Του Ιωάννη Περγαντή,
Η Ακρόπολη της Αθήνας, διαχρονικό σύμβολο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά και αναγνωρίσιμα μνημεία του κόσμου. Τοποθετημένη πάνω από τη σύγχρονη πόλη, αυτό το ύψωμα λειτούργησε ως ακρόπολη, ιερό, οχυρό και πεδίο μαχών. Η ιστορία της καλύπτει χιλιετίες, από τη Νεολιθική εποχή, τη Χρυσή Εποχή της Αθήνας και τη Ρωμαϊκή κυριαρχία, μέχρι τη χριστιανική, φράγκικη και οθωμανική περίοδο και φτάνει έως τα δραματικά χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι πρώτες ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας στην Ακρόπολη χρονολογούνται από τη Νεολιθική εποχή, περίπου στο 4000 π.Χ., όπως αποκαλύπτουν αρχαιολογικά ευρήματα όπως κεραμικά, εργαλεία και τάφοι. Κατά τη Μυκηναϊκή εποχή (1600–1100 π.Χ.), η Ακρόπολη πιθανότατα λειτουργούσε ως οχυρωμένο ανάκτορο, δηλαδή έδρα ενός τοπικού ηγεμόνα, με το Κυκλώπειο Τείχος να προστατεύει τον χώρο. Παρά την αμφισβήτηση περί ύπαρξης ανακτόρου πάνω στο Βράχο, η Ακρόπολη σίγουρα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο εκείνη την εποχή.

Η μεταστροφή της Ακρόπολης από κατοικημένη περιοχή σε θρησκευτικό κέντρο λαμβάνει μέρος ήδη από τον 7ο αιώνα, όταν άρχισε η ανοικοδόμηση ναών και βωμών προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, η οποία είχε οριστεί ως προστάτιδα της πόλης. Το πιο γνωστό και σημαντικό κτήριο της περιόδου εκείνης αποτελεί ο Εκατόμπεδος, ναός ο οποίος ανεγέρθηκε επί Πεισιστράτου και ο οποίος αποτελεί πρόδρομος του μεταγενέστερου Παρθενώνα. Ο Βράχος διέθετε και άλλα ιερά κτήρια, τα οποία κατεδαφήστηκαν ολοκληρωτικά μετά την εισβολή και τη καταστροφή της πόλης από τους Πέρσες, το 480 π.Χ.
Η εισβολή των Περσών αποτελεί μια σημαδιακή τομή στην ιστορίας της Ακρόπολης. Όλα τα παλιά και κατεστραμμένα υλικά (σφόνδυλοι κιόνων, μάρμαρα) επαναχρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή άλλων νέων κτηρίων ή για την ανέγερση του νέου τείχους του Βράχου (ορισμένα από αυτά τα σπόλια είναι ορατά μέχρι και σήμερα). Επίσης, όλα τα αγάλματα τα οποία επιβίωσαν θάφτηκαν μέσα σε μεγάλους λάκκους (η λεγόμενη Περσική Επίχωση), ώστε να τοποθετηθούν στην θέα τους νέα και πιο μεγαλοπρεπή. Με λίγα λόγια, ο Βράχος «καθαρίστηκε» από οτιδήποτε θύμιζε στους Αθηναίους τα τραγικά συμβάντα του 480 π.Χ., δίνοντας τους την ευκαιρία να ξαναχτίσουν την πόλη τους από την αρχή.

Η κατάληψη της Ακρόπολης από τους Πέρσες. Πηγή εικόνας: Wikipedia.org
Με αυτό τον τρόπο, η Αθήνα μπήκε στη Χρυσή Εποχή της (5ος αιώνας π.Χ.), υπό την ηγεσία του Περικλή. Ξεκίνησε ένα φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα για την αναδόμηση της Ακρόπολης, που στόχευε να τιμήσει τη θεά Αθηνά και να δοξάσει την αθηναϊκή δημοκρατία και ισχύ. Κτήρια, θρησκευτικού κυρίως χαρακτήρα, άρχισαν να γεμίζουν τον Βράχο, τα οποία ξεχώριζαν για την μεγάλη αρχιτεκτονική και διακοσμητική τους αξία (Ερέχθειο, Παρθενώνας, ναός Αθηνάς Νίκης, Προπύλαια). Η Ακρόπολη απέκτησε έτσι μια νέα εικόνα, προσδίδοντας της το κύρος και την δυναμική την οποία την έκαναν γνωστή σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, ως φορέας των τεχνών και της φιλοσοφίας, αλλά και ως μια «Θαλασσοκρατία».
Κατά τα ελληνιστικά χρόνια και μετά την παρακμή της Αθήνας, με την ανάδυση της Μακεδονικής ηγεμονίας, η Ακρόπολη παρέμεινε σημαντικός θρησκευτικός τόπος, με κατά τόπους ανεγέρσεις κτηρίων και μνημείων από ελληνιστικούς βασιλείς της ανατολικής Μεσογείου (π.χ. μνημείο των Ατταλίδων). Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, και ιδιαίτερα επί του Αδριανού, η Αθήνα διατηρούσε το κύρος της ως πνευματικό κέντρο, ιδιαίτερα μετά την ανάδυση της Β’ Σοφιστικής. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες χρηματοδότησαν αποκαταστάσεις και νέα έργα και η Ακρόπολη διατηρήθηκε ως σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού, με σημαντικές επιρροές στον ρωμαϊκό.
Με τη διάδοση του Χριστιανισμού και την εδραίωση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, οι ναοί της Ακρόπολης μετατράπηκαν σε χριστιανικούς ναούς. Ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε βασιλική αφιερωμένη στην Παναγία, γύρω στον 6ο αιώνα μ.Χ., διατηρώντας τον βασικό αρχιτεκτονικό του χαρακτήρα, με μικρές επεμβάσεις και διαφοροποιήσεις. Άλλα κτήρια προσαρμόστηκαν σε νέες χρήσεις, σηματοδοτώντας την οριστική μετάβαση από την αρχαία θρησκεία στη χριστιανική λατρεία. Επίσης, τότε ήταν όπου άρχισε πάλι ο Βράχος να κατοικείται, με την ανέγερση οικιών πλησίων των άλλοτε ιερών χώρων της αρχαιότητας
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, η ευρύτερη περιοχή της Αττικής πέρασε στα χέρια των Φράγκων, οι οποίοι προέβησαν σε επεμβάσεις στην Ακρόπολη, αξιοποιώντας τα Προπύλαια ως οχυρό και κατοικία. Επίσης, ανοικοδομήθηκε και ο περίφημος Φράγκικος Πύργος (ο οποίος ήταν μέρος των Προπυλαίων), ο οποίος επιβίωσε μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα και τις επεμβάσεις του ελληνικού κράτους, προσπαθώντας να αναδειχθεί η «κλασικότητα» της Ακρόπολης. Το 1458, η Αθήνα κατακτήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε τζαμί, με την προσθήκη μιναρέ, ενώ η κατοίκηση του Βράχου έγινε ακόμη πιο πυκνή.
Το 1687, κατά τη διάρκεια του Βενετοτουρκικού πολέμου, όταν οι Βενετοί πολιορκούσαν την Αθήνα ο Παρθενώνας ανατινάχθηκε όταν χτυπήθηκε από τα ενετικά πυρά του στρατηγού Μοροζίνι, τον οποίο οι Οθωμανοί τον χρησιμοποιούσαν ως αποθήκη πυρομαχικών. Κατά τον 18ο αιώνα, η Ακρόπολη άρχισε να προσελκύει το ενδιαφέρον Ευρωπαίων περιηγητών και μελετητών του κλασικού πολιτισμού. Αυτό, πέρα από τα θετικά του στοιχεία (γνωριμία των δυτικών με τον ελληνικό στοιχείο της περιοχής), οδήγησε και στην απόσπαση μερών του Παρθενώνα και των άλλων μνημείων, τα οποία έπειτα οδηγήθηκαν στην δυτική Ευρώπη και τα οποία ακόμη και σήμερα κοσμούν ξένες μουσειακές συλλογές.

Κατά την Επανάσταση, η Ακρόπολη αποτέλεσε πεδίο μάχης μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών. Η Ακρόπολη χρησιμοποιήθηκε από τους Οθωμανούς ως φρούριο, το οποίο διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο για τον έλεγχο της Αθήνας. Μετά την απελευθέρωση, η Ακρόπολη παραδόθηκε στο ελληνικό κράτος το 1834 και έγινε σύμβολο της εθνικής ταυτότητας, μετά και τον ορισμό της Αθήνας ως πρωτεύουσα του νεοσύστατου κράτους. Τότε, ξεκίνησαν οι πρώτες αρχαιολογικές εργασίες και κατεδαφίστηκαν όλα τα μεταγενέστερα οικοδομήματα, ώστε να αποκατασταθεί η «αρχαία όψη» του χώρου (της κλασικής κυρίως περιόδου).
Κατά τη ναζιστική κατοχή της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Γερμανοί ύψωσαν τη σημαία με τη σβάστικα στην Ακρόπολη, μία κίνηση που στόχευε στην υποταγή του ελληνικού λαού και την ανάδειξη της Γερμανίας ως την απόλυτη κυρίαρχο. Τον Μάιο του 1941, οι νεαροί Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας πραγματοποίησαν μία από τις πιο ηρωικές πράξεις της Κατοχής: κατέβασαν τη ναζιστική σημαία από τον Ιερό Βράχο, υψώνοντας τη σημαία της Ελευθερίας, ένα πρώτο δείγμα της Εθνικής Αντίστασης. Παρά την κατοχή, η Ακρόπολη δεν υπέστη σημαντικές ζημιές κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Η στρατηγική και σημαντική θέση του Βράχου αποδεικνύει τον σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε κατά την πορεία των αιώνων. Ανεξαρτήτως πολιτειακής κατάστασης ή θρησκευτικών πρακτικών, η Ακρόπολη πάντοτε υπήρξε σημείο αναφοράς για την ευρύτερη περιοχή του ελλαδικού χώρου. Η διαχρονικότητα της Ακρόπολης είναι αυτή η οποία την έχει αναδείξει ως ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα μνημεία της παγκόσμιας ιστορίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βλασσοπούλου Χριστίνα (2008), Η Ακρόπολη των Αθηνών, τα μνημεία και το μουσείο, (επιμ. Ζαφειροπούλου Ντιάνα), εκδ. Υπουργείο πολιτισμού
- Συλλογικό έργο (2010), Αρχαία Αθήνα και Αττική: Ιστορική τοπογραφία του άστεως και της χώρας, εκδ. Μέλισσα
- Cattaneo Marco, Trifoni Jasmina (2005), Παγκόσμια Κληρονομιά Unesco: Προστατευόμενοι αρχαιολογικοί τόποι, εκδ. Δομική
- Ακρόπολη Αθηνών, kastra.eu διαθέσιμο εδώ