Της Νεφέλης Βρεττού,
Στον σύγχρονο κόσμο της διαρκούς τεχνολογικής εξέλιξης και της ευρείας διάδοσης του ψηφιακού περιεχομένου, η έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Στην καρδιά του σχετικού νομικού πλαισίου βρίσκεται ο δημιουργός, ως το πρόσωπο που, με την πνευματική του εργασία, φέρνει στο φως πρωτότυπα έργα λόγου, τέχνης ή επιστήμης. Το παρόν άρθρο εστιάζει στα δικαιώματα που αναγνωρίζει ο νόμος στον δημιουργό ενός έργου πνευματικής ιδιοκτησίας, τόσο σε επίπεδο ηθικών όσο και περιουσιακών δικαιωμάτων, αναδεικνύοντας τη σημασία της προστασίας του έργου του και της προσωπικότητάς του.
Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση των ηθικών δικαιωμάτων του δημιουργού, κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνίσουμε το εξής: Συχνά ανακύπτει σύγχυση μεταξύ του ηθικού δικαιώματος επί του έργου και του γενικού δικαιώματος της προσωπικότητας. Παρόλο που τα δύο αυτά δικαιώματα είναι συγγενή, το βασικό κριτήριο διάκρισής τους είναι η σύνδεση του πρώτου με συγκεκριμένο έργο. Για τον λόγο αυτό, το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας θεωρείται αυτοτελές και αποσυνδεδεμένο από το δικαίωμα της προσωπικότητας. Συνεπώς, η προσβολή του ενός δεν συνεπάγεται αυτομάτως και προσβολή του άλλου.
Ξεκινώντας την ανάλυσή μας από το ηθικό δικαίωμα του δημιουργού, διαπιστώνουμε πως αποτελεί τον προσωπικό δεσμό του δημιουργού με το έργο. Πρόκειται για δικαίωμα αμεταβίβαστο μεταξύ ζώντων, κληρονομητό και ανεξάρτητο από το περιουσιακό δικαίωμα. Δηλαδή, το ηθικό δικαίωμα παραμένει στον δημιουργό ακόμη και μετά τη μεταβίβαση των περιουσιακών εξουσιών. Η άσκησή του μπορεί να περιοριστεί συμβατικά, υπό την προϋπόθεση ότι εξυπηρετεί τον σκοπό της οικονομικής εκμετάλλευσης του έργου. Ένας ακόμη τρόπος άσκησης του ηθικού δικαιώματος είναι η παροχή συναίνεσης του δημιουργού για πράξεις ή παραλείψεις που, υπό άλλες συνθήκες, θα αποτελούσαν προσβολή του.
Πέραν του γενικού ηθικού δικαιώματος, αναγνωρίζονται στον δημιουργό και επιμέρους ηθικά δικαιώματα. Πρώτο μεταξύ αυτών είναι το δικαίωμα δημοσίευσης: ο δημιουργός αποφασίζει εάν, πότε και πού θα δημοσιευτεί το έργο του. Μπορεί, επίσης, να αναθέσει τη σχετική απόφαση σε τρίτο πρόσωπο ή να καθορίσει ότι η δημοσίευση θα γίνει μετά τον θάνατό του.
Άλλο επιμέρους δικαίωμα αποτελεί το δικαίωμα πατρότητας, δηλαδή η αναγνώριση και κατονομασία του δημιουργού ως του φυσικού προσώπου που δημιούργησε το έργο. Το δικαίωμα αυτό συνδέεται με κάθε συγκεκριμένο έργο και παρέχει τη δυνατότητα αξίωσης αναφοράς του ονόματός του. Δεν επεκτείνεται, όμως, σε στοιχεία που αφορούν τη γενικότερη φήμη του σε άλλα έργα ή σε κριτικές.

Εξαιρετικά σημαντικό είναι και το δικαίωμα σεβασμού της ακεραιότητας του έργου. Ο δημιουργός έχει την εξουσία να απαγορεύει οποιαδήποτε αλλοίωση, τροποποίηση ή άλλη προσβολή του έργου κατά την παρουσίασή του στο κοινό. Το δικαίωμα αυτό αφορά το έργο ως ενότητα περιεχομένου και μορφής, και η προσβολή του κρίνεται βάσει των συνθηκών παρουσίασης. Συχνά ανακύπτει σύγκρουση μεταξύ του δικαιώματος ακεραιότητας και του δικαιώματος κυριότητας επί του υλικού φορέα του έργου. Η επίλυση της σύγκρουσης αυτής γίνεται με στάθμιση συμφερόντων. Κατ’ εξαίρεση, σε έργα καλών τεχνών, η βούληση του δημιουργού υπερισχύει.
Επιπλέον, αναγνωρίζονται τα δικαιώματα προσπέλασης και μετάνοιας ή υπαναχώρησης. Το πρώτο αναφέρεται στο δικαίωμα του δημιουργού να διατηρεί επικοινωνία με το έργο του, με τον ελάχιστο δυνατό περιορισμό για τον κύριο του έργου. Το δεύτερο, κυρίως αναγνωρισμένο σε ξένα νομικά συστήματα, παρέχει στον δημιουργό τη δυνατότητα να υπαναχωρήσει από σύμβαση εκμετάλλευσης αζημίως, εφόσον έχει μεταβάλει γνώμη (συνδυασμός ψυχολογικού και νομικού γεγονότος).
Όσον αφορά τα περιουσιακά δικαιώματα, αυτά συνιστούν τις εξουσίες οικονομικής εκμετάλλευσης του έργου. Σύμφωνα με το άρθρο 3 §1 του Ν. 2121/1993, ο δημιουργός έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπει ή να απαγορεύει την αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, παρουσίαση στο κοινό (με οποιοδήποτε μέσο, όπως ραδιοτηλεοπτική μετάδοση ή ψηφιακή διάθεση), διανομή, εκμίσθωση και δημόσια εκτέλεση του έργου. Τα δικαιώματα αυτά έχουν σαφώς περιουσιακό χαρακτήρα, καθώς αποφέρουν οικονομικό όφελος στον δημιουργό ή στον δικαιούχο. Η διάρκεια προστασίας ορίζεται σε όλη τη ζωή του δημιουργού και 70 έτη μετά τον θάνατό του (άρθρο 29). Μετά την πάροδο του χρονικού αυτού διαστήματος, το έργο εισέρχεται στη δημόσια σφαίρα και καθίσταται ελεύθερα διαθέσιμο.
Η μεταβίβαση των περιουσιακών δικαιωμάτων ρυθμίζεται από το άρθρο 13 του ίδιου νόμου. Η σχετική σύμβαση απαιτεί έγγραφο τύπο, επί ποινή ακυρότητας, και πρέπει να καθορίζει ρητώς: ποια δικαιώματα μεταβιβάζονται, για ποιο χρονικό διάστημα, σε ποια γεωγραφική επικράτεια και με ποιόν τρόπο (εφάπαξ ή αναλογική αμοιβή, ποσοστά κ.λπ.). Τυχόν γενικές ή αόριστες διατυπώσεις ερμηνεύονται υπέρ του δημιουργού. Επιπλέον, η εκχώρηση των περιουσιακών δικαιωμάτων δεν επηρεάζει τα ηθικά δικαιώματα, τα οποία παραμένουν αμεταβίβαστα και συνδεδεμένα με το πρόσωπο του δημιουργού, ακόμη και μετά την πώληση του έργου ή την παραχώρηση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης.
Η προστασία των περιουσιακών εξουσιών διασφαλίζει τη δυνατότητα του δημιουργού να ασκεί έλεγχο επί της εμπορικής διάστασης του έργου του και να διαπραγματεύεται δίκαιη και εύλογη αμοιβή για κάθε μορφή χρήσης του.
Η πνευματική ιδιοκτησία δεν αποτελεί απλώς ένα νομικό κατασκεύασμα, αλλά αναγνωρίζει και προστατεύει τη δημιουργική έκφραση ως θεμελιώδες δικαίωμα. Σε μια εποχή όπου η ψηφιακή αναπαραγωγή και η μαζική διάχυση περιεχομένου είναι καθημερινή πραγματικότητα, η ενίσχυση του νομικού πλαισίου υπέρ του δημιουργού καθίσταται πιο επίκαιρη και αναγκαία από ποτέ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Βασίλης Αντωνόπουλος, Ρήγας Γιοβανόπουλος, Λάμπρος Κοτσίρης, Δίκαιο διανοητικής ιδιοκτησίας (Βιομηχανική -Πνευματική), Εκδόσεις Σάκκουλα