Της Βερονίκης Κούτσικου,
Ένα πρόσφατο περιστατικό στην Παλιά Πόλη της Ρόδου, κατά το οποίο νεαρός άνδρας φαίνεται να σπρώχνει άστεγο εντός σιντριβανιού παρουσία πολλών αυτοπτών μαρτύρων, ανέδειξε — με έντονο και απροκάλυπτο τρόπο — σημαντικές παθολογίες του σύγχρονου κοινωνικού ιστού. Η πράξη καταγράφηκε σε βίντεο και αναπαρήχθη εκτενώς από τα μέσα ενημέρωσης, όχι μόνο λόγω της σκληρότητάς της, αλλά και εξαιτίας της παγερής απάθειας του περιβάλλοντος κοινού. Η κοινωνική σημασία του περιστατικού δεν περιορίζεται στο ίδιο το γεγονός, αλλά επεκτείνεται στην αδυναμία συλλογικής ηθικής αντίδρασης.
Η πράξη καθ’αυτή εντάσσεται στη σφαίρα της συμβολικής και φυσικής βίας, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό την πλήρη ανισότητα ισχύος μεταξύ θύτη και θύματος. Το υποκείμενο της επίθεσης ήταν άστεγος — κοινωνικά περιθωριοποιημένος, οικονομικά αποκλεισμένος και θεσμικά αόρατος. Η βία σε βάρος του δεν ήταν τυχαία, αλλά επρόκειτο για στόχευση ενός ατόμου με σχεδόν μηδενική κοινωνική προστασία και ορατότητα.
Στην κοινωνιολογική ανάλυση, τέτοια φαινόμενα εντάσσονται στη θεωρία του «ηθικού πανικού» αλλά και της «κοινωνικής αναισθητοποίησης» (moral numbness). Η επανάληψη εικόνων βίας στο δημόσιο λόγο και η συστηματική έκθεση σε περιθωριοποιημένα υποκείμενα οδηγούν σε απευαισθητοποίηση. Οι πολίτες δεν αντιδρούν, όχι απαραίτητα λόγω κακοβουλίας, αλλά λόγω της κοινωνικής μάθησης που έχει καταστήσει την αδιαφορία κανονικότητα.
Η απουσία αντίδρασης των παρισταμένων στο συγκεκριμένο περιστατικό δεν συνιστά ατομική αποτυχία, αλλά συλλογική κοινωνική δυσλειτουργία. Η σιωπή μπροστά στη βία, ιδιαίτερα όταν αυτή εκτυλίσσεται δημόσια, αποτελεί ένδειξη κατάρρευσης των στοιχειωδών ηθικών ανακλαστικών μιας κοινωνίας. Το κοινωνικό κεφάλαιο, δηλαδή οι άτυποι κανόνες εμπιστοσύνης, αλληλεγγύης και κοινωνικής ευθύνης, αποδυναμώνεται όταν οι πολίτες μετατρέπονται σε παθητικούς παρατηρητές.
Η δημόσια σφαίρα, σύμφωνα με την ανάλυση της Παπαδοπούλου (2021), λειτουργεί πλέον ως ουδέτερος χώρος κατανάλωσης θεάματος και όχι ως ενεργό πεδίο κοινωνικής συμμετοχής. Ο άστεγος, αντί να αντιμετωπίζεται ως φορέας δικαιωμάτων, μετατρέπεται σε στοιχείο του αστικού «θορύβου». Η αποπλαισίωση της ανθρώπινης υπόστασης και η αντικειμενοποίηση του ατόμου καθιστούν δυνατή τη βία χωρίς ενοχή.

Η πολιτεία φέρει θεσμική ευθύνη για την απουσία πρόληψης και μέριμνας. Παρά τις υπάρχουσες νομικές διατάξεις για την προστασία των ευάλωτων ομάδων, η εφαρμογή τους είναι αποσπασματική και συνήθως περιορισμένη από την έλλειψη πόρων, την ανεπαρκή στελέχωση κοινωνικών υπηρεσιών και την ελλιπή πολιτική βούληση. Οι άστεγοι δεν αποτελούν προτεραιότητα· θεωρούνται συχνά «πρόβλημα αισθητικής» και όχι αντικείμενο κοινωνικής παρέμβασης.
Η εκπαιδευτική διαδικασία, επιπλέον, παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις στην καλλιέργεια κοινωνικών δεξιοτήτων, κριτικής σκέψης και πολιτειακής συνείδησης. Το σχολείο επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στη μετάδοση γνωστικού περιεχομένου, χωρίς ουσιαστικό προσανατολισμό στη διαμόρφωση ενεργών και ηθικά ευαίσθητων πολιτών. Η αδιαφορία των νέων δεν είναι έμφυτη· είναι επίκτητη και κοινωνικά ενισχυόμενη.
Το συγκεκριμένο περιστατικό αποτελεί ενδεικτική περίπτωση της «καθημερινής βίας» που περιγράφει ο Bourdieu, η οποία επιτελείται διακριτικά, χωρίς κραυγαλέα χαρακτηριστικά, αλλά με διαρκή και διάχυτο τρόπο. Η αορατότητα του θύματος, η ασυλία του θύτη και η κοινωνική απάθεια συνθέτουν ένα τριγωνικό σχήμα που επιτρέπει τη διαιώνιση της κανονικοποιημένης περιθωριοποίησης.
Για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, απαιτείται πολυεπίπεδη παρέμβαση. Αρχικά, Σε θεσμικό επίπεδο, απαιτείται ενίσχυση των κοινωνικών πολιτικών για τη στέγαση, την ψυχοκοινωνική στήριξη και την ένταξη των αστέγων. Ταυτόχρονα, πρέπει να διασφαλιστεί η άμεση παρέμβαση των αρχών σε περιστατικά δημόσιας βίας. Σε εκπαιδευτικό επίπεδο, η ενσωμάτωση μαθημάτων πολιτειότητας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής ευαισθητοποίησης θα πρέπει να είναι δομικό στοιχείο όλων των βαθμίδων.
Επιπλέον, σε πολιτισμικό επίπεδο, τα μέσα ενημέρωσης και ο δημόσιος λόγος οφείλουν να σταματήσουν να παρουσιάζουν τη βία ως αποκομμένο γεγονός και να αναδεικνύουν τη συστημική της διάσταση. Τέλος, σε ατομικό επίπεδο, η κοινωνική αδιαφορία δε μπορεί πλέον να θεωρείται αποδεκτή. Η παρακολούθηση χωρίς δράση δεν είναι «ουδετερότητα», αλλά συνέργεια.
Συμπερασματικά, το περιστατικό στη Ρόδο δεν είναι μια αποκλίνουσα συμπεριφορά αλλά απόρροια μιας σταδιακής κοινωνικής αποσύνθεσης. Αν δεν υπάρξει συλλογική αναστοχαστική αντίδραση, παρόμοια φαινόμενα θα συνεχίσουν να πολλαπλασιάζονται. Η αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής και της ηθικής αντίστασης απέναντι στη βία είναι ζήτημα άμεσης πολιτικής και πολιτισμικής προτεραιότητας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Μαρίας Γ. (2019). Η κοινωνική αδιαφορία και ο ηθικός εκφυλισμός στη σύγχρονη Ελλάδα. Αθήνα, Εκδόσεις: ΚΨΜ.
- P. Zimbardo(2007), The Lucifer Effect: How Good People Turn Evil, New York, Edition: Random House
- Ε.Παπαδοπούλου (2021), «Η ορατότητα των αστέγων και η δημόσια σφαίρα: μια σημειολογική προσέγγιση». Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 154.
- Ρόδος: Αποτροπιασμός για το βίντεο με τον νεαρό που έριξε άστεγο σε σιντριβάνι «για πλάκα», lifo.gr, διαθέσιμο εδώ