Της Παναγιώτας Κλεφτόγιαννη,
Το τελευταίο διάστημα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει νέα έξαρση προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, κυρίως μέσω των θαλάσσιων οδών από τη Λιβύη προς την Κρήτη και τα νότια νησιά, με πάνω από 7.000 αφίξεις στο πρώτο εξάμηνο του 2025. Στην Κρήτη, οι αφίξεις έχουν σχεδόν διπλασιαστεί μέσα στο 2025 σε σχέση με το 2024. Η βελτίωση στις αφίξεις έναντι του 2024 συνολικά δεν ισοσκελίζει το τοπικό φορτίο στην Κρήτη, όπου τα κέντρα υποδοχής έχουν σχεδόν εξαντλήσει τη χωρητικότητά τους.
Τον περασμένο Ιούλιο, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ψήφισε την αναστολή της εξέτασης αιτήσεων ασύλου για τρεις μήνες σε όσους φτάνουν από τη Βόρεια Αφρική με πλοία. Ειδικά όσοι φτάνουν από Λιβύη ή Σουδάν θα απελαύνονται άμεσα, χωρίς καταγραφή ή χρονοβόρες διαδικασίες. Ταυτόχρονα, νέος νόμος προβλέπει ποινή με τουλάχιστον δύο ετών φυλάκιση για όσους παραμένουν μετά την απόρριψη του αιτήματος ασύλου — με αναστολή αν υπαχθούν σε απελάσεις — και μελέτες νέων επιθετικών μέτρων για την αποτροπή εισόδων, όπως η μείωση παροχών, η επιτήρηση, αλλά και εγκλεισμός μέχρι πέντε χρόνια σε νέους κλειστούς χώρους κράτησης.
Παράλληλα, η Ελλάδα πιέζει την Ε.Ε. να υιοθετήσει “return hubs” σε τρίτες χώρες (Αλβανία, Λιβύη, Τυνησία) για την προ-επιβίβαση και άμεση επαναπροώθηση. Περαιτέρω, εξετάζεται περιορισμός των παροχών στα στρατόπεδα, ακόμη και με απλοποίηση των επιλογών — ώστε τα κέντρα φιλοξενίας να μη θυμίζουν… ξενοδοχεία.
Αιτούντες άσυλο και αναγνωρισμένοι πρόσφυγες διαβιούν σε συνθήκες υψηλής πίεσης. Σύμφωνα με Διεθνείς Οργανισμούς, στην Ελλάδα φιλοξενούνται περί τους 214.000 πρόσφυγες και περίπου 20.000 αιτούντες άσυλο, με σημαντικές καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των διαδικασιών, ανεπαρκή στήριξη σε ψυχική υγεία και περιορισμένες δυνατότητες ένταξης στην αγορά εργασία — δύο τρίτα των αιτούντων και προσφύγων παραμένουν άνεργοι. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και απορριφθέντες εξακολουθούν να ζουν σε δομές χωρίς πρόσβαση σε βοήθεια ή κινητικότητα, ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων προειδοποιούν για χρήση μαζικών εξώσεων, που αφήνουν ανθρώπους άστεγους σε όλη την ελληνική επικράτεια.

Οι καταγγελίες για pushbacks — βίαιες επαναπροωθήσεις χωρίς άδεια ασύλου — αυξάνονται. Αν και το ελληνικό κράτος αρνείται τις κατηγορίες, η πρακτική θεωρείται παράνομη υπό το διεθνές δίκαιο και έχει οδηγήσει σε σοβαρές καταγγελίες για βασανιστήρια, εγκαύματα και ανθρώπους που ρίχνονται σε φουσκωτά στη θάλασσα.
Είναι φανερό ότι το προσφυγικό χρησιμοποιείται ως κεντρικό εργαλείο πολιτικής σκληρότητας και αντιπαράθεσης. Πρώτα από όλα, η κυβέρνηση προβάλλει τις σκληρές πολιτικές ως απόδειξη αποφασιστικότητας, ικανότητας φύλαξης των συνόρων και τήρησης τάξης — προς κατανόηση των πολιτών που ζητούν ασφάλεια και τάξη. Οι ανάλογες κινήσεις συνδυάζονται με την ανάκαμψη του τουρισμού στα νησιά, όπου οι τοπικές κοινωνίες βλέπουν οικονομική ανάταξη μετά από χρόνια κρίσης. Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση και οι ΜΚΟ κατηγορούν την κυβέρνηση για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παραβίαση του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Επικαλούνται δηλαδή την ανάγκη σεβασμού της διεθνούς προστασίας και επιμένουν ότι το κράτος εργαλειοποιεί το ζήτημα για επιβολή σκληρών μέτρων, αποκομμένα από τις ανθρωπιστικές αξίες και την κοινωνική συνοχή.
Πέρα από όλα αυτά, το προσφυγικό γίνεται εργαλείο γεωπολιτικής πίεσης, όχι μόνο από την ελληνική πλευρά, αλλά και από την Τουρκία. Η πρόσφατη συμφωνία με τη Λιβύη για εκπαίδευση παραλιών και τη δημιουργία “return hubs” εντάσσεται σε ευρύτερες συμμαχίες με στόχο τον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών και την επίτευξη διπλωματικών και οικονομικών στόχων.
Για να μετασχηματιστεί το προσφυγικό σε σταθερό και υπεύθυνο πεδίο αντιμετώπισης, απαιτείται καταρχήν η ανθρωπιστική ρητορική, να αντικαταστήσει τη λογική τιμωρίας, αποτροπής, και εκφοβισμού. Επίσης, απαιτείται ευρωπαϊκή αλληλεγγύη—πραγματική και όχι συμβολική. Μεταναστευτικά πακέτα, μετεγκαταστάσεις και χρηματοδοτήσεις είναι εξίσου αναγκαία. Δεν πρέπει να παραλείψουμε τα προγράμματα ένταξης με εκπαίδευση, εργασία και ψυχοκοινωνική υποστήριξη για όσους μένουν. Τέλος, οι διαδικασίες ασύλου οφείλουν να είναι γρήγορες και δίκαιες, ώστε να μειωθούν οι αναμονές και η κούραση του συστήματος.
Είναι σαφές ότι σε ένα περιβάλλον πολιτικής σύγκρουσης, η διαχείριση του προσφυγικού αποκτά δύο όψεις: από τη μία, ως δείγμα ισχύος και εύκολης κινηματογράφησης από πολιτικούς· από την άλλη, ως κρίσιμο ανθρωπιστικό καθήκον που δεν μπορεί να εξαφανιστεί πίσω από πολιτικές σκοπιμότητες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Βουλή: Υπερψηφίστηκε η τροπολογία για το μεταναστευτικό, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ