20.5 C
Athens
Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο Βασίλειο του Βοσπόρου: Ο ελληνισμός στη Βόρεια Ευρώπη

Το Βασίλειο του Βοσπόρου: Ο ελληνισμός στη Βόρεια Ευρώπη


Του Ιωάννη Περγαντή,

Ο λεγόμενος Ελληνικός Αποικισμός ήταν ένα φαινόμενο μνημειώδους σημασίας. Ομάδες ατόμων (άλλες μικρότερες και άλλες μεγαλύτερες) έφευγαν από τις πατρίδες τους και ξεκινούσαν ένα ταξίδι προς το άγνωστο, με σκοπό την εύρεση ενός καλύτερου τόπου διαβίωσης. Μέσω αυτής της διαδικασίας, ιδρύθηκαν αρκετές αποικίες γύρω από την Μεσόγειο, πολλές από τις οποίες μετεξελίχθηκαν σε πόλεις, ακόμη και αυτόνομα βασίλεια. Ένα σημαντικό παράδειγμα αυτής της κατηγορίας, με σημαντικό αντίκτυπο στα γεγονότα της γύρω περιοχής ήταν το Βασίλειο του Βοσπόρου.

Το Βασίλειο του Βοσπόρου τοποθετείται στη σημερινή νότια Ουκρανία, όπου κάλυπτε την περιοχή της Κριμαίας και την απέναντι περιοχή του βορείου Καυκάσου. Ήταν ένα βασίλειο με μεικτό πληθυσμό, Ελλήνων και γηγενών (κυρίως Σκυθών), το οποίο διαδραμάτιζε πολύ σημαντικό ρόλο λόγω της παραγωγής σιταριού, από την οποία εξαρτιόταν σχεδόν ο μισός ελληνικός κόσμος.

Οι Έλληνες έφτασαν για πρώτη φορά στον Εύξεινο Πόντο τον 8ο αιώνα π.Χ., όταν οι κάτοικοι της Μιλήτου εγκαταστάθηκαν στην βόρεια Μικρά Ασία και ίδρυσαν την αποικία της Σινώπης. Παρόλα αυτά, μετά την εκδίωξή τους από τους ντόπιους Κιμμέριους, οι Μιλήσιοι επέστρεψαν πάλι τον 7ο αιώνα π.Χ., αυτή τη φορά προς τον βόρειο Εύξεινο Πόντο και την περιοχή της Κριμαίας. Για τον αποικισμό αυτό η Μίλητος συνεργάστηκε με τα Μέγαρα, με τα οποία είχε φιλικές σχέσεις λόγω της κοινής λατρείας του Απόλλωνα. Έτσι, οι δύο πόλεις προέβησαν στην ίδρυση των πιο σημαντικών αποικιών, όπως το Παντικάπαιο, το Νυμφαίο και τα Θεοδώσια. Η διαδικασία αυτή ενισχύθηκε και από την άφιξη Ελλήνων της Ιωνίας, οι οποίοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους λόγω του πολέμου που κήρυξαν οι Λύδιοι στα τέλη του 7ου αιώνα.

Χάρτης ο οποίος απεικονίζει πόλεις που ιδρύθηκαν στην περιοχή. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Η συγκεκριμένη περιοχή ήταν ιδανική για αποικισμό λόγω δύο παραγόντων. Αρχικά, όπως προαναφέρθηκε, η παραγωγή σιταριού ήταν τόσο μεγάλη, η οποία μπορούσε να συγκριθεί με τους άλλους δύο «σιτοβολώνες» του αρχαίοι κόσμου, την Αίγυπτο και τη Σικελία. Ήταν σε θέση να καλύψει τις επισιτιστικές ανάγκες του ντόπιου πληθυσμού, αλλά και τις εξαγωγές σε μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, κυρίως την Αθήνα. Έπειτα, η περιοχή αυτή ήταν σχεδόν ακατοίκητη. Οι Σκύθες, οι οποίοι ήταν ο ντόπιος πληθυσμός, είχαν μεταφερθεί προς τον βορρά, αφήνοντας τον βόρειο Εύξεινο Πόντο ελεύθερο προς κατοίκηση, χωρίς έτσι να προβάλουν καμία είδους αντίσταση.

Παρά την άμεση απουσία των Σκύθων, δεν έπαψαν να έχουν καθοριστικό ρόλο στην περιοχή. Συχνά προέβαιναν στον εκβιασμό των ελληνικών πόλεων με την απαίτηση λύτρων ή πολύτιμων αντικειμένων. Οι ελληνικές πόλεις, ενώ στην αρχή υπέκυπταν στις απαιτήσεις των νομάδων, συνειδητοποίησαν τη δύναμη που είχαν. Για αυτό το 520 π.Χ. προέβησαν σε μια είδους ομοσπονδοποίηση, όπου το κέντρο βρίσκονταν στο Παντικάπαιο. Η κατάσταση αλλάζει το 480 π.Χ., όταν την εξουσία θα αναλάβει η δυναστεία των Αρχαιανακτίδων, ελληνικής κυρίως καταγωγής (πιθανότατα Μιλήσιοι), με την μορφή της τυραννίδας. Η έκταση του κράτους εκτείνονταν κυρίως στην περιοχή της Κριμαίας και βόρεια του Καυκάσου, ενώ υπήρχαν πόλεις οι οποίες διατηρούσαν ακόμη την αυτονομία τους (Νυμφαίο). Η εξουσία τους διήρκησε μέχρι το 438 π.Χ., όταν ανετράπησαν από τον Σπάρτοκο και την ίδρυση της δυναστείας των Σπαρτοκίδων. Η καταγωγή του είναι αμφιλεγόμενη, με το όνομα από μόνο του να προσδίδει Θρακική προέλευση της γνωστής Οδρυσιακής δυναστείας, ενώ σύμφωνα με ιστορικούς της εποχής πιθανότατα είχε ελληνική-σκυθική καταγωγή.

Με τη δυναστεία των Σπαρτοκίδων το βασίλειο γνώρισε ευημερία και άνθιση. Εδαφική επέκταση, πολιτική σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη ήταν τα στοιχεία που χαρακτήριζαν το κράτος. Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, είχε λίγους εχθρούς, αλλά και έναν πολύ σημαντικό φίλο, την Αθήνα. Από τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος του σιταριού της πόλης προέρχεται από τον Εύξεινο Πόντο, η Αθήνα επιδίωκε καλές σχέσεις με το βασίλειο, το ίδιο ακριβώς και οι Σπαρτοκίδες διασφαλίζοντας έτσι πέρασμα στο Αιγαίο και εμπόριο με περαιτέρω πόλεις. Αυτή όμως η ευημερία θα λήξει το 311 π.Χ., όταν οι 3 γιοί του τέως βασιλιά Περισάδη (Σάτυρος ΙΙ, Πρύτανης, Εύμελος) διεξήγαγαν εμφύλιο πόλεμο με έπαθλο για το νικητή το θρόνο του βασιλείου. Νικητής του εμφυλίου κρίθηκε ο Εύμελος, με τον οποίο εγκαινιάζεται μια νέα εποχή για το ταλαιπωρημένο από τον εμφύλιο κράτος.

Φιάλη που βρέθηκε στην περιοχή όπου βρισκόταν το βασίλειο. Πηγή εικόνας: upload.wikimedia.org

Η πενταετής βασιλεία του Εύμελου λειτούργησε λυτρωτικά, προβαίνοντας σε ενέργειες οι οποίες θα απογειώσουν τη δύναμη του βασιλείου. Αρχικά, εξαλείφθηκε η πειρατεία στον Εύξεινο Πόντο. Οι πειρατές της συγκεκριμένης περιοχής ήταν γνωστοί για την βαρβαρότητα και την επιθετικότητα την οποία έδειχναν προς τα εμπορικά πλοία. Ο Εύμελος, προασπίζοντας τα οικονομικά συμφέροντά του, τους εξάλειψε αποσκοπώντας στην περαιτέρω άνθιση του εμπορίου σιτηρών. Έπειτα, τα σύνορα του κράτους επεκτάθηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις εις βάρους άλλων ανεξάρτητων ελληνικών πόλεων αλλά και Σκυθικού εδάφους. Μέσα από μια σειρά εκστρατείων, ο Εύμελος κατάφερε να διαμορφώσει το βασίλειο του σε μια ηγέτιδα δύναμη του Ευξείνου Πόντου, αλλά και σημαντικό παράγοντα στις εσωτερικές υποθέσεις των ελληνικών πόλεων.

Ο θάνατος του Εύμελου σηματοδότησε την αρχή του τέλους για το ελληνικό βασίλειο. Την ίδια περίπου περίοδο έκανε την εμφάνιση του στον ορίζοντα ένας νέος ανταγωνιστής στο εμπόριο σιτηρών: Η πτολεμαϊκή Αίγυπτος. Οι απέραντες πεδιάδες του ποταμού Νείλου προσέφεραν εξαιρετικές συνθήκες για καλλιέργεια, με τους Πτολεμαίους να εκμεταλλεύονται στο έπακρον την ευκαιρία, εκθρονίζοντας τον Βόσπορο από ηγέτιδα εξαγωγική δύναμη. Την ίδια στιγμή, με την απουσία του Εύμελου, οι Σκύθες και οι υπόλοιποι νομάδες αναθάρρησαν και άρχισαν τις λεηλασίες και τις επιθέσεις στα βόρεια σύνορα του κράτους. Το άλλοτε ακμάζον βασίλειο του Βοσπόρου, απομονωμένο στα όρια του τότε γνωστού κόσμου, βρίσκονταν σε μεγάλη κρίση.

Στο δεύτερο μισό του 2ου αιώνα π.Χ., οι Σκύθες είχαν εισβάλει και καταλάβει σχεδόν όλη την περιοχή της Κριμαίας. Ο τότε βασιλιάς Περισάδης IV απευθύνθηκε το 107 π.Χ. στον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη IV και ζήτησε την προστασία του. Όμως, μετά από μια εξέγερση των Σκύθων υπό τον Σαύμακο ο Περισάδης δολοφονήθηκε, αφήνοντας ένα κενό στο θρόνο του βασιλείου. Ο Μιθριδάτης, εκμεταλλευόμενος αυτό το κενό, έστειλε τον στρατηγό του Διόφαντο και προσάρτησε την περιοχή στο βασίλειο του Πόντου.

Χάρτης που αποτυπώνει την έκταση του Βασιλείου του Βοσπόρου σε διάφορες φάσεις της ιστορίας του. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Η περιοχή του πρώην βασιλείου του Βοσπόρου θα υπάρξει υποτελής όχι μόνο του Μιθριδάτη, αλλά και της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στην δεύτερη περίπτωση ο Βόσπορος έχαιρε μιας σχετικής αυτονομίας και ενός ιδιαίτερου καθεστώτος, με τη δυνατότητα επιλογής βασιλέων, αλλά με την εποπτεία της Ρώμης. Παρά την μερική επανάκαμψη της παλιάς δόξας και προόδου που είχε γνωρίσει το βασίλειο υπό τον Εύμελο, ο 4ος αιώνας θα αποτελούσε καθοριστικός για την τύχη του βασιλείου με την άφιξη των Ούννων. Επιδρομές, επιθέσεις και αναταραχές οδήγησαν το βασίλειο σε αδιέξοδο, όταν το 370 μ.Χ. το νομαδικό αυτό φύλο έβαλε ένα οριστικό τέλος στο άλλοτε ένδοξο κράτος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Encyclopediaofukraine.com, Bosporan Kingdom. Διαθέσιμο εδώ
  • Συλλογικό Έργο, THE CAMBRIDGE ANCIENT HISTORY, SECOND EDITION, VOLUME VI ,The Fourth Century B.C, U.K.: Cambridge University Press
  • Hughes, Tristan (2018), HOW THE BOSPORAN KINGDOM BECAME THE JEWEL OF THE BLACK SEA, turningpointsoftheancientworld.com. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννης Περγαντής
Ιωάννης Περγαντής
Γεννήθηκε στη Ρόδο το 2003. Είναι φοιτητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, με το επιστημονικό του ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στην Αρχαία Ελληνική και Ρωμαϊκή Ιστορία. Είναι γνώστης αγγλικών, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο αρέσκεται στον αθλητισμό, την ενασχόληση με τη μουσική και την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων.