Του Φάνη Θυμέλη,
Τα τελευταία χρόνια, καθώς η ανάπτυξη και οι κλινικές δοκιμές νέων, αποτελεσματικότερων φαρμάκων είναι όλο και πιο πυρετώδεις, ο καθορισμός νέων, πιθανών αλληλεπιδράσεων μεταξύ φαρμακευτικών ουσιών —και όχι μόνο— γίνεται όλο και πιο περίπλοκος. Στην καθημερινή ιατρική πράξη, η συγχορήγηση φαρμάκων αποτελεί μια πραγματικότητα, καθώς διάφορες αλληλεπιδράσεις μπορούν να προκύψουν, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία του ασθενούς. Οι γιατροί συνήθως τείνουν να είναι «ελαστικότεροι» σε διάφορες αλληλεπιδράσεις φαρμάκων, βασιζόμενοι στην κλινική τους εμπειρία, ενώ από την άλλη, οι φαρμακοποιοί συνήθως τις υπερεκτιμούν. Αν και το συγκεκριμένο θέμα αποτελεί μια πολύ περίπλοκη ενότητα της φαρμακευτικής επιστήμης, ας προσπαθήσουμε να το προσεγγίσουμε από μια απλή και κατανοητή οπτική.
Τι εννοούμε με τον όρο «φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις;»
Ο όρος «αλληλεπίδραση» χρησιμοποιείται για να δηλώσει, ότι η χορήγηση μιας ουσίας ή η έκθεση σε μια ουσία μεταβάλλει την ανταπόκριση ενός ασθενούς σε ένα φάρμακο. Οι αλληλεπιδράσεις μπορεί να είναι φαρμάκου-φαρμάκου (drug-drug interactions), φαρμάκου-τροφίμου (drug-food interactions) ή λόγω έκθεσης σε άλλη ουσία, όπως π.χ. ο καπνός ή το οινόπνευμα. Αυτές είναι πιθανότερο φυσικά να προκύψουν όταν:
- Ένας ασθενής λαμβάνει πάνω από πέντε φάρμακα – βρίσκεται δηλαδή όπως λέμε σε πολυφαρμακία
- Υπάρχουν πολλοί συνταγογράφοι για έναν ασθενή.
- Ένας ασθενής λαμβάνει ΜΗΣΥΦΑ (μη συνταγογραφούμενα φάρμακα)
- Ένας ασθενείς λαμβάνει φάρμακα συγκεκριμένων, πιο «ύποπτων» για φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις κατηγοριών οι οποίες θα εξεταστούν παρακάτω

Εκτός από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου θα ήταν εξίσου σημαντικό να αναφερθούν τα είδη των φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων. Αυτές διακρίνονται κυρίως σε:
- Φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις όπου η μία ουσία επηρεάζει την απορρόφηση, κατανομή, μεταβολισμό ή απέκκριση της άλλης.
- Φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις, όπου η δράση ενός φαρμάκου Φ1 μεταβάλλεται από την παρουσία ενός φαρμάκου Φ2 σε επίπεδο υποδοχέα.
Οι φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις και συγκεκριμένα αυτές που συμβαίνουν στο στάδιο του μεταβολισμού αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό αλληλεπιδράσεων που συναντώνται στην ιατρική πράξη — χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι αλληλεπιδράσεις κατά τα υπόλοιπα στάδια είναι «αθώες». Eιδικότερα, όταν ένα φάρμακο επηρεάζει τον μεταβολισμό —δηλαδή τη χημική μετατροπή με σκοπό την αποβολή— ενός άλλου, τότε ενδεχομένως σοβαρά προβλήματα μπορούν να προκύψουν. Αυτός ο μεταβολισμός γίνεται στο ήπαρ από κάποια ένζυμα (γνωστά και ως ένζυμα του κυτοχρώματος Ρ450), και κάπου εδώ τα φαινόμενα αλληλεπιδράσεων ξεκινούν.
Μερικά φάρμακα, τροφές ή φυσικά βότανα μπορεί να αναστέλλουν ή να επάγουν τη λειτουργία αυτών των ενζύμων επηρεάζοντας τη συγκέντρωση φαρμάκων στο αίμα. Εδώ συγκαταλέγονται τα φάρμακα των πιο «ύποπτων» κατηγοριών που αναφέρθηκαν παραπάνω και, για να αποδειχθεί αυτό, μερικά μόνο παραδείγματα αλληλεπιδράσεων αρκούν:
- Χυμός Γκρέιπφρουτ και σιμβαστατίνη (αντιδυσλιπιδαιμικό φάρμακο): μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα σιμβαστατίνης στο αίμα, λόγω αναστολής ενζύμου από τον χυμό.
- Ομεπραζόλη (φάρμακο κατά του πεπτικού έλκους): εμφανίζει αλληλεπίδραση με τη βαρφαρίνη (αντιθρομβωτικό), με αποτέλεσμα μεγαλύτερες συγκεντρώσεις βαρφαρίνης.
- Φαινοβαρβιτάλη (ηρεμιστικό): επάγει τη δράση του P450, με αποτέλεσμα το γρήγορο μεταβολισμό της βαρφαρίνης.

Από την άλλη, στις φαρμακοδυναμικές (ΦΔ) αλληλεπιδράσεις, η δράση ενός φαρμάκου επηρεάζεται από τη δράση ενός άλλου, μέσω μηχανισμών που δρουν στον τόπο δράσης τους — δηλαδή στους ίδιους υποδοχείς ή στο ίδιο λειτουργικό σύστημα του οργανισμού. Μπορούν να προκύψουν λόγω ταυτόχρονης —συνεργιστικής— δράσης, προκαλώντας αυξημένη φαρμακολογική δράση, και φυσικά το αντίθετο —ανταγωνιστική δράση— όταν το ένα μειώνει τη δράση του άλλου.
Οι φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις μπορεί να εμπλέκουν ένα ή περισσότερα συστήματα του οργανισμού (π.χ. καρδιαγγειακό, νευρικό, αιμοποιητικό), και η κατανόηση της επίδρασής τους συχνά απαιτεί πιο εξειδικευμένη γνώση. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι ότι οι αλληλεπιδράσεις αυτής της κατηγορίας δεν είναι λιγότερο σημαντικές από τις φαρμακοκινητικές — και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να είναι κλινικά κρίσιμες.
Με το παρόν άρθρο, λοιπόν, ελπίζω να έγινε κατανοητό ότι το κεφάλαιο των αλληλεπιδράσεων αποτελεί μια «σπαζοκεφαλιά» τόσο για τους φαρμακοποιούς όσο και για το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό. Η ευθύνη της αξιολόγησης της σημασίας κάθε πιθανής αλληλεπίδρασης, καθώς και για την κατάλληλη καθοδήγηση του ασθενούς, βαραίνει όλους όσους συμμετέχουν στη φροντίδα του. Τέλος, αξίζει να τονιστεί, φυσικά, ότι το παρόν άρθρο αποτελεί μια εισαγωγική και ενημερωτική προσπάθεια. Η περαιτέρω μελέτη και εμβάθυνση στο θέμα αποτελεί όχι μόνο ακαδημαϊκή υποχρέωση αλλά και επαγγελματική ευθύνη. Για αυτό, για οποιαδήποτε απορία, συμβουλευόμαστε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό μας…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Risk factors for potential drug interactions in general practice, European Journal of General Practice, διαθέσιμο εδώ
- Αλληλεπιδράσεις φαρμάκων και η σημασία τους στη θεραπευτική, e-class-UniWA, διαθέσιμο εδώ
- Grapefruit Juice and Some Drugs Don’t Mix, US Food and drug administration, διαθέσιμο εδώ