Του Γιάννη Περγαντή,
Ο πόλεμος του Μέγα Αλέξανδρου ενάντια των Περσών ήταν ένα εγχείρημα ριψοκίνδυνο και φιλόδοξο. Ένας στρατηλάτης, με την ακολουθία ενός ήσσονος ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, με απώτερο σκοπό την καθυπόταξη της κραταιάς Περσικής Αυτοκρατορίας, φάνταζε ένα σχέδιο σχεδόν αδύνατο. Παρ’ όλα αυτά, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε το 334 π.Χ. και σε λιγότερο από μια δεκαετία κατάφερε να γίνει κύριος ολόκληρης της Ανατολής. Πώς κατάφερε, λοιπόν, ο Μέγας Αλέξανδρος, με λιγοστές σε σχέση με του Πέρσες δυνάμεις, να υποτάξει μια από τις ισχυρότερες αυτοκρατορίες του αρχαίου κόσμου;
Ο Αλέξανδρος, πριν καν αναχωρήσει από την Ελλάδα, κατανοούσε πως το αριθμητικό πλεονέκτημα και η αχανής έκταση της αυτοκρατορίας, θα δυσκόλευε πολύ το σχέδιο του. Έτσι, η όλη του στρατηγική, πέρα από πολεμικές τακτικές και προσεγγίσεις, αφορούσε και εκτός του πεδίου των μαχών πρακτικές. Οι παράμετροι τις οποίες ο Αλέξανδρος ένταξε στην γενικότερη στρατηγική του προσέγγιση ήταν η πολιτική, η οικονομία και η θρησκεία. Μπορεί να επικρατούσε στο πεδίο της μάχης, αλλά για την διαφύλαξη όλων όσων έχουν κατακτηθεί και την καλύτερη διαχείριση του, θα έπρεπε να εμπλακεί και η γραφειοκρατία.
Ως προς τη πολιτική, αυτή διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο, καθώς επηρέασε τη πορεία που θα έπαιρνε ο στρατός προς τα ενδότερα της Ανατολής. Αρχικά, ένα σημαντικό μειονέκτημα της Περσικής Αυτοκρατορίας ήταν η πολιτισμική-θρησκευτική-γλωσσική πολυδιάσπαση της, με έναν κεντρικό «εθνολογικό» πυρήνα που να μην είναι τόσο ισχυρός. Ειδικότερα, σχεδόν ολόκληρη η Μικρά Ασία κατοικούνταν από ελληνικούς πληθυσμούς, οι οποίοι είχαν τεθεί υπό την κυριαρχία των Περσών με βίαιο τρόπο. Ο Αλέξανδρος, έχοντας μελετήσει ενδελεχώς και τον τρόπο διοίκησης των Περσών αλλά και τις ιδιαιτερότητες των Ελλήνων της περιοχής, θέλησε να παρουσιαστεί ενώπιον τους όχι σαν κατακτητής, αλλά ως απελευθερωτής. Μετά και την μάχη του Γρανικού ποταμού (334 π.Χ.), όλη η Μικρά Ασία είχε περάσει δυνητικά υπό την κυριαρχία του. Τότε, δεν άλλαξε ριζικά τους θεσμούς που υπήρχαν, ούτε προσπάθησε να επιβάλει νέους δικούς του. Διατήρησε την πολιτική δομή όπως είχε, με τους ίδιους Πέρσες σατράπεις οι οποίοι είχαν δηλώσει υποταγή στον Αλέξανδρο, μην διαταράσσοντας παραπάνω την καθημερινότητα και τη ζωή των κατοίκων της περιοχής.

Πέρα από στρατηγικής άποψης, η αρχική πορεία του Αλέξανδρου είχε και πολιτικές σκοπιμότητες. Οι πρώτες πόλεις που επισκέφτηκε στον διάβα του (Τροία, Γόρδιος, Αίγυπτος), αποσκοπούσαν στο να παρουσιάσουν ενώπιον όλων μια διαφορετική εικόνα του Αλεξάνδρου: αυτή του ανίκητου και πανίσχυρού στρατηγού, με θεϊκή βοήθεια και πρόνοια. Έτσι, πολλές πόλεις παραδόθηκαν στον Αλέξανδρο, είτε φοβούμενες από την ρώμη του είτε λόγω των διαφόρων χρησμών και θεϊκών φημών που αφορούσαν το όνομα του. Όλα αυτά έπλαθαν μια θετική εικόνα για το πρόσωπο του, όμως ο Αλέξανδρος θα έπρεπε να φανεί και αδίστακτος. Όλες οι εξεγέρσεις που έλαβαν μέρος, από πόλεις που εναντιώθηκαν προς αυτό, καταστράφηκαν, με τον πληθυσμό τους είτε να σφαγιάζεται ή να πωλείται ως δούλοι. Αυτό έστελνε ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις, ώστε να μην τολμήσουν να εξεγερθούν εναντίον του. Αυτή η ισορροπία του καλού και του σκληρού μονάρχη ήταν πολύ σημαντική, καθώς ανάλογα την περίπτωση που αντιμετώπιζε, λάμβανε και την εκάστοτε θέση.
Εν ολίγοις, στόχος του Αλέξανδρου ήταν να φανεί ένας ηγεμόνας πιο ικανός από τον Δαρείο, προσπαθώντας να προσεταιριστεί την υποστήριξη των αξιωματούχων, των σατραπών και γενικότερα του πληθυσμού. Η εικόνα που εξέπεμπε ήταν καθοριστικής σημασίας, με τις πολιτικές επιλογές του να εξασφαλίζουν ένα θετικό κλίμα προς το πρόσωπο του.
Έπειτα, από οικονομικής άποψης, από την αρχή ο Αλέξανδρος επιδίωξε την δημιουργία ενός ισχυρού ανεφοδιαστικού δικτύου από την Ελλάδα προς τον στρατό του, εξασφαλίζοντας συνεχή ροή προμηθειών. Πέρα από τις ανάγκες του στρατού του, ο Αλέξανδρος, σε δεύτερο επίπεδο, επιδίωκε την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία των περιοχών που κατακτούσε. Όντας στρατηγός ενός εκστρατευτικού σώματος σε ξένα εδάφη, λογικό ήταν ο στρατός του να επιδοθεί σε λεηλασίες και καταστροφές περιουσιών και πόλεων. Ενδεικτικά, μετά από τις καταλήψεις των πιο σημαντικών περσικών πόλεων (Σούσα, Περσέπολης, Βαβυλώνα), ο Αλέξανδρος εξασφάλισε δεκάδες χιλιάδες τάλαντα, ικανά να χρηματοδοτήσουν τον στρατό του για πολλά χρόνια. Πέρα, όμως, από τις ανάγκες του στρατού του, κοίταξε και τις ανάγκες των περιοχών που κατακτούσε.

Αμέσως, σε όσες πόλεις το είχαν ανάγκη ή όσες πόλεις κατέστρεψε ο στρατός του, ο Αλέξανδρος χρηματοδότησε έργα υποδομών, με στόχο την βελτίωση των οικονομικών και της διαβίωσης των πολιτών. Επίσης, ιδρύθηκαν και πολλές ελληνικές πόλεις, με εποίκους από της κυρίως Ελλάδα να έρχονται στην καρδιά της Ανατολής για μια νέα ζωή. Αυτές οι κινήσεις, πέρα από οικονομικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων, πρόσβλεπαν και στην εξασφάλιση ενισχύσεων του στρατού του με στρατιώτες και ανθρώπινο δυναμικό. Από την έναρξη της εκστρατείας μέχρι και την άφιξη στον Ινδό ποταμό, ο στρατός του Αλεξάνδρου είχε πολλαπλασιαστεί, χάρις στην στρατολόγηση δυνάμεων των τοπικών περιοχών, προσφέροντας του πέρα από μεγαλύτερο αριθμό πολεμιστών, «ειδικές» δυνάμεις φημισμένες για τις ικανότητες τους (όπως το Περσικό ιππικό). Έτσι, με την εισροή χρημάτων πίσω στις πόλεις, ο Αλέξανδρος εξασφάλιζε παραπάνω έσοδα από φόρους (αφού οι πόλεις να ανέκαμπταν), αφοσίωση λόγω της μεγαλοψυχίας του και μια σταθερή πηγή στρατολόγησης, για την κάλυψη οποιοδήποτε αναγκών που θα αντιμετώπιζε ο στρατός του.
Τέλος, μια άλλη σημαντική παράμετρος που εκμεταλλεύτηκε ο Αλέξανδρος, αφορούσε τη θρησκεία. Από την Μικρά Ασία μέχρι και τις περιοχές του σημερινού Πακιστάν, υπήρχαν πολλές φυλές, με την κάθε μια να λατρεύει τις δικές της θεότητες. Οι Πέρσες, όντας ένθερμοι υποστηρικτές των πιστεύω και της θρησκείας τους, είτε παραμέρισαν είτε σε, ορισμένες περιπτώσεις, έθεσαν απαγορευτικά στις κατά τόπους λατρείες. Αυτή την πρακτική, ο Αλέξανδρος δεν την ακολούθησε. Κατανόησε, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, ότι για να «κερδίσει» όλους αυτούς τους λαούς, θα έπρεπε να φανεί ως απελευθερωτής από τους αυταρχικούς Πέρσες. Προτού φτάσει σε μια περιοχή, είχε μελετήσει τις ιδιαιτερότητες της εκάστοτε θρησκείας, προσπαθώντας μέσα από τη χρήση και αξιοποίηση στοιχείων τους να παρουσιαστεί ως κάτι το «θεόσταλτο», ότι το όνομα του συνόδευε ένας θεϊκός χρησμός. Αυτό επιτευχθεί, καθώς το όνομα του συνδεόταν με μια θεϊκή λατρεία, από την κυρίως Ελλάδα μέχρι και τις περιοχές που έφτασε ο στρατός του, αποδίδοντας του τιμές, προσφορές και προσφωνήσεις αντάξιες μιας σημαντικής θεότητας.
Ο Αλέξανδρος, πέρα από δεινός στρατηγός, ήταν και πραγματιστής. Το να φέρεις με το μέρος σου τον πληθυσμό μιας περιοχής και να τους κάνεις πιστούς υπηκόους, ήταν πιο σημαντικό από το να κερδίσεις μια μάχη. Αυτό το κατανόησε ο Αλέξανδρος, γι’ αυτό μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία κατάφερε να συγκροτήσει μια κραταιά και λειτουργική αυτοκρατορία, αντάξια και πιο δυναμική από αυτή των Αχαιμενιδών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Χανιώτης Άγγελος (2021), Η εποχή των κατακτήσεων: O ελληνικός κόσμος από τον Αλέξανδρο στον Αδριανό 336 π.Χ. – 138 μ.Χ., Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
- The Persian policies of Alexander the Great: from 330-323 BC, repository.lsu.edu, διαθέσιμο εδώ
- The Politics of Decisive Battle: How Alexander the Great Conquered the Persian Empire, smallwarsjournal.com, διαθέσιμο εδώ