23.8 C
Athens
Τρίτη, 3 Ιουνίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ διεθνής συνεργασία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας: Προκλήσεις και νομικές πτυχές

Η διεθνής συνεργασία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας: Προκλήσεις και νομικές πτυχές


Του Δημήτρη Διδασκάλου,

Η διεθνής τρομοκρατία αποτελούσε πάντα ένα ζήτημα ιδιαίτερης σημασίας για την παγκόσμια κοινότητα. Ωστόσο, η καταπολέμησή της είναι αδύνατον να επιτευχθεί αποκλειστικά με τα μέτρα που θα θεσπίσει η κάθε εθνική νομοθεσία ξεχωριστά. Αυτό που έχει ανάγκη η ανθρωπότητα είναι η ρύθμιση του ζητήματος μέσω διεθνών εγχειρημάτων, που ως αντικείμενο δεν θα έχουν κάθε κράτος ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα, αλλά όλα τα κράτη μαζί επιδιώκοντας κοινούς στόχους και εφαρμόζοντας κοινές πρακτικές. Προκειμένου, λοιπόν, να αντιμετωπισθεί αυτό το πρόβλημα, απαιτείται η συνεργασία όλων των κρατών, τα οποία θα λειτουργούν υπό ένα σαφές και συνεκτικό νομικό πλαίσιο.

Για να γίνει επιτυχημένα η σύναψη διεθνών συμβάσεων που στόχο θα έχουν την καταπολέμηση της τρομοκρατίας είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί το ποιος είναι ο ακριβής ορισμός της έννοιας αυτής. Παρ’ όλα αυτά μέχρι και σήμερα δεν έχει υπάρξει ένας επίσημος νομικός ορισμός της έννοιας της τρομοκρατίας από τον ΟΗΕ. Ο λόγος είναι ότι πολλές φορές είναι δυσδιάκριτο το όριο μεταξύ ενόπλων συγκρούσεων που αποτελούν αγώνες για εθνική αυτοδιάθεση και ενόπλων συγκρούσεων που δεν υπερασπίζονται κανένα εθνικό ιδεώδες και πράγματι εμπίπτουν στη γενική έννοια της τρομοκρατίας. Όπως είναι λογικό, η απουσία ενός σαφούς ορισμού επηρεάζει τη νομική βεβαιότητα και την αποτελεσματικότητα της διεθνούς δικαστικής συνεργασίας, ιδίως σε ζητήματα έκδοσης και αναγνώρισης αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων. Σαν γενικό ορισμό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τρομοκρατία είναι «η συστηματική χρήση ή απειλή χρήσης βίας, είτε από ομάδες είτε από κρατικούς μηχανισμούς, με σκοπό να δημιουργηθεί φόβος, να εκφοβιστεί ένας πληθυσμός ή να εξαναγκαστεί μια κυβέρνηση ή διεθνής οργανισμός να εκτελέσει συγκεκριμένη πράξη». Ωστόσο, παρά την έλλειψη αυτή, η διεθνής κοινότητα έχει καταφέρει να συνάψει διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες έχουν στόχο να μετριασθεί το φαινόμενο της τρομοκρατίας —η Ελλάδα τις έχει επικυρώσει όλες. Οι πιο σπουδαίες από αυτές είναι:

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: freepik.com

Α) Η Σύμβαση του Τόκιο (1963) και της Χάγης (1970) που αφορά μέτρα κατά της αεροπειρατείας και έχει επικυρωθεί από 187 κράτη. Καθορίζουν το νομικό καθεστώς των αδικημάτων που διαπράττονται εν πτήσει σε αεροσκάφη που είναι εγγεγραμμένα σε κράτη-μέλη και βρίσκονται σε διεθνή πτήση.

Β) Η Διεθνής Σύμβαση για την Καταστολή της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας (1999) που έχει υπογραφεί και επικυρωθεί από πάνω από 190 κράτη. Η σύμβαση αυτή έχει μεγάλη σημασία. Ορίζει ότι ποινικά κολάσιμη είναι, όχι μόνο η τέλεση τρομοκρατικών ενεργειών και εγκλημάτων, αλλά και η χρηματοδότηση προκειμένου να τελεστούν τέτοιες ενέργειες, ακόμη και αν τελικά αυτές δεν τελεστούν ποτέ. Στο άρθρο 2 της σύμβασης ορίζεται πως, κατά τη σύμβαση, εγκληματίας θεωρείται «οποιοδήποτε πρόσωπο παρέχει ή συλλέγει κεφάλαια, με οποιονδήποτε τρόπο, με την πρόθεση να χρησιμοποιηθούν, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, για τη διάπραξη τρομοκρατικής ενέργειας, ακόμη και αν η τρομοκρατική ενέργεια δεν εκτελέστηκε στην πράξη».

Γ) Η Διεθνής Σύμβαση για την Καταπολέμηση των Πυρηνικών Τρομοκρατικών Πράξεων (2005) που έχει επικυρωθεί από πάνω από 120 κράτη και στόχο έχει την ποινικοποίηση της χρήσης ή απειλής χρήσης ραδιενεργών υλικών και πυρηνικών συσκευών από μη κρατικούς δρώντες για τρομοκρατικούς σκοπούς.

Όλες οι ανωτέρω συμβάσεις υποχρεώνουν τα συμβαλλόμενα μέρη να ποινικοποιήσουν τις σχετικές πράξεις στις εσωτερικές τους έννομες τάξεις και να ανταλλάσσουν πληροφορίες, ώστε να διευκολύνεται η διεθνής δικαστική συνεργασία μεταξύ τους.

Αξίζει να αναφερθεί και το Ψήφισμα 1373/2001 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο επέβαλε δεσμευτικά μέτρα στα κράτη μέλη, όπως δέσμευση και πάγωμα τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων τρομοκρατών, απαγόρευση παροχής υποστήριξης σε τρομοκράτες (π.χ. καταφύγιο, εξοπλισμός) και ενίσχυση των εθνικών μηχανισμών ασφαλείας και ελέγχου συνόρων. Το Ψήφισμα αυτό υιοθετήθηκε βάσει του Κεφαλαίου VII του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, που σημαίνει ότι είναι νομικά δεσμευτικό για όλα τα κράτη-μέλη.

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: freepik.com

Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονισθεί ότι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να δικάζει υποθέσεις σχετικές με την τρομοκρατία, αφού δεν αναφέρεται στο καταστατικό του δικαστηρίου (Καταστατικό της Ρώμης) ως έγκλημα για το οποίο το τελευταίο έχει αρμοδιότητα. Οι προσπάθειες για ίδρυση ενός διεθνούς δικαστηρίου που θα χειρίζεται αποκλειστικά υποθέσεις τρομοκρατίας έμειναν στο στάδιο της απόπειρας διότι, όπως προαναφέρθηκε, δεν υπάρχει σαφής νομικός ορισμός της τρομοκρατίας από τον ΟΗΕ. Έτσι, τα κράτη οφείλουν να επιδεικνύουν αμοιβαία συνεργασία, ώστε να αντιμετωπίσουν επιτυχώς έναν κοινό εχθρό. Η συνεργασία αυτή επιτυγχάνεται με πράξεις όπως η έκδοση υπόπτων και η παροχή πληροφοριών. Φυσικά, αυτές οι πρακτικές, καθώς και οποιοδήποτε άλλο μέτρο λαμβάνεται κατά της τρομοκρατίας, οφείλουν να συμμορφώνονται με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ περί δικαιώματος συμμετοχής των ατόμων σε δίκαιη δίκη. Με την ίδια λογική, θα πρέπει τα μέτρα κατά της τρομοκρατίας να μην παραβιάζουν και τη Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων και άλλων σκληρών, απάνθρωπων ή ταπεινωτικών μορφών μεταχείρισης ή τιμωρίας, που τέθηκε σε ισχύ το 1987 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, της οποίας το άρθρο 2 ορίζει πως «Απαγορεύεται απολύτως η χρήση βασανιστηρίων, χωρίς καμία εξαίρεση, ακόμη και σε περιπτώσεις πολέμου, κατάστασης έκτακτης ανάγκης ή τρομοκρατικής απειλής». Είναι αυτονόητο πως αυτό δε σημαίνει ότι οι δράστες του εγκλήματος της τρομοκρατίας μένουν ατιμώρητοι ή ότι δεν τιμωρούνται καθώς πρέπει, αλλά ότι οφείλουν να δικάζονται δίκαια και να εκτίουν ποινές που δεν παραβιάζουν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά τους.

Επομένως, γίνεται αντιληπτό πως, παρά την απουσία ενός σαφούς νομικού ορισμού για το τι είναι η τρομοκρατία και παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένας κοινός παγκόσμιος κανονισμός που να διευθετεί το συγκεκριμένο ζήτημα, τα κράτη του πλανήτη έχουν τη θέληση να συνεργάζονται και να βρίσκουν λύσεις μέσω της θέσπισης ειδικών διεθνών συμβάσεων και δεσμευτικών ψηφισμάτων που ρυθμίζουν επιμέρους τρομοκρατικές συμπεριφορές. Για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του προβλήματος είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας ολοκληρωμένης διεθνούς σύμβασης που θα περιέχει και σαφή νομικό ορισμό της τρομοκρατίας για όλα τα συμβαλλόμενα κράτη και ο αυξημένος έλεγχος που οφείλουν να επιδεικνύουν τα κράτη (πχ. σε αεροδρόμια, σε σύνορα, σε ψηφιακές δραστηριότητες και σε οικονομικές συναλλαγές), ώστε να επιτυγχάνεται η πρόληψη τρομοκρατικών ενεργειών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Defining Terrorism in International Law, Oxford Monographs, Ben Saul (2021), nyulawglobal.org, διαθέσιμο εδώ
  • Αντιμετωπίζοντας τη διεθνή τρομοκρατία μέσα από την πολυμερή συνεργασία: κριτική προσέγγιση της πρακτικής του ΟΗΕ, pergamos.lib.uoa.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Resolution 1373 (2001), digitallibrary.un.org, διαθέσιμο εδώ 
  • Καταπολέμηση της τρομοκρατίας: Τα μέτρα που λαμβάνει η ΕΕ, europarl.europa.eu, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Διδασκάλου
Δημήτρης Διδασκάλου
Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 2002 και μεγάλωσε στην Κατερίνη. Είναι απόφοιτος της Νομικής σχολής του ΑΠΘ και για την ώρα εργάζεται ως ασκούμενος δικηγόρος. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον βρίσκει στους τομείς του διεθνούς, του δημοσίου, αλλά και του εμπορικού δικαίου. Είναι γνώστης της αγγλικής, της ισπανικής και της γερμανικής γλώσσας και στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με το μπάσκετ και τις ξένες γλώσσες.