Της Μαρίας Μανουσίδου,
Ένα μεγάλο σκάνδαλο ασφάλειας και πολιτικής έχει συγκλονίσει το Ηνωμένο Βασίλειο, μετά τις αποκαλύψεις για σοβαρή διαρροή δεδομένων από το Υπουργείο Άμυνας, η οποία εξέθεσε τις ταυτότητες μεγάλου αριθμού Αφγανών υπηκόων που είχαν υποβάλει αίτηση για μετέγκατασταση στο πλαίσιο του προγράμματος ARAP. Η διαρροή παρέμεινε κρυφή από το κοινό μέσω μιας σπάνιας «απαγόρευσης δημοσίευσης» που κάλυπτε ακόμη και την ύπαρξή της. Όταν η απαγόρευση άρθηκε τον Ιούλιο του 2025, αποκαλύφθηκε ότι η κυβέρνηση είχε πραγματοποιήσει μυστικές επιχειρήσεις εκκένωσης επί σχεδόν δύο χρόνια, αποκρύπτοντας τις ενέργειές της από το Κοινοβούλιο, τα ΜΜΕ και τις εποπτικές αρχές — γεγονός που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την εθνική ασφάλεια.
Η Πολιτική Μετεγκατάστασης και Βοήθειας στους Αφγανούς (ARAP) θεσπίστηκε από τη βρετανική κυβέρνηση τον Απρίλιο του 2021, με σκοπό να προσφέρει άσυλο σε Αφγανούς που είχαν συνεργαστεί με τις βρετανικές ένοπλες δυνάμεις ή κυβερνητικές υπηρεσίες, όπως διερμηνείς, προσωπικό της πρεσβείας και εργολάβους, μετά την αποχώρηση των δυτικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν. Το πρόγραμμα στόχευε στην ασφαλή μετέγκατασταση αυτών των προσώπων και των οικογενειών τους στο Ηνωμένο Βασίλειο αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο αντίποινων από τους Άλμπαν. Ωστόσο, τον Φεβρουάριο του 2022 σημειώθηκε σοβαρή διαρροή δεδομένων, όταν ένας υπάλληλος του Υπουργείου Άμυνας απέστειλε κατά λάθος ένα email που περιείχε φύλλο Excel, το οποίο αντί για λίγες καταχωρήσεις, περιλάμβανε προσωπικά στοιχεία 18.800 Αφγανών αιτούντων. Το έγγραφο αποκάλυπτε επίσης τα ονόματα άνω των 100 Βρετανών, μεταξύ αυτών πρακτόρων της MI6, μελών των ειδικών δυνάμεων (SAS) και κυβερνητικών αξιωματούχων που είχαν στηρίξει τις αιτήσεις. Η διαρροή παρέμεινε αδιάγνωστη για πάνω από 18 μήνες και αποκαλύφθηκε μόλις τον Αύγουστο του 2023, όταν μέρος των δεδομένων εμφανίστηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μετά την αποκάλυψη της εκτενούς διαρροής δεδομένων τον Αύγουστο του 2023, η βρετανική κυβέρνηση ξεκίνησε άμεσα μια μυστική επιχείρηση, αρχικά γνωστή ως Επιχείρηση Rubific και αργότερα θεσμοθετημένη ως Afghan Response Route (ARR). Το μυστικό αυτό πρόγραμμα εκκένωσης είχε ως στόχο την προστασία των Αφγανών που βρέθηκαν σε κίνδυνο λόγω της διαρροής των προσωπικών δεδομένων τους μεταφέροντας χιλιάδες από το Αφγανιστάν και τις γειτονικές χώρες σε ασφαλές έδαφος στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παρά το μέγεθος και το κόστος της επιχείρησης — που εκτιμάται στα 850 εκατομμύρια λίρες — παρέμεινε κρυφή από το Κοινοβούλιο και το κοινό για σχεδόν δύο χρόνια. Η μυστικότητα αιτιολογήθηκε ως αναγκαία για την ασφάλεια των εκτοπισμένων και την προστασία των πληροφοριών στρατιωτικών και μυστικών επιχειρήσεων, αλλά η έλλειψη διαφάνειας δέχθηκε επικρίσεις για παραβίαση της δημοκρατικής λογοδοσίας.

Αυτή η πρωτοφανής διαρροή θέτει τα άτομα σε μεγάλο κίνδυνο απειλώντας την εθνική ασφάλεια με την αποκάλυψη ευαίσθητων πληροφοριών και ενδεχομένη έκθεση της ζωής τους και των επιχειρήσεων στις οποίες συμμετέχουν. Για τους Αφγανούς αιτούντες, οι συνέπειες ήταν καταστροφικές: πολλοί αντιμετώπισαν άμεσες απειλές από τους Άλμπαν και άλλες συναφείς ομάδες που είχαν πρόσβαση στα προσωπικά τους δεδομένα. Αναφορές υποδεικνύουν ότι τουλάχιστον 14 Αφγανοί που ονοματίστηκαν στα στοιχεία που διέρρευσαν έχουν σκοτωθεί ή έχουν εξαφανιστεί βίαια. Η διαρροή προκάλεσε νομικές αξιώσεις για αποζημιώσεις από τις οικογένειες των θυμάτων, ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταδίκασαν την αποτυχία της κυβέρνησης να προστατεύσει τους ευάλωτους προσφυγές. Αυτές οι δύο πλευρές της κρίσης — Βρετανοί υπάλληλοι και Αφγανοί πολίτες — ενίσχυσαν τις απαιτήσεις για αυστηρότερη ασφάλεια δεδομένων και μεγαλύτερη διαφάνεια στα κυβερνητικά προγράμματα μετεγκατάστασης.
Η αποκάλυψη προκάλεσε δημόσια συγγνώμη από τον Υπουργό Άμυνας John Healey, ο οποίος παραδέχθηκε την αποτυχία της κυβέρνησης να προστατεύσει ευαίσθητες πληροφορίες. Το σκάνδαλο προκάλεσε έντονη κριτική από τα κόμματα των Εργατικών και των Συντηρητικών, με βουλευτές της αντιπολίτευσης ζητούν διαφάνεια και λογοδοσία. . Επιτροπές εποπτείας του Κοινοβουλίου απαίτησαν επειγόντως έρευνες για το πώς συνέβη αυτή η τεράστια παραβίαση ασφάλειας και γιατί η κυβέρνηση την έκρυψε μέσω υπερ-απαγόρευσης δημοσίευσης. Νομικοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζήτησαν μεταρρυθμίσεις για την αποφυγή μελλοντικών διαρροών και την ενίσχυση της προστασίας των ευάλωτων προσφύγων. Το περιστατικό έχει εντείνει τις εκκλήσεις για πλήρη κοινοβουλευτική έρευνα.

Η διαρροή δεδομένων για το Αφγανιστάν αποκαλύπτει σοβαρές αδυναμίες στην κυβερνητική ασφάλεια δεδομένων και εγείρει ηθικά ζητήματα σχετικά με τη χρήση υπερ-απαγορεύσεων για την απόκρυψη κρατικών λαθών. Παρά τη σημασία της εθνικής ασφάλειας, η υπερβολική μυστικότητα κινδυνεύει να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του κοινού και τη δημοκρατική λογοδοσία. Η υπόθεση αναδεικνύει την ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στην προστασία ευαίσθητων πληροφοριών και τη διαφάνεια, απαιτώντας επειγόντως μεταρρυθμίσεις για την αποφυγή κατάχρησης νομικών εργαλείων και την ενίσχυση της προστασίας των ευάλωτων ατόμων.
Στο εξής, είναι επιτακτικό η βρετανική κυβέρνηση να ενισχύσει τα μέτρα προστασίας δεδομένων και να υιοθετήσει τη διαφάνεια, αναγνωρίζοντας τα λάθη και μαθαίνοντας από αυτά. Μόνο με τέτοια δέσμευση μπορεί να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κοινού και να διασφαλιστεί πραγματικά η ασφάλεια και η αξιοπρέπεια των ευάλωτων ατόμων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- What we know about the secret Afghan relocation scheme, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
- Spies and SAS personnel among 100-plus Britons included in Afghan data leak, διαθέσιμο εδώ