Του Βασίλη Μυρλίδη,
Οι εξαγγελίες της Πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου Liz Truss για μείωση στον ανώτατο φορολογικό συντελεστή για εισοδήματα άνω των 150.000, με στόχο την οικονομική ανάπτυξη, έφεραν τυφώνα στη βρετανική οικονομία. Αυτό συνέβη γιατί οι μειώσεις φόρων ισοδυναμούν με μειωμένα φορολογικά έσοδα, τα οποία πρέπει να καλυφθούν με εκτεταμένο δανεισμό από τη στιγμή που δεν προγραμματίστηκαν αντίστοιχες περικοπές σε δημόσιες δαπάνες. Αμέσως, η στερλίνα, το εθνικό νόμισμα του Ηνωμένου Βασιλείου, δέχθηκε ένα ισχυρότατο πλήγμα από τις αγορές. Η ισοτιμία της στερλίνας έφθασε προσωρινά κοντά στο 1:1, τόσο με το ευρώ (€) όσο και με το δολάριο ($). Η άμεση αντίδραση της Τράπεζας της Αγγλίας για στήριξη του βρετανικού χρέους μέσω αγοράς μακροπρόθεσμων κρατικών τίτλων και η αναδίπλωση της Κυβέρνησης της Βρετανίας με την απόσυρση του ανακοινωθέν σχεδίου οδήγησαν τη στερλίνα να κερδίσει χαμένο έδαφος και να ανακάμψει. Αυτή τη στιγμή, η ισοτιμία στερλίνα/ευρώ είναι [1:1,13] και η ισοτιμία στερλίνα/δολάριο είναι [1:1,10].
Ακόμα και αν η στερλίνα παραμένει πιο ισχυρό νόμισμα από το ευρώ και το δολάριο, βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά. Μπορούμε να πούμε πως η παρακμή της στερλίνας αντικατοπτρίζει και την παρακμάζουσα ικανότητα της Μεγάλης Βρετανίας να επιδρά στο παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Η Ευρώπη σύσσωμη είναι αντιμέτωπη με την ενεργειακή κρίση και τον «ρωσικό» χειμώνα. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Βρετανία (πληθωρισμός, αυξημένα κόστη ενέργειας, αναδυόμενες γεωστρατηγικές απειλές, οικονομική ύφεση κ.ά.) μοιάζουν πολύ με αυτές τις δεκαετίας του ‘70. Τότε υπήρχε η Thatcher, η οποία ακολουθώντας πολιτικές αποχώρησης των ορίων του κράτους, έμφασης στην ατομική ευθύνη και υποστήριξης της επιχειρηματικής δημιουργικότητας (foreign affairs, Brendan Sims) έβγαλε τη Μεγάλη Βρετανία από τη δίνη της οικονομικής ύφεσης.
Η Thatcher, σε αντίθεση με την Truss, έδειξε πυγμή σε θέματα γεωπολιτικής και ασφάλειας, αντιμετωπίζοντας διάφορες απειλές (Νήσοι Φώκλαντ, Ιρλανδικό Απελευθερωτικό Στρατό, Σοβιετική Ένωση), καθιστώντας ξανά τη Μεγάλη Βρετανία μια υπολογίσιμη παγκόσμια δύναμη. Εκεί που απέτυχε η Thatcher, όμως, είναι η προσέγγισή της με την Ε.Ε. Πίστευε σε ένα πιο εθνικοκεντρικό μοντέλο λειτουργίας της, παρά σε μία ομοσπονδιακή πλήρως δημοκρατική ένωση.
Οι φόβοι της Thatcher σχετικά με την Ε.Ε. είχαν άμεση σχέση με τη Γερμανία. Προχωρώντας αρκετά στο μέλλον, μπορούμε να πούμε ότι δεν είχε και πολύ άδικο. Η πολιτική της Γερμανίας χαρακτηρίζεται από χάσμα μεταξύ του Βερολίνου και της υπόλοιπης Ευρώπης. Χάσμα το οποίο διευρύνεται, αν αναλογιστεί κανείς τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με την Ευρωπαϊκή απάντηση στην ενεργειακή κρίση, που μόνο η Γερμανία αρνείται να ενδώσει σε μία ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή λύση και ψάχνει μόνη της διέξοδο στη κρίση. Η Μεγάλη Βρετανία από την άλλη, αναγνωρίζοντας την αδιαμφισβήτητη ισχύ της Γερμανίας στην Ε.Ε. σε συνδυασμό με την απροθυμία της να ενδώσει στον γερμανικό παράγοντα, οδηγήθηκε μέχρι και στην έξοδο από την ένωση, με το περίφημο BREXIT.
Η Liz Truss, όσο και να το θέλει, δεν είναι η Θάτσερ, κάτι που είναι εμφανές από την αντίδραση των αγορών στις εξαγγελίες της. Εξαγγελίες οι οποίες δυσχέραιναν τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα. Προβλήματα τα οποία άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους μετά το BREXIT. Συγκεκριμένα, η υπόσχεση των πολιτικών που ήταν υπέρ της εξόδου, δηλαδή, η απελευθέρωση της χώρας από τα δεσμά της Γερμανοκεντρικής Ε.Ε. και η ανάκτηση της παλιάς της δόξας, μάλλον δεν φαίνεται να εκπληρώνονται. Η φήμη της Βρετανίας όλο και καταποντίζεται. Οι αγορές χάνουν την πίστη τους στο κύρος του Λονδίνου ως παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κέντρου. Ο πληθωρισμός καλπάζει και η Βρετανική στερλίνα είναι βυθισμένη σε άγνωστα νερά για αυτήν και το κύρος που είχε. Ακόμα, το πολιτικό σκηνικό είναι ασταθές, με κανέναν πολιτικό να μην έχει σταθεί αντάξιος του πάλαι ποτέ μεγαλείου της Μεγάλης Βρετανίας. Από την άλλη, η αδυναμία του Λονδίνου να παίξει αποτελεσματικά τον ρόλου του στη γεωπολιτική σκηνή μετατοπίζει το ενδιαφέρον του μεγαλύτερου εταίρου του, τις Η.Π.Α., στην Ε.Ε.
Τέλος, μέχρι και ο θάνατος της Βασίλισσας Ελισάβετ συμπίπτει με μία από τις πιο σκοτεινές περίοδούς της. Η Μεγάλη Βρετανία, χάνοντας τη βασίλισσα, έχασε και μεγάλος μέρος της ήπιας ισχύς της. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον καταποντισμό της στερλίνας, σηματοδοτεί επίσημα το τέλος μίας εποχής. Μίας εποχής που η Μεγάλη Βρετανία ήταν από τους πιο ισχυρούς παίκτες, τόσο σε ήπια ισχύ (πολιτισμός, κουλτούρα, πολιτική) όσο και σε σκληρή ισχύ (οικονομική, στρατιωτική ισχύ). Σίγουρα, η Βρετανία ακόμα και σήμερα αποτελεί μια από τις πιο ισχυρές χώρες του κόσμου, αυτό είναι αδιαμφησβήτητο. Οι προβλέψεις για το μέλλον της, όμως, είναι δυσοίωνες. Ήδη από το 2016, η Μεγάλη Βρετανία εμφανίζει τη χειρότερη οικονομική επίδοση ανάμεσα στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. (πλην της Ρωσίας). Ακόμα, η παγκόσμια επιρροή της φθίνει συνεχώς και πολλοί αναλυτές θεωρούν πως στο μέλλον η Μεγάλη Βρετανία δεν θα ανήκει καν στις 10 ισχυρότερες χώρες του κόσμου. Το Λονδίνο οφείλει να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, να αποκτήσει πολιτική ισχύ και να αποκαταστήσει τη φήμη και το κύρος του. Ειδάλλως, ίσως είναι αναπόφευκτο οι δυσοίωνες προβλέψεις να πραγματοποιηθούν.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Πώς η Θάτσερ έσωσε την Βρετανία – και έχασε την Ευρώπη, foreignaffairs.gr, διαθέσιμο εδώ
- Πώς το Brexit και ο Μπόρις διέλυσαν την Βρετανία, foreignaffairs.gr, διαθέσιμο εδώ
- Στερλίνα: Ανακτά το χαμένο έδαφος, ot.gr, διαθέσιμο εδώ