17.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΦιλοσοφίαΗ τρομακτική εμπειρία της γέννησης και το σύμπλεγμα κατωτερότητας

Η τρομακτική εμπειρία της γέννησης και το σύμπλεγμα κατωτερότητας


Του Ιωσήφ-Νασσάρ Τράση,

Ένας από τους αιώνιους προβληματισμούς της ανθρώπινης ύπαρξης είναι ο σκοπός, και κυρίως, το κίνητρο της ζωής. Έχουν δοθεί πολλές –φιλοσοφικές κυρίως– ερμηνείες που αναφέρονται στις τετριμμένες έννοιες της αγάπης, της ευδαιμονίας και της ευτυχίας. Έχει, ωστόσο, ενδιαφέρον να αναφερθεί μια άλλη θεωρία με τις ρίζες της στη φιλοσοφία, η οποία, όμως, ενσωματώθηκε στον κλάδο της ψυχολογίας και συγκεκριμένα, της ατομικής ψυχολογίας. Η θεωρία αυτή είναι η θεωρία του διαρκούς αγώνα για ανωτερότητα που προτάθηκε από τον Alfred Adler.

Πηγή εικόνας: adlercentre.ca

Η προσέγγιση αυτή υποστηρίζει πως ο άνθρωπος φέρει μια ορμέμφυτη τάση για ανωτερότητα και βελτίωση. Συγκεκριμένα, ο Adler αναφέρει πως αυτό που καθορίζει τον μόχθο για ανωτερότητα είναι η διαδικασία της γέννησης, η οποία είναι η πιο τρομακτική και στιγματιστική στιγμή της ζωής μας. Όταν ο άνθρωπος γεννιέται, αισθάνεται μια ανυπέρβλητη αδυναμία και κατωτερότητα απέναντι στα πάντα και σε όλους. Αυτή η κατωτερότητα πηγάζει, αφενός, από τη σωματική του ισχνότητα και, αφετέρου, από την πλήρη υπαρξιακή αγνοία. Ακριβώς αυτή η κατωτερότητα είναι η πιο τραυματική εμπειρία του ανθρώπου και καθορίζει τη μέλλουσα πορεία του, η οποία έχει ως διακύβευμα την ανωτερότητα. Με λίγα λόγια, ο άνθρωπος διαρκώς προσπαθεί να αποφύγει και να βυθίσει αυτήν την κατωτερότητα με το να επιχειρεί να πέτυχει την ανωτερότητα. Η ανωτερότητα αυτή, ωστόσο, δεν αναφέρεται στην ανωτερότητα συγκριτικά με τους άλλους, αλλά σε σχέση με τον ίδιο του τον εαυτό. Ο άνθρωπος, δηλαδή, συνεχώς αποπειράται να σμιλεύσει έναν ανώτερο εαυτό σε σχέση με τον προηγούμενο. Από την άποψη αυτή, όμως, ένας άνθρωπος που κυνηγά την ανωτερότητα είναι ανώτερος από έναν άνθρωπο που δεν την επιδιώκει. Συνεπώς, το ζήτημα της ανωτερότητας αφορά και στην κοινωνική σύγκριση.

Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί τόσο το σύμπλεγμα κατωτερότητας όσο και το σύμπλεγμα ανωτερότητας. Από τη μία, το σύμπλεγμα κατωτερότητας μπορεί να προκληθεί από πολλές καταστάσεις και τραυματικά γεγονότα. Μια περίπτωση αποτελεί το λεγόμενο «παραχάιδεμα» του παιδιού. Συνήθως, τα κακομαθημένα παιδιά βρίσκονται στον πυρήνα της προσοχής των γονέων, των οποίων ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από την ευημερία και την ικανοποίηση του γιου ή της κόρης τους. Όταν τα παιδιά αυτά, ωστόσο, κληθούν να ενταχθούν στον ενήλικο κόσμο και συνειδητοποιήσουν πως δεν αποτελούν πάρα έναν κομπάρσο στην παράσταση της κοινωνικής ζωής, ολόκληρη η κοσμοθεωρία τους δέχεται ισχυρό πλήγμα και τα νοητικά τους σχήματα για τον εαυτό και τους άλλους υφίστανται μια πρωτόγνωρη αναδιοργάνωση.

Τα παιδιά αυτά πιθανότατα θα αναζητούν τον λόγο που ο πρωταγωνιστικός ρόλος που είχαν στο ενδοοικογενειακό περιβάλλον της εγωκεντρικά προσανατολισμένης «μικροκοινωνιακής» σφαίρας συμβίωσης δε γενικεύεται στο ευρύτερο κοινωνικό συγκείμενο της πολυπληθυσμιακής επιδερμικής συνύπαρξης. Κατά τη διάρκεια της αναζήτησης αυτής, θα καταλήξουν πιθανότατα στο συμπέρασμα πως είναι η ελαττωματική τους ιδιοσυγκρασία που στέκεται τροχοπέδη στην απορρόφηση της κοινωνικής προσοχής. Σύμπλεγμα κατωτερότητας, επίσης, ενδέχεται να προκαλέσει και η παραμέληση του παιδιού. Η αδιαφορία των γονέων προς το παιδί πιθανότατα θα εσωτερικευθεί από το δεύτερο, που θα έχει την πεποίθηση πως το μόνο που του αξίζει είναι η αμέλεια και η αδιαφορία από τους άλλους.

Πηγή εικόνας: grdreamstime.com

Από την άλλη πλευρά βρίσκεται το «κόμπλεξ» ανωτερότητας, που στην πραγματικότητα αποτελεί τη διαφορετική πλευρά του ιδίου νομίσματος. Συγκεκριμένα, πολλοί άνθρωποι με σύμπλεγμα ανωτερότητας στην πραγματικότητα έχουν ένα κόμπλεξ κατωτερότητας, το οποίο προσπαθούν να καταπιέσουν μέσω της ανάπτυξης ενός συμπλέγματος ανωτερότητας. Ένα παιδί, για παράδειγμα (όπως προαναφέρθηκε), που έχει παραμεληθεί, θα αναπτύξει ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας, το οποίο θα εμποδίζει την ανάπτυξή του και θα του δημιουργεί ενδογενή σύγκρουση και δυσφορία.

Το παιδί αυτό, με σκοπό να εξαλείψει την προσλαμβανομένη κατωτερότητά του, στο μέλλον ενδέχεται να υπεραντισταθμίσει το χαρακτηριστικό αυτό με το να αντικρίζει τον εαυτό του ως ανώτερο από τους άλλους. Μπορεί να έχει τάσεις μεγαλομανίας και να προβάλλει συνεχώς τα –ακόμη και ελάχιστα– επιτεύγματά του υποτιμώντας τους άλλους. Τα άτομα αυτά συνήθως έχουν την πεποίθηση πως υπερέχουν σε σχέση με τους άλλους και την ανάγκη να εξωτερικεύουν την πεποίθηση αυτή μέσω κενών συγκριτικών διαδικασιών. Τα άτομα αυτά, λοιπόν, υπεραναπληρώνουν τα αισθήματα κατωτερότητας, αναπτύσσοντας μια κάλπικη ανωτερότητα που υπηρετεί κυρίως σκοπούς αυτοπροβολής και επιφανειακής πάταξης των ενδόμυχων υπονομευτικών μαζοχιστικών δυνάμεων.

Πηγή εικόνας: timesofindia.com

Αξίζει να αναφερθεί, επίσης, και η σημασία της σειράς γέννησης, την οποία τόνισε ο Adler. Σύμφωνα με τον Adler, το πρωτότοκο παιδί απολαμβάνει πολλά προνομία, καθώς απορροφά το σύνολο της σημασίας των γονέων και βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχικής πυραμίδας της οικογένειας. Όταν, όμως, γεννηθεί το δεύτερο παιδί, το πρωτότοκο παιδί βιώνει τη λεγομένη «εκθρόνιση», καθώς η προσοχή των γονέων μεταστρέφεται στο δεύτερο παιδί και το ενδιαφέρον τους πλέον επικεντρώνεται στη γαλούχηση του νέου παιδιού. Το πρωτότοκο παιδί, λοιπόν, ενδέχεται να αναπτύξει αισθήματα κατωτερότητας, καθώς θα έχει την πεποίθηση πως φταίει εκείνο για την οικογενειακή εκθρόνιση που βίωσε.

Όσον αφορά στο δευτερότοκο παιδί, ο λόγος που μπορεί να αναπτύξει αισθήματα κατωτερότητας είναι η σύγκριση που κάνει μεταξύ του εαυτού του και του πρωτοτόκου αδερφού του. Βλέποντας τη σωματική και πνευματική ανωτερότητα του αδερφού του, το δευτερότοκο παιδί ενδέχεται να «αυτοκαταδικαστεί» σε αδράνεια και σε μια κατάσταση παραίτησης που θα πηγάζει από τη σύγκριση με τον ανώτερο αδερφό του. Για παράδειγμα, το δευτερότοκο θα αναγνωρίσει τις εντυπωσιακές αθλητικές ή σχολικές επιδόσεις του μεγαλύτερου αδερφού και πιθανόν θα του δημιουργηθεί η εντύπωση πως αδυνατεί να τον ξεπεράσει. Από την άλλη, ίσως ο μεγαλύτερος αδερφός να σταθεί κίνητρο για τον δευτερότοκο και ο τελευταίος να αγωνίζεται, ώστε να τον ξεπεράσει. Τέλος, το μικρότερο παιδί ταυτίζεται σε κάποιον βαθμό με το μοναχοπαίδι που, όπως προαναφέρθηκε, δεν κατορθώνει να αποσπαστεί από την εξάρτηση της παιδικής ηλικίας και έτσι, όταν αναγκαστεί να ζήσει στον κόσμο των ενήλικων, ενδέχεται να αναπτύξει αισθήματα κατωτερότητας.

Ανακεφαλαιώνοντας, σύμφωνα με τον Adler, «το να είσαι άνθρωπος σημαίνει να νιώθεις κατώτερος». Το βρέφος, λοιπόν, μαστίζεται από πολλαπλών πλευρών αισθήματα κατωτερότητας, που πηγάζουν από την πλήρη –σωματική κυρίως– αδυναμία τους. Το νόημα, ωστόσο, είναι η αναπλήρωση της κατωτερότητας με τη συνεχή προσωπική ανάπτυξη μέσω ενδογενών ανταγωνιστικών διαδικασιών, με διακύβευμα τη σφυρηλάτηση ενός ανωτέρου εαυτού. Συνοψίζοντας, είναι εντυπωσιακό το πώς στο σύμπλεγμα κατωτερότητας η αρχικά σωματική αδυναμία διατηρείται στην ενηλικίωση ως μια πνευματική πια κατωτερότητα, ακόμη και σε μια εξισωμένη ή υπερβατική σωματική κατάσταση, όπου δεν υφίσταται πλέον η βρεφική αδυναμία.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωσήφ Νασσάρ Τράσης
Ιωσήφ Νασσάρ Τράσης
Είναι από την Αττική και συγκεκριμένα το Πικέρμι. Είναι δευτεροετής φοιτητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης στο Ρέθυμνο. Ασχολείται με τον αθλητισμό, την ανάγνωση, τη γραφή και τη μουσική. Θέλει να κάνει μεταπτυχιακό στο εξωτερικό και να ασχοληθεί με την υπαρξιακή ψυχολογία (φιλοσοφική ψυχολογία). Ξέρει αγγλικά επιπέδου proficiency (C2) και λίγα γαλλικά τα οποία ξεκίνησε πάλι να εξασκεί. Αγαπημένοι συγγράφεις είναι οι Irvin Yalom και Sebastian Fitzek και αγαπημένο βιβλία «Τα πάθη του νεαρού Βέρβερου» και «Το πρόβλημα Σπινόζα».