Του Σπύρου Σκοτώρη,
Έπειτα από την ολοκλήρωση της συζήτησης και της ψηφοφορίας στη Βουλή για την παραπομπή του πρώην Υπουργού Μεταφορών Κώστα Καραμανλή, θα ήταν εύστοχο νομίζω να παρατηρήσουμε πως το αδίκημα που μονοπωλεί τη δημόσια συζήτηση είναι αυτό του άρθρου 259ΠΚ, στο οποίο τυποποιείται η παράβαση καθήκοντος ως υπηρεσιακό αδίκημα. Πρόκειται για ένα αδίκημα με πολλές ιδιαιτερότητες το οποίο, όπως είναι λογικό, έχει τεθεί προκειμένου να διαφυλαχθεί το έννομο αγαθό της δημόσιας υπηρεσίας.
Απόλυτη Επικουρικότητα
Στη νομοτυπική μορφή του εν λόγω αδικήματος, παρατηρείται η μοναδική ρήτρα απόλυτης επικουρικότητας («αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη») στον ελληνικό ποινικό κώδικα. Ορίζεται, δηλαδή, πως η τιμώρηση της παράβασης καθήκοντος υποχωρεί και εκτοπίζεται εάν υπάρχει κάποια πιο συγκεκριμένη διάταξη η οποία να ποινικοποιεί την κρινόμενη συμπεριφορά. Ακριβώς σε αυτό το σημείο εντοπίζεται και η διάσπαση της αρχής της αποσπασματικότητας του ποινικού δικαίου, καθώς με το άρθρο 259ΠΚ τυποποιείται ως αδίκημα η οποιαδήποτε —υπό προϋποθέσεις— παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος. Σημασία δε σε αυτό το σημείο έχει να προσεχθεί πως, λόγω της τεθειμένης αυτής ρήτρας, το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος υποχωρεί, ακόμη και αν η εν τέλει τιμωρηθείσα συμπεριφορά θίγει έτερο έννομο αγαθό και όχι τη δημόσια υπηρεσία.
Αντικειμενική Υπόσταση
Η αντικειμενική υπόσταση της παράβασης καθήκοντος είναι ίσως η πιο ευρεία μεταξύ των αδικημάτων του ποινικού κώδικα. Κολάσιμη πράξη συνιστά η παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, ωστόσο εδώ κρίνονται κρίσιμες διάφορες ερμηνευτικές διασαφηνίσεις. Σημαντικό στοιχείο προκειμένου να καταφανθεί η αρχικά άδικη αυτή πράξη, είναι να υπάρχει στο πρόσωπο του υπαλλήλου κάποια αυτοτελής νομική υποχρέωση για υπηρεσιακή πράξη ή παράλειψη. Δεν είναι κρίσιμο το είδος του καθήκοντος που παραβιάζεται, ούτε ο χαρακτήρας του ως γενικού ή ειδικού. Στο πλαίσιο αυτό, δε θεμελιώνει αδίκημα η παράβαση υποχρέωσης που αφορά σε άλλες στοχεύσεις όπως η τήρηση του ωραρίου λειτουργίας της υπηρεσίας ή η επίδειξη δεοντολογικής συμπεριφοράς. Επιπλέον, ενδιαφέρουσα αξία έχει να αναφερθεί πως ούτε η συμμόρφωση με τις πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους υπαλλήλους των δημοσίων υπηρεσιών αποτελεί υπηρεσιακό καθήκον.
Σχετικά με τις περιπτώσεις όπου ο υπάλληλος διαθέτει κατά την άσκηση των καθηκόντων του διακριτική ευχέρεια, πρέπει να αναφερθεί πως όσο ευρεία και αν είναι η ελευθερία του, υπόκειται σε περιορισμούς και για αυτόν το λόγο καταφάσκεται το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος όταν παραβιάζονται τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας ή η ευχέρεια αυτή χρησιμοποιείται καταχρηστικά, ήτοι υπέρ σκοπού προδήλως διαφορετικού από τον τεθειμένο.
Όσον αφορά στις πηγές της υποχρέωσης που μπορεί να ανακύψει για τον υπάλληλο, αυτή δύναται να προέρχεται είτε από το νόμο, είτε από το Σύνταγμα, μπορεί όμως και να συνάγεται από το συνολικό πλαίσιο κανόνων εντός του οποίου οφείλει να δρα ο ασκών δημόσια εξουσία αναφορικά με την υπηρεσία στην οποία βρίσκεται.

Η οριοθέτηση μεταξύ των τιμωρητέων και των ποινικά αδιάφορων συμπεριφορών στο 259ΠΚ, προκύπτει από την περαιτέρω αξίωση περί προσφορότητας του καθήκοντος που παραβιάζεται να οδηγήσει είτε σε προσπόριση παράνομου οφέλους στο δράστη ή σε τρίτο, είτε στη βλάβη του κράτους ή άλλου. Η λειτουργική αυτή σύνδεση επιτελεί εξέχοντα ρόλο στην αναβάθμιση της παράβασης οποιουδήποτε υπηρεσιακού καθήκοντος από απλό πειθαρχικό παράπτωμα σε ποινικό αδίκημα, καθώς κατά αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιείται η δημόσια υπηρεσία ως μέσο προς επιδίωξη σκοπών που πολύ απέχουν από τη νόμιμη λειτουργία της.
Υποκειμενική Υπόσταση
Η υποκειμενική υπόσταση του άρθρου 259ΠΚ είναι υπερχειλής. Κατ’ αρχάς, απαιτείται δόλος ως προς την παράβαση του συγκεκριμένου και αυτοτελούς κάθε φορά υπηρεσιακού καθήκοντος, ενώ επιπλέον απαιτείται και σκοπός προσπορισμού παράνομου οφέλους ή βλάβης του κράτους ή τρίτου. Το παράνομο όφελος ή η βλάβη απαιτείται να συνδέονται άμεσα με την υπηρεσιακή ενέργεια και όχι αφηρημένα, ενώ ταυτόχρονα και αυτονόητα είναι αναγκαίο να αναφέρονται σε έννομες σχέσεις και συμφέροντα.
Υποστήριξη της κατηγορίας
Καταληκτικά, είναι χρήσιμο να αναφερθούμε και στη δυνατότητα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας σε μία πιθανή δίκη περί παράβασης καθήκοντος. Νομιμοποιείται, αρχικά, το Ελληνικό Δημόσιο του οποίου η λειτουργία θίγεται από το συγκεκριμένο αδίκημα, ενώ ταυτόχρονα νομιμοποιείται και ο οποιοσδήποτε άμεσα ζημιωθείς.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Νικόλαος Μπιτζιλέκης (2024), Υπηρεσιακά Εγκλήματα, 3η Έκδοση, εκδ. Σάκκουλα