Της Μαρίας Ραβάνη,
Η έμφυλη βία είναι σωματική κακοποίηση. Είναι κακοποιητικός ή υποτιμητικός λόγος. Είναι φυσικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί περιορισμοί που υφίσταται το άτομο λόγω του φύλου του. Είναι ένα χαστούκι, μία βρισιά, ένα καταπιεστικό πλαίσιο που καταβάλλει το άτομο τόσο συναισθηματικά όσο και ψυχολογικά. Είναι πίσω από κλειστές πόρτες σπιτιών, είναι στο κέντρο του δρόμου, μπροστά στα μάτια δεκάδων θεατών. Είναι ορατή αλλά και αόρατη. Αυτό, ωστόσο, που πολλοί δεν φαίνεται να γνωρίζουμε είναι ότι είναι και επίσημη, προερχόμενη δηλαδή από φορείς ή αντιπροσώπους φορέων (το αείμνηστο «το περιπολικό δεν είναι ταξί» μπορεί να έρχεται στο νου κάποιων κακοπροαίρετων). Αυτό ακριβώς είναι στην ουσία της, και η λεγόμενη «μαιευτική βία».
Πρόκειται για φαινόμενο που σχετικά πρόσφατα οριοθετήθηκε και αναγνωρίστηκε από την παγκόσμια κοινότητα και αφορά —όπως είναι προφανές— ιατρικές πρακτικές ή και συμπεριφορές του ιατρικού προσωπικού κακοποιητικές, με αποδέκτη τα μέλη της οικογένειας που γεννά, και, συνηθέστερα, την έγκυο. Απαξιωτική συμπεριφορά απέναντι στην έγκυο ή στις ερωτήσεις που μπορεί να έχει σε αυτή την ευάλωτη κατάσταση που βρίσκεται, συναισθηματικός πόλεμος, παραπληροφόρηση, σεξουαλική κακοποίηση, διεξαγωγή αναίτιων εξετάσεων / ιατρικών διαδικασιών και έλλειψη φροντίδας είναι μερικές μόνο από τις εκφάνσεις της μαιευτικής βίας. Μέσα σε όλα αυτά υπάγεται και η πρακτική της καισαρικής δίχως προγενέστερη επαρκή πληροφόρηση ή η λεγόμενη μέθοδος Κριστέλερ, μια πρακτική που περιλαμβάνει την άσκηση πίεσης στην κοιλιά της εγκύου και έχει οδηγήσει ακόμη και στο θάνατο της εγκύου.
Αν και δεν παρατηρούνται συχνά όλες οι προαναφερόμενες πρακτικές, η υποβάθμιση της σημαντικότητας των συναισθημάτων φόβου, πόνου και άγχους που βιώνει η έγκυος είναι ίσως η πιο συνήθης κακοποιητική συμπεριφορά. Αυτές οι πρακτικές συνδέονται, προφανώς, με το ευρύτερο ιατρικό και νομικό πλαίσιο της εκάστοτε χώρας και με τα δικαιώματα αυτοδιάθεσης του γυναικείου πληθυσμού. Έτσι, σε χώρες, παραδείγματος χάρη, που το δικαίωμα στην ασφαλή έκτρωση δεν είναι κατοχυρωμένο, είναι πιο συχνό να δεις περιστατικά συναισθηματικού πολέμου ή απαξιωτικής συμπεριφοράς από το ιατρικό προσωπικό προς μία γυναίκα που διχάζεται για το εάν θα συνεχίσει τη διαδικασία κύησης ή θα προχωρήσει στη διακοπή της.

Η μαιευτική βία υπάγεται σε κάτι που πλέον αναγνωρίζουμε ως «ιατρική βία». Για πολλά χρόνια η αντίληψη «ο γιατρός ξέρει καλύτερα» πρυτάνευε στην ελληνική κοινωνία. Εξάλλου, το συγκεκριμένο επάγγελμα (όπως και του δικηγόρου) έχαιρε επί δεκαετίες μεγάλης αναγνώρισης και σεβασμού. Τα δεδομένα ωστόσο έχουν αλλάξει. Πλέον οι άνθρωποι, ιδίως λόγω του διαδικτύου, πρώτα κάνουν την αυτοδιάγνωσή τους και ύστερα επισκέπτονται το γιατρό τους.
Πολλές φορές ο ασθενής έχει αρκετές πληροφορίες για την πάθησή του, πριν την ιατρική του επίσκεψη. Αν και αυτό μπορεί όντως να έχει καταστροφικές συνέπειες —όπως έγινε αντιληπτό κατά την περίοδο της πανδημίας, όπου όλοι είχαν «ιατρικό» λόγο και όλοι «ήξεραν» πως πρέπει να προστατευτούν— ίσως, κατά κάποιο τρόπο, να μας έχει μετατρέψει και σε πιο συνειδητοποιημένους ασθενείς. Σιγά σιγά αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τι είναι καλό για εμάς και τι όχι και –το πιο σημαντικό– μπορούμε και καταλαβαίνουμε ποιες συμπεριφορές συνάδουν με το ιατρικό λειτούργημα και ποιες πρακτικές ξεπερνούν τα προσωπικά, ιατρικά και ηθικά όρια.
Η ιατρική βία με έμφυλα χαρακτηριστικά δεν αποτελεί συχνό θέμα συζήτησης για τα ελληνικά δεδομένα — και δη η μαιευτική βία. Έτσι, πολλά περιστατικά μένουν στην αφάνεια και δεν υπάρχει απόδοση ευθυνών, ώστε να μην επαναληφθούν τραυματικές πρακτικές ή συμπεριφορές. Η περίοδος της εγκυμοσύνης είναι μια ιδιαίτερη στιγμή της οικογενειακής πραγματικότητας, με τα καλά και τα κακά της. Ο κακοποιητικός χειρισμός, ωστόσο, μπορεί αυτή τη μοναδική εμπειρία να τη μετατρέψει σε πραγματικό εφιάλτη και αυτό —τουλάχιστον όσον αφορά την ελληνική πολιτεία— θα έπρεπε να είναι ανεπίτρεπτο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Τι είναι η μαιευτική βία; Πώς θα την όριζες και ποιες μορφές παίρνει;, sta.bcla.gr, διαθέσιμο εδώ
- Maud Le Rest: «Η ιατρική μισογυνική βία δεν μπορεί να αγνοείται πια», Lifo.gr, διαθέσιμο εδώ