Της Δέσποινας Γιουρέλη,
Η ιρισίνη είναι μία ορμόνη, που ανακαλύφθηκε μόλις το 2012 από την ερευνητική ομάδα του καθηγητή Κυτταρικής Βιολογίας Dr. Bruce Spiegelman κι αμέσως κέντρισε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας. Το όνομά της παραπέμπει στην Ίριδα, την πιστή αγγελιαφόρο των θεών στην ελληνική μυθολογία και όχι τυχαία: φαίνεται να λειτουργεί ως «αγγελιαφόρος», που μεταφέρει τα οφέλη της άσκησης σε ολόκληρο το σώμα.
Η ιρισίνη ανήκει στις λεγόμενες μυοκίνες, ορμόνες που εκκρίνονται από τους σκελετικούς μυς όταν αυτοί συσπώνται κατά την άσκηση. Πρόκειται για μια πεπτιδική ορμόνη, που αποτελείται από 112 αμινοξέα και παράγεται από τη διάσπαση μια μεγαλύτερης διαμεμβρανικής πρωτεΐνης, της FNDC5 (fibronectin type III domain-containing protein 5). Ένα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι έχει σχεδόν πανομοιότυπη δομή σε όλα τα θηλαστικά, γεγονός που δείχνει πόσο σημαντική είναι η λειτουργία της. Οι επιστήμονες έχουν επίσης ανακαλύψει ότι η ιρισίνη «προσδένεται» σε έναν συγκεκριμένο υποδοχέα, γνωστό ως ιντεγκρίνη αVβ5, που υπάρχει στην επιφάνεια ορισμένων κυττάρων. Μέσα από αυτή την αλληλεπίδραση μπορεί να ενεργοποιεί μηχανισμούς, που αλλάζουν τη λειτουργία τους.

Αρχικά, η ιρισίνη θεωρήθηκε αποκλειστικό «προϊόν» των μυών. Σύντομα όμως έγινε φανερό ότι η ιστορία είναι πιο περίπλοκη: η ιρισίνη εκκρίνεται και από τον ίδιο τον λιπώδη ιστό, λειτουργώντας ως «λιποκίνη», ενώ έχει εντοπιστεί και σε άλλα όργανα όπως η καρδιά, το ήπαρ, ο εγκέφαλος και το πάγκρεας. Αυτό σημαίνει ότι ο ρόλος της είναι πολύ ευρύτερος, συνδέοντας την άσκηση με την ευαισθησία στην ινσουλίνη, την υγεία των οστών, την προστασία του καρδιαγγειακού συστήματος και τη νευροπροστασία.
Ρύθμιση του Μεταβολισμού
Η πιο γνωστή λειτουργία της ιρισίνης είναι ότι βοηθά το λευκό λίπος — την αποθήκη ενέργειας του σώματος – να μετατραπεί σε φαιόχρωμο ή «μπεζ» λίπος — δηλαδή να αποκτήσει χαρακτηριστικά παρόμοια με το φαιό λίπος, το οποίο καίει θερμίδες για να παράγει θερμότητα. Αυτή η διαδικασία, γνωστή ως θερμογένεση, οδηγεί σε αύξηση της ενεργειακής δαπάνης, κάτι που συμβάλλει στην απώλεια σωματικού βάρους, στη ρύθμιση του μεταβολισμού και της γλυκόζης, καθώς και στην πρόληψη της παχυσαρκίας. Το φαιόχρωμο λίπος είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε μιτοχόνδρια — τα «εργοστάσια παραγωγής ενέργειας» των κυττάρων μας — και χρησιμοποιεί μια ειδική πρωτεΐνη, τη διαζευκτική πρωτεΐνη 1 (UCP1), για να μετατρέπει το καύσιμο σε θερμότητα αντί για αποθήκευση. Αυτή η διαδικασία δίνει μια βιολογική εξήγηση στο γιατί η τακτική άσκηση κάνει το σώμα πιο μεταβολικά ευέλικτο.
Ομοιόσταση της γλυκόζης και ευαισθησία στην ινσουλίνη
Εξαιτίας της δράσης της στον λιπώδη ιστό και στην κατανάλωση ενέργειας, η ιρισίνη έχει μελετηθεί εκτενώς σε καταστάσεις όπως η παχυσαρκία και ο διαβήτης τύπου 2. Τα αποτελέσματα όμως δεν είναι πάντα ομόφωνα: ορισμένες έρευνες καταγράφουν αλλαγές στα επίπεδά της, άλλες όχι, ενώ και η κατεύθυνση αυτών των αλλαγών διαφέρει. Αυτό δείχνει ότι, αν και η βιολογία της είναι συναρπαστική, η κλινική της σημασία παραμένει υπό διερεύνηση. Σε πειραματικά μοντέλα αλλά και σε μελέτες σε ανθρώπους, η ιρισίνη φαίνεται να βελτιώνει τον μεταβολισμό της γλυκόζης με διάφορους τρόπους: προάγει τον πολλαπλασιασμό των β-κυττάρων του παγκρέατος (που παράγουν ινσουλίνη), ενισχύει την ευαισθησία των ιστών στην ινσουλίνη και μειώνει την αντίσταση σε αυτήν. Όλα αυτά συμβάλλουν σε καλύτερη ομοιόσταση της γλυκόζης, δηλαδή στη διατήρηση σταθερών επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν αντιπαραθέσεις σχετικά με τον ακριβή τρόπο μέτρησής της και τη φυσιολογική της σημασία.

Ιρισίνη και εγκέφαλος
Σε μελέτες σε ζώα αλλά και σε πειράματα στο εργαστήριο, η ιρισίνη φαίνεται να επηρεάζει τη νευροπλαστικότητα του εγκεφάλου — δηλαδή την ικανότητά του να δημιουργεί και να ενισχύει νέες συνδέσεις. Η δράση αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής στον ιππόκαμπο, μια περιοχή που παίζει καθοριστικό ρόλο στον σχηματισμό της μνήμης. Ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό είναι ότι η ιρισίνη μπορεί να διαπεράσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, το «φίλτρο» που προστατεύει τον εγκέφαλο. Εκεί, ενισχύει την επιβίωση, την ανάπτυξη και τη διαφοροποίηση των νευρικών κυττάρων. Μηχανιστικά, έχει συνδεθεί με την ενεργοποίηση παραγόντων ανάπτυξης και σημάτων, που υποστηρίζουν τη μάθηση και τη μνήμη, πιθανώς ενισχύοντας την παραγωγή του νευροτροφικού παράγοντα BDNF. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η ιρισίνη προσελκύει το ενδιαφέρον ως πιθανός συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην άσκηση και την υγεία του εγκεφάλου. Επιπλέον, καθώς η δράση της σχετίζεται με καλύτερη μνήμη, μάθηση και συνολική γνωστική λειτουργία, οι επιστήμονες εξετάζουν αν η ιρισίνη μπορεί να λειτουργεί προστατευτικά απέναντι σε καταστάσεις όπως τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, το άγχος και νευροεκφυλιστικές παθήσεις, μεταξύ των οποίων το Αλτσχάιμερ και το Πάρκινσον.
Καρδιαγγειακή λειτουργία
Η ιρισίνη δεν περιορίζεται στους μυς και το λίπος· επηρεάζει και την καρδιά και τα αγγεία μας. Πιο συγκεκριμένα, ενισχύει τη λειτουργία του ενδοθηλίου, προφυλάσσει από αθηρωματικές αλλοιώσεις, μειώνει το οξειδωτικό στρες και συμβάλλει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Παράλληλα, χάρη στις αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές της δράσεις, μπορεί να λειτουργήσει ως «ασπίδα» απέναντι σε διάφορες χρόνιες παθήσεις.
Υγεία των οστών και του μυοσκελετικού συστήματος
Η ορμόνη της άσκησης φαίνεται να ωφελεί και τον σκελετό και τους μυς μας. Βοηθά στη δημιουργία νέου οστού, στη διατήρηση της οστικής μάζας και στην αναγέννηση των μυών. Δρώντας μέσα από ειδικούς υποδοχείς στα κύτταρα, επηρεάζει την αναδιαμόρφωση των οστών και φαίνεται να προσφέρει προστασία απέναντι σε παθήσεις όπως η οστεοπόρωση και η μυϊκή ατροφία.

Η ιρισίνη διερευνάται ως πιθανός θεραπευτικός στόχος για μια σειρά παθήσεων – από την παχυσαρκία, τον διαβήτη και την οστεοπόρωση, μέχρι καρδιαγγειακές και νευροεκφυλιστικές διαταραχές. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν υπάρχει ακόμα κάποιο «χάπι ιρισίνης». Τα περισσότερα στοιχεία προέρχονται από εργαστηριακές και ζωικές μελέτες, ενώ τα δεδομένα σε ανθρώπους, αν και αυξάνονται, παραμένουν συχνά αντιφατικά όσον αφορά την ανίχνευσή της, τη φυσιολογική της σημασία και τη συνέπεια των επιδράσεών της.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί να υποκαταστήσει την άσκηση. Ακόμα κι αν η ιρισίνη μεταφέρει ορισμένα από τα οφέλη της φυσικής δραστηριότητας σε άλλα όργανα, η κίνηση του σώματος ενεργοποιεί δεκάδες διαφορετικά και πολύτιμα σήματα. Η ιρισίνη είναι απλώς ένα από τα «όργανα» μιας πολύ μεγαλύτερης βιολογικής ορχήστρας. Μέχρι να λυθεί το μυστήριο γύρω της, ξέρουμε με σιγουριά ότι η τακτική άσκηση, σε συνδυασμό με μια ισορροπημένη διατροφή, παραμένει το καλύτερο «φάρμακο» που διαθέτουμε. Αν στο μέλλον η «ορμόνη της άσκησης» αξιοποιηθεί θεραπευτικά, τότε ίσως η Ίριδα, η αγγελιαφόρος των θεών, να αποδειχθεί και αγγελιαφόρος της υγείας μας.
ΕΝΣΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The hormone irisin is found to confer benefits of exercise on cognitive function, Harvard Stem Cell Institute, διαθέσιμο εδώ
- Brown Fat, Cleveland Clinic, διαθέσιμο εδώ