Της Μαριτίνας Χριστοφυλάκου,
Οι απειλές του Τραμπ περί επιβολής δασμών της τάξεως του 50% στη Βραζιλία στις 9 Ιουλίου προκάλεσαν ηχηρές αντιδράσεις και ενίσχυσαν το επικοινωνιακό θέαμα που έχει στήσει ο αμερικανός πρόεδρος από την ημέρα της ορκωμοσίας του κι έπειτα. Ο Τραμπ επιθυμεί να «λυγίσει» χώρες με σημαντικά στρατηγικά συμφέροντα τόσο για τη δική του χώρα όσο και για τους αντιπάλους της, και να τις εξαναγκάσει να συμμορφωθούν στα αιτήματά του με τον φόβο της πλήρους κατάρρευσης των εμπορικών σχέσεων με τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ, ως η μεγαλύτερη καταναλωτική αγορά στον κόσμο, έχει ισχυρή διαπραγματευτική δύναμη όσον αφορά την επιβολή δασμών σε εισαγωγές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ανεπανάληπτη «Ημέρα Απελευθέρωσης» της 2ας Απριλίου, όταν ανακοινώθηκαν δασμοί σε χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας με συντελεστή άνω του 90%. Οι χώρες αυτές (Βιετνάμ, Καμπότζη, Λάος κ.α) παρείχαν μία παρακαμπτήρια οδό στην Κίνα για την αμερικανική αγορά, την οποία εφοδίαζαν ανελλιπώς με εξαιρετικά φθηνά προϊόντα κινεζικής παραγωγής, όπως φωτοβολταϊκά, καθιστώντας έτσι τις εγχώριες επιχειρήσεις των ίδιων κλάδων μη ανταγωνιστικές. Ως απάντηση, ο Τραμπ απείλησε με τόσο υψηλούς δασμούς, που εάν όντως εφαρμόζονταν, οι οικονομίες των προαναφερθέντων κρατών θα κατέρρεαν, λόγω της υψηλής εξάρτησής τους από τις εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ. Οι κυβερνήσεις της Νοτιοανατολικής Ασίας αντέδρασαν αμέσως με διπλωματία, και όχι με αντίποινα, δημιουργώντας ειδικές διπλωματικές ομάδες και εστιάζοντας στις διμερείς διαπραγματεύσεις, αποδεικνύοντας ότι το πλήγμα θα ήταν μοιραίο για την ευημερία και για τις εύθραυστες οικονομίες τους.
Η Βραζιλία, όμως, είναι κάτι παραπάνω από μία πηγή άφθονων πλουτοπαραγωγικών πόρων για τις ΗΠΑ και για τις υπερδυνάμεις του πλανήτη, αφού αποτελεί από μόνη της υπερδύναμη. Η οικονομία της δεν είναι εξαρτώμενη από τις εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ: μάλιστα, είναι ελλειμματικές, αφού οι ΗΠΑ εξάγουν περισσότερα προϊόντα στη Βραζιλία από ό,τι εισάγουν από αυτή. Η νοτιοαμερικανική χώρα έχει σαφώς ισχυρά διαπραγματευτικά πλεονεκτήματα, ώστε μία αναστάτωση στις εμπορικές σχέσεις με τις Η.Π.Α πιθανόν να ήταν πολύ πιο ζημιογόνα για αυτές.
Πέρα από το ότι η Βραζιλία είναι η ένατη μεγαλύτερη αγορά εξαγωγών για τις Ηνωμένες Πολιτείες – κι άρα κατανοούμε πως το πλήγμα θα ήταν μεγάλο στην περίπτωση που αυτό έπαυε να ισχύει – οι ΗΠΑ εισάγουν μια ποικιλία αγαθών και απαραίτητων πρώτων υλών από τη Βραζιλία, που περιλαμβάνουν ορυκτά καύσιμα, σίδηρο, χάλυβα, μηχανήματα, αεροσκάφη, ξυλοπολτό και γεωργικά προϊόντα, όπως καφέ, ζάχαρη, τσάι, χυμό πορτοκαλιού και μπαχαρικά, οι εισαγωγές των οποίων είναι κρίσιμες για την οικονομία της χώρας και εάν τυχόν μειωθούν ή διακοπούν, οι τιμές στις ΗΠΑ θα εκτοξευθούν. Επίσης, εάν οι υψηλοί δασμοί της Αμερικής εμποδίσουν την πρόσβαση της Βραζιλίας στην αγορά της, αυτό μπορεί να την στρέψει προς το εμπόριο με την Κίνα, τον «άσπονδο εχθρό» του Τραμπ· δηλαδή, να ανακατευθύνει τις εξαγωγές και να μειώσει περαιτέρω τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ εν μέσω μιας ήδη ακμάζουσας εμπορικής σχέσης Βραζιλίας – Κίνας.
Συνεπώς, η ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι από την 1η Αυγούστου 2025 θα εφαρμοστούν δασμοί 50% στη Βραζιλία προκάλεσε έντονους προβληματισμούς και στις δύο χώρες. Ακόμη κι αν η Βραζιλία δεν βρίσκεται στην ίδια μειονεκτική θέση που βρίσκονται άλλες «υπό απειλή» χώρες, η ζημιά που αναμένεται να προκύψει από την κήρυξη μεγάλης κλίμακας εμπορικού πολέμου θα είναι καταστροφική. Η Βραζιλία προμηθεύει το 80% των εισαγωγών χυμού πορτοκαλιού στις ΗΠΑ και το 25% του καφέ της, ενώ παράλληλα αποτελεί σημαντικό εξαγωγέα βοδινού κρέατος και διαφόρων φρούτων, όπως μάνγκο και σταφύλια. Ο δασμός θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές ανισορροπίες στην αγορά, συσσώρευση αποθεμάτων και πτώση των τιμών χονδρικής, ειδικά κατά τη διάρκεια μιας ιδιαίτερα μεγάλης συγκομιδής εσπεριδοειδών. Ο γεωργικός τομέας συνολικά κινδυνεύει με απώλειες 5,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι ειδικοί προτρέπουν για επείγουσες διπλωματικές προσπάθειες, τονίζοντας ότι οι δασμοί βλάπτουν όχι μόνο την οικονομία της Βραζιλίας, αλλά και την επισιτιστική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Ο προοδευτικός πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα καταδίκασε τον Ντόναλντ Τραμπ για την απειλή των ΗΠΑ να επιβάλουν δασμούς στις βραζιλιάνικες εισαγωγές. Η πολιτική διάσταση αυτής της επιθετικής κίνησης δεν υπονοείται αυτή τη φορά: ο Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι οι δασμοί αποτελούν αντίποινα για τις νομικές διαδικασίες εναντίον του συντηρητικού πρώην προέδρου Μπολσονάρο, με τον οποίο η σχέση τους έχει χαρακτηριστεί ως ιδιαίτερα στενή και συνεργατική. Μέσω ανάρτησης στο Truth Social, μια πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης που ανήκει κατά πλειοψηφία στον ίδιο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δημοσίευσε μήνυμα αλληλεγγύης προς τον Μπολσονάρο. «Έχω δει την τρομερή μεταχείριση που δέχεσαι στα χέρια ενός άδικου συστήματος που στρέφεται εναντίον σου», ανέφερε. «Έχω εκφράσει έντονα την αποδοκιμασία μου τόσο δημόσια όσο και μέσω της δασμολογικής μας πολιτικής».

Ενώ ο Μπολσονάρο εξέφρασε ευγνωμοσύνη για την υποστήριξη του Τραμπ, ο νυν πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα απέρριψε κατηγορηματικά οποιαδήποτε ξένη παρέμβαση στη Βραζιλία. Τόνισε ότι η Βραζιλία είναι μια «αυτοκυρίαρχη χώρα» που «δεν δέχεται παρεμβάσεις ή δασκάλεμα από κανέναν». Επέκρινε μια ανάρτηση του Τραμπ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που απειλούσε με δασμούς 10% σε χώρες που ευθυγραμμίζονται με τους BRICS, το μπλοκ που περιλαμβάνει τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική. Σε αυτό το πλαίσιο, καταδίκασε ανοιχτά την απειλή, δηλώνοντας: «Δεν νομίζω ότι είναι υπεύθυνο ή σοβαρό για τον πρόεδρο μιας χώρας του μεγέθους των ΗΠΑ να κυκλοφορεί απειλώντας τον κόσμο μέσω διαδικτύου. Πρέπει να καταλάβει ότι ο κόσμος έχει αλλάξει. Δεν θέλουμε έναν αυτοκράτορα – είμαστε αυτοκυρίαρχα έθνη». Όταν αργότερα ρωτήθηκε για την υποστήριξη του Τραμπ στον Μπολσονάρο σε μια σύνοδο κορυφής των BRICS στο Ρίο, ο Λούλα απέρριψε το θέμα, λέγοντας: «Δεν πρόκειται να σχολιάσω το θέμα Τραμπ και Μπολσονάρο. Έχω πιο σημαντικά πράγματα να συζητήσω από αυτό». Πρόσθεσε: «Αυτή η χώρα έχει νόμους, κανόνες και έναν ιδιοκτήτη: τον βραζιλιάνικο λαό. Ασχοληθείτε λοιπόν με τις δικές σας δουλειές και όχι με τις δικές μας».
Η Βραζιλία, ωστόσο, δεν αποκλείει την πιθανότητα διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ παρά τις καθυστερήσεις στις συνομιλίες και τις πολιτικές εντάσεις. Ο πρόεδρος Λούλα ισχυρίζεται πως οι ΗΠΑ δεν έχουν απαντήσει στις επανειλημμένες προσπάθειες της Βραζιλίας να διαπραγματευτεί πριν από την επιβολή δασμών 50% στις εισαγωγές. «Η Βραζιλία έχει συνηθίσει να διαπραγματεύεται», δήλωσε ο Λούλα σύμφωνα με το Associated Press. «Έχουμε πραγματοποιήσει ήδη 10 συναντήσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 16 Μαΐου, τους στείλαμε μια επιστολή ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με τις προτάσεις που είχαμε κάνει. Δεν απάντησαν. Απάντησαν μέσω μιας ιστοσελίδας», είπε, αναφερόμενος στην ανάρτηση του Τραμπ στις 9 Ιουλίου στο Truth Social που συνέδεε τον δασμό με τη δίωξη του Μπολσονάρο. Ως εναλλακτική, ο Λούλα εξετάζει την πιστωτική στήριξη των επηρεαζόμενων εταιρειών και διερευνά νέους εμπορικούς εταίρους όπως η ΕΕ και ο Καναδάς. Ωστόσο, η ανακατεύθυνση εξειδικευμένων εξαγωγών, όπως τα ανταλλακτικά αεροσκαφών, παραμένει δύσκολη, με κίνδυνο βαθύτερης οικονομικής αναστάτωσης.
Ο Τραμπ αναφέρθηκε επίσης στις αναρτήσεις του περί της αναστολής λειτουργίας της συντηρητικής πλατφόρμας βίντεο ονόματι Rumble στη Βραζιλία. To Rumble έχει τεθεί σε αναστολή στη Βραζιλία από τον Φεβρουάριο του 2025, κατόπιν εντολής του δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βραζιλίας Alexandre de Moraes, επειδή φέρεται να αρνήθηκε να συμμορφωθεί με δικαστικές εντολές. Για την ακρίβεια, η Rumble Inc. και η Trump Media & Technology Group (TMTG), μητρική του Truth Social, υπέβαλαν αγωγή κατά του δικαστή, διαμαρτυρόμενες κατά της, σύμφωνα με αυτές, λογοκρισίας και της καταπάτησης της ελευθερίας του λόγου από την πλευρά των βραζιλιάνικων αρχών. Στις 18 Ιουλίου, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ανακάλεσε τις visa των περισσότερων δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βραζιλίας και άλλων αξιωματούχων που συνδέονται με τη δίωξη του Μπολσονάρο, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε ότι θέλει να χρησιμοποιήσει τον Παγκόσμιο Νόμο Magnitsky* για να επιβάλει κυρώσεις στον de Moraes.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαίρ Μπολσονάρο αντιμετωπίζει πολλαπλές νομικές έρευνες και κατηγορίες. Πρώτον, βρίσκεται υπό ομοσπονδιακή έρευνα για φερόμενη συνωμοσία με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία μετά την ήττα των εκλογών του 2022, συμπεριλαμβανομένης της πιθανής υποκίνησης των ταραχών της 8ης Ιανουαρίου στην πρωτεύουσα Μπραζίλια. Μαρτυρίες από κορυφαίους στρατιωτικούς αξιωματούχους υποστηρίζουν ότι έπαιξε ενεργό ρόλο. Δεύτερον, το ανώτατο εκλογικό δικαστήριο της Βραζιλίας έκρινε ότι ο Μπολσονάρο καταχράστηκε κυβερνητικούς πόρους για να διαδώσει ψευδείς ισχυρισμούς σχετικά με το εκλογικό σύστημα, αφαιρώντας του το δικαίωμα του εκλέγεσθαι μέχρι το 2030. Η έφεσή του απορρίφθηκε. Τρίτον, εμπλέκεται σε έρευνα του Ανώτατου Δικαστηρίου για δίκτυο που διέδιδε ψευδείς ειδήσεις και απειλές κατά δικαστών, με αναφορές που συνδέουν τον Μπολσονάρο και τους βοηθούς του με μια «ψηφιακή πολιτοφυλακή» που λειτουργούσε μέσα από το προεδρικό μέγαρο.
Επιπλέον, βρίσκεται υπό έρευνα για κακή διαχείριση της πανδημίας COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της διασποράς παραπληροφόρησης σχετικά με τις μάσκες και τα εμβόλια. Αν και μια επιτροπή της Γερουσίας συνεστήθη για την απαγγελία κατηγοριών, σύμμαχος του Μπολσονάρο μπλόκαρε τη δίωξη, αλλά η υπόθεση παραμένει ανοιχτή υπό τη νέα ηγεσία του νυν προέδρου Λούλα. Αυτές κι όχι μόνο είναι οι κατηγορίες που «καίνε» τον αμφιλεγόμενο πρώην πρόεδρο, με αρκετές από αυτές να φαντάζουν πανομοιότυπες με αυτές του Ντόναλντ Τραμπ.
*Ο Παγκόσμιος Νόμος Magnitsky (Global Magnitsky Act) είναι ένας νόμος των ΗΠΑ που επιτρέπει στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να επιβάλει κυρώσεις σε ξένους κυβερνητικούς αξιωματούχους που εμπλέκονται σε σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή σε σοβαρή διαφθορά
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
The numbers that define the US-Brazil trade partnership, Atlantic Council, διαθέσιμο εδώ
- Main trade partners of Brazil in 2024, by value of exports and imports, Statista, διαθέσιμο εδώ
-
Lula reiterates Brazil is prepared to talk with Trump as US tariffs threat looms, ΑΡ, διαθέσιμο εδώ