21.7 C
Athens
Δευτέρα, 12 Μαΐου, 2025
ΑρχικήΕυρώπηΗ συμφωνία Ουάσιγκτον - Κιέβου για τα ορυκτά και η επόμενη ημέρα...

Η συμφωνία Ουάσιγκτον – Κιέβου για τα ορυκτά και η επόμενη ημέρα στον πόλεμο της Ουκρανίας


Του Ραφαήλ Ιωαννίδη,

Όταν, στις 28 Φεβρουαρίου, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Volodymyr Zelenskyy αποχωρούσε από τον Λευκό Οίκο, έπειτα από μία έντονη λεκτική αντιπαράθεση που είχε (σε ζωντανή, μάλιστα, τηλεοπτική μετάδοση) με τον Αμερικανό ομόλογό του, Donald Trump, τίποτε δεν προμήνυε ότι μόλις δύο μήνες αργότερα, Ουάσιγκτον και Κίεβο θα κατέληγαν σε μία συμφωνία ευρείας οικονομικής συνεργασίας.

Κι όμως, πριν από λίγες ημέρες, στις 30 Απριλίου, και αφού προηγουμένως οι δύο πρόεδροι είχαν συναντηθεί και συνομιλήσει στο Βατικανό, στο πλαίσιο της κηδείας του Πάπα Φραγκίσκου (η οποία τελέστηκε στις 27 Απριλίου), αμφότερες οι πλευρές προχώρησαν στην υπογραφή της σχετικής και πολυπόθητης συμφωνίας. Εδώ χρησιμοποιείται ο χαρακτηρισμός «πολυπόθητη», γιατί πρόκειται για μία συμφωνία που υπόσχεται μεγάλα οφέλη και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Ειδικότερα, προσφέρει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός κοινού επενδυτικού ταμείου που θα χρησιμοποιηθεί για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, η οποία έχει υποστεί τεράστιες καταστροφές λόγω του τριετούς πολέμου που μαίνεται με τη Ρωσία. Το ταμείο αυτό θα διέπεται από ισότιμη σχέση των δύο εταίρων, στη βάση του «50-50», και τα κέρδη, που θα προέρχονται από την αξιοποίηση των ορυκτών (γραφίτη, μαγγανίου, τιτανίου, λιθίου), του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, που υπάρχουν σε πληθώρα στο υπέδαφος της Ουκρανίας και στα οποία αποκτούν πλέον πρόσβαση οι Η.Π.Α., θα επενδύονται αποκλειστικά σε έργα εντός της χώρας κατά την πρώτη δεκαετία ισχύος της συμφωνίας, ενώ μετά την παρέλευση αυτού του χρονικού διαστήματος θα μπορούν να διανεμηθούν μεταξύ των δύο εταίρων.

Δικαιώματα Χρήσης: AP

Πώς, όμως, οι δύο πλευρές έφτασαν σε αυτή τη συμφωνία; Αρχικά, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι εδώ και καιρό, προ της επανόδου Trump στην αμερικανική ηγεσία, υπήρχαν συνομιλίες με στόχο την εύρεση της «χρυσής τομής» που θα άνοιγε τον δρόμο για την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας. Ο Trump, ωστόσο, ήταν εκείνος που πρώτος έθεσε στο τραπέζι των συνομιλιών, σε μία απόπειρα άσκησης πίεσης προς αυτή την κατεύθυνση, την ανάγκη του ότι Κίεβο θα πρέπει να αρχίσει να σκέφτεται με ποιον τρόπο θα αποπληρώσει τη στρατιωτική συνδρομή που του έχουν παράσχει οι Η.Π.Α. από τη στιγμή της έναρξης του πολέμου τον Φεβρουάριο του 2022 μέχρι και σήμερα, απειλώντας μάλιστα ακόμη και με διακοπή αυτής εάν δεν ικανοποιούνταν το αίτημά του. Βεβαίως, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έμεινε εκεί, αλλά προχώρησε και ένα βήμα παραπέρα, απαιτώντας ευθέως από την Ουκρανία την καταβολή αποζημίωσης ύψους 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή ενός ποσού περίπου τετραπλάσιου από εκείνο που υπολογίζεται πως έχουν δαπανήσει οι Η.Π.Α. μέχρι σήμερα, το οποίο ανέρχεται στα 120 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η αντίδραση του Ουκρανού προέδρου στις αμερικανικές αιτιάσεις ήταν να απορρίψει κατηγορηματικά κάθε σχετική συζήτηση για την πληρωμή αποζημίωσης, θεωρώντας το αξιωμένο ποσό εξαιρετικά υψηλό, φροντίζοντας όμως ταυτόχρονα να διατηρήσει ανοιχτό τον δίαυλο επικοινωνίας ως προς το ζήτημα επίτευξης μίας συμφωνίας για τα ορυκτά. Έτσι, λοιπόν, οι συνομιλίες αυτές συνεχίστηκαν και τελικά οδήγησαν στην εν λόγω συμφωνία, με την οποία ο Zelenskyy οπωσδήποτε ελπίζει να εξασφαλίσει για τη χώρα του μακροπρόθεσμα αμερικανικά επενδυτικά κεφάλαια. Εδώ, βέβαια, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι στο κείμενο της συμφωνίας, πέραν του σκέλους της ανοικοδόμησης, η αμερικανική πλευρά δεν προσφέρει κάποιες συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία έναντι της Ρωσίας, πράγμα το οποίο επιδίωκε εξαρχής το Κίεβο, αλλά απλώς δηλώνει πολύ γενικόλογα ότι: «υποστηρίζει τις προσπάθειες της Ουκρανίας να λάβει εγγυήσεις ασφαλείας που είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση μίας διαρκούς ειρήνης».

Στα αξιοσημείωτα της συμφωνίας, πάντως, περιλαμβάνεται και η αναφορά σε «μεγάλης κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία», κάτι το οποίο έρχεται σε οξεία αντίθεση με τους ισχυρισμούς του Αμερικανού προέδρου, ο οποίος σε κάθε σχετική δημόσια τοποθέτησή του αποφεύγει ρητά να κάνει λόγο για ρωσική εισβολή, και μάλιστα αποδίδει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την έναρξη της πολεμικής σύγκρουσης στην ουκρανική πλευρά. Επιπλέον, η αμερικανική πλευρά αναγνωρίζει, στο συνομολογημένο κείμενο, την επιθυμία της Ουκρανίας για ένταξη στην Ε.Ε. και δεσμεύεται πως η συνεργασία της με αυτήν δεν πρόκειται να προκαλέσει κανένα πρόβλημα στις ενταξιακές συνομιλίες Κιέβου – Βρυξελλών, που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.

Φωτογράφος και Δικαιώματα Χρήσης: John DiJulio

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, κι ενώ η έως τώρα αντίδραση της Ρωσίας στη συγκεκριμένη συμφωνία είναι πολύ ήπια, βαρύνουσα σημασία αποκτά το γεγονός πως αμέσως μετά τη σύναψη αυτής, οι Η.Π.Α. ανακοίνωσαν την 1η Μαΐου πως πλέον παύουν να ενεργούν ως διαμεσολαβήτρια χώρα στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, σηματοδοτώντας έτσι μία μεταστροφή στον ρόλο που διαδραμάτιζαν μέχρι σήμερα στον πόλεμο. Αυτό δε σημαίνει, σύμφωνα με την εκπρόσωπο του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών Tammy Bruce, ότι η Ουάσιγκτον θα σταματήσει να ενδιαφέρεται και να βοηθά προς στην κατεύθυνση εύρεσης λύσης για τον τερματισμό του πολέμου, αλλά και ότι πλέον έχει φτάσει η στιγμή οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές να παρουσιάσουν και να αναπτύξουν οι ίδιες συγκεκριμένες και ειλικρινείς ιδέες για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να τερματιστεί η μεταξύ τους σύγκρουση. Ως προς το τελευταίο, εξαιρετικά δυσοίωνη ακούγεται η πρόβλεψη του Αμερικανού αντιπροέδρου, Jay Di Vance, ο οποίος εκτιμά, σε δηλώσεις του στις 5 Μαΐου, πως ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι απίθανο να τελειώσει σύντομα.

Συνολικά, η υπογραφθείσα συμφωνία συνιστά αδιαμφισβήτητα ένα ορόσημο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί το κλειδί για τον τερματισμό του ρωσοουκρανικού πολέμου. Αυτό που επιτυγχάνει είναι να προσφέρει χρόνο στην ουκρανική πλευρά και να ενισχύει την πίεση προς τη ρωσική, σε μία περίοδο μάλιστα που το Κρεμλίνο έχει εκφράσει την επιθυμία του να προσέλθει άμεσα σε συνομιλίες. Για να επιτευχθεί, ωστόσο, η πολυπόθητη ειρήνη σε έναν πόλεμο που ήδη διαρκεί τρία χρόνια και δείχνει να έχει βαλτώσει, δεν αρκεί αυτό. Αντίθετα, χρειάζεται να αναλάβουν ουσιαστική δράση εδώ και τώρα οι δύο αντίπαλες πλευρές, με τη μεν Μόσχα να απαιτείται να εγκαταλείψει τις υπερβολικές και ανεδαφικές αξιώσεις της, όπως είναι ο αφοπλισμός της Ουκρανίας, το δε Κίεβο να δείξει έμπρακτα πως διατίθεται να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών και να συζητήσει τους όρους της ειρήνης, ακόμη και αν αυτοί εμπεριέχουν το ρίσκο κάποιου συμβιβασμού. Όλα αυτά, φυσικά, υπό το αμερικανικό βλέμμα και με την προϋπόθεση ότι Putin και Zelenskyy θα προσέλθουν σε διάλογο με πραγματικά ειλικρινείς προθέσεις και προσανατολισμένοι στην επίτευξη ενός αποτελέσματος.

Μέχρι να γίνει αυτό και τα λόγια να αντικατασταθούν από πράξεις, ο βαρύς φόρος αίματος που πληρώνεται τα τελευταία τρία χρόνια στην Ουκρανία θα συνεχίζεται και όλοι θα μιλούν για την επιτακτική ανάγκη ειρήνης, αλλά χωρίς την ειρήνη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Explainer: Τι γνωρίζουμε για τη συμφωνία ΗΠΑ – Ουκρανίας για τα ορυκτά, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Στέιτ Ντιπάρτμεντ: Οι ΗΠΑ σταματούν τη διαμεσολάβηση στις ειρηνευτικές συνομιλίες Ουκρανίας – Ρωσίας, huffingtonpost.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Seven takeaways from US – Ukraine resources deal, bbc.com, διαθέσιμο εδώ
  • US, Ukraine minerals deal: A tactical win, not a turning point, responsiblestatecraft.org, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ραφαήλ Ιωαννίδης
Ραφαήλ Ιωαννίδης
Γεννήθηκε το 1997 στη Θεσσαλονίκη και κατάγεται από το Κιλκίς. Είναι πτυχιούχος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας (με ειδίκευση στην Ιστορία) της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ επιπλέον είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στη Στρατηγική και τη Διεθνή Πολιτική από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Στα ενδιαφέροντά του περιλαμβάνονται η μελέτη της Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, καθώς και θεμάτων Ευρωπαϊκής Πολιτικής. Είναι, επίσης, λάτρης των λογοτεχνικών βιβλίων, του μπάσκετ και των ταξιδιών.