19.4 C
Athens
Σάββατο, 3 Μαΐου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΔικαίωμα στη λήθη και ιδιωτικότητα στο διαδίκτυο: Η νέα νομολογία του Αρείου...

Δικαίωμα στη λήθη και ιδιωτικότητα στο διαδίκτυο: Η νέα νομολογία του Αρείου Πάγου


Της Δήμητρας Βασιλείου, 

Η ραγδαία ανάπτυξη του διαδικτύου έχει φέρει στο προσκήνιο ένα από τα πλέον ακανθώδη ζητήματα της σύγχρονης νομικής πραγματικότητας: την προστασία της ιδιωτικής ζωής έναντι της δημόσιας πληροφόρησης. Στο πλαίσιο αυτό, «το δικαίωμα στη λήθη» (“right to be forgotten”) αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, ιδιαίτερα όταν έρχεται σε σύγκρουση με το δικαίωμα στην πληροφόρηση και την ελευθερία του τύπου.

Με την πρόσφατη νομολογία του ο Άρειος Πάγος επιχειρεί να χαράξει μια νέα ισορροπία, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του ψηφιακού περιβάλλοντος.

Τί είναι το «δικαίωμα στη λήθη»;

Το δικαίωμα στη λήθη κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ) και επιτρέπει στο άτομο να ζητήσει τη διαγραφή των προσωπικών του δεδομένων όταν: δεν είναι πλέον απαραίτητα για τους σκοπούς της συλλογής τους, η επεξεργασία τους είναι παράνομη, έχει ανακληθεί η συγκατάθεσή του ή έχει αντιταχθεί στην επεξεργασία. Στο διαδίκτυο, αυτό αφορά κυρίως την αφαίρεση συνδέσμων από μηχανές αναζήτησης που παραπέμπουν σε δημοσιεύματα για παλαιότερα και συχνά δυσμενή γεγονότα.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα Χρήσης: TheDigitalArtist

Σε πρόσφατη απόφασή του (4/2024), ο Άρειος Πάγος έκανε δεκτό αίτημα πρώην εμπλεκόμενου σε ποινική υπόθεση, ζητώντας την αποσύνδεση (delisting) σχετικών δημοσιευμάτων από μηχανές αναζήτησης, αφού: η υπόθεση είχε κριθεί τελεσίδικα υπέρ του αιτούντος, είχε παρέλθει σημαντικό χρονικό διάστημα (άνω της δεκαετίας), ο αιτών δεν είχε δημόσιο ρόλο και δεν υφίστατο πλέον έννομο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι το «δικαίωμα στη λήθη» δεν συνεπάγεται την καθολική διαγραφή της πληροφορίας από τον ιστό, αλλά την αποσύνδεση της από τα αποτελέσματα αναζήτησης με βάση το ονοματεπώνυμο του ενδιαφερομένου. Έτσι, υιοθετώντας τα κριτήρια του ΔΕΕ, τόνισε πως η διατήρηση της σύνδεσης δεν εξυπηρετούσε θεμιτό σκοπό πληροφόρησης, δεδομένης της παλαιότητας και της τελικής αθώωσης, δεν αφορούσε δημόσιο πρόσωπο ή εν ενεργεία δημόσια λειτουργία, ενώ τέλος παραβίαζε και την αρχή της αναλογικότητας, ιδίως ως προς την επιβάρυνση της ιδιωτικής και επαγγελματικής ζωής του αιτούντος.

Η απόφαση Google Spain και η διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής Νομολογίας

Η νομολογιακή αφετηρία εντοπίζεται στην απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση Google Spain SL και Google Inc. κατά AEPD και Mario Costeja Gonzalez (C-131/12). Το δικαστήριο έκρινε ότι οι μηχανές αναζήτησης φέρουν την ιδιότητα του «υπευθύνου επεξεργασίας» κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου και οφείλουν, υπό προϋποθέσεις, να αποσυνδέσουν («delist») συνδέσμους που σχετίζονται με το όνομα φυσικού προσώπου, όταν η διατήρηση των δεδομένων κρίνεται αδικαιολόγητη.

Η απόφαση GC και λοιποί κατά GNIL (C-136/17) ενίσχυσε τη νομική αρχιτεκτονική του δικαιώματος, ιδίως σε ό,τι αφορά την επεξεργασία «ευαίσθητων δεδομένων» (π.χ. ποινικών καταδικών), και την υποχρέωση στάθμισης μεταξύ δικαιώματος στη λήθη και ελευθερίας έκφρασης.

Σημασία για την Ιδιωτικότητα και την Νομική Πράξη

Η απόφαση του Αρείου Πάγου ευθυγραμμίζεται με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ε.Ε. (GoogleSpain, C-131/12 και GC κατά CNIL, C-136/17), και επιβεβαιώνει ότι: η προστασία της ιδιωτικής ζωής δεν αναστέλλεται επειδή ένα πρόσωπο υπήρξε αντικείμενο παλαιότερης δημοσιότητας και πως η ψηφιακή μνήμη δεν μπορεί να λειτουργεί ως διαρκές «ποινολόγιο» για τον πολίτη. Η νομολογία αυτή ενισχύει τη θέση των φυσικών προσώπων που ζητούν τη διαγραφή δυσμενών αναφορών, αλλά και υπενθυμίζει στους δημοσιογράφους και διαχειριστές ιστοσελίδων ότι η δημοσιότητα δεν είναι αιώνια- πρέπει να εξυπηρετεί συγκεκριμένο και νόμιμο σκοπό.

Πηγή εικόνας: syntagmawatch.com / Δικαιώματα Χρήσης: Chunumunu

Η ως άνω απόφαση του Αρείου Πάγου ενίσχυσε τη δυνατότητα των πολιτών να προσφεύγουν στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ή απευθείας στα πολιτικά δικαστήρια (μέσω αγωγής προσωπικότητας ή αίτησης ασφαλιστικών μέτρων), κατέστησε τους διαχειριστές περιεχομένου και μηχανών αναζήτησης υπόχρεους σε adhoc επανεξέταση κάθε αιτήματος «λήθης» και καθιέρωσε νομολογιακό προηγούμενο, το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί και σε άλλες υποθέσεις υπέρμετρης έκθεσης λόγω παλαιών ή ανακριβών δημοσιεύσεων.

Το δικαίωμα στη λήθη δεν συνιστά εργαλείο διαγραφής της ιστορικής μνήμης, αλλά μέσο αποκατάστασης της ισορροπίας μεταξύ ιδιωτικότητας και πληροφορίας, ιδίως σε συνθήκες που η τεχνολογική αθανασία επιβάλλει αέναη δημοσιότητα. Το διαδίκτυο, λοιπόν, δεν ξεχνά, αλλά το Δίκαιο οφείλει να συγχωρεί.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Απόφαση ΑΠ 4/2024, areiospagos.gr., διαθέσιμη εδώ
  • Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (ΕΕ) 2016/679, άρθρα 17,21, eur-lex.europa.eu, διαθέσιμο εδώ
  • C-131/12, Google Spain SL & Google Inc. κατά AEPD και Costeja Gonzalez, eur-lex.europa.eu, διαθέσιμο εδώ
  • C-136/17, GC και λοιποί κατά CNIL, curia.europa.eu, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δήμητρα Βασιλείου
Δήμητρα Βασιλείου
Γεννήθηκε το 2003 στο Αγρίνιο. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Νομικής του ΕΚΠΑ. Αγαπά τη λογοτεχνία και τη φωτογραφία, ενώ παράλληλα ανακάλυψε ένα κρυφό πάθος για τις διαπραγματεύσεις. Της αρέσει να κάνει σόλο-ταξίδια και να συμμετέχει σε οργανωτικές επιτροπές νέων, ενώ πιστεύει πως πρέπει πάντα να λέμε αυτό που σκεφτόμαστε ακόμη και αν η φωνή μας τρέμει, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ακτιβίστρια Maggie Kuhn.