35 C
Athens
Πέμπτη, 26 Ιουνίου, 2025
ΑρχικήΟικονομίαΗ Σκιά στο ΑΕΠ: Η Παραοικονομία στην Ελλάδα

Η Σκιά στο ΑΕΠ: Η Παραοικονομία στην Ελλάδα


Του Ελευθέριου Χονδρού,

Η παραοικονομία στην Ελλάδα, η οποία εκτιμάται στο 16–18% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), αποτυπώνει με εμφατικό τρόπο τη διττή πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας: από τη μία, την επίμονη ύπαρξη σκιωδών οικονομικών δραστηριοτήτων που διαφεύγουν της φορολόγησης και θεσμικής εποπτείας· από την άλλη, ένα ανεκμετάλλευτο πεδίο εν δυνάμει εσόδων που θα μπορούσε να στηρίξει βιώσιμη δημοσιονομική πολιτική και στοχευμένες κοινωνικές παρεμβάσεις.

Με βάση τα στοιχεία του 2023, η παραοικονομία ανέρχεται περίπου στα 40 δισ. ευρώ, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την αναλογία μεταξύ των δηλωθέντων εισοδημάτων—στα 110 δισ. ευρώ—και της καταναλωτικής δαπάνης, η οποία άγγιξε τα 151 δισ. ευρώ. Το χάσμα αυτό μεταξύ καταναλωτικής συμπεριφοράς και δηλωμένων εισοδημάτων αποτελεί τη βάση της εκτίμησης του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), με το συντονιστή Γιάννη Τσουκαλά να αναδεικνύει τις μακροοικονομικές προεκτάσεις του φαινομένου κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης του Γραφείου.

Η εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για παραοικονομία στο 16% του ΑΕΠ επιβεβαιώνει τη συμβατότητα των ανεξάρτητων μετρήσεων. Ενδεικτικά, και ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης τοποθέτησε προσφάτως την παραοικονομία στο 15% του ΑΕΠ, σε δημόσια ομιλία του στο Παρίσι. Παρά την υψηλή αυτή επίδοση, πρόκειται για αξιοσημείωτη υποχώρηση σε σχέση με το 30% του ΑΕΠ που κατεγράφη το 2013. Κατά την πρώτη πενταετία της δεκαετίας του 2020, το ποσοστό της παραοικονομίας είχε ήδη μειωθεί στο 20–21%, υποδεικνύοντας σταθερή βελτίωση.

Η συρρίκνωση αυτή δεν είναι τυχαία· συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση των δημοσίων εσόδων και συγκεκριμένα των εσόδων από τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ). Η μείωση του λεγόμενου «κενού ΦΠΑ» (VAT gap), δηλαδή της διαφοράς μεταξύ των αναμενόμενων και των πραγματικών εισπράξεων, επιβεβαιώνει την αποτελεσματικότητα των ελεγκτικών και τεχνολογικών μηχανισμών. Το 2022, το κενό ΦΠΑ ανερχόταν στο 13,5% του ΑΕΠ, ενώ πλέον ενδέχεται να έχει υποχωρήσει κάτω από το 10%, πλησιάζοντας τον μέσο όρο της Ε.Ε., που βρίσκεται στο 7%. Οι εισπράξεις ΦΠΑ αυξάνονται με ρυθμό 9%, ξεπερνώντας κατά πολύ τον στόχο του προϋπολογισμού που ήταν 4,5%.

Η δημοσιονομική σημασία αυτής της εξέλιξης είναι τεράστια. Αν η Ελλάδα καταφέρει να συγκλίνει πλήρως με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τα φορολογικά έσοδα θα ενισχυθούν κατά επιπλέον 1 δισ. ευρώ ετησίως, δημιουργώντας έναν πολύτιμο «δημοσιονομικό χώρο» για μελλοντικές φοροελαφρύνσεις, πιθανόν από το 2027 και μετά. Ένα τέτοιο περιθώριο δεν αποτελεί μόνο τεχνικό εργαλείο· συνιστά ισχυρό πολιτικοοικονομικό κεφάλαιο που μπορεί να αξιοποιηθεί στρατηγικά σε συνθήκες περιορισμένων πόρων και αυξημένων κοινωνικών αναγκών.

Δικαιώματα Χρήσης: Freepik

Ο Τσουκαλάς επεσήμανε την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στις φοροελαφρύνσεις για τους εργαζόμενους, υπογραμμίζοντας ότι ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής 44% εφαρμόζεται σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο εισοδήματος, ήτοι από τις 40.000 ευρώ. Τόνισε, επίσης, την ανάγκη εξομάλυνσης της κλίμακας μεταξύ του ελάχιστου συντελεστή 9% (έως τις 10.000 ευρώ) και του επόμενου επιπέδου στο 22%, ώστε να περιοριστούν οι στρεβλώσεις και τα αντικίνητρα στην παραγωγική εργασία.

Ενδεικτική είναι και η κριτική του προς τις έμμεσες φορολογίες. Όπως υποστηρίζει, οι αλλαγές στους έμμεσους φόρους συχνά δεν καταλήγουν στον τελικό καταναλωτή, αλλά «απορροφώνται» από τις επιχειρήσεις, μειώνοντας την αποτελεσματικότητά τους ως εργαλείο δημοσιονομικής πολιτικής. Συνεπώς, μετά την επίτευξη φορολογικής ελάφρυνσης, η επόμενη στρατηγική προτεραιότητα, κατά τον ίδιο, πρέπει να είναι η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, οι οποίες αποτελούν πολλαπλασιαστικό μοχλό οικονομικής ανάπτυξης.

Η εικόνα που σκιαγραφείται αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα της ελληνικής οικονομίας: ένα περιβάλλον όπου η παραοικονομία συνεχίζει να επηρεάζει ουσιωδώς τους δείκτες και τις δημοσιονομικές δυνατότητες, αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζει τάσεις αποκλιμάκωσης και μεταρρυθμιστικής δυναμικής. Η αύξηση των φορολογικών εσόδων και η μείωση της παραοικονομίας δεν αποτελούν μόνο αριθμητικά μεγέθη· είναι σημάδια θεσμικής ωρίμανσης, ενίσχυσης της εμπιστοσύνης και βελτίωσης της διαφάνειας.

Ωστόσο, παραμένουν κρίσιμα ερωτήματα: Πώς μπορεί να ενσωματωθεί σταδιακά το 16–18% του ΑΕΠ που παραμένει «σκιώδες»; Ποιο μείγμα πολιτικής θα καταφέρει να συνδυάσει αποτελεσματική φορολόγηση με ανταγωνιστικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη; Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα δε βρίσκεται σε αποσπασματικά μέτρα, αλλά σε μια συνεκτική στρατηγική που θα στηρίζεται στον εκσυγχρονισμό των μηχανισμών είσπραξης, την αναδιανομή με κοινωνικό πρόσημο και την καλλιέργεια φορολογικής συνείδησης.

Η παραοικονομία, αν και μειούμενη, δεν είναι περιθωριακό φαινόμενο. Αντιθέτως, αποτελεί έναν πυρήνα της οικονομικής δραστηριότητας με βαθιές κοινωνικές και θεσμικές ρίζες. Ο περιορισμός της, και κυρίως η μετατροπή της σε επίσημη, φορολογούμενη παραγωγή, δε θα ενισχύσει μόνο τα δημόσια έσοδα. Θα σημάνει μετάβαση προς μια πιο συνεκτική, διαφανή και λειτουργική οικονομία—μια οικονομία όπου η ανάπτυξη δε θα βασίζεται στην απόκρυψη, αλλά στη συμμετοχή.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Illegal economy at €40 billion, Η Καθημερινή, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελευθέριος Χονδρός, Αρχισυντάκτης Περιεχομένου
Ελευθέριος Χονδρός, Αρχισυντάκτης Περιεχομένου
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2001. Είναι απόφοιτος ΓΕΛ και σπουδάζει στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών. Πηγές για το πάθος του για την αρθρογραφία αποτέλεσαν τα συνέδρια MUN και η προσωπική αγάπη για την συγγραφή κειμένων. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ερασιτεχνικά με το τένις, το πόλο και την συγγραφή.