Της Αναστασίας Σιαμίδη,
Σε μια περίοδο έντονης γεωπολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας στη διεθνή σκηνή, που παραμένει τεταμένη λόγω της συνεχιζόμενης σύρραξης στην Ουκρανία, ο Αμερικανός Πρόεδρος Donald Trump στις 14 και 15 Ιουλίου προέβη σε μια κίνηση που ανατρέπει τα ισχύοντα δεδομένα της αμερικανικής οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής. Ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιβάλλει δασμούς 100% στη Ρωσία, σε περίπτωση που το Κρεμλίνο αρνηθεί τη δέσμευση για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία εντός 50 ημερών, επιφέροντας ανοιχτό διάλογο στη διεθνή κοινότητα.
Η απειλή αυτή δεν περιορίζεται στη διμερή εμπορική σχέση ΗΠΑ-Ρωσίας που ανέρχεται σε 3-3,5 δις. δολάρια, η οποία έχει ήδη μειωθεί δραστικά από το 2022 και έπειτα, αλλά στην καινοτομία των δευτερογενών δασμών. Η επιβολή των συγκεκριμένων δασμών επεκτείνεται σε τρίτες χώρες —κυρίως στην Κίνα και την Ινδία— οι οποίες εξακολουθούν να διατηρούν ενεργειακές και εμπορικές σχέσεις με τη Μόσχα. Πρόκειται ουσιαστικά για την πρόθεση επιβολής δευτερογενών κυρώσεων, ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται συνήθως για την άσκηση πίεσης σε συμμάχους ή ουδέτερες χώρες που συναλλάσσονται με τον στόχο των κυρώσεων.
Στο σημείο αυτό αποδεικνύεται ότι ο στόχος των απειλούμενων μέτρων δεν είναι μόνο η οικονομική αποδυνάμωση της Μόσχας, με την αποσταθεροποίηση των αγορών της Ρωσίας, αλλά η υπονόμευση των δικτύων στήριξης που διατηρεί στο διεθνές πεδίο για τη στρατιωτική επιχείρηση. Οι παρενέργειες στις αγορές όπου δραστηριοποιείται προβλέπονται βάσει του νομοσχεδίου Graham-Blumenthal, το οποίο προτείνει δασμούς 500% σε χώρες που προμηθεύονται ρωσική ενέργεια. Στο σημείο αυτό αποδεικνύεται η πραγματική ισχύς: η απομόνωση της Ρωσίας αποσταθεροποιεί τις αγορές στις οποίες βασίζεται, ώστε να χρηματοδοτεί τον πόλεμο.
Η αντίδραση του Κρεμλίνου υπήρξε υποτονική και επιφυλακτική καθώς ο Vladimir Putin και ο Dmitry Peskov, απέφυγαν να σχολιάσουν ευθέως, τονίζοντας πως πρόκειται για «προεκλογική ρητορική». Σε αντίθεση, ο πρώην πρόεδρος Medvedev αντέδρασε αιχμηρά, χαρακτηρίζοντας την απειλή «ανώφελη» και «θεατρικό τελεσίγραφο». Από την άλλη, η Ουκρανική κυβέρνηση χαιρέτησε θετικά την πρόθεση του Trump, εκφράζοντας ελπίδα ότι η απειλή θα λειτουργήσει ως καταλύτης για πιο αυστηρές διεθνείς κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας και θα αναγκάσει το Κρεμλίνο να αναθεωρήσει τη στρατηγική του.

Την ίδια στιγμή, η αμερικανική πλευρά ενισχύει την υποστήριξή της προς την Ουκρανία, αναφέροντας ότι οι ΗΠΑ κατασκευάζουν κορυφαίους πυραύλους και τεχνολογικό εξοπλισμό, δεσμεύοντας να προμηθεύσει με προηγμένα αμυντικά συστήματα Patriot την Ουκρανία. Ο Αμερικανός Πρόεδρος διευκρίνισε ότι τα όπλα θα σταλούν στις χώρες του ΝΑΤΟ, οι οποίες θα αναλάβουν πλήρως το κόστος και την ίδια στιγμή, το ΝΑΤΟ κατέστησε σαφές πως οι σύμμαχοι θα υποστηρίξουν την προμήθεια Patriot, δίνοντας προτεραιότητα στο τρέχον εξοπλιστικό απόθεμα. Ο Trump παρουσίασε το σχήμα ως μέρος μιας ολοκληρωμένης εναλλακτικής στρατηγικής: ασκείται στρατιωτική και οικονομική πίεση ταυτόχρονα, με στόχο ένα σαφές πολιτικό αποτέλεσμα — τη διαπραγμάτευση ειρήνης στη βάση του ρωσικού στρατού που υποχωρεί. Το μέτρο αυτό αν και ενδέχεται να έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα ως προς τα εισαγόμενα προϊόντα, επρόκειτο να έχει δυναμική στην πολιτική, καθώς οι δευτερογενείς δασμοί θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν σημαντικά τις οικονομίες, αποκολλώντας τη Μόσχα από την Παγκόσμια αγορά. Επομένως, η απειλή αυτή δεν αποτελεί απλώς ένα οικονομικό μέτρο, αλλά ένα γεωγραφικό όπλο με ευρύ φάσμα επιπτώσεων.
Οι κίνδυνοι και οι περιορισμοί είναι υψηλοί καθώς εγείρονται αντιδράσεις τρίτων κρατών, που ενδέχεται να ταυτιστούν με την προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας, επιλέγοντας εναλλακτικές οδούς συναλλαγών. Ένας ακόμη κίνδυνος που ελλοχεύει είναι η κλιμάκωση σε εμπορικό πόλεμο, καθώς και μόνο η απειλή μπορεί να διαταράξει τις εμπορικές ισορροπίες και να επιβαρύνει τις πετρελαϊκές αγορές. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα για πολιτική εύθραυστη εφαρμογή, καθώς η πολιτική εφαρμογή των δασμών βρίσκεται σε συνάρτηση με την πολιτική βούληση των ΗΠΑ και τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου.
Ο Trump εισάγει μια πολυδιάστατη στρατηγική που συνδυάζει στρατιωτική ισχύ, οικονομικό εκβιασμό και διεθνή συμμαχία. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η απειλή των 100% δασμών, ενισχυμένη από την προοπτική δευτερογενών κυρώσεων, θα μπορούσε να ωθήσει τη Ρωσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων- είτε εάν θα παραμείνει ως διπλωματική ρητορική.
Η επόμενη 50ήμερη προθεσμία αναμένεται να αποκαλύψει δύο βασικά στοιχεία, την πραγματική επιθυμία της Μόσχας για αποκλιμάκωση και τον βαθμό στον οποίο οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είναι διατεθειμένοι να υποστηρίξουν τη στρατηγική αυτή μέχρι τέλους. Σε ένα πολύπλοκο διεθνές σύστημα, όπου η οικονομική διπλωματία αποτελεί ίσο όρο δύναμης με τη στρατιωτική, η κίνηση αυτή συζητείται ήδη ως πιθανή καμπή στην προσέγγιση των συγκρούσεων — από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου κατά έναν νέο, εξοπλισμένο τρόπο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Διπλό Χτύπημα Trump στη Ρωσία, oikonomia.gr, διαθέσιμο εδώ
-
Αυστηρό μήνυμα Τραμπ σε Ρωσία: Δασμοί 100% αν δεν υπάρξει συμφωνία για την Ουκρανία σε 50 ημέρες, Liberal.gr, διαθέσιμο εδώ