Του Ντίνου Τρέλλη,
Από τότε που ο Recep Tayyip Erdoğan έγινε Πρόεδρος με εκτελεστικές αρμοδιότητες το 2018, η Τουρκία εγκατέλειψε μια για πάντα το όποιο στοιχείο μιας –πιο σώφρονος– εξωτερικής πολιτικής, κάνοντας στροφή προς τον άξονα της επιβολής και του επεκτατισμού, αψηφώντας τις υποχρεώσεις, που πρέπει να ακολουθεί, όντας μέλος του NATO.
Παρ’ όλα αυτά, η Ε.Ε. –η πιο ισχυρή ένωση περιφερειακής ολοκλήρωσης παγκοσμίως– έχει αποτύχει να συνεφέρει τη Τουρκία, παρ’ όλο που δύο μέλη της, η Ελλάδα και η Κύπρος, απειλούνται ανοιχτά και καθημερινά. Δεδομένης της κατάστασης, τρία είναι τα μεγάλα ερωτήματα: Ως πού είναι διατεθειμένος ο Erdoğan να φτάσει την κατάσταση; Ποιοι είναι οι λόγοι πίσω από τα λεγόμενα και τις πράξεις του; Για ποιους λόγους η Ε.Ε. μένει ουσιαστικά άπραγη;
Ως πού είναι διατεθειμένος να το φτάσει ο Erdoğan;
Για να καταλάβει κανείς το όραμα του Erdoğan, αρκεί να κοιτάξει στο σχέδιο «Ο αιώνας της Τουρκίας», το οποίο αποτελεί πυλώνας της Κυβέρνησής του και άρχισε να λαμβάνει σάρκα και οστά την εποχή, που ήταν Πρωθυπουργός (2003-2014). Σε αυτό το σχέδιο, έχουν επιλεγεί τρεις συμβολικές χρονολογίες, που αποτελούν ορόσημο για τη συμπλήρωση φιλόδοξων στόχων, από την Κυβέρνηση της χώρας. Αυτές είναι το 2023, το 2053 και το 2071.
Μέχρι το 2053 –600 χρόνια από την άλωση της Κωνσταντινούπολης–, στόχος είναι η Τουρκία να βρίσκεται στην πεντάδα της παγκόσμιας οικονομίας, να είναι η αδιαμφισβήτητη ηγέτιδα δύναμη της περιοχής της και να αποτελεί καθοριστικής σημασίας κόμβο για τις παγκόσμιες εξελίξεις.
Ο Erdoğan μπορεί να μην έχει αναλύσει, τι ακριβώς εννοεί με την έννοια «άρχουσα δύναμη», όμως εύλογα μπορεί να υποτεθεί ότι η περιφερειακή δύναμη της χώρας –στο μυαλό του Τούρκου Προέδρου– ταυτίζεται με τον επεκτατισμό έναντι άλλων χωρών της ευρύτερης περιοχής, ιδίως της Ελλάδας. Ο επεκτατισμός αυτός μπορεί να εκφράζεται και με εισβολή στη χώρα μας, ωστόσο, αυτό είναι ένα δύσκολα πραγματοποιήσιμο σενάριο, καθώς μια εισβολή στην Ελλάδα θα ξύπναγε την Ε.Ε. από τον «λήθαργό» της, ενώ θα υπήρχε κίνδυνος στην ομόνοια της Ένωσης, αλλά και της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ).
Ο Erdoğan το γνωρίζει αυτό, ωστόσο δεν πρόκειται να υποχωρήσει στη ρητορική του, καθώς —ίσως– αποτελεί κομμάτι της στρατηγικής του, για να καθιερώσει την Τουρκία ως σημαντικό παράγοντα στα διεθνή. Αυτό είναι και το πιο σώφρον, άλλωστε, για τη χώρα του, η οποία το τελευταίο, που χρειάζεται, είναι ένα νέο πολεμικό μέτωπο. Μέσω της ρητορικής και των απειλών του, θα αναγκάσει την παγκόσμια κοινότητα να γυρίσει, να τον ακούσει και να τον καταλάβει. Προς το παρόν –μιλώντας χωρίς συναισθηματισμούς–, τα καταφέρνει ικανοποιητικά, οπότε δεν είναι πιθανό πως είναι πρόθυμος να φτάσει στο σημείο της εισβολής.
Γιατί τα κάνει όλα αυτά ο Erdoğan;
Δυστυχώς, δεν μπορεί να εξαχθεί σαφές συμπέρασμα για τα αίτια, που ο Τούρκος Πρόεδρος έχει υιοθετήσει αυτήν την παράλογη στρατηγική. Ωστόσο, μπορούν να δοθούν δύο λογικές εξηγήσεις: Πρώτον, λόγω της διαιώνισης της εξουσίας του και δεύτερον, για να πετύχει ακόμη περισσότερα.
Αποτελεί αλήθεια, πως το «φιλί» της εξουσίας είναι γλυκό και εθιστικό. Ουκ ολίγες φορές, οι ηγέτες είναι διατεθειμένοι να πράξουν πολλά, ώστε να μείνουν παραπάνω στα αξιώματά τους, πόσω μάλλον οι αυταρχικοί ηγέτες. Έχει αποδειχθεί πως διάφορα ακραία εθνικιστικά αφηγήματα, ακραίες ρητορικές έναντι χωρών, ακόμα και πολεμικές επιχειρήσεις έχουν επεκτείνει την παραμονή τέτοιων ηγετών στην εξουσία, καθώς όλα αυτά λειτουργούν ως παράγοντας μετατόπισης της προσοχής του λαού, παραμερίζοντας, έτσι, τα καθημερινά προβλήματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα –εδώ– αποτελεί η περίπτωση του καθεστώτος του Leopoldo Galtieri στην Αργεντινή. Αυτή εισέβαλε ξαφνικά το 1982 στις Νήσους Falklands, φέρνοντάς την αντιμέτωπη με το Ηνωμένο Βασίλειο της Margaret Thatcher. Το δικτατορικό καθεστώς πέτυχε ανανέωση της εμπιστοσύνης του λαού προς αυτό, αν και ήταν βραχυπρόθεσμη.
Δεδομένου του γεγονότος, πως η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, τα οποία δυσκολεύουν την καθημερινότητα των πολιτών, πρέπει να θεωρούμε πιθανό πως τα μεγάλα οράματα, όπως η Γαλάζια Πατρίδα, αλλά και η γενικότερη ρητορική αποτελούν μέθοδο ανανέωσης της λαϊκής εμπιστοσύνης, η οποία –βάσει πρόσφατων δημοσκοπήσεων– έχει κλονιστεί.
Όσον αφορά την άλλη εξήγηση –περί μεγαλύτερου στόχου δηλαδή–, αυτή αποτελεί συνέχεια της λεγόμενης προσπάθειας επιβολής του Erdoğan έναντι της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Έχοντας επιτύχει αυτό σε μεγάλο βαθμό, ίσως το επόμενο βήμα για τον Τούρκο Πρόεδρο, θα ήταν να επιδιώξει την ένταξη της Τουρκίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε., ως μόνιμο μέλος. Αυτή είναι μία φιλοδοξία ή μάλλον, μία ματαιοδοξία, στην οποία ο Recep Tayyip Erdoğan έχει αναφερθεί μέσω επικλήσεων για αναδιαμόρφωση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εάν αυτό το σενάριο γίνει πραγματικότητα, τότε η Τουρκία θα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες δυνάμεις του πλανήτη, καθώς το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. είναι ένα πανίσχυρο σώμα και τα μέλη αυτού μπορούν να επηρεάσουν τη διεθνή «σκακιέρα» σε διάφορες περιπτώσεις υπέρ τους.
Η στάση της Ε.Ε.
Οι περισσότεροι καθηγητές διεθνών σχέσεων, θα παραδεχτούν πως στην εξωτερική πολιτική, όσα γίνονται πίσω από τις κλειστές πόρτες, δεν μπορούν να δηλωθούν δημοσίως. Αυτό φαίνεται πως ισχύει και στη περίπτωση της Ε.Ε. Οι κραυγές αγωνίας από την Ελλάδα περί ευρωπαϊκής έλλειψης πυγμής, είναι άκρως δικαιολογημένες. Στην περίπτωση της Τουρκίας, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη αποτελεί απλώς μέρος διάφορων tweets των ηγετών της Ένωσης, παρά πυλώνας δράσης. Μπορεί να έχουμε βεβαιώσεις πως όλες οι χώρες της Ένωσης είναι στο πλευρό της Ελλάδας και πως η Τουρκία θα λάβει σκληρή ευρωπαϊκή απάντηση, αλλά αυτό δεν έχει γίνει πραγματικότητα μέχρι στιγμής.
Πιθανώς, να συνέβαινε το αντίθετο αν η Ε.Ε. δεν είχε συμφέροντα από την Τουρκία. Το μεταναστευτικό εδώ λαμβάνει την πρώτη θέση. Είναι γεγονός πως η Τουρκία φιλοξενεί πάρα πολλούς πρόσφυγες και μετανάστες από χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να σηκώσουν αυτό το φορτίο. Ο Πρόεδρος Erdoğan έχει εργαλειοποιήσει το μεταναστευτικό πολλές φορές, απειλώντας πως θα ανοίξει τις πύλες προς την Ευρώπη, με σκοπό τη μη επιβολή κυρώσεων, αλλά και τη χρηματοδότηση της Τουρκίας από την Ένωση. Έτσι, η Ε.Ε. στο σύνολό της επιλέγει να υποχωρήσει.
Το άλλο άμεσο συμφέρον αφορά όλη τη Δύση και αυτό είναι ο μεσολαβητικός ρόλος της Τουρκίας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Σε κάθε πόλεμο χρειάζονται κράτη-διαμεσολαβητές και η Τουρκία λόγω των καλών σχέσεων και με τις δύο πλευρές, έχει αναλάβει αυτόν το ρόλο –επιτυχώς– σε γενικές γραμμές. Βρισκόμενη, λοιπόν, μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, όλο το δυτικό στρατόπεδο θέλει να την έχει με το μέρος της, ώστε να μην ενταχθεί στη ρωσική σφαίρα επιρροής. Αυτό, δυστυχώς, προϋποθέτει κάποιες παραχωρήσεις.
Τέλος, η Ε.Ε. δε θέλει να προχωρήσει στη λήψη σκληρών μέτρων έναντι της Τουρκίας, δεδομένης της πιθανότητας για προμήθεια φυσικού αερίου από αυτή. Ήδη έχει αναφερθεί σε αυτό το σενάριο, αλλά δεν θα ήταν απίθανο ο Erdoğan να εργαλειοποιήσει το φυσικό αέριο, με σκοπό τον εκβιασμό της Ευρώπης, ώστε να επιτευχθούν στόχοι της Τουρκίας.
EΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Erdoğan declares ‘Century of Turkey vision,’ signaling new constitution, Duvar English, διαθέσιμο εδώ
- Rabia Iclal Turan, Many countries agree on reforming UN Security Council, but how?, Anadolu Agency, διαθέσιμο εδώ