εικόνες που αντικρίζουν που σίγουρα δεν θυμίζουν τίποτα το παρελθόν, την αναμελιά των καλοκαιριών της παιδικής ηλικίας. Όσοι ευτύχησαν με το ζήσουν οφείλουν να κρατήσουν στο νου τους τις αναμνήσεις, την ανεμελιά, τα παιχνίδια με τους φίλους, τα όμορφα δειλινά πλάι στη θάλασσα, τις χρυσές αμμουδιές που από πάνω τους απλώνονται ελαιώνες και αμπελώνες, δίνοντας στο οπτικό πεδίο μια γρήγορη εναλλαγή ανάμεσα σε πράσινο και θαλασσί, ένας συνδυασμός τόσο φωτεινός, τόσο φορτισμένος που κρύβει τεράστια δύναμη, συναισθηματική και βιωματική. Αυτό είναι το ελληνικό θέρος. Αν κοιτάξουμε περισσότερο μέσα μας θα αντιληφθούμε ότι για τους περισσότερους δεν είναι απλά μια εποχή, αλλά ένα βίωμα, ένα ιδεατό, που έχει εμπνεύσει τόσους καλλιτέχνες έλληνες και ξένους. Υπάρχει ελπίδα να ξαναβρούμε το ελληνικό καλοκαίρι που γνώρισαν οι προηγούμενες γενιές; Το απλό, το ανόθευτο, το απαλλαγμένο από τουρίστες, αρπαχτές και αισχροκέρδεια. Δύσκολο εγχείρημα πια, το πλοίο μοιάζει να έχει σαλπάρει δίχως επιστροφή. Εκτός και αν ψάξουμε μέσα μας, επιστρέψουμε σε εκείνες τις αναγνώσεις των παλιών καιρών, των προσδοκιών που μας επιτρέπουν να μεταφερθούμε σε απείραχτες απομονωμένες παραλίες, με ένα βιβλίο στο χέρι και ένα κομμάτι καρπόυζι… Αν το πιστέψουμε πραγματικά και ερευνήσουμε λιγάκι τα κρυφά διαμάντια των νησιών μας ίσως τα καταφέρουμε να δούμε εκείνο τον Αύγουστο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Παναγιώτης Τέτσης — Με χρώμα και με φως, kepeme.blogspot.com, διαθέσιμο εδώ
- Το ελληνικό καλοκαίρι μιας άλλης εποχής, athensvoice.gr, διαθέσιμο εδώ
- Ασπρόμαυρο ελληνικό καλοκαίρι, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ